/Ο Μάριος Βουτσινάς στον Αχιλλέα Παπαδιονυσίου

Ο Μάριος Βουτσινάς στον Αχιλλέα Παπαδιονυσίου

Το αρχείο του Αχιλλέα Παπαδιονυσίου περιέχει μια σειρά από εξαιρετικές συνεντεύξεις με σημαίνοντα και ιστορικά πρόσωπα από το χώρο του πολιτισμού. Μια από αυτές είναι κι η συνέντευξη που ακολουθεί με τον Μάριο Βουτσινά.

Κυρίες και κύριοι γεια σας, στη σημερινή μας εκπομπή έχουμε την χαρά να φιλοξενούμε έναν σημαντικό καλλιτέχνη, τον κύριο Μάριο Βουτσινά ο οποίος για πάρα πολλά χρόνια ασχολείται με τα κοσμήματα, με τα γλυπτά κ.α Πήρα την αφορμή για τη συνέντευξη από το βιβλίο που κυκλοφόρησε απ’ τις εκδόσεις ”Γκέμα” που έχει σαν τίτλο ”Μάριος Βουτσινάς, μια πορεία 30 χρόνων στην τέχνη”. Σας καλωσορίζουμε στην εκπομπή μας, είναι χαρά που είστε μαζί μας και θα θέλαμε να μας πείτε δυο λόγια για το βιβλίο που κυκλοφόρησε και το οποίο είναι πολύ σημαντικό βιβλίο τόσο για σας όσο και για τους ανθρώπους που ασχολούνται με την τέχνη και έχει όλη σας τη μεγάλη πορεία μέχρι τώρα.

Β: Και εγώ σας ευχαριστώ για την πρόσκληση, το βιβλίο δουλεύεται τα δυο τελευταία χρόνια και είναι η δουλειά μου τα τελευταία 30 χρόνια με μια επιλογή απ’ τις εκθέσεις μου, αναφέρονται τα πάντα, έχει ένα μικρό βιογραφικό και είναι η πορεία μου στο κόσμημα, στη μικρογλυπτική και οτιδήποτε άλλο έχω κάνει όπως είναι η εσωτερική διακόσμηση και τα σκηνικά στο θέατρο.

ΑΧ: Πότε πήρατε την απόφαση να ασχοληθείτε με την τέχνη, την ζωγραφική και όλα αυτά;

Β: Νομίζω ότι ήταν πολύ νωρίς αυτή η απόφαση δηλ ότι θα κάνω κάτι και θα έχει σχέση με τα χέρια μου και ότι θα δημιουργώ πράγματα ήταν κάτι που το έκανα από παιδί, από πολύ νέος και μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι θα είναι κάτι που θα με απασχολήσει πολύ, δηλ πάντα να φτιάχνω αντικείμενα. Τα πρώτα μου αντικείμενα ήταν από κουμπιά και κορδέλες που υπήρχαν σε ένα κουτί που είχε η γιαγιά μου στο σπίτι και άρχισα να δημιουργώ πράγματα.

Αχ: Το πρώτο ερέθισμα πότε το πήρατε;

Β: Δεν μπορώ να θυμηθώ, νομίζω ότι υπήρχε. Δεν αγαπούσα πολύ τα γράμματα και η αλήθεια είναι ότι σαν δυσλεξικό παιδί είχα πολλά προβλήματα και γιατί είχα ταξιδέψει και πάρα πολύ οικογενειακά, οπότε αυτό που με ενδιέφερε ήταν κάτι που να ακονίζει το μυαλό μου και να το φτιάχνω μόνος μου.

