Η συγγραφέας Μαρία Τσακίρη * απαντά στις 10+1 Ερωτήσεις του Κωνσταντίνου Μανίκα με αφορμή την κυκλοφορία του νέου της μυθιστορήματος “Λούτσυ και Καμίλ” από τις εκδόσεις Πηγή.
Πώς θα περιγράφατε συνοπτικά το τελευταίο σας μυθιστόρημα “Λούτσυ και Καμίλ”;
Είναι ένα μυθιστόρημα που βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, όπως γράφει και στο εξώφυλλο του βιβλίου. Αν και έχει πολλά ιστορικά στοιχεία, δεν μπορώ να το χαρακτηρίσω ως ιστορικό μυθιστόρημα. Είναι η αληθινή ιστορία των ηρώων μου Λούτσυ και Καμίλ, η οποία βαδίζει παράλληλα με τη σύγχρονη ιστορία της Αλβανίας. Μέσα από τη ζωή τους ερχόμαστε κοντά σε έναν λαό που παρέμεινε συρματοπλεγμένος για περίπου σαράντα. «Σφαγισμένα σύνορα, σφραγισμένα στόματα, σφραγισμένες καρδιές, σφραγισμένη πίστη. Οποιοσδήποτε επιχειρήσει να ανοίξει κάτι που το καθεστώς έχει σφραγίσει, καταλήγει είτε στη φυλακή, είτε σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης, συνήθως μαζί με την οικογένειά του, τους συγγενείς του, ακόμα και με τους … συγχωριανούς του, ή σε κάποιον πρόχειρο ρηχό λάκκο».
Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των βασικών ηρώων;
Καμίλ – Λούτσυ – Ιωάννα. Μια οικογένεια από την Κορυτσά της Αλβανίας που αποφασίζει να αφήσει πίσω την πατρίδα που καταπίνει τους ανθρώπους της, αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο στην Ελλάδα. Καθηγητής ο Καμίλ, μαθήτριά του η Λούτσυ. Τολμούν να κρατηθούν από το χέρι και κόντρα σε όλους και όλα κάνουν τη δική τους οικογένεια. Η Ιωάννα έρχεται στη ζωή τους και αλλάζει τα πάντα. Δίψα για μάθηση, πείσμα και αποφασιστικότητα είναι τα τρία χαρακτηριστικά των γονιών, που καταφέρνουν να περάσουν με τη στάση ζωής και στην κόρη τους. Ένα παιδί θαύμα που κατάφερε να σπουδάσει στην Αμερική με μια εξαιρετική υποτροφία, την οποία η Ιωάννα κέρδισε με το σπαθί της και της άνοιξε σπουδαίους επαγγελματικούς ορίζοντες.
Τι θέλετε να αποκομίσει, ως κεντρικό μήνυμα, ο αναγνώστης;
Πώς το θέλω είναι πιο δυνατό από το πρέπει. Το αποδεικνύει περίτρανα η ιστορία της Λούτσυ και του Καμίλ. Χωρίς τίποτε να τους ενώνει και χωρίς κανένα κοινό ενδιαφέρον βρέθηκαν στο ίδιο σχολείο. Καθηγητής εκείνος, μαθήτρια εκείνη. Απόλυτα βέβαιος για τα συναισθήματά του την περιμένει να μεγαλώσει και όταν τα βλέμματά τους συναντώνται η καρδιά τους χτυπά στον ρυθμό του έρωτα. Εν μέσω αθεΐας και απολυταρχίας εκείνοι γυρνούν την πλάτη στα πρέπει και ακολουθούν αυτό που προστάζει η καρδιά τους.
Πώς αποτυπώνετε τα ιστορικά γεγονότα στην μεταπολεμική Αλβανική κοινωνία;
Η έρευνα για τα ιστορικά γεγονότα μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου στην Αλβανία, ήταν για μένα μια πολύ μεγάλη έκπληξη. Και αυτό, ίσως, ήταν το βασικό κίνητρο για τη συγγραφή του βιβλίου. Αντιλήφθηκα, πως αυτά που γνώριζα γι αυτό το λαό ήταν πολύ λίγα και μάλλον το ίδιο συνέβαινε – σκέφτηκα – και με πολλούς αναγνώστες. Ο Αλβανικός λαός ζούσε σε μία χώρα στην οποία για σαράντα χρόνια κυριαρχούσε η απουσία δικαίου και δικαιοσύνης, οι προσωπικές ελευθερίες ήταν ανύπαρκτες όπως και τα ανθρώπινα δικαιώματα, η λέξη σύνορα ήταν η πλέον απαγορευμένη λέξη. Σε μια χώρα τόσο κοντινή και γνωστή, μα, συνάμα τόσο μακρινή και άγνωστη για μας. Στη μοναδική χώρα του κόσμου που με νόμο του κράτους επιβλήθηκε η αθεΐα και κυνηγήθηκε ανελέητα κάθε μορφή θρησκείας. Βοηθός στο συγγραφικό έργο η δημοσιογραφική μου ιδιότητα που μου έδειξε τον δρόμο να ψάξω και να βρω εκείνα τα στοιχεία που θα έκαναν το τελικό αποτέλεσμα ακόμη πιο ενδιαφέρον. Αυτό που κατάλαβα ολοκληρώνοντας την έρευνά μου ήταν πως ποτέ δεν ενδιαφερθήκαμε για την πρόσφατη ιστορία των Αλβανών, γιατί πάντα κρατούσαμε και ίσως συνεχίζουμε να κρατάμε μια απόσταση από εκείνους. Σίγουρα το «Λούτσυ και Καμίλ» μου έμαθε πολλά. Ελπίζω και σε όσους το διαβάσουν.
