/Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στην Μαρία Βούλγαρη

Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στην Μαρία Βούλγαρη

Η ποιήτρια και μουσικός Μαρία Βούλγαρη απαντά στις 10+1 Ερωτήσεις που τις θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, με αφορμή την κυκλοφορία της ποιητικής συλλογής “Άρωμα ginger”.

  1. Πώς θα περιγράφατε συνοπτικά τη νέα σας ποιητική συλλογή «Άρωμα ginger» από την Άνεμος εκδοτική; Γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο;

 

Το «Άρωμα ginger» αποτελείται από 21 ποιήματα. Έιναι μια συλλογή η οποία πήρε τη μορφή μουσικο-θεατρικού διαλόγου στον Τεχνοχώρο Φάμπρικα στον Κεραμεικό υπό τη σκηνοθετική επιμέλεια του Γιώργου Βουδικλάρη (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2022). 

Τα ποιήματα της συλλογής τα συνέδεσα με κάποια τραγούδια μου κι έπλεξα μια ιστορία. Η ιστορία αυτή είναι αληθινή. Βιωματική. 

Το «Άρωμα ginger»  πραγματεύεται τον έρωτα σε όλες του τις εκφάνσεις. 

Στην πρόκληση, στην ολοκλήρωση, στην απουσία και στην αποδοχή του. 

Στη μεταμόρφωσή του. Μέσα από τα ποιήματά μου, μιλάω για τις αλήθειες μου χωρίς φόβους και αναστολές. Όπως ακριβώς πρέπει να εκφράζεται ο έρωτας. Με θάρρος, ειλικρίνεια, αυθορμητισμό, επαναστατικότητα και αυθεντικότητα σε ένα ταξίδι αισθήσεων γεμάτο χρώματα.

Μέσα στη συλλογή υπάρχει ένα ποίημα που λέγεται «Ένα απόγευμα από άρωμα ginger». Το ποίημα αυτό είναι σημειολογικό. Εκείνο το απόγευμα, το ταξίδι στη μνήμη μυρίζει ginger και η κατά μέτωπον σύγκρουση με το παρελθόν είναι αναπόφευκτη αναζητώντας μια έξοδο προς το φως. Είναι ένας τίτλος που δόθηκε ύστερα από αρκετές πρόβες που κάναμε για το μουσικο-θεατρικό έργο με την καλή μου φίλη και ηθοποιό Λίζυ Ξανθοπούλου ως σημείο αναφοράς των προβών μας κι έτσι επικράτησε κι έγινε ο τίτλος του βιβλίου μου.

 

  1. Τι θεωρείτε ότι θα αποκομίσει ο αναγνώστης μέσα από αυτό το έργο σας;

 

Πιστεύω ότι ο αναγνώστης όλο και κάπου θα αναγνωρίσει τον εαυτό του μέσα στα ποιήματα. Πιστεύω πως όλο και κάτι θα τον αγγίξει. Ίσως και να ταυτιστεί. Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα πως όλοι οι άνθρωποι έχουμε κοινές ανάγκες, επιθυμίες, αισθήματα, ευαισθησίες. Η μνήμη, τα συναισθήματα που δεν εκφράστηκαν, τα ανείπωτα λόγια, ο πόνος, οι πληγές, οι εκδοχές τις ευτυχίας, τα βιωματικά στοιχεία, είναι αρκετά από τα θέματα στα οποία επικεντρώνομαι.

 

  1. Ποιες είναι οι πηγές της έμπνευσής σας;

 

Οτιδήποτε προκαλεί και προσκαλεί τις αισθήσεις μου. 

Η παρατήρηση της ζωής και των ανθρώπων μέσα σε αυτή.

Μια εικόνα. Μια σκέψη. Μια συζήτηση. Μια μυρωδιά. Ένα χαμόγελο. Η σιωπή. 

Η ποίηση. Μια όμορφη μελωδία. Ο έρωτας. Η αγάπη. Η χαρά. Ο πόνος. Ένα ταξίδι. Μια βόλτα στη θάλασσα. Το διάβασμα. Μερικές φορές «πιάνω» τον εαυτό μου να ακούει ξανά και ξανά ένα τραγούδι. Να διαβάζει ξανά και ξανά ένα ποίημα. Να κοιτάει ξανά και ξανά μια φωτογραφία. Και μετά σκέφτομαι πως υπάρχουν πολλοί τρόποι να σε αγγίξει κάτι και να γίνει η αφορμή να δημιουργήσεις.

 

  1. Πώς προέκυψε η μελοποίηση και μουσικοθεατρική παρουσίαση του συγκεκριμένου έργου;

 

Ήταν μια ιδέα που ξεκίνησε ως πρότζεκ πριν την εποχή του κορονοϊού. Η ιδέα αυτή άρχισε να υλοποιείται σταδιακά μέσα από πρόβες. Όμως έμεινε στο συρτάρι για δύο χρόνια λόγω εγκλεισμού.