ΑΧ: Απ’ ότι ξέρω γεννηθήκατε στο Παρίσι και θα θέλαμε να μας πείτε πως ήταν τα παιδικά σας χρόνια και πόσο επηρέασε την εξέλιξή σας αυτή;

Β: Γεννήθηκα στο Παρίσι το Νοέμβριο του ’53 κατά τύχη γιατί η μητέρα μου ταξίδευε και ο πατέρας μου σπούδαζε στο Λονδίνο, ο Ανδρέας ο Βουτσινάς ο σκηνοθέτης και γεννήθηκα κατά τύχη στην επιστροφή της στην Ελλάδα. Έκατσα λίγο χρονικό διάστημα στο Παρίσι, μετά με πήγε στο Λονδίνο η μητέρα μου για να με δείξει και στον πατέρα μου και μετά γύρισα στην Ελλάδα όπου έμεινα και με μεγάλωσε η γιαγιά μου. Η μητέρα μου ήταν 19 χρόνων όταν με έκανε και με ακούμπησε στη γιαγιά μου και από αυτή πήρα ότι έχει σχέση με την τέχνη στο ξεκίνημά μου και με την πρώτη μου επαφή μέσα από τον κόσμο αυτό που απαρτίζονταν από πέντε γυναίκες δηλ την γιαγιά μου, τις δυο αδελφές της, την μαμά μου και την αδελφή της μητέρας μου. Ο παππούς μου ήταν λίγο διακοσμητικός.

ΑΧ: Θα θέλαμε να μας πείτε δυο λόγια για τις επισκέψεις που κάνατε στα μουσεία και ειδικά στη Νέα Υόρκη

Β: Θεωρώ ότι τα ερεθίσματα έρχονται απ’ όλες τις μεριές για έναν άνθρωπο όταν μεγαλώνει και διαβάζει βιβλία. Εγώ είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω πάρα πολύ και επειδή δεν είχα την ευκαιρία να παω σε ένα σχολείο κανονικά ,επειδή η μητέρα μου με τον σύζυγό της ταξίδευαν πάρα πολύ, έζησα τακτά χρονικά διαστήματα σε διάφορες πόλεις του κόσμου και αυτό που με ενδιέφερε πολύ ήταν να αποκομίσω απ’ τα μουσεία ότι περισσότερο μπορούσα..

ΑΧ: Ποια μουσεία έχετε επισκεφτεί;

Β: στα 11, 12, 13, που έμενα στη Νέα Υόρκη, καταρχήν αυτό ήταν ένα μεγάλο πολιτισμικό σόκ για μένα από την Αθήνα σε μια τέτοια μεγαλούπολη, Πέρασα πάρα πολλές ώρες στο Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης και από κει και πέρα ήμουν σε μια ηλικία που μπορούσε η μητέρα μου να με πάει και να με αφήσει και μετά να έρθει να με πάρει, δεν μπορούσα να κινηθώ μόνος μου όπως καταλαβαίνετε και περιορίστηκα σ’ αυτά που ήταν τα μεγαλύτερα, μετά στο Σικάγο μείναμε για άλλον ένα χειμώνα στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας και Ανθρωπολογίας που με ενδιέφεραν κάποια πράγματα και πήγαινα σε τακτά χρονικά διαστήματα.

ΑΧ: Σας έχουν μείνει κάποιες εμπειρίες, κάποιες μνήμες από τα παιδικά σας χρόνια και απ’ αυτές τις επισκέψεις σας τις διάφορες; Ποιες είναι οι εμπειρίες που θυμάστε και σαν άνθρωπος και σαν τέχνη

Β: Νομίζω ότι όλα αυτά τα πράγματα λειτουργούν στο υποσυνείδητο. Υπάρχουν πράγματα που καταπιάστηκα να κάνω αργότερα, εκφραζόμενος μέσα από την τέχνη στη δουλειά μου, τα οποία είχαν σχέση με κάποια πράγματα που έζησα μέσα σ’ ένα γυναικείο κόσμο που μεγάλωσα δηλ οι δαντέλες της γιαγιάς μου κατέληξαν να γίνουν κοσμήματα με την έννοια ότι τις είχα φυλαγμένες και κάποια στιγμή αποτύπωσα τη δαντέλα πάνω στον πηλό, έκανα κάποια δικά μου καλούπια τα οποία ψήθηκαν στο φούρνο σαν μπισκότο όπως ψήνουν οι κεραμιστές το μπισκότο, το χώμα χωρίς το γυάλωμα, μετά με μια τελείως δική μου εφεύρεση πάτησα το κερί μέσα που δουλεύουν οι άνθρωποι που κάνουν κοσμήματα, έπαιρνα τη δαντέλα και το δούλευα με τη βελόνα και το νυστέρι, έκοβα τις δαντέλες και τις έκανα κέρινες και από κέρινες μετά γινόταν ασημένιες και μετά μεταλλικές. Πιστεύω ότι όλα αυτά τα πράγματα μου βγήκαν αυθόρμητα μέσα από παιδικές μου αναμνήσεις και εμπειρίες που είχα στα ταξίδια μου και οτιδήποτε εκ των υστέρων κανείς συνειδητοποιεί ότι υπάρχει κάτι στο μυαλό του, στο υποσυνείδητό του που το βγάζει μέσα από την τέχνη του.

