/Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στην Μαρία Χίου

Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στην Μαρία Χίου

Η συγγραφέας Μαρία Χίου * περνά από την “ιερά εξέταση” στων 10+1 Ερωτήσεων του Κωνσταντίνου Μανίκα για το CulturePoint.gr.  Μας εξηγεί τι σημασία της έμπνευσης στη συγγραφή, μας εκμυστηρεύεται τον λογοτεχνικό χαρακτήρα που συμπαθεί περισσότερο και πολλά άλλα.

1. Η έμπνευση ή η σκληρή δουλειά, παίζει το σημαντικότερο ρόλο για ένα επιτυχημένο έργο;

Η έμπνευση! Αυτή είναι, για εμένα, το πιο σημαντικό στοιχείο. Είναι το άλφα και το ωμέγα προκειμένου να ολοκληρωθεί ένα συγγραφικό έργο με επιτυχία. Και αυτό το λέω γιατί έχει τύχει, κάποιες φορές, να ξέρω τι θα γίνει παρακάτω καθώς γράφω το βιβλίο μου, τι θα πουν ή τι θα κάνουν οι ήρωες, ωστόσο όταν έρχεται η ώρα να μεταφέρω τη δράση τους στο χαρτί, τα πράγματα φαντάζουν εντελώς διαφορετικά από ότι τα είχα αρχικά στο μυαλό μου. Ίσως πιο άτονα, πιο ουδέτερα, χωρίς… ψυχή και έτσι πρέπει να σβηστούν και να γραφτούν πάλι. Αυτό συμβαίνει μοναχά όταν τους λείπει εκείνο τα μαγικό στοιχείο που ονομάζεται έμπνευση. Και δεν είναι μονάχα η αλληλουχία των γεγονότων που, όπως είπα, μπορεί να είναι ήδη γνωστή αλλά και άλλα στοιχεία π.χ. η λεπτομέρεια ή ο συνδυασμός των λέξεων, η δυναμική του κειμένου ή τα συναισθήματα που μπορεί να αποπνέει. Όλα αυτά είναι κομμάτια έμπνευσης και, κατά τη γνώμη μου, είναι απείρως πιο σημαντικά από τη σκληρή δουλειά.

2. Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο, στην ψηφιακή εποχή μας;

Ο ρόλος του βιβλίου, θεωρώ, πως είναι πάντοτε ο ίδιος σε όλες τις εποχές. Αποτελεί το όχημα με το οποίο οι άνθρωποι μπορούν να ταξιδέψουν, είτε σε διαφορετικό τόπο ή χρόνο, είτε προς τα… μέσα. Είναι εργαλείο ψυχαγωγίας και περισυλλογής και στον ψηφιακό μας πλέον κόσμο έχει βρει κιόλας τη θέση του. Είναι το λεγόμενο e-book που κερδίζει ολοένα έδαφος σε σχέση με την κλασική έντυπη μορφή. Προσωπικά, δεν βρίσκω κάποιο μειονέκτημα σε αυτή τη διαδικασία. Ο καθένας μπορεί να επιλέξει ό,τι τον διευκολύνει ή τον ευχαριστεί.

3. Με ποιον λογοτεχνικό χαρακτήρα ταυτίζεστε και ποιον αντιπαθείτε;

Ο πρώτος λογοτεχνικός χαρακτήρας που μου έρχεται στο μυαλό είναι η Θεανώ ή αλλιώς Νανώ από το βιβλίο «Βαρκάρισσα της Χίμαιρας» της κυρίας Αλκυόνης Παπαδάκη. Βέβαια, για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω αν βρίσκω μέσα σε αυτήν κομμάτια του εαυτού μου ή απλώς μου αρέσει ο τρόπος που αντιμετωπίζει τα διάφορα γεγονότα της ζωής. Η Νανώ του συγκεκριμένου μυθιστορήματος, φαίνεται, να έχει σταμπάρει καλά την έξοδο κινδύνου από όλα όσα ονειρεύεται και αυτός είναι μάλλον ο λόγος που την αγαπώ. Όσο για μισητό χαρακτήρα, δεν νομίζω πως έχω κανέναν. Ίσως γιατί οι ρόλοι του κακού σε ένα βιβλίο είναι αυτοί που αξίζουν, για εμένα, περισσότερο. Είναι οι δύσκολοι της υπόθεσης που περιπλέκουν την ιστορία, που της δίνουν βάθος και ουσία μέσα από τις αντιδράσεις των υπολοίπων ηρώων ή ακόμη και μέσα από τη δική τους κάθαρση.

4, Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;

To «Η ζωή εν τάφω» του Στρατή Μυριβήλη, το «Ένα παιδί μετράει τα άστρα» του Μενέλαου Λουντέμη, το «Το χρώμα του Φεγγαριού» της Αλκυόνης Παπαδάκη, το «Αγαπητέ Θεέ» του Έρικ Εμανουέλ Σμίτ και το «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια» της Harper Lee. Κάποια από αυτά είναι πολύ αγαπημένα και κάποια άλλα τα είχα διαβάσει στην εφηβεία μου και τώρα θέλω να τα θυμηθώ ξανά.

5. Διαλέγετε παρέα για ολιγοήμερη απόδραση. Ποιους λογοτέχνες, ανεξαρτήτως ιστορικής περιόδου δράσης, θα συμπεριλαμβάνατε;

Εφόσον είμαι ελεύθερη να επιλέξω όποια ιστορική περίοδο δράσης επιθυμώ, θα πάω πολύ πίσω στον χρόνο και θα ξεχωρίσω έναν δημιουργό ο οποίος έχει αφήσει στην ανθρωπότητα ένα έργο αδιαμφισβήτητης αξίας. Πρόκειται για τον αρχαίο Έλληνα τραγωδό, Αισχύλο, που έζησε τον 6ο με 5ο αιώνα π. Χ. και έγραψε τον περίφημο «Προμηθέα Δεσμώτη». Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που θα ήθελα να είχα την ευκαιρία, αν όχι μίας ολιγοήμερης απόδρασης, αλλά τουλάχιστον μίας συνομιλίας μαζί του με ένα τρόπο μάλλον μαγικό αφού, εκτός των άλλων, δεν γνωρίζω ούτε καν αρχαία ελληνικά. Τι θα τον ρωτούσα; Δεν ξέρω… Μάλλον θα προσπαθούσα να εκμαιεύσω τα κρυφά νοήματα αυτού του τεράστιου έργου και να μάθω, αν υπήρξε όντως η συνέχεια του. Υπήρξε Προμηθέας Λυόμενος; Προμηθέας Πυρφόρος; Με τι σειρά γράφτηκαν και τι περιείχαν αυτές οι τραγωδίες που, δυστυχώς για εμάς, δεν κατάφεραν να σωθούν στο πέρασμα του χρόνου…

6. Πώς θα περιγράφατε συνοπτικά την τελευταία σας δημιουργία;

