/Ο “μύθος” της ευτυχίας

Ο “μύθος” της ευτυχίας

Ευτυχία: η πιο επιθυμητή κατάσταση στην ζωή μας. Την ευχόμαστε, μαζί με την καλή υγεία. Έχουμε μεγαλώσει για να την επιδιώκουμε και να κάνουμε τα πάντα για αυτή. Και αν την αποκτήσουμε, τρέμουμε μην την χάσουμε. Φαίνεται όμως, πως δεν πρόκειται για μια μόνιμη διαρκή κατάσταση ούτε ένα σταθερό χαρακτηριστικό στη ζωή μας. Η σύγχρονη θεωρία και έρευνα την τοποθετεί σε μια σειρά ποιοτήτων που απαρτίζουν την ψυχολογική ευημερία ή ευζωία. Πως, έφτασε τελικά ο άνθρωπος να την θεοποιεί και να υπομένει τα πάντα για αυτή;

Ο Ηρόδοτος στην Ιστορία του, μας παρουσιάζει τη ζωή του Κροίσσου, του πλουσιότερου και πιο δυνατού άνδρα στην εποχή του, ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της έννοιας της ευτυχίας και ευζωίας στην Αθηναϊκή κοινωνία.

Όταν λοιπόν, ο Σόλων επισκέφτηκε τον Κροίσσο , εκείνος ρώτησε τον σοφό Σόλωνα: ‘υπάρχει πιο ευτυχισμένος άνθρωπος από μένα, πάνω στη γη’; με τον Σόλωνα να απαντά: “ξέρεις καλά ότι οι Θεοί είναι πολύ ζηλόφθονοι και αγαπούν να μας βασανίζουν , και παρόλα αυτά με ρωτάς για ανθρώπινα πράγματα. Στο πέρασμα του χρόνου υπάρχουν πολλά πράγματα που κάποιος, καλό είναι να μην δει – και να μην τα υποφέρει. Έστω, ένας άνθρωπος ζει 70 χρόνια. Αυτά τα 70 χρόνια ζωής είναι 26.250 ημέρες. Από όλες αυτές τις ημέρες, καμιά δεν είναι ίδια με την άλλη.

Αρα, Κροίσσε, ο άνθρωπος είναι αυτό που του συμβαίνει. Είναι σαφές σε μένα, ότι είσαι πολύ πλούσιος και βασιλιάς πολλών ανθρώπων. Αλλά, δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι είσαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος πάνω στη γη, μέχρι να ακούσω ότι έχεις φτάσει στο τέλος της ζωής σου, καλώς’ (Ηρόδοτος, Ιστορία Ι, 28-33).

Η αναζήτηση της ευτυχίας είναι μια παλιά ιστορία. Η ελληνική λέξη ‘ευτυχία’ αποτελείται από τις λέξεις ‘ευ’ που σημαίνει ‘καλό’ και ‘τύχη’ που σημαίνει τύχη. Ομοίως, στις περισσότερες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες η ευτυχία ορίζεται με παρόμοιους όρους; ‘happ’ είναι η τύχη για τη λέξη ‘happiness’ , όπως και η λέξη ‘heur’ για το ‘bonheur’, και ‘felix’ για την Ιταλική λέξη ‘felicita’ και την Ισπανική ‘felicidad’. Η ελληνική λέξη ‘ευδαιμονία’ αποτελείται από τη λέξη ‘δαίμων’ που αρχικά σήμαινε Θεός. Έτσι, οι αρχαίοι Έλληνες πιστεύουν πως η ευτυχία είναι ότι αυτό που μας συμβαίνει και χωρίς να μπορούμε να ασκήσουμε έλεγχο πάνω σε αυτό (ότι δηλαδή έχουν αποφασίσει το Θείο για τον άνθρωπο).

Ο Αριστοτέλης θεωρείται, εύστοχα, ο πατέρας της σύγχρονης έννοιας και θεωρίας της ευτυχίας και της ευδαιμονίας. Παρόλη την επίδραση που δέχτηκε από τους προκατόχους του, Πλάτωνα και Σωκράτη που ταυτίζουν την ευτυχία με την αρετή και τη λογική (λογική = αρετή = ευτυχία), ο Αριστοτέλης, πίστευε πως η ευτυχία είναι συνδυασμός όλων των πραγμάτων που οι άνθρωποι αναζητούν για να είναι ευτυχισμένοι.