ΑΧ: Πως νιώσατε που φύγατε απ’ την Νέα Υόρκη και ξαναήλθατε στην Ελλάδα;

Β: Είχα μια τρομακτική αδυναμία στη γιαγιά μου και επειδή την είχα στερηθεί όλα αυτά τα χρόνια δεν νομίζω ότι με πείραξε γιατί συνέχισα όλα αυτά που είχα εκεί με την ασφάλεια και τη σιγουριά που είχα ζώντας στο σπίτι της γιαγιάς μου και ξεκίνησα να κάνω μια αναζήτηση στα εδώ μουσεία πια.

ΑΧ: Εδώ πια μουσεία έχετε επισκεφτεί που σας αρέσουν και πιστεύετε ότι έχουν προσφέρει στο χώρο της τέχνης;

Β: Το μουσείο Μπενάκη πάρα πολύ γιατί είναι ένα μουσείο που το αγαπώ πάρα πολύ και το επισκέπτομαι συχνά, έχει στοιχεία της νεότερης ελληνικής ιστορίας που με αντιπροσωπεύουν πάρα πολύ στο να προσπαθήσω να εμπνευστώ από κάποια πράγματα που μέσα στο αρχαιολογικό μουσείο.

ΑΧ: Το μουσείο Φυσικής Ιστορίας;

Β: Βέβαια το μουσείο της κυρίας Γουλανδρή πάρα πολύ και μια απ’ τις εκθέσεις μου ήταν αφιερωμένη σε επτά φυτά του ελληνικού χώρου τα οποία είναι εφτά δικοτυλήδονα στα οποία είχα φτιάξει το φυτό σε ασήμι και πλαστικοποιημένο ύφασμα δηλ αυτό που απεικόνιζε η έκθεση ήταν το φυτό όπως το παίρνουμε από την μπάλα για να το φυτέψουμε. Ήταν σαν προτομές φυτών και μετά στην ανάπτυξή του ήταν κοσμήματα με αυτά τα φυτά και μπιζουτιέρες, κοσμηματοθήκες ξύλινες πάλι διακοσμημένες με φυτά.

ΑΧ: Το μουσείο κοσμημάτων του Ηλία Λαλαούνη;

Β: Το μουσείο αυτό είναι ένα μουσείο το οποίο έχει μέσα μια συλλογή πάρα πολύ καλή κοσμημάτων απλά δεν είναι πηγή έμπνευσης για μένα. Εκεί κανείς παρατηρεί και βλέπει το αποτέλεσμα ανθρώπων που έχουν εμπνευστεί και είναι πολύ αξιόλογο αλλά δεν είναι το μουσείο που θα μπορούσα να περάσω για να εμπνευστώ κάτι. Μου αρέσει αυτό που κάνω να έρχεται κατευθείαν απ’ τη φύση, κατευθείαν απ’ τη φαντασία μου, να μην είμαι επηρεασμένος από άλλους καλλιτέχνες.

ΑΧ: Σπουδάσατε σε σχολή διακόσμησης;

Β: Αρχιτεκτονική εσωτερική διακόσμηση, όχι αρχιτεκτονική, περιορίστηκα στην εσωτερική διακόσμηση, σκηνικά και κοστούμια.