Το τελευταίο μου έργο ονομάζεται Στάχτη και Πορφύρα και κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Έξη τον Νοέμβριο του 2020. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που γράφτηκε με γνώμονα την πολυπλοκότητα των ανθρωπίνων σχέσεων. Βασικός χαρακτήρας είναι η Βάγια, όσο κι αν κάτι τέτοιο παραξενεύει τον αναγνώστη, αφού η συγκεκριμένη ηρωίδα δεν εκφράζεται παρά μόνο στην πρώτη σελίδα του βιβλίου. Και αυτό συμβαίνει γιατί το εν λόγω κορίτσι -η αμίλητη Βάγια- βρίσκεται στο φάσμα του αυτισμού. Ωστόσο, καθώς η ιστορία κυλά, όλοι έχουν την εντύπωση πως ίσως είναι η μόνη πως έχει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει πραγματικά. Μπορεί να το κάνει με έναν δικό της ιδιαίτερο τρόπο αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινός για εκείνους που έχουν την ικανότητα να τον αφουγκραστούν. Άλλωστε και οι υπόλοιποι που μιλούν, γελούν και αγγίζονται ελεύθερα, πόσα κατάφεραν από την καρδιά τους να πουν; Και πόσα με την καρδιά να νιώσουν; Η Βάγια, γεννημένη στη μέση ακριβώς της ιστορίας μας, μοιάζει λες και πορεύεται κουβαλώντας τόσο τα αγκάθια της ζωής των προγόνων της -μιας οικογένειας που εκδιώχθηκε από την Πόλη στα μέσα της δεκαετίας του ’60- όσο και των τωρινών μελών της στενής της οικογένειας. Κι όλοι αυτοί δεν είναι παρά ήρωες καθημερινοί. Άνθρωποι σαν και εμάς που παλεύουν με τους δαίμονές τους, τα πάθη και τα λάθη της ζωής, ξεχνώντας πως η αρχή για τη λύση όλων των προβλημάτων βρίσκεται όταν έχει κανείς οδηγό την κατανόηση και την επιθυμία για ειλικρινή επικοινωνία.

7. Ποια θεωρείτε την πιο χαρακτηριστική φράση από τα βιβλία σας;

Ψάχνοντας για μία φράση από το προαναφερθέν βιβλίο, η ματιά μου έπεσε στην τελευταία πρόταση. Πρόκειται για μία σκηνή όπου ένας από τους κεντρικούς ήρωες, έχοντας δοκιμαστεί σκληρά στη ζωή του, βρίσκεται πλέον απομονωμένος σε μία καλύβα ενός βουνού. Εκεί κάθεται έξω στη φύση, πάνω σε μία πλαστική καρέκλα και κοιμάται έχοντας ακουμπισμένη στο στήθος του μία σταχτοκόκκινη γάτα. Το ζώο είναι και αυτό αποκοιμισμένο και καθώς κουλουριάζεται στην αγκαλιά του, δεν ξεχωρίζει η μουσούδα από την ουρά. Μόνο δυο αυτιά φαίνονται. Δυο γατίσια αυτιά που αφουγκράζονται τον αέρα κι έπειτα γαληνεύουν μέσα στο σούρουπο, ήσυχα πως ό,τι γίνεται στον κόσμο αυτό, γίνεται σωστά!

8. Με ποιο τραγούδι ή και άλμπουμ θα “ντύνατε” μουσικά ένα έργο σας;

Το μόνο τραγούδι που μου έρχεται στο νου και θεωρώ πως ταιριάζει απόλυτα ως μουσική επένδυση του συγκεκριμένου βιβλίου είναι το «Εκδρομή» της Δήμητρας Γαλάνη. Φαντάζομαι να το σιγοψιθυρίζει η Βάγια, κάθε φορά που, μετά από μία έκρυθμη κατάσταση, τα πράγματα ηρεμούν και να υψώνει τη φωνή της στους στίχους κυρίως εκείνους που μιλάνε για τους εαυτούς που κουβαλάει -τους παλιούς και τους επόμενους. Λες και εσωκλείει μέσα στην αμίλητη και ανέγγιχτη ύπαρξη της τα βιώματα όλων των ηρώων. Λες και όλοι οι άνθρωποι είναι πράγματι μια οντότητα, φυλακισμένη στο κορμί της, που διαβιεί μια αναίτια, εμπόλεμη κατάσταση.

9. Αναγνωρίζετε γρήγορα τα λάθη σας και ποια συγχωρείτε ευκολότερα στους άλλους;

