Η ποίηση έχει τη δύναμη να ενώνει τους ανθρώπους, ακόμα κι όταν οι χώρες τους βρίσκονται σε πόλεμο. Γλαφυρό παράδειγμα ο Αμερικανός Ουόλτ Ουϊτμαν (Walt Whitman, 1819–1892) και ο Κουβανός Χοσέ Μαρτί (1853–1895). Άνθρωποι και οι δύο του 19ου αιώνα, μιας εποχής δηλαδή που οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να κάνουν την Κούβα δική τους αποικία, όταν είχε απελευθερωθεί από τον ισπανικό ζυγό.
Στον Κυριακάτικο Ριζοσπάστη της 25–26 Μαρτίου του 2006, δύο σελίδες αφιερώθηκαν στον Ουόλτ Ουϊτμαν. Η μία γράφτηκε από την αξέχαστη και εξαιρετική Αριστούλα Ελληνούδη, άνθρωπο της τέχνης και της δημοσιογραφίας της τέχνης, που «έφυγε» τον Αύγουστο του 2017, σ’ ό, τι αφορά τη φυσική της παρουσία μόνο, γιατί με τις κριτικές της για το θέατρο στο ‘Ριζοσπάστη’ έβαλε μια ανεξίτελη σφραγίδα ως δημοσιογράφος-κριτικός θεάτρου. Η Αριστούλα έγραψε για τη ζωή και το έργο του Ουϊτμαν αναφερόμενη και στα πιστεύω του ποιητή για το ρόλο της ποίησης που με τα λόγια του ίδιου σε πρόλογο της πρώτης έκδοσης των Φύλλων της Χλόης (1853) είναι: «Η ποίηση δεν πρέπει να είναι τρόπος ή χώρος φυγής, αλλά λόγος γήινος, άρρηκτα δεμένος και θεμελιωμένος στην τεκμηριωμένη γνώση. Δεν αρκεί, επίσης, η απλή γνωριμία με τον περίγυρο. Απαιτούνται νέα θέματα και νέοι τρόποι έκφρασης. Η υπερβολή πρέπει να αντικατασταθεί από την «αυθεντικότητα», για να μπορέσει ο ποιητικός λόγος να φθάσει στον αποδέκτη του, το λαό και να του μεταδώσει τον ενθουσιασμό του δημιουργού του». Ο Ουϊτμαν οραματιζόταν μια κοινωνία δικαιοσύνης, κάτι το οποίο εξέφραζε ως εξής στο βιβλίο-δοκίμιό του Δημοκρατικοί Ορίζοντες: «Η λογοτεχνία και οι τέχνες θα μπορούσαν να συμβάλουν στη δημιουργία μιας πραγματικής δημοκρατικής κοινωνίας».
Πιστεύουμε ότι αξίζει να αναφερθούμε ξανά στις δύο αυτές προσωπικότητες της τέχνης, αλλά και του απελευθερωτικού αγώνα στην περίπτωση του Χοσέ Μαρτί, παρ’ όλο τον ουτοπισμό και το ρομαντισμό της σκέψης τους. Για παράδειγμα, όπως θα δούμε παρακάτω, η ιδέα ότι η ποίηση είναι πιο αναγκαία από τη βιομηχανία. Ότι όλο το κακό εντοπίζεται στην υλικότητα της βιομηχανίας και ο άνθρωπος να στρέφεται στη Φύση. Η συμπόνοια με τον εξαθλιωμένο άνθρωπο και ο οραματισμός, έστω σαν οραματισμός, μπορεί να χαρακτηρίζεται από έντονα στοιχεία ρομαντισμού, αλλά δεν μειώνει την αυθεντικότητα αυτού του ονειροπόλου ποιητή Ουάλτ Ουϊτμαν, ούτε την έμπρακτη πάλη για την ανεξαρτησία της πατρίδας του, του Κουβανού Χοσέ Μαρτί. Δεν είναι τυχαίο ότι ο τελευταίος έβλεπε στον ποιητή Ουϊτμαν, τον καταγόμενο από τη μισητή ιμπεριαλιστική δύναμη Βόρεια Αμερική- καταπιεστή της πατρίδας του– ένα σύμμαχο. Ότι τον ένοιωθε σαν ψυχικό συγγενή.
