Από τη Σύλβα Σαραφίδου, Ψυχολόγο, MSc, AKC
Ένα ψυχολογικό σύμπτωμα είναι ένα αίσθημα, μία σκέψη ή μία κατάσταση την οποία μπορεί κανείς να βιώνει. Όλοι μας έχουμε περάσει από άγχος, θλίψη, στρες, και όλοι μας έχουμε βιώσει διάφορα ‘συμπτώματα΄. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως όλοι πάσχουμε από ψυχικές ασθένειες. Τι διαχωρίζει όμως το σύμπτωμα από την ασθένεια; Τι σημαίνει ψυχική ασθένεια;
Η ψυχική ασθένεια μπορεί να οριστεί σε σχέση με την ψυχική υγεία. Μπορούμε να φανταστούμε τους δύο όρους σαν ένα συνεχές (continuum): στην μία άκρη του η απόλυτη ψυχική υγεία και ευεξία και στην άλλη η απόλυτη ψυχική ασθένεια. Μπορούμε να φανταστούμε αυτό το συνεχές ως μία ευθεία γραμμή. Καθώς κανείς (ή έστω σχεδόν κανείς) δεν αγγίζει την απολυτότητα, οι περισσότεροι από εμάς κυμαινόμαστε στους ενδιάμεσους τόνους. Η ψυχική υγεία και ασθένεια λοιπόν δεν είναι ‘άσπρο- μαύρο’ μα ενδιάμεσες αποχρώσεις του γκρι.Επίσης οι έννοιες δεν είναι εντελώς σταθερές: για παράδειγμα, κάποιος που απολύεται από την δουλειά του θα μετατοπιστεί στο συνεχές προς την πλευρά της ψυχικής ασθένειας (εάν βιώσει θλίψη, απογοήτευση και αισθήματα κατάθλιψης), ενώ όταν ο ίδιος βρει μία νέα δουλειά και έχει πολλές επαγγελματικές επιτυχίες θα μετατοπιστεί στο συνεχές προς την ψυχική υγεία.
Οι μετατοπίσεις προς την πλευρά της ψυχικής ασθένειας κάνουν την εμφάνισή τους ως συμπτώματα (ο συνδυασμός των οποίων τελικά θα οδηγήσει σε νόσο). Όμως, εάν όλοι βιώνουμε κατά καιρούς συμπτώματα, τι σημαίνει αυτό για την ψυχική μας υγεία; Πως διαχωρίζεται το σύμπτωμα από την πάθηση; Ένα σύμπτωμα από μόνο του μπορεί να επηρεάζει το άτομο και την καθημερινότητά του. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως το άτομο δεν μπορεί να εργαστεί, να κοινωνικοποιηθεί, να διασκεδάσει. Εάν ένα σύμπτωμα εμποδίζει το άτομο από όλα αυτά τότε μπορεί να είναι δείγμα ψυχικής ασθένειας.
Το κλειδί στην κατανόηση της βαρύτητας του συμπτώματος είναι η ίδια η λειτουργικότητα του ατόμου.
Για παράδειγμα ένα άτομο που αγχώνεται με τον πολύ κόσμο βιώνει ένα σύμπτωμα, εάν όμως πάψει να βγαίνει έξω ή πανικοβάλλεται όταν συναναστρέφεται με πολύ κόσμο, τότε κλίνει προς την πλευρά της ψυχικής ασθένειας.
Αξίζει να σημειωθεί πως η λειτουργικότητα σε εργασιακό και κοινωνικό επίπεδο αποτελεί και διαγνωστικό κριτήριο του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εργαλείου (DSM). Βάση αυτού, κάποιος μπορεί να διαγνωστεί με ψυχική νόσο εάν τα συμπτώματα μειώνουν την εργασιακή και κοινωνική λειτουργικότητα, και εάν αυτή η κατάσταση παρουσιάζει διαφορά από προηγούμενη.
Αυτό γιατί είναι σημαντικό για εμάς; Ο καθένας από εμάς προσωπικά μπορεί να αναγνωρίζει σε ποιο σημείο του συνεχούς βρίσκεται την εκάστοτε φάση της ζωής του. Ταυτόχρονα, μπορεί κανείς να έχει κατά νου την δική του λειτουργικότητα – όταν παρατηρεί ότι αυτή μειώνεται τότε το σύμπτωμα αρχίζει να καταλαμβάνει μεγάλο μέρος στην καθημερινότητα. Ένα ψυχολογικό σύμπτωμα δεν είναι κάτι το καθοριστικό ή το απόλυτο. Υποδηλώνει μία δύσκολη φάση ζωής και υπονοεί πως μπορεί να υπάρξει βελτίωση.
Έτσι η ύπαρξη ενός συμπτώματος δεν πρέπει να μας τρομάζει ή να μας καθηλώνει. Ας αναγνωρίσουμε πως το σύμπτωμα είναι ελεγχόμενο και διαχειρίσιμο και πως μπορούμε να βρούμε διέξοδο. Ένα σύμπτωμα από μόνο του δεν σημαίνει πως το άτομο δεν είναι λειτουργικό ή πως πάσχει από κάποια ψυχική νόσο. Στην περίπτωση ύπαρξης συμπτώματος, βοηθά να διαχωρίζουμε αυτό από το άτομο: είναι διαφορετικό το να πούμε ότι κάποιος βιώνει άγχος και άλλο το να τον χαρακτηρίσουμε ως αγχώδη, για παράδειγμα. Το σύμπτωμα δεν μας καθορίζει απόλυτα!
Καλό είναι να παρατηρούμε στον εαυτό μας και τα κοντινά μας πρόσωπα πιθανά συμπτώματα και (κυρίως) την μείωση της λειτουργικότητας, και να αναζητούμε βοήθεια από το περιβάλλον μας ή από ειδικούς ψυχικής υγείας.
Βιβλιογραφία
Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρία, (2000). Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών, 4η έκδοση, Washington D.C, Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρία.
Χριστοπούλου, Α., (2008). Εισαγωγή στην Ψυχοπαθολογία του Ενήλικα, Αθήνα, Εκδόσεις Τόπος.
Χαρτοκόλλης, Π., (1991). Εισαγωγή στην Ψυχιατρική, Αθήνα, Εκδόσεις Θεμέλιο.