Θεωρώ πως είναι διαφορετικό πράγμα να αφουγκράζεται κανείς την εσωτερική εκείνη «φωνούλα» που του καταδεικνύει -από την πρώτη κιόλας στιγμή- το λάθος μιας πράξης και διαφορετικό να το επεξεργάζεται από μόνος του μεταγενέστερα. Κι αυτό γιατί ορισμένα λάθη, όσο εμφανή ή αδιαμφισβήτητα κι αν είναι, θέλουν οπωσδήποτε τον χρόνο τους προκειμένου να κατασταλάξουν τα γεγονότα μέσα μας και να γίνουν μία εποικοδομητική εμπειρία. Και το πόσο σύντομος ή μακρύς θα είναι αυτός ο χρόνος εξαρτάται κάθε φορά από τη συγκυρία, τη βαρύτητα του σφάλματος, τη διάθεση που έχουμε, τη δεδομένη στιγμή, να προχωρήσουμε και το θάρρος να παλέψουμε για να δούμε τα πράγματα αλλιώς. Έτσι θεωρώ πως συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους και συνεπώς έτσι συμβαίνει και με εμένα. Ο χρόνος για αυτά τα πράγματα είναι σχετικός και δεν είναι θέμα ικανότητας ταχείας αναγνώρισης αλλά έλευσης της κατάλληλης στιγμής όπου ένα βίωμα γίνεται μάθημα.
Τώρα, όσο αφορά τα λάθη των άλλων, δεν είμαι σε θέση να τα κατατάξω σε κατηγορίες και να πω ότι κάποια τα συγχωρώ εύκολα ή λιγότερο εύκολα και κάποια άλλα καθόλου. Άλλωστε φοβάμαι πως κάθε φορά που αποκαλούμε ένα σφάλμα βαρύ ή ασυγχώρητο, η ζωή έχει τον τρόπο να το φέρει μπροστά μας ως πειρασμό ή ακόμη χειρότερα ως εμπειρία που κρύβει μία πολύτιμη διδαχή.

10. Αν για την καριέρα σας έπρεπε να απομακρυνθείτε σημαντικό διάστημα από την οικογένεια σας, θα το κάνατε;

Η αλήθεια είναι πως δεν μου έχει τύχει μέχρι τώρα και δεν το θεωρώ πιθανό να συμβεί στο μέλλον. Παρ’ όλα αυτά νομίζω πως και για αυτό το ερώτημα η απάντηση βρίσκεται κάπου στη μέση και επίσης πως η απόφαση για το αν η ζυγαριά θα έγερνε περισσότερο στην πρώτη ή τη δεύτερη επιλογή, μία δεδομένη χρονική στιγμή, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως π.χ. τη διάθεση ή την ανάγκη στην οποία βρίσκομαι εγώ ή οικογένεια μου. Όπως, καταλάβατε, δεν μου αρέσει τίποτα να προεξοφλώ και για τίποτα να είμαι κατηγορηματική.

11. Χρειάζεται περισσότερος ρομαντισμός ή ρεαλισμός στις ζωές μας;

Νομίζω πως χρειάζονται και τα δύο. Η ισορροπία, άλλωστε, ανάμεσα στα αντίθετα αυτού του κόσμου είναι αδιαμφισβήτητα σπουδαία. Είναι το περίφημο «μηδέν άγαν» των αρχαίων, η πορεία πάνω στη μέση οδό. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο ρομαντισμός είναι απαραίτητος γιατί μάς επιτρέπει να μη χάσουμε την επαφή με την παιδικότητά μας ενώ ο ρεαλισμός σημαντικός γιατί μάς αναγκάζει να έρθουμε αντιμέτωποι με τις διάφορες προκλήσεις της ζωής και να λύσουμε ποικίλα προβλήματα.

  • Η Μαρία Χίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1975. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στην ΑΣΟΕΕ και για αρκετά χρόνια εργάστηκε ως υπάλληλος σε ιδιωτική τράπεζα. Σήμερα ασχολείται με τη συγγραφή, τη λογοτεχνία και τον εθελοντισμό. Είναι παντρεμένη και έχει δύο παιδιά. Έργα της ιδίας: “Η Σιωπή του ποταμού”, το οποίο απέσπασε το δεύτερο βραβείο από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών στην κατηγορία του μυθιστορήματος, “Χέρια Γυμνά”, “Ο Κήπος της Μοναξιάς”, “Στάχτη και Πορφύρα”.