Ο Χοσέ Μαρτί για τον Ουόλτ Ουϊτμαν
Διαβάζουμε στο κείμενο της Αγγελικής Αλεξοπούλου, ότι:
«Ο Ουόλτ Ουϊτμαν υπήρξε η πιο ριζοσπαστική μορφή της αμερικανικής λογοτεχνίας στην εποχή του. Η εποχή του, όμως, τον αγνόησε, τον απαγόρευε αποσιωπώντας τη μεγάλη σημασία του έργου του. Λαμπρή εξαίρεση αποτέλεσε ο σύγχρονός του ποιητής Έμερσον, ο οποίος έβλεπε στο έργο του Ουϊτμαν την αρχή της προοδευτικής σκέψης στις ΗΠΑ. Σε εποχή που η αστική τάξη των ΗΠΑ, κυρίαρχη μετά τη λήξη του Εμφυλίου (1861–1865), προσπαθούσε να πρωταγωνιστήσει στο παγκόσμιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, η φωνή του Ουϊτμαν, φωνή μιας άλλης Αμερικής, δεν ήταν μόνο ενοχλητική, αλλά και επικίνδυνη. Μαχητής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Ουόλτ Ουϊτμαν προβλέπει την εμφάνιση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και κριτικάρει τα δεινά της βιομηχανικής κοινωνίας, που απανθρωπίζει και μαζικοποιεί το άτομο».
«Ο Ουϊτμαν από παιδί τριγυρνούσε στις περιοχές και τους δρόμους της Ν. Υόρκης. Παρατηρούσε τη ζωή των απλών ανθρώπων. Δέθηκε μαζί τους, θεώρησε τον εαυτό του έναν απ’ αυτούς. Ο ποιητής θεωρούσε τη Φύση πηγή ευτυχίας. Οτι κοντά της ο άνθρωπος μπορεί να γίνει ευτυχισμένος, ενώ ο τεχνικός πολιτισμός καταστρέφει τον άνθρωπο, τον ισοπεδώνει και τον μετατρέπει σε καταναλωτική μηχανή. Το 1855 ολοκλήρωσε και το 1856 δημοσίευσε, με δικά του έξοδα, την ποιητική συλλογή Φύλλα της Χλόης, καλώντας τους συμπατριώτες του να γίνουν μια φυλή μεγαλόψυχη, γενναιόδωρη, γαλουχημένη με το νόημα της πολιτικής ελευθερίας. Το ποίημα της συλλογής Τραγουδώ το ηλεκτρικό κορμί αποτελεί ύμνο στην ομορφιά. Οι ηθικολόγοι λογοκριτές, αδυνατώντας να καταλάβουν το βαθύτερο νόημά του, το χαρακτήρισαν «άσεμνο» και απαγόρευσαν την κυκλοφορία της συλλογής».
«Το 1865 δημοσίευσε τις ποιητικές συλλογές Ηχος Τυμπάνων και Παρεπόμενα στον Ηχο Τυμπάνων καταγγέλλοντας τον εμφύλιο, και γενικότερα τους πολέμους. Αντιπολεμικό περιεχόμενο έχει και το πεζό του Δείγματα Ημερών και Συνάθροιση (1882) και το δοκιμιακό Δημοκρατικοί Ορίζοντες (1870). Στο πεζό του έργο Δημοκρατία, προβλέπει την εξέλιξη της αμερικανικής κοινωνίας σε χυδαία και υλιστική. Στο ποιητικό έργο του Πέρασμα στην Ινδία (1870) υμνεί τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ, τα δύο αμερικανικά σιδηροδρομικά δίκτυα και τη λειτουργία υπερατλαντικής τηλεγραφίας. Το 1873 ο Ουϊτμαν αρρώστησε και έμεινε μερικά παράλυτος. Εζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Κάμντεν, όπου φίλοι του του αγόρασαν μιαν άμαξα με άλογο, ώστε να επισκέπτεται την αγαπημένη του ύπαιθρο. Παρά τα βάσανά του, επέγραψε 62 ποιήματα για τη συλλογή Κλωνάρια του Νοέμβρη και τη συλλογή Αντίο Φαντασία μου. Στο κρεβάτι του θανάτου, ο ποιητής ένοιωσε την ικανοποίηση της έκδοσης των Απάντων του, ποιημάτων και πεζών. Πέθανε το 1892 καταξιωμένος στη συνείδηση των ευαίσθητων διανοουμένων, Ευρωπαίων και Αμερικανών. Οι λυσσαλέες επιθέσεις των λογοκριτών στις ΗΠΑ δεν μπόρεσαν να σβήσουν τη φωνή του Ουϊτμαν, τη «φωνή της Αμερικής», μιας Αμερικής, όμως, που δεν έχει καμία σχέση με τις ΗΠΑ και την πολιτική τους».