Ήθελα μέσα από τα ποιήματα και τα τραγούδια μου, να πω μια ιστορία στον κόσμο. Μια αληθινή ιστορία δική μου, βιωματική. Έτσι λοιπόν συνέδεσα τα ποιήματά μου με συγκεκριμένα τραγούδια μου. Με τραγούδια που οι στίχοι τους είχαν μια άρρηκτη σύνδεση με κάποια από τα ποιήματα της συλλογής. Στην αρχή είχα σκεφτεί τη συλλογή αυτή ως ποιητικό μονόλογο σε κάποια θεατρική σκηνή. Όμως μετά από μια άλλη οπτική και αφού το συζήτησα με τη φίλη μου και ηθοποιό Λίζυ Ξανθοπούλου αποφάσισα να δω το εν λόγω πρότζεκτ ως έναν μουσικο-θεατρικό διάλογο, τύπου bar-theatre. 

Όπως και έγινε τελικά αποσπώντας πολύ θερμές κριτικές από τον κόσμο.

 

  1. Γιατί προτιμήσατε την ποίηση, κι όχι τον πεζό λόγο, ως λογοτεχνικό μέσο έκφρασης;

 

Όταν γράφω, δεν προτιμώ κάτι από κάτι άλλο. Δεν επιλέγω. Με επιλέγει. Απλά αφήνομαι σε οτιδήποτε με συγκινεί. Σε οτιδήποτε μου κινητοποιεί το συναίσθημα. Γράφω για μένα. Γράφω για όλα όσα νιώθω. Για να διαιρώ την ευαισθησία μου. Ενίοτε να την πολλαπλασιάζω. Γράφω για να με ακούω καλύτερα. Για να ερμηνεύω το αθόρυβο της υπόστασης και του υπαρκτού. Για να συναντώ το απροσπέλαστο. Για να δονείται η ψυχή μου από τα συναισθήματα που γεννούν τις λέξεις. Για να αγγίζω το μακρινό κόσμο των εικόνων μου. Για να με ανακαλύπτω βαθύτερα. Για να φωνάζω στη σιωπή μέχρι να με αγκαλιάσει σφιχτά το πάθος μου. Για να αισθάνομαι όσα δεν κατανοώ με το νου. Για να με θυμάμαι. Για να με σκορπάω. Για να με βρίσκω. Για να λυτρώνομαι. Γράφω γιατί υπάρχουν αναρίθμητοι λόγοι για να γράφω. Γιατί δε βρίσκω ένα λόγο να μην το κάνω. Γράφω για μια αιωνιότητα που δεν ξέρω αν θ’ ανταμώσω ποτέ. Γράφω για όλα εκείνα που με έκαναν να υπάρχω. Γράφω για την αρχή και το τέλος που ολοκληρώνει την αλήθεια μου. 

Αυτός ο τρόπος γραφής είναι ένας προσωπικός τρόπος έκφρασης. Είναι κάτι έμφυτο, γηγενές, πολλές φορές χωρίς κάποιο προσδιορισμό συγκεκριμένο.

Βρίσκω στις λέξεις ποίηση και θέλω να φτιάξω ιστορίες που να έχουν κάτι να μου πουν, που να με κάνουν να ταξιδέψω.

Επαναφέρω στη μνήμη πράγματα που είχα ξεχάσει. Ενίοτε επινοώ. 

Ψάχνω το ανεξήγητο. Ίσως και το ανέφικτο. 

Αυτό δε λέγεται προτίμηση ή επιλογή. Λέγεται ανακάλυψη. Ανακαλύπτεις μέσα από τον τρόπο που γράφεις τον εαυτό σου χωρίς να υπάρχει κάποια συγκεκριμένη περιγραφή γι’αυτό που κάνεις. Η μόνη περιγραφή είναι το συναίσθημα αν και πολλές φορές δεν μπαίνει σε καλούπια.

 

  1. Διαβάζει πλέον ο Έλληνας ποίηση ή την θεωρεί μια δυσνόητη τέχνη που δεν τον αφορά;

 

Θα απαντήσω με κάτι που είχε πει κάποτε ο Γιώργος Σεφέρης: «πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν, αν η πνοή μας λιγόστευε;»

Αισθάνομαι πως ο Έλληνας διαβάζει ποίηση κι ας είναι χαμένος στη μετάφραση μερικές φορές.

