Γράφει ο Γιάννης Χαραλαμπίδης, Ιστορικός, πολιτικός αναλυτής.
Τα Χριστούγεννα είναι συνδεδεμένα με πολλών λογιών ιστορίες, ιστορίες συμπόνιας και συμφιλίωσης, ιστορίες αίματος και εκδίκησης, ιστορίες δημιουργίας, χαράς και γιορτής, αλλά φυσικά και με ιστορίες πίστης και προσέγγισης του θείου. Η γέννηση του Χριστού ασφαλώς δεν γιορταζόταν πάντοτε στα τέλη Δεκεμβρίου, μάλιστα τους πρωτοχριστιανικούς αιώνες ήταν συχνό το φαινόμενο επίσκοποι διαφορετικών τόπων να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα σε διαφορετικές ημερομηνίες. Σύντομα όμως, αφενός λόγω της συνήθειας να ακολουθούνται από τους διωκόμενους Χριστιανούς οι ημέρες των εορτών της επίσημης θρησκείας του ρωμαϊκού κράτους, αφετέρου λόγω της ανάγκης μετά τα μέσα του 4ου αιώνα να συνδεθεί η νέα επίσημη χριστιανική θρησκεία με τις αρχαίες παραδόσεις, τα Χριστούγεννα συνδέθηκαν με την περίοδο των γιορτών στα τέλη Δεκεμβρίου, που σηματοδοτούσε ο εορτασμός του Κρόνου στα Σατουρνάλια/Κρόνια και αργότερα τα Βρουμάλια, η γιορτή της γέννησης του “Ανίκητου Ήλιου”, που είχε πολλούς πιστούς τόσο στη Δύση, όσο και κυρίως στην Ανατολή μέσα από το πρίσμα του μιθραϊσμού. Έτσι φτάσαμε σταδιακά στον καθορισμό των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου.
Για πάρα πολλούς αιώνες τα Χριστούγεννα ήταν κυρίως συνδεδεμένα με την αγροτική ζωή, την ανάπαυλα του αγροτικού νοικοκυριού από τις βαριές δουλειές λόγω της κορύφωσης του χειμώνα, αλλά και την ελπίδα του ερχομού της άνοιξης μέσα από την αφετηρία της αύξησης της ημέρας μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο. Έτσι ήταν ακόμα ενεργή και δραστική η επιρροή των παλιών παγανιστικών εθίμων, γεγονός που δεν περνούσε πάντοτε απαρατήρητο, όπως πχ στην Αγγλία όπου μεταξύ 1647 και 1660 η πουριτανική διακυβέρνηση είχε απαγορεύσει οποιοδήποτε εορτασμό των Χριστουγέννων, που τα θεωρούσαν συνδεδεμένα με αρχαίες δοξασίες και την ευχαρίστηση του φαγητού. Χρειάστηκε να περάσει περίπου ενάμισης αιώνας, ώστε μέσα από την επιρροή της ρομαντικής λογοτεχνίας τα Χριστούγεννα να νοηματοδοτηθούν ξανά και να ενταχθούν στο αστικό πλαίσιο της βιομηχανικής κοινωνίας, δημιουργώντας σταδιακά την τυπολογία που ξέρουμε αισθητικά και συναισθηματικά.
Έτσι φτάσαμε και στα εμβληματικά Χριστούγεννα του 1914, όταν σε μεγάλο κομμάτι της Δυτικής Ευρώπης μαινόταν ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος που είχε καθηλώσει μια ολόκληρη γενιά σε έναν πόλεμο φθοράς στα χαρακώματα. Όταν τέσσερις μήνες νωρίτερα άρχιζαν να φεύγουν οι στρατιώτες για το μέτωπο, πολλοί έλεγαν με πολεμικό ενθουσιασμό ότι τα Χριστούγεννα θα ήταν πίσω για να γιορτάσουν τη νίκη. Όταν όμως ήρθαν τα Χριστούγεννα τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά, εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες πολεμούσαν εγκλωβισμένοι σε ορύγματα σκαμένα στο παγωμένο χώμα της Φλάνδρας και της Βόρειας Γαλλίας χωρίς ελπίδα για γρήγορη απεμπλοκή. Έτσι, σε έναν απρόσμενο και εντυπωσιακό θρίαμβο του ευρωπαϊκού πολιτισμού προέκυψε η “ανακωχή των Χριστουγέννων”, μια σχεδόν κινηματική και σίγουρα αυθόρμητη εκδήλωση της θέλησης για ζωή. Σε πολλά σημεία του μετώπου τα εκατέρωθεν στρατιωτικά τμήματα έκαναν με τη δική τους θέληση ανακωχή για το βράδυ της παραμονής και την ημέρα των Χριστουγέννων, σε διάφορες περιπτώσεις μάλιστα βγήκαν από τα χαρακώματα, αντάλλαξαν δώρα, γνωρίστηκαν, έπαιξαν ακόμα και ποδόσφαιρο. Ήταν μια φωτεινή στιγμή μέσα στο σκοτάδι του πολέμου που είχε καλύψει την Ευρώπη και έμεινε στην ιστορία σχεδόν ως μια μοναδική ανάλογη περίπτωση.
Διαβάστε τη συνέχεια στο LastPoint.gr