Ο συγγραφέας Νίκος Ξένιος καλεσμένος μας στο culturepoint.gr να μιλήσουμε για το φιλοσοφικό και υπαρξιακό του μυθιστόρημα: «Αλλοτεκοίτη-Εκεί που χάθηκε η βλάστηση»(Εκδόσεις Κριτική) που θέτει με μυθιστορηματική αφήγηση τις οικολογικές ανησυχίες για ένα μέλλον δυσοίωνο για την ανθρωπότητα!
Επιμέλεια Γιώργος Δόλγυρας, συγγραφέας – αρθρογράφος
-Αρχικά θα θέλαμε να σας γνωρίσουμε, θα μοιραστείτε κάποια πράγματα για εσάς;
Με μεγάλη μου χαρά: εργάζομαι ως καθηγητής φιλόλογος σε Μουσικό Σχολείο και γράφω θεατρική κριτική στην ιστοσελίδα bookpress. Το πρώτο μου βιβλίο είναι η συλλογή διηγημάτων «Το άχτι» από τις εκδόσεις Φαρφουλάς, απ’όπου και το δεύτερο βιβλίο μου, η νουβέλα «Ένα τριάρι για τον Οιδίποδα». Έχω δημοσιεύσει και δύο μυθιστορήματα από τις εκδόσεις «Κριτική»: «Το κυνήγι του βασιλιά Ματθία» και «Τα σπλάχνα». Η «Αλλοτεκοίτη» είναι το πέμπτο μου βιβλίο.
-Τι αγαπάτε, τι φοβάστε και τι έχετε χάσει στη ζωή;
Αγαπώ πάνω απ’όλα την πεζογραφία, το θέατρο και τον χορό. Φέτος ελπίζω να εξασφαλίσω τους πόρους ώστε ν’ ανέβει στη σκηνή το θεατρικό μου έργο «Δεντρόσπιτο». Φοβάμαι όντως κάποια πράγματα, όπως όλοι οι άνθρωποι: την αρρώστια, την απώλεια αγαπημένων ανθρώπων, την κακεντρέχεια αντιπαθών ανθρώπων. Δεν αισθάνομαι πως έχω χάσει πράγματα από τη ζωή, γιατί ήμουν ανέκαθεν επίμονος στο να ολοκληρώνω αυτό με το οποίο καταπιάνομαι. Έτσι είδα πολλά όνειρά μου να εκπληρώνονται: σπούδασα, δίδαξα, αγάπησα, ταξίδεψα αρκετά, χόρεψα σχεδόν επαγγελματικά, δημοσίευσα τα βιβλία μου, είχα μακροχρόνιες φιλίες. Θα ήθελα, μόνο, να αποκτήσω την οικονομική άνεση ώστε να κάνω κάποια μεγαλύτερα ταξίδια.
-Αν η ζωή είχε χρώμα, ποιο χρώμα θα ήταν;
Σίγουρα κόκκινο.
-Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ξεκινήσετε να γράφετε;
Δεν υπήρξε μόνο ένα ερέθισμα. Τα πάντα με οδηγούσαν στο να γράφω. Ανέκαθεν.
-Υπάρχουν κάποιοι συγγραφείς που ξεχωρίζετε;
Βεβαίως. Τον Ντοστογιέφσκι, τον Τσέχωφ, τον Κάφκα, τον Μάρκες, τον Μπόρχες, τον Λόρκα, τη Γουλφ, τον Καμύ, τον Ντίκενς, τον Χέμινγουεϊ, τον Στάινμπεκ, τον Χάντκε, την Τοκάρτσουκ και ένα σωρό άλλους. Από τους Έλληνες, τον Γεώργιο Βιζυηνό.
-«Αλλοτεκοίτη» το νέο σας μυθιστόρημα από τις εκδόσεις Κριτική, θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια γι’ αυτό και να μας γνωρίσετε με τους ήρωες σας;
Η «Αλλοτεκοίτη» είναι ένα «πηχτό» ως προς την αφήγηση μυθιστόρημα, όπως και τα προηγούμενα δύο. Θέμα του είναι η αθλιότητα στη διαχείριση, εκ μέρους των ανθρώπων, του φυσικού περιβάλλοντος και η αθλιότητα που αυτή η κακοδιαχείριση επιφέρει στις σχέσεις τους. Υπό μιαν έννοια είναι προφητικό, γιατί διαδραματίζεται στο εγγύς μέλλον σε έναν τόπο απ’όπου έχει αφανιστεί ολοσχερώς η βλάστηση και όπου στη θέση ενός ποταμού τώρα υπάρχει μια ξερή κοίτη. Η κεντρική του ηρωίδα, η Κυβέλη, είναι μια ρομαντική νέα καθηγήτρια που ερωτεύεται έναν ακτιβιστή οικολόγο, περνά οικολογικά μηνύματα στο μάθημά της, είναι νοσταλγός της βλάστησης και έχει κάποιες μεταφυσικές εμπειρίες που τη διαβεβαιώνουν για την ιερότητα της φύσης. Τότε συλλαμβάνεται και κλείνεται σε ψυχιατρική κλινική. Μια δημοσιογράφος θα συναντήσει την Κυβέλη και τον αδελφό της, με τη φιλοδοξία να ανασυνθέσει την αλήθεια μέσα από διαφορετικές εκδοχές της ιστορίας. Το ζητούμενό μου σε αυτό το μυθιστόρημα ήταν εξαρχής να εντοπίσω αλήθειες σε οποιαδήποτε ιστορία αφηγείται ένας άνθρωπος, ακόμη και στην πιο εξωφρενική, με την προϋπόθεση τα κίνητρά του να είναι ευγενή. Και το ευγενέστερο των κινήτρων είναι, κατά τη γνώμη μου, ο έρωτας.
