Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Συγγραφέας
Αν κάτι προάγει τον Πολιτισμό, τόσο στην καλλιτεχνική του έκφανση, όσο κυρίως στην καθημερινή εκδοχή του, στην διαρκή έκφραση των ανθρώπων, είναι ο σεβασμός. Αν δεν θεωρούμε τον σεβασμό απέναντι στην κάθε προσωπικότητα αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτισμικής ταυτότητας μας, τότε καμιά υψηλού επιπέδου επίτευξη, σε οποιοδήποτε τομέα, δεν πιστοποιεί την αξία του κατορθώματος.
Δεν πρόκειται για μια ηθικοπλαστική λογική που στοχεύει στη σεμνοτυφία και την ανασφαλή ισοπέδωση.
Το ακριβώς αντίθετο μάλιστα. Το ζητούμενο δεν είναι άλλο από το σεβασμό στις επιλογές των άλλων. Οι κρίσεις μας αφορούν αποκλειστικά εμάς και είναι εξίσου σεβαστές. Δεν μπορούν όμως να μετατρέπονται σε ιδιότυπη Καινή Διαθήκη που καταδικάζει στην πυρά, όσους επιλέγουν άλλους δρόμους, πιο δύσβατους ή λιγότερο περπατημένους.
Ο Τσιτσιπάς και η Σάκκαρη, από τη μια. Η Δημήτρη της Λέσβου, από την άλλη. Φαινομενικά οι δυο περιπτώσεις δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους. Κι όμως, αν ρίξουμε μια καλύτερη ματιά θα ανακαλύψουμε και στον τρόπο αντιμετώπισης των δυο γεγονότων θα δούμε ξεκάθαρα τον κοινό καταλυτικό δεσμό, τον σεβασμό.
Δυο νέα παιδιά, δυο αθλητές στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, διαπρέπουν σε ένα από τα πιο λαοφιλή αθλήματα στον πλανήτη, το τένις. Δίνουν επίπονους, πολύωρους αγώνες και αναδεικνύουν την πατρίδα τους στα τέσσερα σημεία του πλανήτη. Αλλά αυτό δεν μας αρκεί για να σεβαστούμε την ιδιωτικότητα τους.
Μπλέκουμε μικροπολιτικά και κοινωνικά απωθημένα με την αγωνιστική προσπάθεια και επιδιώκουμε να συνάγουμε επαγωγικά συμπεράσματα που δεν οδηγούν πουθενά πέρα από την ανακύκλωση στερεότυπων και προκαταλήψεων.
Ένας γλυκύτατος άνθρωπος εγκλωβισμένος στο λάθος κορμί, εγκαταλείπεται να ξεψυχήσει στην άσφαλτο με την ίδια βιαιότητα και ωμότητα που τον αντιμετώπιζε η κοινωνία, πολύ πριν νιώσει αρκετά ευαίσθητη για να “σπαταλήσει” ένα δάκρυ για τον χαμό του. Καθυστερημένη ενοχική αντίδραση απέναντι στην, επί χρόνια, αθλιότητα της αδιαφορίας και της κατάπτυστης τιμωρίας του κοινωνικού εξοβελισμού.
Μακάρι κάθε φορά που πράττουμε το ανεπίτρεπτο, κάθε φορά που επιτρέπουμε στον εαυτό μας να αναδυθεί ως αυτόκλητος κριτής κα τιμωρός των πάντων, να στεκόμασταν μισό λεπτό για να σκεφτούμε με πόση ευκολία, είναι δυνατόν να βρεθούμε κι εμείς στη θέση αυτών που επικρίνουμε. Κι ας παρουσιαζόμαστε ως “τέλειοι” και ας θεωρούμε τους εαυτούς μας πρότυπο τυπικότητας και συμμόρφωσης στους κανόνες.
Πάντα θα υπάρχει κάποιος, σαν κι εσένα, να βρει επάνω σου αυτό με το οποίο διαφωνεί και να το αναδείξει σε κεντρικό διαφωνίας. Αυτός που θα θέσει εσένα στη θέση του δακτυλοδεικτούμενου, του θύματος, του αποκλεισμένου.