ΑΧ: Αυτές οι σπουδές σας βοήθησαν στη δουλεία που κάνετε;

Β: η δουλειά που κάνω αν την προεκτείνω με τον τρόπο που την προσεγγίζω έχει σχέση με την εσωτερική διακόσμηση. Πιστεύω ότι με τον ίδιο τρόπο που παίρνω ένα άχρηστα αντικείμενο, τα τελευταία πράγματα που κάνω είναι να μαζεύω σκουπίδια και θεωρώ ότι είμαι ένας ρακοσυλλέκτης πολυτελείας και λέω πολυτελείας γιατί μαζεύω παλιά τραπέζια, έπιπλα, συρτάρια, κουτιά, τα οποία τους αλλάζω τη χρηστικότητα και τους δίνω μια παράταση ζωής. Με την ίδια λογική είναι η προσέγγισή μου στη διακόσμηση. Δηλ ένα σπίτι που θα δω ενός πελάτη που πρόκειται να του το διακοσμήσω, είτε να αλλάξει ή να του αλλάξω το ίδιο που μένει, είναι κάποια πράγματα που αξίζουν να υπάρχουν μέσα σ’ αυτό το σπίτι και θέλω να τους δώσω μια παράταση ζωής αλλάζοντάς τους το χρώμα, το λούστρο, το ύφασμα, αλλάζοντάς τους την εποχή, αναδομώντας τα και τοποθετώντας τα με άλλο τρόπο.

ΑΧ: Θα θέλαμε να μας μιλήσετε για τις σπουδές σας στο κόσμημα.

Β: Δεν έχω κάνει, έχω μάθει την τεχνική του κεριού, έχω μαθητεύσει σε εργαστήριο αργυροχρυσοχοϊας κλασσικό για κάποιο μικρό χρονικό διάστημα ώστε να δω τις τεχνικές και την ακολουθία της δουλειάς αλλά το βασικότερο που έχω μάθει είναι η τεχνική του κεριού.

ΑΧ: Θα θέλαμε να μας μιλήσετε για την συνεργασία σας στο ραδιόφωνο με τον Γιώργο Παπαστεφάνου και με την τεχνοκριτικό Βεατρίκη Σπηλιάδη και την θεατρολόγο Λίνα Παπαϊωάννου.

Β: Είναι δυο διαφορετικές συνεργασίες, με τον Γιώργο Παπαστεφάνου του έκανα τα σκηνικά για τις εκπομπές του που λεγόντουσαν ”Οι παλιοί μας φίλοι”. Ήταν κάποια αφιερώματα σε κάποιους τραγουδιστές, που εγώ μαζί με τον σκηνοθέτη που αναλάμβανε την κάθε εκπομπή, γιατί αυτό που έκανε ο Παπαστεφάνου ήταν μια παραγωγή μιας μουσικής εκπομπής την οποία έδινε σε νέους σκηνοθέτες στην ΕΡΤ να το σκηνοθετήσουν με ένα στόρι που έφτιαχναν τα παιδιά αυτά και με τους συντελεστές της ΕΡΤ βάζαμε μια εικόνα στα τραγούδια που επέλεγε ο κύριος Παπαστεφάνου να παρουσιάσει στο πρόγραμμά του, και είχα συνεργαστεί για κάποιες εκπομπές για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η εκπομπή με την κυρία Παπαϊωάννου και την κυρία Σπηλιάδη ήταν μια ραδιοφωνική εκπομπή που λεγόταν ”Σε δεύτερο πρόσωπο” και κάναμε συνεντεύξεις από εικαστικούς και ανθρώπους του θεάτρου γιατί η κυρία Παπαϊωάννου ήταν θεατρολόγος και η Σπηλιάδη κριτικός τέχνης και εγώ έκανα την ραδιοφωνική και μουσική επιμέλεια της εκπομπής και από κάποια στιγμή και μετά, επειδή ήταν λίγο δύσκολο στην ΕΡΤ να χαλαρώσει ένας καλλιτέχνης ή ένας ηθοποιός και να έχουμε και χρόνο στη διάθεσή μας να κουβεντιάσουμε και να του βγάλουμε αυτό που θέλουμε, είχαμε πάρει ένα επαγγελματικό ραδιόφωνο και γινόταν όλες οι συνεντεύξεις σπίτι μου. Πίναμε έναν καφέ, χαλαρώναμε, ακούγαμε μουσική και έβγαινε μια εκπομπή που μετά εγώ έπαιρνα τις κασέτες και πήγαινα στην ΕΡΤ, έκανα το μοντάζ με την μουσική και ήταν μια εκπομπή που ήταν πολύ επιτυχημένη.