Ουϊτμαν και Χοσέ Μαρτί
«Το έργο του Ουόλτ Ουϊτμαν άσκησε μεγάλη επίδραση στις μεταγενέστερες γενιές. Ιδιαίτερη επίδραση άσκησε στο σύγχρονό του, μεγάλο, επαναστάτη Κουβανό ποιητή Χοσέ Μαρτί. Ο Μαρτί χρησιμοποιεί την τεχνική του Ουϊτμαν, απλή και χωρίς ρητορείες, αλλά κυρίως πυρπολείται από την ίδια ποιητική φλόγα. Και οι δύο ταυτίζονται σε ένα σημαντικό σημείο. Κατήγγειλαν την εποχή τους και οραματίστηκαν ένα καλύτερο μέλλον».
Το 1892, με αφορμή το θάνατο του Ουϊτμαν, ο Χοσέ Μαρτί του αφιερώνει ένα άρθρο. Γράφει: “Ο ποιητής χρησιμοποιεί μια γλώσσα αποκαλυπτική, απλή και φυσική. Γράφει όπως μιλάει. Με εναλλαγές ρυθμών, με μουσικότητα, δημιουργεί μια ποίηση που επιζητεί μια νέα ανθρωπότητα, μια νέα ήπειρο. Ζητάει να έρθει μια νέα εποχή, επιδιώκει την ανανέωση του ανθρώπου και τη λύτρωσή του. Εκτοξεύει τη φαντασία του πάνω στα λευκά βουνά: «Ωχ, πες μου γη, πες μου παλιό βαθμό, τι θέλεις από μένα; Εγώ κάνω να ηχεί η βάρβαρη φλυαρία μου πάνω στις στέγες του κόσμου». Στο ίδιο άρθρο ο Χοσέ Μαρτί γράφει: «Ποιός είναι εκείνος ο αδαής, που υποστηρίζει ότι η ποίηση δεν είναι απαραίτητη στους λαούς; Η ποίηση, που ενώνει και αποσυνθέτει, που δυναμώνει ή θλίβει τον άνθρωπο, που στηρίζει, που προσφέρει την πίστη και την αναπνοή, είναι πιο αναγκαία για τους λαούς παρά η βιομηχανία. Λοιπόν, είναι αυτή που τους παρέχει τον τρόπο να αντέξουν, είναι εκείνη που τους δίνει την επιθυμία και τη δύναμη της ζωής. Πού θα πάει ένας λαός που έχει χάσει τη συνήθεια να σκέφτεται; Η μάζα, οι απλοί άνθρωποι, θα εξυψώσουν σε αξίες ουσιαστικές αυτά που πρέπει να τους υπηρετούν σαν απλά μέσα. Θα προσπαθήσουν να θεραπεύσουν, με μιαν ευημερία πάντα ανολοκλήρωτη, την αθεράπευτη θλίψη της ψυχής, που ικανοποιείται μόνο με το ωραίο και το μεγάλο».
Στο ίδιο άρθρο, ο Χοσέ Μαρτί γράφει για τον Ουϊτμαν: «Αυτός υπέφερε με όλους τους πόνους… Ενοιωθε μια φοβερή ικανοποίηση όταν σταματούσε στο κατώφλι ενός σιδηρουργείου και έβλεπε τους εργάτες να δουλεύουν. Αυτός ήταν ο σκλάβος, ο φυλακισμένος, ο ζητιάνος. Οταν ο σκλάβος έφτανε στην πόρτα του κυνηγημένος και ιδρωμένος, του γέμιζε την μπανιέρα, τον κάθιζε στο τραπέζι του και στη γωνία είχε γεμάτη την καραμπίνα για να τον προστατέψει. Εάν έρχονταν να τον χτυπήσουν, θα σκότωνε τον διώκτη και θα επέστρεφε να καθίσει στο τραπέζι σαν να είχε σκοτώσει μια οχιά!»