Δεν έχω ιδέα. Είναι, έχω καταλήξει, κάτι που δεν μπορείς να εξηγήσεις, να δώσεις στον άλλον να καταλάβει περίπου τι συμβαίνει, για τι ακριβώς πρόκειται, πάνω κάτω γι ΄ αυτά. Ο τύπος είναι εξωγήινος και την ίδια στιγμή, την ίδια ακριβώς στιγμή, είναι ο πιο δικός σου. Πώς γίνεται; Κατεβατά ολόκληρα, κείμενα για τη αφεντιά του, συζητήσεις ατέλειωτες (yes Boss) και κατά κάποιο τρόπο (how boss?) καταλήγω να γράφω για μένα, κάθαρση, φυγή, απόδραση, δρόμος, ο,τι θες πες, για μένα και για σένα, που μας βρίσκω κάθε τόσο σε μια γωνιά του Darkness, σε μια άκρη του We are alive, στις διασταυρώσεις του Thunder Road. Ιt’s personal ή κάτι τέτοιο.
Oκέι, ας πάρουμε τα πράγματα λίγο από μια αρχή. Στη συναυλία της Αμνηστείας στην Αθήνα. Ενώ παρακολουθώ Γκάμπριελ, Στινγκ με παρέα και από μακριά, την ώρα που βγαίνει ο Μπρους γλιστράω μπροστά, αν και πολύ καλά θυμάμαι ότι δεν είχα τέτοια πλάνα από την αρχή, μάλλον σαν κάτι να μου έλεγε ότι αυτό πρέπει να κάνω. Το έκανα. Αυτό ήταν. Τίποτε δεν άλλαξε από τότε. Και όλα άλλαξαν.
Πατάω πάνω σε ένα κουτάκι coca-cola και βλέπω όλη τη συναυλία έτσι. Οι δυο πόντοι που μου δίνει το τσαλακωμένο αλουμίνιο κάτω από τα πόδια μου, φτάνουν και περισσεύουν. Δεν πατάω στη γη. Ποτέ, σε καμία συναυλία του Μπρους. Πιο σωστά, σε καμία Μπρους – στιγμή, την ώρα που παίζει το Nebraska ή όταν ξεφυλλίζεις το βιβλιαράκι με τους στίχους του Wrecking Ball.
Ο άνθρωπος είναι ένας δαίμονας, αν οι δαίμονες ήταν τα πιο εντάξει και τίμια πλάσματα στον κόσμο που μπορούν να μπαίνουν στη θέση σου, να σε νοιώθουν και να σε κάνουν να είσαι καλά. Αν μου έλεγαν πως μέσα του ζει ένα κομμάτι του Έλβις, ένα του Ντίλαν, ένα του Τζέρι Λι Λιούις, του Τζέιμς Μπράουν, του Τζον Στάινμπεκ, του Τζακ Κέρουακ θα μπορούσα να το πιστέψω. Δεν είναι και απίθανο, ε;
Εθισμένος στο ροκενρόλ, σε διαρκή εγρήγορση, με ιδιαίτερα γερό οργανισμό απέναντι σε ηλικιακούς περιορισμούς. Σίγουρα γυμνάζεται, αλλά και; Οι συναυλίες του δεν τελειώνουν ποτέ στις τρεις ώρες. Κάποια στιγμή, ρωτάει αν κουραστήκαμε και μήπως είναι ώρα να πάμε σπίτι. Το συνθηματικό για το: πάμε παρακάτω, συνεχίζουμε. Είναι- έχει πει- σαν να κάνεις σπριντ και να φωνάζεις ταυτόχρονα και αυτό να το κάνεις ξανά και ξανά και ξανά. Πρέπει-να-έρθει-να-παίξει-εδώ.
Ο Μπρους χάλασε την πιάτσα μια για πάντα, είχε πει ο Μικ Τζάγκερ με σαρδόνιο χαμόγελο στη συνέντευξη που είχα κάνει, και δεν το λέω για να εμπλέξω τους Stones στο θέμα αλλά γιατί αυτή η φράση –για τον Σπρίνγκστιν- μου έχει κολλήσει στο μυαλό. Ο Μπρους χαλάει την πιάτσα. Με την έννοια, πως κι εμείς θα μπορούσαμε να τους χαλάσουμε την πιάτσα, το μεγάλο φαγοπότι της εξουσίας, το πάρτι που κάνουν σε βάρος μας, όλα αυτά, μια καθημερινή επανάσταση για δικαιοσύνη σε ολοκάθαρους Μπρουσικούς τόνους. Με την ορμή που ξεκινάει ένα τραγούδι του και τις αλήθειες που κρύβουν οι ιστορίες του. Αλλά στ αλήθεια, δεν ξέρω αν όλα αυτά είναι προσωπικά πράγματα του καθένα, και ο Μπρους για όλους μας.
Μαρία Μαρκ,ουλή