Δύο αδημοσίευτα ποιήματα του κ. Άρη Γεράρδη, του οποίου αυτή την περίοδο κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή “Γυάλινες Μέρες” από τις εκδόσεις Πνοή.
ΑΡΗΣ ΓΕΡΑΡΔΗΣ (ΑΠΟ ΠΡΟΣΕΧΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΜΟΥ)
ΑΝΑΛΕΚΤΑ
Γιατί έχεις βλέμμα αθώου καταδικασμένου.
Γιατί σηκώνεις τα χέρια σου ψηλά σαν καπνός.
Γιατί εγώ, δεν είμαι ουρανός και ξέρω μόνο
να σε κάνω να γελάς.
Ε, μικρέ φύλακα του δάσους, ποιος σου είπε
ότι τα δέντρα μεγαλώνουν κατά μόνας.
Τελείωσε το πάρτι
κι όλοι φεύγουν βιαστικά.
Τις στάχτες της μουσικής
ποιος τις θα μαζέψει;
Να σηκώσουμε το ρημάδι το πανωσήκωμα
και σαν τελειώσουμε, να σηκώσουμε το πόδι
και να το κατουρήσουμε σαν σκύλοι.
Στο κάτω κάτω ένας ενθουσιασμός
είναι η ζωή, άμα την πιστέψεις.
από τα πεζοποιήματά μου
Οι λαθραναγνώστες της διπλανής πόρτας
Τότε που τα μικρά πράγματα μεγαλώνουν δίχως τη συγκατάθεσή μας, τότε λέμε ότι το σύμπαν διαστέλλεται. Ή όχι;
Είναι καλό που πιστεύεις, έμεινες ίδια. Ούτε για μένα μετράνε τα λευκά μας χρόνια. Και το φεγγάρι ξάσπρισε άλλωστε. Έχασε το απαλό του ροζ. Όπως ξέφτισαν τα πιο ωραία σου φορέματα και λυπούνται τη μοναξιά τους, πιο πολύ από εμάς. Κανένας δεν έχασε, ούτε κέρδισε από αυτά. Η ζωή είναι ένα τραγούδι για αισθηματίες, είπες. Στενοχωριέσαι όμως όταν φεύγουν οι μουσικοί. Αλλά αυτά που μένουν; Η τρικυμία της μουσικής, το τρεμούλιασμα των χεριών, όταν έρχεται το κόκκινο των αναμνήσεων και χαϊδεύει τα βλέφαρά μας λίγο πριν πούμε: Καληνύχτα;
Α, αυτά είναι για λαθραναγνώστες, πιστεύεις.
Δεν είναι όλες του δρόμου
Πρώτα τους καθαρίζω το πτέρωμα για να πετούν ελαφρύτερα· μετά το πρόσωπο για να το σέβεται ο κάθε αγύρτης, κι ύστερα τα δόντια για να φοβούνται οι λύκοι. Μετά τις απλώνω στα σύρματα της ταράτσας για να αποβάλουν λίπη υπομονής και να γυαλίσουν. Όταν λάμψουν για τα καλά – λίγο κραγιόν – και τις ξαμολάω στην πόλη. Το βράδυ επιστρέφουν πεινασμένες. Κατάκοπες πετάνε τα παπούτσια όπου βρουν. Χρήματα δεν βάζουν στο τραπέζι. Όμως εγώ τους βάζω ένα ποτήρι νερό πλάι στον καναπέ και πάραυτα τις παίρνει ο ύπνος με το τηλεκοντρόλ στο χέρι. Ποιος ξέρει τι τράβηξαν κι αυτές με τον κάθε απίθανο, όλη μέρα στους δρόμους.
Και δεν είναι όλες οι λέξεις μου, του δρόμου
Βιογραφικό
Ο Άρης Γεράρδης γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1948 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Ανωτέρα Σχολή Φωτογραφίας του Βερολίνου (Fachhochschule Berlin) και εργάστηκε για μια δεκαετία περίπου ως τεχνικός φωτογραφίας στην ίδια πόλη. Επιστρέφοντας στην Αθήνα μεταξύ άλλων βιοποριστικών εργασιών, έγραψε παραμύθια και κείμενα, κατ’ αρχάς για το κρατικό ραδιόφωνο και μετέπειτα για το ελεύθερο. Συνεργάστηκε με τους ηθοποιούς Αθηνά Παππά, (παραμύθια) τον Δημήτρη Πιατά (χιουμοριστικά κείμενα, ραδιόφωνο – θέατρο) και μετέφρασε ποιήματα του Γιάννη Κοντού στα γερμανικά (Τα οστά). Ποιήματά του, στίχοι τραγουδιών του, και διηγήματα, διακρίθηκαν σε διάφορους διαγωνισμούς. Ποιήματά του δημοσιεύονται σε περιοδικά του χώρου στην Ελλάδα και στην Γερμανία. Τον έχει τιμήσει με την δια βίου φιλία του, ο πεζογράφος Μένης. Κουμανταρέας. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές.