Το αρχείο του Αχιλλέα Παπαδιονυσίου περιέχει μια σειρά από εξαιρετικές συνεντεύξεις με σημαίνοντα και ιστορικά πρόσωπα από το χώρο του πολιτισμού. Μια από αυτές είναι κι η συνέντευξη που ακολουθεί με τον διεθνούς φήμης ζωγράφο ΑΓΓΕΛΟ.
Ο ΑΓΓΕΛΟΣ (Άγγελος Παναγιώτου) γεννήθηκε στην Φαρκαδώνα Τρικάλων το 1943 και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών των Αθηνών. Σε διάφορά ταξίδια στη Δυτική Ευρώπη γνώρισε και μελέτησε την Ευρωπαϊκή ζωγραφική και ιδιαίτερα την τέχνη της Αναγέννησης και του Μπαρόκ. Αυτή είναι η δεύτερη ατομική του έκθεση.
Κύριε Άγγελε είναι γνωστό ότι ίσως περισσότερο από άλλους σύγχρονους καλλιτέχνες καλλιεργείς ένα κλασικό στυλ στη ζωγραφική σου, πως το δικαιολογείς αυτό;
Όταν μετά τις σπουδές μου στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών έπρεπε να ακολουθήσω έναν από τους πολλούς δρόμους που η σύγχρονη τέχνη πέρασε είδα ότι αυτός ο δρόμος δεν με οδηγούσε πουθενά. Ξέρουμε άλλωστε ότι μετά το 1965 ολοκληρώθηκε το αδιέξοδο με την κατάργηση του καβαλέτου δηλ της ζωγραφικής. Εγώ όμως ενδιαφέρομαι πρωταρχικά για τη ζωγραφική την οποία όχι μόνο δεν θεωρώ νεκρή αλλά πολύ ζωντανή και αισθάνομαι την ανάγκη να την υπηρετώ με όλες μου τις δυνάμεις. Μια έκθεση στα 1963 του Καραβάντζιο και των μαθητών του στο Ζάππειο μου αποκάλυψε την ζωγραφική σαν μια αιώνια αξία και τότε κατάλαβα ότι αυτή μου άνοιγε τον δρόμο που έπρεπε να διαβώ. Οι μελέτες μου στα διάφορα μουσεία της Ευρώπης μου επαλήθευσαν αυτή μου την επιλογή και έτσι άρχισα να ζωγραφίζω σε ένα στυλ κλασικό.. νιώθω ότι ακόμα αυτή η τεχνοτροπία με εκφράζει διότι ανταποκρίνεται στην καλλιτεχνική μου νοοτροπία…
Δηλ απορρίπτεις την τέχνη της εποχής μας.
Δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο. Δεν είμαι εκείνος που απορρίπτει την τέχνη της εποχής μας, μπορώ όμως να πω ότι η ίδια η σύγχρονη τέχνη κρύβει μέσα της την ίδια την ανεπάρκεια και που κανείς εύκολα ας το καταλάβει αφού το ζούμε έντονα στις μέρες μας. Που οδήγησαν λοιπόν τα καλλιτεχνικά επαναστατικά κινήματα από την αρχή του αιώνα μέχρι σήμερα; πολλά από αυτά που ήλθαν και παρήλθαν αλλά έχασαν τη ζωτικότητά τους ενώ αυτή τη στιγμή ισχύουν όλα και κανένα από αυτά. Η ζωγραφική κατά τη γνώμη μου μπορεί να αλλάξει στυλ. Δεν είναι κίνημα που γεννάται και παρέρχεται αλλά μια αξία που εκφράζει αιώνιες αλήθειες….
