Ο συγγραφέας Στέλιος Δουλγεράκης μιλά στον Κωνσταντίνο Μανίκας, με αφορμή την κυκλοφορία της νέας του συλλογής διηγημάτων “Οι φαροφύλακες της νύχτας” από τις Εκδόσεις Οσελότος.
- Κυκλοφόρησε η νέα σας συλλογή διηγημάτων “Οι φαροφύλακες της νύχτας”. Γιατί επιλέξατε αυτό τον τίτλο;
Κάθε συγγραφέας είναι στρατευμένος να υπηρετήσει με το δικό τρόπο, τον δικό του δρόμο, απλώνοντας πάντα ψυχή και αξίες. Ο δικός μου συγγραφικός ανήφορος στοχεύει να αφυπνίσει τη συνείδηση του αναγνώστη, για να αναζητήσει τη δίκη του ανάταση ψυχής και τον ανώτερο εαυτό του. Οι «Φαροφύλακες της Νύχτας» είναι οι ήρωές μου που στο σκοτάδι της επίγειας ζωής μας, μας φωτίζουν και μας θυμίζουν ότι μέσα μας κουβαλάμε την ομορφιά, την αθωότητα και τη δύναμη της ανθρωπιάς μας. Ότι κάποιες νύχτες που κρυφοψυχούμε με λιγόπνοες ανάσες… δεν είμαστε μόνοι, είμαστε πολλοί, είμαστε ίδιοι, με το ίδιο συμβόλαιο ζωής, με τις ίδιες ανάγκες υπαρξιακής αναζήτησης και όσο υπάρχουμε θα υπάρχει πάντα φως… Υπάρχουν οι φαροφύλακες και είναι ο καθένας από εμάς.
- Ποιο είναι το συνδετικό στοιχείο των ιστοριών και των ηρώων τους;
Οι ήρωες μου είναι καθημερινοί άνθρωποι και οι ιστορίες μου είναι οι στιγμές που εγείρεται η μοναδικότητά τους. Μας αναγκάζουν να τους συντροφεύσουμε, να χαρούμε, να πονέσουμε μαζί τους και στο τέλος να τιμήσουμε μέσα μας το ανθρώπινο ιδεώδες που κουβαλάμε όλοι μας. Συνδετικό στοιχείο λοιπόν, ο άνθρωπος, το πάλεμα και τα παράσημά του.
- Αν δούμε ως σύμβολο τον ρόλο του “φαροφύλακα”, ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος από τον οποίο θα έπρεπε να μας προστατέψει;
Ο εαυτός μας και μόνο αυτός, γιατί μας ανήκει ο κόσμος όλος, ακόμα και αυτό το άγνωστο του ορίζοντα. Όλα εξαρτώνται από εμάς. Εμείς δίνουμε τη μάχη καθημερινά. Εμείς και στα δύο στρατόπεδα… και σταυροφόροι και βάρβαροι αρπαχτικά.
- Γιατί προτιμάτε το διήγημα ως μέσο λογοτεχνικής έκφρασης;
Μάλλον έτσι ξεκίνησε η συγγραφική μου περιπέτεια. Πρώτα μικρά στοχαστικά δοκίμια και μετά τα διηγήματα που είναι ιστορίες λιτές, στημένες χωρίς αξεσουάρ και επιτηδευμένες λέξεις, δομημένες με τον προφορικό υπέροχο λαϊκό λόγο. Το περισσότερο όμως πιστεύω ότι είναι η ανάγκη μου να μεταφέρω γρήγορα και λιτά τις αγωνίες μου.
- Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Γεννήθηκα σε μία φτωχική συνοικία του Πειραιά και όταν ήμουν παιδί ο μύθος ήταν απαραίτητο στοιχείο επιβίωσης. Και ύστερα ήλθαν και οι ‘δάσκαλοι’ με τα βιβλία τους και τις υπέροχες λέξεις και τα ασταμάτητα γαργαλητά στη ψυχή και στο μυαλό μου. Και φυσικά και ο ορίζοντας, εκείνο το πέρα του κόσμου που λέω, που το πρώτο που σε βαφτίζει είναι ότι ο κόσμος σου ανήκει. Από παιδί λοιπόν ήθελα να γράψω…
Ο μύθος, οι αιώνιοι δάσκαλοί μου και ο ορίζοντας δόμησαν το όνειρό μου.
- Ποιον ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας;
Αυτό που μπορεί να αποτυπώσει με λέξεις την συστοιχία ψυχής, μυαλού και αισθήσεων λέγεται λογοτεχνία.
- Γιατί οι Έλληνες διαβάζουν λιγότερο από τον μέσο Ευρωπαίο;
Και εδώ έχει βάλει το βρωμόχερό του ο καπιταλισμός. Η σημερινή εποχή προσκύνησε ανεπανόρθωτα το ‘φαίνεσαι’ και εγκατέλειψε το ‘γίγνεσθαι’. Και ως ορισμός δυστυχώς μας καθορίζει όλους. Εμείς οι Έλληνες ανεβασμένοι στην πυραμίδα του καπιταλισμού, είναι φυσικό επακόλουθο να επηρεαστήκαμε περισσότερο, με αποτέλεσμα η εσωτερική ανάγκη και αναζήτηση, η μυθοπλασία και τα των ονείρων γενόμενα που είναι τα δομικά στοιχεία της ανάγνωσης του βιβλίου, είναι ανεπίτρεπτα και παραβατικά για να μπορείς, να αντέχεις και να ισορροπείς με όσο το δυνατόν ελάχιστες απώλειες.
- Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;
Χαίρομαι για την ερώτηση…
Αυτό με τη μοίρα…από μικρός είχα το ένστικτο ότι δεν θα μου κάνει το χατίρι ή ότι ήμουν στιγματισμένος (απόκληρος).
Το άλλο με την τύχη…πάντα πίστευα ότι ήμουν και θα είμαι πολύ τυχερός.
Πώς γίνεται;
Η ζωή μας απλά…δοκιμάζει και δοκιμάζεται.
Πιστεύω μόνο στον άνθρωπο πέρα από τύχη μοίρα και Θεό. Θα τελειώσω αν μου επιτρέπεται με κάτι δικό μου που αποτυπώνει την αλήθεια που νιώθω.
«Μεγάλο μυστικό ο τόπος.
Το πρώτο δαχτυλίδι που δίνει η τύχη είναι ο τόπος.
Όλο το χτίσιμο του ανθρώπου περνάει μέσα από αυτόν.
Χαλάλι το παίδεμα όταν ο τόπος είναι μπόσικος και σπλαχνικός.
Έχει καρδιά και χτυπάει και λυπιέται μαζί σου.»