ΑΧ: Στο σημείωμα της κυρίας Παπαϊωάννου διάβασα ότι είχατε την στήριξη στη δουλειά σας και την προτροπή από τις γυναίκες. Μιλήστε μας γι’ αυτή τη στήριξη.

Β: Αυτό που εννοεί η κυρία Παπαϊωάννου είναι για τις πέντε γυναίκες που με μεγάλωσαν. Ξεκινώντας τη ζωή μου αντίκρισα πέντε γυναίκες γύρω μου, από εκεί και πέρα είχα πολλές φίλες στενές και στη ζωή μου υπήρχαν πάντοτε γυναίκες είτε επειδή καταπιανόμουν με το κόσμημα, είτε επειδή σε μια εσωτερική διακόσμηση η σχέση είναι αυτή που έχεις με τη σύζυγο παρά με τον σύζυγο, υπήρχε πάντα μια αγάπη και μια φιλία που εξελισσότανε είτε ξεκινούσε από μια αφορμή επαγγελματική είτε από φιλική.

ΑΧ: Πάντως στο βιβλίο σας είδαμε σημειώματα από πάρα πολλά επώνυμα άτομα τόσο απ’ το χώρο της μουσικής, απ’ τον χώρο της τέχνης, θυμάμαι ήταν η Άλκηστις Πρωτοψάλτη, ο Θάνος Μικρούτσικος, η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη.

Β: Ο Αλέξανδρος Μυράτ ο μαέστρος, η Μίλβα η τραγουδίστρια είχε έρθει στην Ελλάδα και είχε κάνει μια φωτογράφηση με τα κοσμήματά μου, μου είχε αφιερώσει μια φωτογραφία της αλλά ήθελα σ’ αυτό το βιβλίο που υπάρχει μια πορεία δουλειάς 30 χρόνων να δείξω και την απήχηση που είχε η δουλειά μου στον κόσμο και στους φίλους και στους ανθρώπους που ξεκίνησαν πελάτες και κατέληξαν να είναι φίλοι.

ΑΧ: Σίγουρο αυτό αλλά πιστεύω ότι οι επώνυμοι τραβάνε περισσότερο την προσοχή.

Β: Ναι απλά δεν το επιδίωξα

ΑΧ: Αν δεν αξίζατε δεν θα ερχόταν κιόλας. Θα θέλαμε να μας μιλήσετε για τις διάφορες εκθέσεις που έχετε κάνει τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Β: Έχω ξεκινήσει το 1985 την πρώτη μου έκθεση με το εισαγωγικό σημείωμα της Βεατρίκης Σπηλιάδη που βρίσκεται μέσα στο βιβλίο, έχω πάρει μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Αθήνα, στη Ρώμη, Μιλάνο, Παρίσι και στη Θεσσαλονίκη. Όταν αποφάσισα να κάνω αυτό το βιβλίο συνειδητοποίησα ότι έχω πάρει μέρος και έχω κάνει 47 εκθέσεις. Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ και δεν το είχα μετρήσει και ποτέ. Θεωρώ όταν κάνω μια δουλειά, όταν βρεθεί ένα υλικό που με εκφράζει, με αντιπροσωπεύει και μπορώ να το δείξω στον κόσμο και έχει μια ενότητα το κάνω ή όταν κάποιος με καλεί σε κάποια έκθεση ομαδική που έχει ένα θέμα και με ενδιαφέρει αυτό το θέμα και η δουλειά πάλι το κάνω. Δεν μέτρησα ποτέ και δεν είπα ποτέ θα κάνω τόσες εκθέσεις και αν με ρωτήσετε τώρα πόσες έκανα και που δεν ξέρω να σας πω, ξέρω όμως πως την κάθε στιγμή που έκανα κάτι με αφορούσε να το κάνω.

ΑΧ: Σε ποια μέρη του εξωτερικού έχετε εκθέσει έργα σας;

Β: Στο Παρίσι, Ρώμη, Μιλάνο, Αμερική και σε κάποιες ομαδικές εκθέσεις είχα πάρει μέρος σε διάφορα μέρη του κόσμου.