Συγκεκριμένα, η ευτυχία σχετίζεται με την υγεία και την ασφάλεια, την ευχαρίστηση και την ευζωία, την τιμή και την αρετή, τους καλούς φίλους και την καλή τύχη μέχρι το τέλος της ζωής. Ο Λατίνος ποιητής Οράτιος, έγραψε ότι ευτυχία είναι να ζούμε τη στιγμή ‘carpe diem’:

‘Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος, και είναι ο μόνος, που μπορεί να πει ότι είχε μια μέρα για τον εαυτό του. Είναι αυτός που μπορεί να πει με σιγουριά: φέρε μου το χειρότερο αύριο, γιατί σήμερα έζησα, όπως ήθελα’. Ο Επίκουρος, ως ιδρυτής της “ηδονιστικής’ υπόθεσης στην ευζωία, υποστηρίζει πως ηδονή είναι η απουσία σωματικού πόνου και ψυχολογικής αγωνίας και άγχους.

Αυτοί είναι οι βασικοί και πραγματικοί στόχοι για τον άνθρωπο και προσεγγίζονται μέσω της γαλήνης και της ενσυνειδητότητας, που με τη σειρά τους οδηγούν στην απόκτηση γνώσης για τον κόσμο και τον εαυτό μας.

Εσφαλμένα έχει συνδεθεί από μερικούς, η μετέπειτα και σύγχρονη έννοια της ηδονής και του ηδονισμού με τους αρχαίους Έλληνες. Στην πραγματικότητα, η στάση των Ελλήνων απέναντι στην ευτυχία αναπαρίσταται θαυμάσια στην αρχαία τραγωδία. Μολονότι, ο όρος αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη μορφή θεάτρου, η τραγωδία είναι όρος που περιγράφει τις αντιξοότητες και τις κακοτυχίες της ζωής μας.

Υποστηρίζεται, ότι οι Έλληνες καταπιάστηκαν τόσο πολύ με την έννοια της ευτυχίας επειδή προσπαθούσαν να βρουν τρόπους διαφυγής από την τραγική πραγματικότητα της ύπαρξης: ‘οι θνητοί, προγραμματισμένοι σε ένα ατέρμονο κύκλο λύπης, και αναπάντεχων κακοτυχιών ‘ (Σοφοκλής, Φιλοκτήτης). Η’ όπως ο Όμηρος αναφέρει ‘οι άνθρωποι από όλα τα πλάσματα της γης είναι τα πιο δυστυχισμένα και βασανισμένα’.

Η τραγωδία της ανθρώπινης ζωής αναδεικνύεται από τους Nietzsche and Freud και τις θέσεις τους για την ανθρώπινη ζωή και ευτυχία. Για τον Nietzsche, οι αρχαίοι Έλληνες ανέπτυξαν μηχανισμούς άμυνας για να αποφύγουν τον ανυπόφορο πόνο της ύπαρξης, όπως για παράδειγμα, η δημιουργία των Θεών τους και η τραγωδία ως τρόποι καθαρκτικής συναισθηματικής έκφρασης. Ο Freud επηρεασμένος από την Ελληνική τραγωδία, έγραψε ‘η προδιάθεση του ανθρώπου να είναι ευτυχισμένος φαίνεται πως δεν έχει συμπεριληφθεί στο πλάνο της δημιουργίας του κόσμου’.

Ομοίως, ο Csikszentmihalyi (1991) υποστηρίζει πως ‘ο κόσμος δεν έχει φτιαχτεί για να καλύψει τις ανάγκες μας. Η απογοήτευση είναι βαθιά ριζωμένη στη ζωή μας’. Παρόλο που ο Freud ανακάλυψε την ψυχολογική θεραπεία ως τρόπο ανακούφισης των ανθρώπων και η σύγχρονη ψυχολογική θεραπεία υπόσχεται την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού, ο ίδιος δεν πίστευε πως οι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι για να είναι ευτυχισμένοι. Πίστευε δε, πως η απογοήτευση είναι το αποτέλεσμα της συνεχούς αναζήτησης της ευτυχίας ως το πιο επιθυμητό αγαθό στη ζωή μας.