 

  1. Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με την συγγραφή;

 

Από μικρή μου άρεσε να διαβάζω ποιήματα. Να μαθαίνω και να αφουγκράζομαι. Να νιώθω και να ψυχανεμίζομαι. Να εξελίσσομαι και να ελίσσομαι. Να στοχάζομαι και να ρεμβάζω. «Να φεύγω» και να χάνομαι. Να θυμάμαι και να σκέφτομαι. Να σκέφτομαι και να θυμάμαι. Να εμπνέομαι και να γράφω.

 

  1. Πόσο σας επηρεάζει η μουσική σας παιδεία στην ποιητική δημιουργία, ως προς την ανάγκη αρμονίας και ρυθμού στον στίχο;

 

Η ποίηση είναι τραγούδι και το τραγούδι ποίηση. 

Για μένα είναι αλληλένδετα. Δεν μπορώ να τα διαχωρίσω.

Γράφω τραγούδια και ποιήματα από μικρή. Όταν γράφω ένα τραγούδι, γράφω σχεδόν ταυτόχρονα τη μουσική και το στίχο. Συνήθως προηγείται μερικά λεπτά η μελωδία και ακολουθεί ο στίχος. Μου είναι δύσκολο να γράψω ξεχωριστά το ένα από το άλλο, εκτός κι αν είναι ποίηση – που παρατηρώ πως έχω μια έφεση στη μελοποίησή της. Μου βγαίνει η μουσικότητα αβίαστα, όταν διαβάζω ένα όμορφο ποίημα και κυρίως όταν μιλάει με εικόνες. Έχω μελοποιήσει ποιήματα δικά μου και φίλων και μόνο εκεί προηγείται το ένα του άλλου. Η «Αναγέννηση» η πρώτη δισκογραφική μου δουλειά, είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.

«Στην ποιητική σκέψη, τον ρόλο του υποσυνείδητου τον παίζει η αρμονία του ήχου». Έτσι είχε πει κάποτε ο Joseph Brodsky και συμφωνώ απόλυτα με αυτή τη φράση.

 

  1. Μουσικά πώς βλέπετε μελλοντικά τον εαυτό σας; Είναι η τραγουδοποιία που σας ελκύει περισσότερο;

 

Θέλω πολύ να γνωρίσει ο κόσμος τα τραγούδια μου, τα ποιήματά μου, τα κέιμενά μου, το συναισθηματικό μου κόσμο, την ψυχή μου μέσα από την τέχνη μου. Η σύνθεση ενός τραγουδιού, μουσικά και στιχουργικά, είναι κάτι που με ελκύει από μικρή. Πάντα θαύμαζα τους τραγουδοποιούς και νιώθω τυχερή και ευλογημένη που ανήκω σε αυτή την κατηγορία καλλιτεχνών. Δεν είναι εύκολο να γράφεις μουσική, στίχο, να παίζεις ένα μουσικό όργανο και να τραγουδάς ταυτόχρονα. Πέρα από το ταλέντο, χρειάζεται μελέτη και πολλή δουλειά για να φτάσεις σε ένα αρμονικό και όμορφο αποτέλεσμα. 

 

  1. Ποιο είναι το πιο μεγάλο καλλιτεχνικό σας όνειρο;

 

Το να γράφω μουσική για θέατρο, για κινηματογράφο, για ντοκιμαντέρ είναι μεγάλα καλλιτεχνικά όνειρα και οι συνεργασίες με αξιόλογους και καταξιωμένους καλλιτέχνες.

 

  1. Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;

 

Γιάννης Ρίτσος: Η Σονάτα του Σεληνόφωτος

Κική Δημουλά: Το λίγο του κόσμου

Fernando Pessoa: Το Βιβλίο της Ανησυχίας

Τσιμάρας Τζανάτος: [αγνώστου] η βία του βίου

π.Λίβυος: Ζήσε

 

«Έχω ανάψει όλα τα φώτα

για να ζεστάνω μια παρένθεση.

Έχω σκορπίσει όλα τα όνειρα

για να δεσμεύσω μια εικόνα.

Περπατώ στη νύχτα

κι ανταμώνω

όλα μου τα ερωτηματικά.

Ποτέ δεν κατάλαβα

γιατί τα κορμιά

συλλαβίζουν όλα τα αναπάντητα

με τον ίδιο ήχο.

Ποτέ δεν κατάλαβα

γιατί τα χαράματα

ακουμπάνε με δεκανίκια

στα ίδια χρώματα.

Ψιθύρισα στη νοσταλγία

όλες τις συλλαβές της επιμονής.

Κι εκείνη διάλεξε τη φωτιά.

Μα πώς να κάψεις τα κομμάτια σου

όταν το μόνο που σου απομένει

είναι η στάχτη της παρηγοριάς σου;

Κι αναρωτιέμαι ακόμα:

τι άρωμα φοράει η ευτυχία;!» 

(Από το οπισθόφυλλο της συλλογής)