Αγγίζετε με εύστοχο τρόπο το ζήτημα της μετανάστευσης. Πώς το καταγράφετε στις σελίδες του βιβλίου;
Η καταγραφή μου, ακολουθεί τα βιώματα των πρωταγωνιστών μου, όπως μου τα διηγήθηκε η Λούτσυ και όπως τα αποτύπωσε στα ημερολόγια και τα σημειώματά του ο Καμίλ, όταν αποφάσισε να περάσουν παράνομα τα σύνορα. Έντονα συναισθήματα αβεβαιότητας για το τόλμημα, κρυφές σκέψεις, φόβοι αλλά και λύτρωση όταν κατάφεραν να κάνουν πραγματικότητα τον στόχο τους. Κλειδώνοντας πίσω το σπίτι και ξεκινώντας για το άγνωστο το πρώτο που αισθάνεται κάθε μετανάστης νόμιμος ή παράνομος είναι η απώλεια. Όλα αυτά που αφήνει πίσω του. Δεν είναι βέβαιος αν η απόφασή του είναι η καλύτερη και αγχώνεται για το άγνωστο που τον περιμένει. Το νέο περιβάλλον του δίνει χαρά και ανακούφιση αλλά χρειάζεται καιρό για να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα της ζωής του. Πανικός, άγχος και απελπισία ακολουθούν ως συναισθήματα όταν αρχίζουν τα προβλήματα στην κοινωνία που εντάσσεται. Αρνητικά συναισθήματα στα οποία προστίθεται ο φόβος, η μοναξιά, η σύγκριση με τους ανθρώπους που κινούνται γύρω του. Σύντομα, αναδιοργανώνεται και ξεκινά μια νέα ζωή όπως ακριβώς έκαναν η Λούτσυ με τον Καμίλ.
Είναι ο έρωτας και η αγάπη, οι καταλύτες σε κάθε απόφαση της ζωής μας;
Η ιστορία της Λούτσυ και του Καμίλ είναι η απάντηση στο ερώτημά σας. Η αγάπη τους άνθισε όταν όλα ήταν μαραμένα στην πατρίδα τους κι ας ζούσαν στην καρδιά της Ευρώπης. Η αγάπη αυτή και ο σεβασμός που έτρεφε ο ένας για τον άλλον τους κράτησαν δυνατούς. Όταν ο Καμίλ κράτησε το χέρι της Λούτσυ κι εκείνη στηρίχτηκε πάνω του, ήξεραν πως η δύναμη της αγάπης τους μπορούσε να υπερνικήσει τα πάντα. Αν υπήρχε ένας αδύναμος κρίκος σ’ αυτή τη σχέση οι δυο αυτοί άνθρωποι δε θα είχαν πετύχει τίποτε στη ζωή τους. Το δυνατό αυτό συναίσθημα που οι δυο τους το έζησαν σε μια κοινωνία δύσκολη αποδείχτηκε, πράγματι, ο καταλύτης της ζωής τους.
Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με την συγγραφή;
Η αληθινή ιστορία της Ιφιγένειας, της ηρωίδας του πρώτου μου βιβλίου. Ήταν τόσο συνειδητοποιημένη η απόφασή της να βγει και να μιλήσει για την πολύχρονη κακοποίηση από τον πατέρα της, που δεν μου έδινε περιθώριο να την προσπεράσω. Είπα, «ναι», θα το κάνω. Θα μπω στα βαθιά και θα κολυμπήσω. Η «Ιφιγένεια – Ο κύκλος της σιωπής» κυκλοφόρησε το 2017 από τις εκδόσεις «Ψυχογιός» και τα πήγε περίφημα. Ολοκληρώνοντας την «Ιφιγένεια» είχα ήδη ξεκινήσει να γράφω την ιστορία της Λούτσυ και του Καμίλ, αλλά μεσολάβησε η έκδοση του δεύτερου βιβλίου μου «Θλιμμένος Σεπτέμβρης». Κάπως έτσι μπήκα σ΄ αυτόν τον όμορφο χώρο.
Η έμπνευση ή η σκληρή δουλειά, παίζει το σημαντικότερο ρόλο, στη συγγραφή ενός βιβλίου;
Η έμπνευση πιστεύω παίζει το σημαντικότερο ρόλο. Το πόσο σκληρά θα δουλέψεις για να φθάσεις στον επίλογο ενός βιβλίου είναι προσωπική υπόθεση. Έχοντας όμως διαχειριστεί σωστά την έμπνευσή σου μπορείς να φθάσεις στο επιθυμητό αποτέλεσμα πολύ σύντομα.
Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;
Τα τελευταία χρόνια ασχολούμαι και με συνεντεύξεις συγγραφέων για το Vivlio-life που διαχειρίζεται η Ιουλία Ιωάννου. Αυτή η ενασχόληση μου δίνει τη δυνατότητα να διαβάζω πολλά ελληνικά βιβλία, να γνωρίζω αλλά και να συνομιλώ με πάρα πολλούς συγγραφείς. Γι αυτό και θα επέλεγα στον ένα μήνα καραντίνας (εύχομαι να μη χρειαστεί) ξένους συγγραφείς. Θα ξεκινούσα με τα πέντε πρώτα βιβλία της σειράς της Αγκάθα Κρίστι που ποτέ δεν ολοκλήρωσα και περιμένουν στη βιβλιοθήκη μου. Αν θα είχα χρόνο, θα επέλεγα και το βιβλίο ενός πρωτοεμφανιζόμενου Έλληνα συγγραφέα. Υπάρχουν πολλοί νέοι, αλλά και νέοι στην ηλικία συγγραφείς που πραγματικά έχουν πολλά να μας μάθουν. Κυρίως τη φρεσκάδα στο γράψιμο.
Διαλέγετε παρέα για ολιγοήμερη απόδραση. Ποιους λογοτέχνες, ανεξαρτήτως ιστορικής περιόδου δράσης, θα συμπεριλαμβάνατε;
Στην ολιγοήμερη απόδραση θα προτιμούσα να απολαύσω την … απόδραση. Ομολογώ, πάντως, πως θα ήθελα να ξαναδιαβάσω το «Έρωτας στα χρόνια της χολέρας» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, είκοσι χρόνια μετά την πρώτη ανάγνωσή του. Θα φρόντιζα να χωρέσει στη βαλίτσα μου και το βιβλίο της Κάτιας Αντωνοπούλου «Στη γη των αγνών» Εκδόσεις «Κλειδί» 1990. Έχει κάτι ιδιαίτερο αυτό το βιβλίο. Κάτι ιδιαίτερο και εντυπωσιακό, τουλάχιστον για μένα. Η συγγραφέας, έχει μία απίστευτη τεχνική να μη χρησιμοποιεί τελείες και, παράλληλα, να μην κουράζει ούτε στο ελάχιστο τον αναγνώστη. Κι έτσι υπάρχουν σελίδες ακόμη και δισέλιδα μόνο με κόμματα που σε ταξιδεύουν υπέροχα. Είναι μια μεγάλη πρόκληση για μένα, που επιλέγω πάντα τις μικρές προτάσεις και πολλές τελείες, να βρω το μυστική αυτής της τεχνικής. Ποιος ξέρει, ίσως στο μέλλον την ακολουθήσω.
Χρειάζεται περισσότερος ρομαντισμός ή ρεαλισμός στις ζωές μας;
Ζούμε σε μια δύσκολη εποχή. Γκρίζα και ψυχοφθόρα, στην οποία ο ρεαλισμός ανταγωνίζεται σκληρά τον ρομαντισμό. Η καθημερινότητά μας άλλαξε – πολύ φοβάμαι δύσκολα θα επιστρέψουμε στην προηγούμενη ζωή μας. Επομένως είναι η εποχή που πρέπει να φυλάξουμε τον ρομαντισμό μέσα μας και να κοιτάξουμε τη ζωή μας με ρεαλισμό. Πολλοί λένε πως χωρίς ρομαντισμό η ζωή είναι άνοστη. Ίσως έχουν δίκιο. Εγώ θα ‘λεγα ας δούμε τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας όπως πραγματικά είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι.
- Η Μαρία Τσακίρη γεννήθηκε στην Κατερίνη και ζει στη Θεσσαλονίκη. Φοίτησε σε ιδιωτική σχολή δηµοσιογραφίας και εργάστηκε ως συντάκτρια και ανταποκρίτρια σε εφηµερίδες, περιοδικά και ραδιοφωνικούς σταθµούς. Ασχολήθηκε, κυρίως, µε το αστυνοµικό και ελεύθερο ρεπορτάζ, ενώ επί δύο δεκαετίες δραστηριοποιήθηκε στον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και εργάστηκε ως υπεύθυνη Γραφείου Τύπου. Είναι µέλος της ΕΣΗΕΜ-Θ. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται µε τη συγγραφή και τις συνεντεύξεις συγγραφέων στην ιστοσελίδα Vivlio-life. Είναι ευαισθητοποιηµένη σε θέµατα έµφυλης βίας, ρατσισµού και κακοποίησης ζώων. Το «Λούτσυ και Καµίλ – Ένας έρωτας θρύλος στην Κορυτσά, στα χρόνια της αποµόνωσης του Ενβέρ Χότζα» είναι το τρίτο της µυθιστόρηµα. Από τις Εκδόσεις Ψυχογιός κυκλοφορούν τα βιβλία της: «Ιφιγένεια – Ο κύκλος της σιωπής», 2017. «Θλιµµένος Σεπτέµβρης», 2019.