Μετά από αυτά συμφωνείς ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να εκφράζει την εποχή του καθώς και να την καταγράφει;
Εγώ δεν συμφωνώ, πολλοί λένε ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να καταγράφει την εποχή του καθώς και τα προβλήματά της. Αλλά για ποιο λόγο; αφού μας είναι γνωστά από τα μέσα ενημέρωσης και κυρίως τα ζούμε κάθε μέρα, χιλιοειπωμένα πράγματα και κανένα κέρδος αν ξαναειπωθούν ακόμα μια φορά από την τέχνη. Ένας δημιουργός δεν πρέπει να μένει στην εποχή του γιατί θα έπαιρνε ότι είναι έτοιμο. Παίρνοντας κανείς έτοιμα πράγματα με την δικαιολογία ότι εκφράζει την εποχή του κρύβει στην ουσία την δημιουργική του ανεπάρκεια και όπως είπε ένας σύγχρονος σοφός όποιος ζωγραφίζει για την εποχή του θάβεται μαζί της. Έτσι λοιπόν πρόοδος δεν σημαίνει να μένεις σε αυτό που ζεις αλλά να προχωράς σε αυτό που σκέφτεσαι γιατί η τέχνη είναι πνεύμα που για να υπάρχει χρειάζεται να ξεφύγει από τη φθορά της καθημερινότητας. Το να ξέρουμε ότι ζούμε σε μια αγχώδη εποχή και να κάνουμε αγχώδη τέχνη για να την εκφράζουμε είναι σαν να βγαίνουμε από μια φυλακή και να μπαίνουμε σε μια άλλη. Δεν έχω ανάγκη να εκφράσω την εποχή μου, τα έργα μου δεν έχουν ανάγκη την φθορά της εποχής μου για να λειτουργήσουν. Το έργο τέχνης πρέπει να λειτουργεί πάνω από την παράγοντα εποχή. Προσωπικά δεν θέλω να έχω σύγχρονα ερεθίσματα που δεν έχουν τίποτα άλλο να μου προσφέρουν παρά άγχος και μοναξιά, γιατί λοιπόν αυτά να τα θεωρήσω αξίες και να τα βάλλω στα έργα μου; σύγχρονος σημαίνει να δέχεσαι την καταστροφή της ψυχής σου, την καταστροφή των πιο ωραίων και ευγενικών συναισθημάτων που υπάρχουν μέσα σου και να αδιαφορείς να ξανακερδίσεις ότι έχασες, τα έργα τέχνης είναι εκτός τόπου και χρόνου. Ο Μπετόβεν δεν έγραψε μουσική για να εκφράσει την εποχή του, ούτε όταν τον ακούμε έρχεται η εποχή του στο μυαλό μας. Και ο Ντα Βίντσι δεν ζωγράφιζε την Μόνα Λίζα για να εκφράσει την εποχή του ούτε εμείς όταν τη βλέπουμε την ξεκόβουμε από την εποχή μας.. βλέπουμε όμως την σοφία του Λεονάρδο και την τρυφερότητα που είχε για τον άνθρωπο. Πίσω από το μυστηριώδες πρόσωπο ένα μυστηριώδες αχνό τοπίο ο άνθρωπος γεννιέται μέσα από τη φύση, θα χαμογελάσει γι΄αυτά που θα γνωρίσει και θα ξαναεπιστρέψει σ’ αυτή, τι καταπληκτική σύνθεση. Αλλά ο περισσότερος κόσμος αντιλαμβάνεται μόνο τα καλοζωγραφισμένα χέρια που οπωσδήποτε κι αυτά είναι μέρος της ομορφιάς όχι όμως η πραγματική ομορφιά. Αλλά πάλι δεν μπορείς να μένεις σύγχρονος γιατί όταν ζεις μια εποχή ονειρεύεσαι μια άλλη στην τέχνη πρέπει να κάνουμε αυτό που σκεφτόμαστε γιατί αξίζει πολύ περισσότερο αυτό που ζούμε. Ο σύγχρονος άνθρωπος προσπαθεί να ξεφύγει από το άγχος του μηχανικού πολιτισμού , δεν βλέπω λοιπόν το λόγο γιατί να μένουμε σε κάτι που δεν εκτιμάται.
