Όταν Φοβάμαι – Τζον Κητς
Όταν Φοβάμαι πιο πολύ πώς θα πεθάνω
Και θα ‘ ναι ασύναχτο στο νου το γέννημα μου,
Τόμους δεν θα ‘χω στοιβαγμένους ως επάνω,
σιταποθήκες με την ώριμη σοδειά μου.
Όταν σε νύχτα αστερωμένη ατενίζω
Πελώρια σύμβολα τα νέφη στον αιθέρα
Και συλλογίζομαι, ποτέ δεν θα ‘ ρθει μέρα<
με μάγο χέρι τις σκιές τους να ιστορήσω.
Κι όταν αισθάνομαι πως πια δεν θα σε βλέπω,
ωραίο πλάσμα της στιγμής, σαν παραμύθι
τον έρωτα σου απερίσκεπτα να δρέπω.
Τότε, στου κόσμου τη μεγάλη παραλία,
σκέφτομαι μόνος, ώσπου χάνονται στα βάθη
και της αγάπης και της δόξας τα πρωτεία.
Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης.
”Το Προτεσταντικό Νεκροταφείο της Ρώμης”