Γράφει ο Χριστόφορος Τριάντης
Ο Φ. Ντοστογιέφσκι στο έργο του « Οι Δαιμονισμένοι» καταπιάστηκε μ’ ένα ερώτημα που δύσκολα μπορεί να αποφύγει ο σκεπτόμενος άνθρωπος : από πού θα προέλθει η σωτηρία ενός έθνους, μιας κοινωνίας, του ανθρώπου εν τέλει. Προσπαθώντας να εξερευνήσει τα άδυτα τής ανθρώπινης ψυχής και να βρει απαντήσεις, έρχεται αντιμέτωπος με μια κοσμοθεωρία που εμφανίζεται τότε (δεύτερο μισό του 19ου αιώνα) με μεγάλες αξιώσεις : τον μηδενισμό. Η μηδενιστική «θεωρία» είχε ως κυρίαρχο σύνθημα : την καταστροφή των βάσεων της κοινότητας, στο όνομα της δημιουργίας ενός νέου «προοδευτικού» κόσμου, κι ενός νέου θεού.
Η θλιβερή αυτή σχεδίαση προβάλλεται, από πολλούς, ως η μυστική δύναμη που θα σώσει την ανθρωπότητα. Σήμερα, ο μέσος πολίτης δεν έχει στέρεη γνώση του σκοπού για τον οποίο ζει. Αδυνατεί να προσδιορίσει τις αρχές που κινείται η εξουσία στις χώρες της Δύσης. Είναι πνευματικά τελματωμένος που ενδιαφέρεται μόνο να ακούσει (και μετά να υιοθετήσει) τις επαναλαμβανόμενες ρήσεις (και επικλήσεις) για αέναη οικονομική ανάπτυξη. Έτσι, τοποθετεί την εξουσία έξω από κάθε ιδεολογία. Κι απομένει η παγκοσμιοποιημένη λογική δεσπόζουσα, πάνω από κάθε άλλη πολιτική πρόταση.
Στους περασμένους αιώνες που ξεκίνησαν οι μεγάλες επαναστάσεις, αναδύθηκαν οι κυρίαρχες οι ιδεολογίες όπως : ο σοσιαλισμός και ο φιλελευθερισμός. Φάνηκε ότι το πολιτικό σύστημα θα πορευόταν πάνω σ’ αυτό το δίπολο. Γινόταν πασιφανές ότι αυτές οι πολιτικές προτάσεις θα κέρδιζαν το παιχνίδι, αφού προσέφεραν τον επίγειο παράδεισο, συμμαχώντας παράλληλα με δύο ισχυρά «κέντρα»: τον ορθολογισμό και την επιστήμη. Διάφοροι δικτάτορες, ξεφεύγοντας από αυτά τα ιδεολογικά ρεύματα, έδωσαν και μια άλλη διάσταση στην πολιτική ,την εξολόθρευση εκατομμυρίων ψυχών. Οι λαοί τελικά κατάφεραν με θυσίες και πολέμους, να αναστηλώσουν αυτό που ονομάζουμε δυτικό πολιτισμό.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, συνεχίζει να πορεύεται το σύνολο της Ευρώπης και των δυτικών μητροπόλεων, με μια όμως «πνευματική- πολιτική» λεπτομέρεια, την (ολοφάνερη) απουσία νοήματος ζωής. Αυτή η απουσία δεν είναι μια τυχαία κατάσταση, αλλά μια κατασκευασμένη θεωρία, ένα νέο πολιτικό δόγμα. Είναι ακόμα άξιο αναφοράς και το γεγονός ότι οι πρώτοι που έσπευσαν να υπερασπιστούν τη «νέα αλήθεια» ήταν οι ηθικολόγοι φιλόσοφοι, οι «προοδευτικοί» διανοούμενοι και οι καλλιτέχνες με συγκρητιστικές – «ανθρωπιστικές» ανησυχίες. Η έξυπνη «επίθεση» των κρατούντων εναντίον της κοινωνίας έχει στόχο : να κάνει τον πολίτη να μην υπηρετεί τη δικαιοσύνη, την αρετή, σε τελική ανάλυση το καλό. Υποστηρίζουν σθεναρά, οι πολιτικές και πνευματικές ελίτ μαζί με τις «προοδευτικές συμμορίες, υψηλού επιπέδου» έναν νέο τύπο διακυβέρνησης, προσδοκώντας στην εξαφάνιση του σκεπτόμενου ανθρώπου, του ανθρώπου της πίστης.
Καταρχήν, η στοχοθεσία είναι σε συνεχή λειτουργία : οι άνθρωποι να εκχωρήσουν τα πολυτιμότερα στοιχεία τους στην νέα εξουσία. Με λίγα λόγια να απεμπολήσουν το δικαίωμα να σκέφτονται και το δικαίωμα να υπάρχουν. Το δεύτερο δεν έχει να κάνει -τόσο- με τη φυσική επιβίωση, όσο με την ανάγκη ύπαρξης σε ένα κοινωνικό πλαίσιο. Ένα περίγραμμα ζωής το οποίο θα χαρακτηρίζεται από την ιστορική συνέχεια. Μέσα σ’ αυτό τα άτομα θα έχουν τη δυνατότητα να διακρίνουν και να αξιοποιούν την ομορφιά του πνεύματος και της μνήμης.