Τι σας ενδιαφέρει πιο πολύ στην τελευταία σας δουλειά;
Η τελευταία δουλειά είναι συνέχεια των προηγούμενων αναζητήσεων. Θα προσθέσω ότι έριξα το βάρος αυτή τη φορά στον έρωτα και στο θάνατο που θεωρώ τις πηγές για κάθε μας δραστηριότητα. Με τον έρωτα που θέλουμε να διαιωνίσουμε το είδος μας και να μεταφέρουμε την σκανδάλη των εμπειριών μας και στους επόμενους που θα έρθουν. Με την γνώση του θανάτου ο άνθρωπος συνειδητοποιώντας την φυσική του φθορά προσπαθεί να ξεφύγει από τους νόμους της φύσης. Φοβάται στην ιδέα της καταστροφής του, μηχανεύεται να βρει τρόπους να νικήσει τη φύση και να γίνει αθάνατος, έτσι βρίσκεται συνεχώς σε διαρκή διανοητική κίνηση, γίνεται πιο δημιουργικός γιατί ξέρει ότι έχει ελάχιστο χρόνο στη διάθεσή του για να μάθει όσο το δυνατόν περισσότερα μυστικά. Προοδεύοντας ο άνθρωπος πνευματικά ξεπερνάει τον φόβο του θανάτου γιατί ο θάνατος είναι υλική σχέση και όχι πνευματική.. μπορεί να επιστρέψαμε το σώμα μας στην φύση στο σημείο να ξαναγεννηθούν καινούργιοι κόσμοι , το πνεύμα μας όμως θα υπάρχει σαν συνείδηση του κόσμου που ζήσαμε , γεμάτο εικόνες που συγκεντρώσαμε στην προσπάθειά μας να βρούμε για πιο λόγο ήρθαμε και για πιο λόγο θα καταστραφούμε για να ξαναγεννηθούμε διαφορετικά και τι θα άλλαζε στο σύμπαν αν ο άνθρωπος δεν υπήρξε ποτέ.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Γεννήθηκε το 1943 στη Φαρκαδώνα Τρικάλων Θεσσαλίας. Τελείωσε την Ανώτατη σχολή καλών τεχνών στην Αθήνα το 1967 με καθηγητή τον Γ. Μαυροειδή. Στη συνέχεια έκανε πολλές επισκέψεις σε διάφορα μουσεία της Ευρώπης μελετώντας τους παλιούς δασκάλους. Δουλειά του παρουσίασε σε ομαδικές εκθέσεις και πολλά από τα έργα του έχουν σχολιαστεί ευμενώς από διάφορους κριτικούς. Η δουλειά του είναι πολύ παραστατική και πιστεύει πως ο άνθρωπος θέλει να αγαπά συγκεκριμένα πράγματα διότι μέσα από αυτά δημιούργησε την συνείδησή του και δεν υπάρχει λόγος να γεμίζεται με αμφιβολίες αφού του αρέσουν ξεκαθαρισμένες καταστάσεις. Έργα του βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές συλλογές του εσωτερικού και του εξωτερικού.
Ο ΚΡΙΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ ΛΥΔΑΚΗΣ ΕΓΡΑΨΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ
Η δουλειά του Άγγελου πρόκειται για μια σχετικά ασυνήθιστη παρουσίαση. Πίνακες μνημειακού κυρίως σχήματος αποκαλύπτουν το χαμένο όραμα της (μεγάλης ζωγραφικής) όπως την καθιέρωσαν οι καλλιτεχνικοί αιώνες του παρελθόντος. Από τους αιώνες αυτούς προέρχεται άλλωστε και το στυλ που καλλιεργείται εδώ με νέο ενθουσιασμό και με πολλές δυνατότητες. Το ρεαλιστικό μπαρόκ στο πνεύμα του Καραβάτζιο και των σύγχρονών του Ισπανών αναδύεται από τις νεκρές αίθουσες των μουσείων και ολοζώντανο μπαίνει μέσα στη ζωή μας παραγκωνίζοντας όλες τις προκαταλήψεις και όλους τους δογματισμούς..