ΑΧ: Στην ελληνική επαρχία έχετε εκθέσει;

Β: Έχω εκθέσει στην Πάτρα το 1987, στη Θεσσαλονίκη και στην Κατερίνη και στη Μύκονο στην έκθεση που έκανα πέρσι το καλοκαίρι που ήταν απ’ τα ωραιότερα κοσμήματα που έχω κάνει.

ΑΧ: Έχετε σκεφτεί να ξαναεκθέσετε στην επαρχία;

Β: Εγώ είμαι λίγο αφελής μ’ αυτά τα πράγματα, προτιμώ κάποιος να με καλέσει παρά να βγω και να ψάξω και έτσι έχει γίνει, όπου έχω κάνει εκθέσεις είτε στο εξωτερικό, είτε στην ελληνική επαρχία έχω αποδεχτεί προσκλήσεις.

ΑΧ: Μιλήστε μας για τη συνεργασία σας με τον σχεδιαστή Νίκο Αποστολόπουλο.

Β: τον γνώρισα το χειμώνα του 1989 και του σχεδίασα τα κοσμήματα για την κολεξιόν του χειμώνα του 1990. Είχα δει τα ρούχα, με ενδιέφερε να κάνω κάτι σε συνδυασμό με έναν άνθρωπο της μόδας γιατί πιστεύω ότι αν μια συνεργασία γίνει σωστή, το κόσμημα ας πούμε μπορεί να γίνει συμπληρωματικό του ρούχου και αυτό με ενδιέφερε πολύ και έχοντας δει την δουλειά του στο Παρίσι μας έφερε μια κοινή μας φίλη κοντά και είδα την κολεξιόν, ήρθα στην Αθήνα και έφτιαξα τα πράγματα εμπνευσμένα και από τη δική του δουλειά και από τη δική μου και τα παρουσιάσαμε μαζί στο Παρίσι.

ΑΧ: Για τη συνεργασία σας στο θέατρο;

Β: η συνεργασία μου στο θέατρο ήταν μια στιγμή μαγική γιατί ήταν η πρώτη συνεργασία με τον πατέρα μου. Του έκανα ένα σκηνικό για τις ”Τρεις γυναίκες του Έντουαρντ Ντάλμπι” αντιμετωπίζοντας το σκηνικό όπως αντιμετωπίζω και την εσωτερική διακόσμηση. Δεν έχω σπουδάσει σκηνογραφία αλλά εσωτερική διακόσμηση και επειδή το έργο είχε μια εικόνα αυτό που με ενδιέφερε ήταν να την κάνω όσο γίνεται πιο ρεαλιστικά για να θυμίζει ένα πραγματικό εσωτερικό σπιτιού. Εάν το έργο είχε εναλλαγές στο σκηνικό δεν ξέρω αν θα μπορούσα να το πετύχω αλλά νομίζω ότι έκανα μια δουλειά πολύ σωστή και ανταποκρίθηκα στις απαιτήσεις του πατέρα μου.

ΑΧ: Με ποιους άλλους συνεργαστήκατε στο θέατρο;

Β: με τον Μιχάλη Ρέππα και τον Θανάση Παπαθανασίου στο ”Βγάλε τον υπουργό απ’ την πρίζα” όπου παίχτηκε τρεις σεζόν που είχα κάνει τα σκηνικά και η συνεργασία μου με τον Παπαστεφάνου. Δεν το έχω κυνηγήσει το θέατρο, είναι κάτι που αν θέλει κάποιος κάτι και μου το προτείνει εμένα και μου αρέσει είναι κάτι που μπορεί να το κάνω.

ΑΧ: Πόσο πιστεύετε ότι έχει επηρεάσει την καριέρα σας το επώνυμό σας, το όνομά του πατέρα σας;

Β: Πάρα πολύ, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ούτε θετικό ούτε αρνητικό. Υπάρχουν καταστάσεις και μέρες και γεγονότα που μπορεί να είναι θετικό και υπάρχουν και σημεία που μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά.

ΑΧ: Πιστεύω ότι δεν είναι πολύ γνωστό ότι είστε γιος του Ανδρέα Βουτσινά.

Β: Καλύτερα. Εμένα με ενδιέφερε να κάνω τη δουλειά μου, να προβάλλω το όνομά μου μέσα από τη δική μου δουλειά και όταν είναι ανάγκη να το κάνω. Αν αυτή τη στιγμή δεν είχα κάνει καμιά έκθεση και δεν είχα βγάλει βιβλίο δεν ξέρω αν θα τα λέγαμε τώρα. Θέλω να υπάρχει μια αφορμή γι’ αυτό, το να λέγονται πράγματα χωρίς λόγο, θα μπορούσα να έχω πάρει σβάρνα τις τηλεοράσεις και να το λεω, δεν με αφορά αυτό, ο πατέρας μου κάνει τη δουλειά του, εγώ κάνω τη δική μου και από εκεί και πέρα μπορεί να του οφείλω ένα κομμάτι ταλέντου.

ΑΧ: Ο καθένας οφείλει στους γονείς του ένα κομμάτι ταλέντου.

Β: όπως και οι γονείς στα παιδιά όταν τα παιδιά ανταποκρίνονται σε ένα μέλλον που ένας γονιός θεωρεί ότι είναι το καλύτερο για το παιδί του γιατί οι γονείς γι’ αυτό καμαρώνουν.

ΑΧ: Αυτό εννοώ ότι δεν χρησιμοποιείτε το όνομα, φτάσατε εδώ που φτάσατε επειδή το αξίζετε.

Β: Έτσι πιστεύω αλλά απ’ την άλλη βοήθησε και το όνομα δεν μπορώ να το αρνηθώ.

ΑΧ: τι θα βγείτε και θα πείτε; είμαι γιος του Βουτσινά; Εσείς τη δουλειά σας θέλετε να δείξετε διότι το όνομα μπορεί να παίζει ρόλο κάποια στιγμή αν όμως δεν αξίζει η δουλειά σας κάποια στιγμή δεν θα προχωρήσει με τίποτα. Θεωρώ ότι όταν βάζετε στόχους τους πετυχαίνετε.

Β: Αυτό το ανακαλύπτεις μεγαλώνοντας. Εγώ στόχους έβαζα πάντα, το ότι φτάνει μια στιγμή και αυτά που έχω βάλει σαν στόχους γίνονται με τον καλύτερο τρόπο π.χ αυτό το βιβλίο είναι για μένα ένα όνειρο ζωής. Υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες που ζουν μια ολόκληρη ζωή και δεν κατορθώνουν να έχουν στα χέρια τους ένα βιβλίο με 212 σελίδες, με ένα αισθητικό αποτέλεσμα ακριβώς όπως το ήθελα.

ΑΧ: Το βιβλίο αυτό μου άρεσε και εμένα πάρα πολύ, είναι πολύ αισθητικό.

Β: Όταν το πιάνει κανείς στα χέρια του και το ξεφυλλίζει αποκομίζει όλη την γκάμα της δουλειάς μου, με το τι καταπιάνομαι, τι ασχολούμαι συν ένα μικρό βιογραφικό που με ενδιέφερε να υπάρχει γιατί είναι αυτό που κάνω, εγώ είμαι αυτός και κάνω αυτή τη δουλειά, μπορεί κανείς διαβάζοντας τα κείμενα να καταλάβει και τον τρόπο να κάνω αυτά τα πράγματα που κάνω .

ΑΧ: Και τονίζω και το αισθητικό γιατί καλώς ή κακώς η αισθητική δίνει νόημα στη ζωή μας και στην οπτική και την ψυχική μας διάθεση. Ποια είναι η σχέση σας με τους φίλους σας;

Β: Θα έλεγα οικογενειακή. Οι φίλοι μου έχουν αντικαταστήσει μια οικογέ4νεια, αυτή που ίσως λόγω ότι οι γονείς μου ήταν χωρισμένοι από τότε που ήμουν παιδί δεν είχα και λόγω ότι με μεγάλωσε η γιαγιά μου, γι’ αυτό θυμώνω όταν τσακώνομαι με τους φίλους μου γιατί θεωρώ ότι ορισμένα πράγματα δεν θα μπορούσα να τα συγχωρέσω όπως δεν θα μπορούσα να συγχωρέσω και τους γονείς μου.