-Διαβάζουμε στη σελ. 40: «πρεζόνια που λήστευαν τράπεζες για να αγοράσουν ένα κιλό μήλα»: μια ζοφερή πραγματικότητα την οποία πιστεύετε ότι θα ζήσουμε;
Πιστεύω ότι ήδη ζούμε έναν μονόδρομο καταστροφής χωρίς γυρισμό. Όσο απαισιόδοξο κι αν ακούγεται, θεωρώ ότι ο ζόφος καιροφυλακτεί στην αποκοπή μας από τη φυσική ζωή: και με τον όρο αυτόν εννοώ τόσο τις αλλοιωμένες διαπροσωπικές μας σχέσεις, όσο και τους απαράδεκτους όρους ανισότητας που επικρατούν στον πλανήτη.
-Η καταστροφή του πλανήτη – που πραγματεύεται και το λογοτεχνικό σας έργο – συντελείται μέρα με την μέρα και ενώ είναι ένα γεγονός που συζητιέται τόσο πολύ από τον απλό πολίτη και τις κυβερνήσεις, επί της ουσίας δεν λαμβάνονται ποτέ μέτρα. Γιατί θεωρείτε πως συμβαίνει αυτό;
Ο καπιταλισμός έχει εδραιωθεί τόσο βαθιά που οι αντιστάσεις των πολιτών έχουν εξασθενήσει. Με την προϊούσα κατανάλωση «χρυσώνεται το χάπι» και η επίπλαστη, δανεική ευημερία παρουσιάζεται στον δυτικό άνθρωπο σαν ποιότητα ζωής. Οι συζητήσεις περί κινδύνου καταστροφής του πλανήτη παραμένουν θεωρητικές επισημάνσεις, ακαδημαϊκές αντιπαραθέσεις και κενά πολιτικά συνθήματα, χωρίς την αίσθηση του κατεπείγοντος που πραγματικά θα επέσπευδε τη λήψη δραστικών μέτρων. Τα συμφέροντα είναι τόσο ισχυρά και η συναίσθηση του κινδύνου τόσο άτονη, ώστε τα μέτρα που λαμβάνουν οι ευαισθητοποιημένοι ιδιώτες και κάποιες μεμονωμένες κυβερνήσεις ελάχιστα πλήττουν τη ρίζα του κακού.
-Θα υπάρξει πράσινη μετάβαση, πιστεύετε, ή η ανθρωπότητα θα επιλέξει τον αφανισμό της;
Δεν ξέρω αν η λύση θα είναι η «πράσινη» ή κάποια άλλη μορφή «μετάβασης», σίγουρα όμως απαιτείται μια ριζική αλλαγή αντίληψης και οργάνωσης της ζωής, ποιοτικής επανεκτίμησής της και πολιτικής αναδιοργάνωσής της. Παρά την εξώφθαλμη ανισότητα που όλο και διογκώνεται, αδυνατώ να πιστέψω ότι η ανθρωπότητα έχει κάποιας μορφής ενιαία αντίληψη των πραγμάτων. Φαντάζει δύσκολο οι κυβερνήσεις να καταφέρουν να συνεννοηθούν σχετικά με τη σωτηρία του πλανήτη, όταν βλέπουμε να χρονίζουν πόλεμοι όπως του Ισραήλ-Παλαιστίνης, Ρωσίας-Ουκρανίας και τόσοι άλλοι χωρίς να κουνά κανείς το δαχτυλάκι του. Πολύ φοβούμαι ότι η ίδια τακτική θα ακολουθηθεί και στα ζητήματα της καταστροφής του περιβάλλοντος, προκρίνοντας το υπερκέρδος εις βάρος της οικολογικής και κλιματικής ισορροπίας.
-Ποια τα μελλοντικά συγγραφικά σας σχέδια;
Έχω έτοιμη μια συλλογή διηγημάτων και στα σκαριά ένα μυθιστόρημα ακόμη και τρία θεατρικά έργα. Βρίσκομαι σε μια ιδιαίτερα παραγωγική φάση της ζωής μου κι ελπίζω να δω τα κείμενά μου να δημοσιεύονται, να κυκλοφορούν σε μεγάλη κλίμακα, να μεταφράζονται στο εξωτερικό και να παίζονται στο θέατρο. Υπερφιλόδοξος; Ίσως. Αλλά, όπως σας είπα και προηγουμένως, δεν έχω αφήσει ποτέ στη μέση κάποιο σχέδιό μου και προτίθεμαι και στο μέλλον να κάνω το ίδιο, εκτός αν με προλάβουν η αρρώστια ή τα γηρατειά (γέλια). Η Τέχνη, εν γένει, είναι η μόνη οδός σωτηρίας που είχε πάντα ο άνθρωπος. Ήταν η μόνη του διέξοδος προς έναν καλύτερο κόσμο. Όχι μόνο για να τον οραματίζεται, αλλά και για να τον υλοποιεί.
Εκ μέρους του culturepoint.gr σας ευχαριστώ.