Λοιπόν, η μηδενιστική λογική μισεί την ομορφιά και μετά των «δοξολογιών» μάχεται υπέρ της περιλάλητης ευτυχίας του ανθρώπου. Όπως ο μέγας ιεροεξεταστής αρνείται μπροστά στον Χριστό την ελευθερία του ανθρώπου, επιθυμώντας, ως νέος ηγεμών (μαζί με την κουστωδία του) να μπορεί να καθορίζει την ευτυχία όλων και του καθενός ξεχωριστά.
Οι παγκόσμιες ελίτ έθεσαν το μέγα ζητούμενο: την καταστροφή της ελευθερίας του ανθρώπου. Προσφέρουν, ως αντικατάσταση, μια ζωή βασισμένη στην ψηφιακή εικόνα. Οι έννοιες της πατρίδας και της αντίστασης στη βαρβαρότητα πρέπει να εκδιωχθούν. Η βιωματική προσέγγιση του Θεού είναι ανάγκη ν’ αντικατασταθεί από μια εκλογικευμένη και ατομοκεντρική – συγκρητιστική διάσταση.
Η ευκαιρία ήρθε με την οικονομική κρίση. Τη συνέδεσαν όμως, και με ένα στοιχείο που μέχρι τότε δεν το είχαν συμπεριλάβει στα σχέδια τους, τη δολοφονία της μνήμης. Καλλιεργώντας τον φόβο, με βοηθούς τηλεοπτικούς αστέρες πάσης φύσεως, πανεπιστημιακούς δασκάλους και θεράποντες της τέχνης, πετυχαίνουν αυτό που επιδίωκαν αιώνες, τη νέκρωση της σκέψης. Πολεμώντας την πνευματική ζωή, φέρουν σε πέρας τον σκοπό τους, που δεν είναι άλλος παρά η κατασκευή ενός ανθρώπου-θεού. Ο νέος «θεός» θα κυριαρχεί σε κάθε μικρή ή μεγάλη συγκέντρωση, και θα είναι αντικείμενο λατρείας. Επιλύεται με αυτόν τον τρόπο το προαιώνιο ερώτημα του καθενός (και του συνόλου) «ποιον να προσκυνήσω;».
Έτσι, σε όλον τον κόσμο θα ξετυλίγεται η νέα διακυβέρνηση συνεπικουρούμενη από πρόθυμους υποστατικούς. Θα επιδιώκουν τον ακρωτηριασμό της προσωπικής ελευθερίας και θα γεμίζουν το σύμπαν με ανούσιες προοδευτικές ηθικολογίες και με τεράστιες δόσεις πνευματισμού. Θα μάχονται άγρια οποιαδήποτε πρόταση ζωής που θα στηρίζεται σε αρχές και έχει να κάνει με την αναζήτηση νοήματος ζωής. Η υλιστική θεώρηση των πάντων είναι ο νέος μηδενισμός. Η αλήθεια, ο σεβασμός στον άλλον και η ιστορία θα εκδιωχθούν, ένεκα του νέου κόσμου που «κατασκευάζεται». Ο μεγάλος όμως, αντίπαλος των σύγχρονων εξουσιαστών είναι ο άνθρωπος που έχει πολύ ψηλά (στην κλίμακα των αξιών) τον Θεό και όχι το «ψωμί».
Οι μηδενιστές, ως νέοι μεσσίες, βυσσοδομούν, αγωνιζόμενοι να πείσουν τον κόσμο ότι το ψωμί που βγάζει με τα χέρια του είναι «πικρό και σκληρό». Αυτοί λοιπόν, ισχυρίζονται ότι θα προσφέρουν το ψωμί χωρίς κόπο, φτάνει να τους εμπιστευτεί απόλυτα. Μετά θα φροντίσουν να κάνουν τους ανθρώπους να ξεχάσουν. Διακηρύσσουν σε όλους τους τόνους ότι η πλέρια διασκέδαση είναι μπροστά, ο καθένας θα μπορεί να γίνει ένας άνθρωπος-θεός. Θα μπορεί να τελειώνει τη ζωή του, καταστρέφοντας καθετί που είναι δύσκολο, και τον ίδιο τον εαυτό του. Ενδιαφέρονται να εξοστρακιζουν τα δύσκολα. Τα εύκολα θα τα προσφέρουν απλόχερα στους ιθαγενείς. Δεν χρειάζεται να έχει ο άνθρωπος προσωπική άποψη, δεν χρειάζεται να κουράζεται, θα φροντίζουν για όλα με τάξη. Θα δίνουν τη δυνατότητα να συμμετέχει σε κάτι μεγάλο και σπουδαίο: στην καταστροφή της δικαιοσύνης, του μόχθου και της εργασίας.