Πως δικαιολογείται αυτό το γεγονός που δεν φαίνεται να είναι καθόλου αυτονόητο; αν φανταστεί κανείς ότι ο Άγγελος είναι ο νέος της πιο μακρινής ελληνικής επαρχίας ότι σπούδασε στη σχολή Καλών Τεχνών κοντά στον Γ. Μαυροειδή που στην πραγματικότητα δεν του πρόσφερε τίποτα απολύτως με αποτέλεσμα να διακόψει τις σπουδές του στον 4ο χρόνο αν τελικά υπολογίσει κανείς ότι βρισκόμαστε στο 2ο μισό του 20ου αιώνα που ακόμη τα αφαιρετικά και τα σουρεαλιστικά κινήματα κυριαρχούν δυσχεραίνεται οπωσδήποτε η κατανόηση του φαινομένου που αποτελεί ο Άγγελος. Όμως η νοσταλγία για την μεγάλη ζωγραφική είναι κιόλας ένα γεγονός σε παγκόσμια κλίμακα ενώ στην Ελλάδα η νοσταλγία αυτή φαίνεται να υπήρχε και όταν δεν έπρεπε να υπάρχει. Δηλ στις άμεσες μεταπολεμικές δεκαετίες και στον ελληνικό χώρο που η μοντέρνα τέχνη κυριαρχούσε ως το σημείο που μπορούσε να κυριαρχήσει. Πραγματικά υπήρχαν πάντα αξιόλογοι καλλιτέχνες που ήταν πιστοί στην παράδοση συνεχίζοντας από τη μια μεριά την αντίδραση της γενιάς του ’30 και από την άλλη το πνεύμα ενός συνετού συντηρισμού.. λαμπρό παράδειγμα είναι ο Γιάννης Τσαρούχης που στο ζυγό του 1973 ομολογούσε πως η επιθυμία του ήταν να ζωγραφίσει σαν το Κουρμπέ και τον Έγκρ σαν τον Ζερικώ ή ακόμη σαν τον Καραβάτζιο. Λοιπόν ο Άγγελος ζωγραφίζει σαν τον Καραβάτζιο και η ζωγραφική του ωριμάζει σιγά-σιγά στο πνεύμα εκείνου. Το ότι αυτό δεν έχει καμία σχέση με την νεκρή αντιγραφή το ότι η προσαρμογή σε ένα στυλ του παρελθόντος ή του παρόντος είναι καθημερινό γεγονός, την ιστορία της τέχνης αυτό είναι κάτι που πρέπει να αντιληφθούν κάποτε όλοι εκείνοι που είναι άσχετοι με τα καλλιτεχνικά φαινόμενα επιμένουν όμως να τα κριτικάρουν.. ο Άγγελος οδηγείται στο ρεαλιστικό μπαρόκ επειδή ανταποκρίνεται στο πνεύμα του και ειδικότερα στην καλλιτεχνική του νοοτροπία. Του προσφέρει τις δυνατότητες που χρειάζεται για να εκφράσει την αγάπη του για την ομορφιά της ανθρώπινης μορφής και του κόσμου που την περιβάλλει. Η αγάπη αυτή είναι πληθωρική χαλιναγωγείται όμως απ’ την πειθαρχία που του επιβάλλει η ίδια η πραγματικότητα που τον ενδιαφέρει. Το χρώμα τον απασχολεί σαν εορταστική λάμψη και σαν πεμπτουσία της ζωγραφικής γκάμας. Μέσα από τα σκοτεινά φόντα περισυλλέγει τις χρωματικές ακτίνες σε αρμονικές δεσμίδες διαχέοντάς τες επάνω σε σχήματα που ανταποκρίνονται στην αιώνια και αναλλοίωτη πραγματικότητα της ανθρώπινης καρδιάς.. γιατί ο τεχνικός κόσμος μας παρέρχεται η καρδιά όμως του ανθρώπου παραμένει η ίδια – πονά, συγκινείται, αγαπά, ελπίζει πέρα και πάνω απ’ το εφήμερο.
Οι δυνατότητες του Άγγελου είναι τόσο αξιόλογες που να επιβάλλουν την ζωγραφική του σαν σοβαρή προσπάθεια αναζωπύρωσης μιας πραγματικά μεγάλης και αιώνιας τέχνης που ο εικαστικός αιώνας κήδευσε αλλά και ανάστησε. Μέσα σε μερικές δεκαετίες απόκτησε ο αιώνας αυτός την τραγική εμπειρία πως η τέχνη δεν είναι παιχνίδι, κάμωμα, εγκεφαλική πράξη, ξέσπασμα αλλά μια πολύ υψηλή λειτουργία της ψυχής που απαιτεί σοβαρότητα και σεβασμό και προπάντων ολοκληρωτικό δόσιμο.