Υιοθετώντας μια ηδονιστική προσέγγιση της ευτυχίας, συμπέρανε ότι ο ηδονισμός είναι η αρχή της ζωής, με την έννοια της αύξησης της ευχαρίστησης. Αυτός ο ηδονισμός είναι ατελείωτος και δύσκολο να ικανοποιηθεί: οι άνθρωποι δεν ικανοποιούνται με την κανονικότητα – αντιθέτως ψάχνουν όλο και περισσότερα για το διαφορετικό που θα αλλάξει την κανονικότητα. Ο Freud προέβλεπε με αυτό τον τρόπο την υπόθεση του ‘τροχού της ηδονής’, με άλλα λόγια, την τραγωδία της ευτυχίας που ενέπνευσε τη σύγχρονη ψυχολογική έρευνα στην ευζωία και ευτυχία.

Στη συνέχεια, οι Brickman and Campbell (1971) and Brickman, Coates and Jenoff-Bulman (1978) μελέτησαν την υπόθεση του ‘τροχού της ηδονής’ εμπειρικά, και συμπέραναν πως οι άνθρωποι έχουν την προδιάθεση να προσαρμόζονται γρήγορα σε κτήσεις και κτήματα και στο επίπεδο ευτυχίας που φτάνουν ενώ στη συνέχεια, επιστρέφουν και πάλι στο αρχικό επίπεδο ευτυχίας τους, από εκεί δηλαδή όπου ξεκίνησαν. Για τον εξελικτικό κοινωνικό ψυχολόγο Buss (2000) αυτή η προσαρμογή στον τροχό της ηδονής αποτελεί μια από τις τραγωδίες της ζωής. Οι στίχοι του Morrissey επιβεβαιώνουν το παραπάνω:

Ι was looking for a job, and then I found a job, and heaven knows I am miserable now.

(‘Heaven knows I’m miserable now’, from The Smiths album ‘Hatful of Hollow’, 1984).

Σε μια προσπάθεια να κατανοήσουμε τη σχέση μεταξύ της ανθρώπινης φύσης με την ευτυχία και να βρούμε τρόπους βελτίωσης της ζωής μας, η σύγχρονη ψυχολογική θεωρία δίνει έμφαση στην σπουδαιότητα των εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων που επηρεάζουν την υποκειμενική εκτίμηση μας για το αν είμαστε ευτυχισμένοι. Η κριτική εστιάζει στην εμμονική ενασχόληση της μοντέρνας Δυτικής κοινωνίας με την ευτυχία που μπορεί εν τέλει, να προκαλεί περισσότερο στρεσσογόνες καταστάσεις από θετικές εμπειρίες.

Συνεπώς, το ευτυχισμένο άτομο είναι αυτό που επικεντρώνεται στην θετική πλευρά της ζωής, δεν προσκολλάται για μεγάλο χρονικό διάστημα στα αρνητικά συμβάντα και συναισθήματα, ενώ ζει σε ένα οικονομικά εύρωστο περιβάλλον, με υποστηρικτικά κοινωνικά δίκτυα, και προσωπικές και κοινωνικές δυναμικά με στόχο να μπορεί να πετύχει τους όποιους στόχους του.

‘Happiness is just how you feel when you don’t feel miserable’ – John Lennon

Για τον ‘πατέρα’ της Θετικής Ψυχολογίας, Martin Seligman, η ευτυχισμένη ζωή αποτελείται από ευχάριστα συναισθήματα, δέσμευση και νόημα, εν τέλει ένα συνδυασμό και ηδονιστικών αλλά και ευδαιμονικών στοιχείων. Είναι όμως, η ευτυχία κομμάτι της εξελικτικής μας ιστορίας ή γενετική προδιάθεση; ερευνητές καταλήγουν στο ότι η ικανοποίηση από τη ζωή και αρνητικά συναισθήματα όπως βιώνονται στην κατάθλιψη και το άγχος, καθορίζονται από τα γονίδια μας παρόλο που η ένταση τους επηρεάζεται σαφώς από το περιβάλλον στο οποίο ζούμε.

Αρα, όλοι μας φαίνεται πως έχουμε το δικό μας μοναδικό ανώτατο όριο ευτυχίας που καθορίζεται βιολογικά. Η προσωπικότητα επίσης επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο ένα άτομο αξιολογεί την ευζωίας του, με την εξωστρέφεια να σχετίζεται θετικά με την θετική διάθεση.

Η θετική διάθεση φαίνεται να επηρεάζεται περισσότερο από την αρνητική, από βιολογικούς παράγοντες. Ειρωνικά, ο McMahon (2009) έγραψε ότι οι άνθρωποι στην συνεχή αναζήτηση της ευτυχίας, είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν ακόμη και την δική τους φάση: την βιολογική τους υπόσταση.