Διατρανώνουν με περηφάνια «Εμείς είμαστε οι νόμιμοι κύριοί σας, εμείς κατέχουμε την αλήθεια. Με το κύρος της εξουσίας που διαθέτουμε θα μας υπακούτε, εσείς τα αδύναμα πλάσματα θα έχετε δικαιώματα στην αμαρτία και στο λάθος. Θα σας επιτρέπουμε το λάθος φτάνει αυτό να σας κάνει ευτυχισμένους, δεν πρέπει να έχετε διλήμματα, τα μεγάλα διλήμματα λύθηκαν και θα μας παραχωρήσετε εσείς την ελευθερία σας και εμείς θα σας παραχωρήσουμε την ευτυχία».
Αν κάποιος παρακολουθεί τα τεκταινόμενα και διαθέτει συνείδηση, αντιλαμβάνεται την επίθεση του «σύγχρονου μηδενισμού». Προβάλλουν μια κάλπικη ιδεολογική ταυτότητα και καταφέρονται εναντίον όλων όσοι αγωνίζονται τουλάχιστον, να κρατήσουν την αξιοπρέπειά τους. Η σύγχρονη Ρώμη έχει ανάγκη από τους μηχανισμούς εξουσίας, στελεχωμένους από όλο αυτόν τον ημιμαθή συρφετό. Ο εσμός ακολουθεί τα αφεντικά του, πιστεύοντας ακράδαντα στην αποστολή του: να υπερασπίζεται δηλαδή την καταναλωτική ευδαιμονία και το δικαίωμα του ατόμου στη γήινη ευτυχία.
Ο μηδενισμός του δυτικού ανθρώπου δεν είναι λοιπόν τίποτα άλλο , παρά ένας φιλοσοφικός υπαρξισμός, κατευθυνόμενος από τον ψευδοανθρωπισμό και την αθεΐα. Ένα σύμπλεγμα, που «εξοβελίζει » την πίστη και τοποθετεί –επάξια- στη θέση του προσώπου το «δρων» άτομο. Δημιουργούνται έτσι, οι συνθήκες για μια ύπαρξη, δίχως μεταφυσική θεώρηση. Επομένως, ο άνθρωπος κερδίζει το πλεονέκτημα να συμμετέχει στο αξιακό πλέγμα : όλα επιτρέπονται. Οι βάσεις αυτού του αξιώματος είναι ο ευδαιμονισμός, χωρίς όρια. Δεν πρέπει ο άνθρωπος να ανησυχεί στο πώς θα εντρυφήσει σ’ αυτά, οι ιθύνοντες που κατέχουν την «αλήθεια», έχουν τα μέσα για τη νέα ζωή.
Όταν η κρίση γενικεύεται, ο δυτικός άνθρωπος φοβάται και κατ’ επέκταση επιλέγει και πάλι την προστασία των σπουδαίων ηγητόρων του. Οι κυβερνήτες αξιοποιούν την εξουσία τους, μοιράζοντας αξιώματα σ’ ένα μέρος του λαού. Επίσης, με κύριο μέσο τον τηλεοπτικό λόγο, κατακλύζουν τους δυσπραγούντες με συναισθηματικές εξάρσεις. Τεράστιες δόσεις επικίνδυνου συναισθηματισμού για καταστροφές, για κινδύνους, για κατάρρευση χωρών και κρατών προωθούνται ποικιλοτρόπως. Έρχονται φυσικά και οι μεταδόσεις απαραίτητης συναισθηματικής αισιοδοξίας με κοινότοπα συνθήματα για νέο ξεκίνημα, νέα αρχή, για δίκαιη κοινωνία, για έλευση της καπιταλιστικής ευδαιμονίας, εν ευθέτω χρόνω.
Λοιπόν, το δίκαιο και το σπουδαίο είναι έτοιμα να φανούν, μένει οι άνθρωποι να τα δεχτούν όλα αυτά αδιαμαρτύρητα και πολλοί εξ αυτών να τα υπηρετήσουν με ευλάβεια. Όσοι δεν συμβιβάζονται είναι ανάξιοι σκοταδιστές , συντηρητικοί και επικίνδυνοι υπερπατριώτες. Και τέλος, οι δυνατοί της εποχής πασχίζουν να καταργήσουν την προσωπική άποψη, έχουν βοηθούς τις οργανωμένες μηδενιστικές συμμορίες, και από κοινού φοβίζουν και απειλούν, μεσσιανικά και τιμωρητικά (οι μεν με το ψωμί, οι άλλοι με τον αποκλεισμό και τη διαπόμπευση). Διατείνονται ότι δεν δικαιούται ο πολίτης να έχει προσωπική άποψη κι αν θέλει να έχει, πρέπει να τη διαμορφώνει μόνο μέσα από τους τηλεοπτικούς δεκτές και τις κατευθυνόμενες γραφίδες του διαδικτύου (για τους πιο μοντέρνους : τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης). Για το τμήμα εκείνο που διαθέτει μια κάποια μόρφωση, την άποψή του θα τη διαμορφώνουν οι «υπαρξιστές διανοούμενοι». Όποιος έχει δική του άποψη, σμιλεμένη με αγώνα, με μόχθο, με προσωπική εργασία και μεταφυσική αγωνία είναι ανεπαρκής, αντιπροοδευτικός και εχθρός του ορθολογισμού.