ΑΧ: Τους γονείς σας τους συγχωρέσατε;

Β: φυσικά, δεν θα ήμουν καλά με τον εαυτό μου και θεωρώ ότι τα τελευταία χρόνια είμαι πολύ καλά με τον εαυτό μου. Κατάλαβα ότι όταν ένας άνθρωπος είναι 21 χρονών όπως ήταν ο πατέρας μου και μια κοπέλα 19 ετών όπως η μητέρα μου, στη σκέψη και μόνο ότι έχουν ένα παιδί δεν είναι δυνατόν να μπορούν να το μεγαλώσουν και ειδικά εκείνα τα χρόνια, γι’ αυτό με ακούμπησαν στη γιαγιά γιατί είχαν το δικαίωμα να ζήσουν και όχι να δεσμευθούν μεγαλώνοντας ένα παιδί.

ΑΧ : Αυτό δεν έπρεπε να το είχαν σκεφτεί πριν το κάνουν; Γιατί όταν θέλουμε να ζήσουμε πρέπει να το καταλαβαίνουμε και να μην δημιουργούμε υποχρεώσεις.

Β: Για μένα το πιο σημαντικό και το πιο δύσκολο είναι να μεγαλώνεις ένα παιδί, έχει πολύ μεγάλη ευθύνη. Αυτά κατόπιν τα σκεφτόμαστε. Όταν γίνεται ένα λάθος και το λάθος είναι ένα παιδί δεν μπορείς να κάνεις πίσω. Θα πρέπει να δεις την ευθύνη που έχει ένα παιδί και αν δεν μπορείς να τη δεις και έχεις κάποιους γονείς να τους το ακουμπάς τότε είσαι τυχερός γιατί το αποδέχονται και οι γονείς.

ΑΧ: Φιλία τι είναι για σας;

Β: νομίζω είναι ισορροπία.

ΑΧ: Ποια είναι η σχέση αρχιτεκτονικής, ζωγραφικής, θεάτρου, γλυπτικής, κοσμήματος μεταξύ τους;

Β: το ένα χρειάζεται το άλλο, οι τέχνες είναι αλληλένδετες, δεν μπορεί κανείς να απομονώσει το ένα απ’ το άλλο.

ΑΧ: Ο Αλέξανδρος Μυράτ γράφει στο βιβλίο ότι δεν εννοεί πια συναυλία χωρίς την χρήση των μανικετόκουμπων. Πως νιώθετε;

Β: Με τιμάει πάρα πολύ και χαίρομαι που του έχω εμπνεύσει αυτή την ανάγκη. Φορούσε από παιδί απ’ ότι λεει μανικετόκουμπα αλλά από τη στιγμή που απέκτησε τα δικά μου έχει ένα φετίχ και αυτό με τιμάει πολύ.

ΑΧ: Πόσο τυχερός νιώθετε στη ζωή σας;

Β: Πάρα πολύ, θα σας το πω όπως μου το είχε πει μια αστρολόγος και το θυμάμαι με ευχαρίστηση και χιούμορ. Όπως ακριβώς είχανε να μοιραστούνε πέντε πατάτες σε όλη τη γη, μου είχε πει ότι εσύ δεν θα έχεις ένα κομμάτι αλλά θα έχεις μια ολόκληρη για σένα. Και αυτό το αισθάνομαι, έχω μια τύχη, αισθάνομαι ότι έχω ένα αστέρι πάνω απ’ το κεφάλι μου που με βοηθά και με προφυλάσσει πάρα πολύ.

ΑΧ: Ποιους θα θέλατε να ευχαριστήσετε;

Β: Τη γιαγιά μου που με μεγάλωσε και τις έχω αφιερώσει και το βιβλίο και τους γονείς μου που υπάρχω και τους φίλους μου.

ΑΧ: Τι σχέδια έχετε για το μέλλον;

Β: δεν σκέφτομαι το μέλλον, μου αρέσει να ζω την κάθε μέρα, να μοιράζομαι τη ζωή μου με τους ανθρώπους που έχω γύρω μου και να δημιουργώ. Και όσο κάνω πράγματα δημιουργικά νιώθω ζωντανός και ευχαριστημένος.