Συνοψίζοντας, σύγχρονα αλλά και ιστορικά ντοκουμέντα πάνω στην ψυχολογική ευζωία και ευτυχία, ο Buss (2000) προτείνει τις παρακάτω 4 συνθήκες για ευτυχία: 1) αυξημένη στενή διάδραση με αγαπημένα πρόσωπα, 2) δημιουργία πραγματικής φιλίας, 3) μειωμένο στρες και 4) διαχείριση των ανταγωνιστικών τάσεων που κυριαρχούν στη σύγχρονη κοινωνία.

Κατά τον Δημόκριτο: ‘η ευτυχία και η δυστυχία είναι μέσα στην ανθρώπινη ψυχή και οι άνθρωποι έχουν εφεύρει το είδωλο της τύχης για να καλύψουν την δική τους δυσκολία να παίρνουν αποφάσεις. Είναι σπάνιο η τύχη να νικήσει την σκέψη, αλλά αντιθέτως, τα περισσότερα πράγματα στη ζωή καθορίζονται από καλή και ισορροπημένη ενδοσκόπηση’.

Συνεπώς, η ενεργή επαφή με την τρέχουσα γνωστική, συναισθηματική και συμπεριφορική κατάσταση μας, φαίνεται να αξίζει περισσότερο και να ενισχύει την ψυχολογική μας ευζωία, σε σχέση με έναν αόριστο, μακρινό ή και ουτοπικό και πολύ παραμυθένιο στόχο ευτυχίας.

Ο Samuel Beckett, φαίνεται να μοιράζεται την ίδια θέση:

Vladimir: Πες ότι είσαι, έστω κι αν δεν είναι αλήθεια

Estragon: Τι να πω ότι είμαι;

Vladimir: Πες: είμαι ευτυχισμένος

Estragon: Είναι ευτυχισμένος

Vladimir: Κι εγώ

Estragon: Κι εγώ

Vladimir: Είμαστε ευτυχισμένοι

Estragon: Είμαστε ευτυχισμένοι (Σιωπή). Τι κάνουμε τώρα, τώρα που είμαστε ευτυχισμένοι;

Vladimir: Περιμένουμε τον Γκοντό.

Samuel Beckett, Waiting for Godot: A Tragicomedy in Two Acts


Ενδεικτική Βιβλιογραφία:

  • Brickman, P., Coates, D. & Jenoff-Bulman, R. (1978). Lottery winners and accident victims: Is happiness relative? Journal of Personality and Social Psychology, 36(8), 917-927.
  • Buss, D.M. (2000). The Evolution of happiness. American Psychologist, 55(1), 15-23. DOI: 10.1037//0003-066X.55.1.15
  • Diener, E., Suh, E.M., Lucas, R.E. & Smith, H.L. (1999). Subjective well-being: Three decades of progress. Psychological Bulletin, 125(2), 276-302.
  • Fredrickson, B.L. (2001). The Role of positive emotions in positive psychology: The broaden-and-build theory of positive emotions. American Psychologist, 56(3), 218-226. DOI: 10.1O37//0OO3-O66X.56.3.218
  • Kashdan, T.B., Biswas-Diener, R. & King, L.A. (2008). Reconsidering happiness: the costs of distinguishing between hedonics and eudaimonia. The Journal of Positive Psychology, 3(4), 219-233.DOI: 10.1080/17439760802303044
  • Lucas, R.E., Clark, A.E., Georgellis, Y., & Diener, E. (2003). Re-examining adaptation and the set point model of happiness: Reactions to changes in marital status. Journal of Personality and Social Psychology, 84(3), 527-539
  • McMahon, D.M. (2009). Happiness: A History, Greek Edition. Athens: Enalios.
  • Nes, R.B., Czajkowski, N., Roysamb, E., Reichborn-Kjennerud, T. & Tambs, K. (2008). Well-being and ill-being: Shared environments, shared genes? The Journal of Positive Psychology, 3(4), 253-26 DOI: 10.1080/17439760802399323
  • Oishi, S., Schimmack, U. & Diener, E. (2001). Pleasures and subjective well-Being. European Journal of Personality, 15, 153-167. DOI: 10.1002/per.406
  • Seligman, M.E.P., Parks, A.C. & Steen T. (2004). A Balanced psychology and a full life. Philosophical Transactions of the Royal Society London B, 359, 1379-1381.

Δρ. Βίκυ Γκόλτση Αθλητικός Ψυχολόγος, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

psychologynow