/Ο Μαγικός Αυλός – Ένα ημιτελές ταξίδι στον κόσμο της μαγείας

Ο Μαγικός Αυλός – Ένα ημιτελές ταξίδι στον κόσμο της μαγείας

Γράφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος

Κάποιες φορές ένα όνειρο είναι πιο μαγικό από την πραγμάτωσή του. Άλλες φορές κάνουμε το λάθος να πιστέψουμε πως το ξύπνημα από το όνειρο είναι η πραγματικότητα κι άλλες φορές πιστεύουμε ότι το αντίθετο της μαγείας είναι η αφυδατωμένη μας ζωή. Τίποτα απ΄ όλα αυτά δεν συμβαίνει, απλώς το ταξίδι, η τέχνη και η αγάπη, εκφράζει μια απόπειρα του ανθρώπου μέσα στην απέραντη απελπισία του, να μεταμορφώσει με το όνειρο και τη μαγεία την πραγματικότητα σε μια λιγότερο αιχμηρή αλήθεια.

Ο Μαγικός Αυλός γράφτηκε μέσα σε πέντε μήνες σε λιμπρέτο στα γερμανικά του θεατρικού συγγραφέα Εμάνουελ Σικανέντερ, σε μια εποχή που η υγεία του Μότσαρτ ήταν κλονισμένη και βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση. Η πρεμιέρα του «Μαγικού Αυλού», του Βόλφγκαγκ Αμαντέους Μότσαρτ (1756 – 1791), δόθηκε σε ένα σκοτεινό και απομακρυσμένο θέατρο της Βιέννης, στο προάστιο Βάιντεν της Βιέννης και άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία μιας εθνικής γερμανικής όπερας, στις 30 Σεπτέμβρη του 1791. Η υποδοχή της όπερας ήταν υποτονική. Με την επιμονή, όμως, του Εμανουέλ Σικάνεντερ έπαιζε και το ρόλο του Παπαγκένο, η παράσταση συνεχίστηκε. Γιατί ένα χρόνο αργότερα, το Νοέμβριο του 1792, «Ο Μαγικός Αυλός» γιόρτασε θριαμβευτικά τις 100 παραστάσεις του! Στη γιορτή, δεν ήταν παρών ο Μότσαρτ! Εννέα εβδομάδες μετά την πρεμιέρα του, ο Μότσαρτ θα εγκαταλείψει τα εγκόσμια, σε ηλικία μόλις 35 ετών.

Η ιστορία του Μαγικού Αυλού αναπτύσσεται  στην αρχαία Αίγυπτο, σε απροσδιόριστη εποχή.

Ο πρίγκιπας Ταμίνο λαμβάνει την εντολή από τη Βασίλισσα της Νύχτας να ελευθερώσει την Παμίνα την κόρη της, την οποία κρατά ο Ζαράστρο ο κακός ιερέας αιχμάλωτη. Όσο διαρκεί η αιχμαλωσία της Παμίνα από τον Ζαράστρο η βασίλισσα βαθμιαία χάνει τη δύναμή της. Ο Ταμίνο εξοπλίζεται από τη βασίλισσα  με ένα μαγικό αυλό. Ο ήρωάς μας με τον βοηθό του τον Παπαγκένο βρίσκουν την Παμίνα και ο Ταμίνο μαγεύεται από την ομορφιά της. Ο ερωτευμένος νέος περνά όλα τα βασανιστήρια στα οποία τον υποβάλει ο Μονόστατος και τις δοκιμασίες που τον περνά ο Ζαράστρο με τελικό σκοπό να αποδείξει ότι είναι ενάρετος, εχέμυθος και αγαθός. Το πνεύμα του κακού αποδεικνύεται τελικά ότι δεν είναι ο Ζαράστρο. Ο ιερέας γοητεύεται από την αγάπη, το πάθος και τη δύναμη των νέων για την ανακάλυψη της αιώνιας αλήθειας. Το φως, η αισιοδοξία και η αγάπη θριαμβεύει, η βασίλισσας της Νύχτας και ο Μονόστατος αφανίζονται.  Η απόλυτη ελευθερία, η βαθιά αγάπη, η ανοιχτόκαρδη αδελφοσύνη, η εναγώνια αναζήτηση της αρετής, η νικηφόρα πορεία της αλήθειας είναι τα ιδανικά και οι αξίες που διαπερνούν τη μεγαλειώδη αυτή όπερα. 

«Ο Μαγικός Αυλός» έχει γνωρίσει πολλές κινηματογραφικές μεταφορές ανάμεσά τους,  του Ινγκμαρ Μπέργκμαν, ο οποίος παρεμβαίνοντας στο λιμπρέτο και αλλάζοντας τις ιδιότητες κάποιων από τους ήρωες της όπερας, έφτιαξε το «δικό» του «Μαγικό Αυλό», και ο Κένεθ Μπράνα (2006) κατέθεσε τη δική του εκδοχή.

«Ο «Μαγικός Αυλός» του Μότσαρτ έχει συναρπάσει το κοινό εδώ και περίπου 230 χρόνια. Μέχρι σήμερα, κατέχει την κορυφαία θέση ανάμεσα σε άλλες όπερες». Δηλώνει το Διεθνές Ιδρύμα Μοτσαρτέουμ για την ταινία, «Το τραγούδι του Κυνηγού των Πουλιών ή η άρια τις Βασίλισσας της Νύχτας είναι γνωστά σε όλο τον πλανήτη. Όπως συμβαίνει με τα παραμύθια, ο Μαγικός Αυλός είναι διαχρονικός, ψυχαγωγώντας μικρούς και μεγάλους. Για πολλούς, ο Μαγικός Αυλός είναι η πρώτη επαφή με την όπερα, ίσως και την κλασική μουσική. Έχει μία ξεχωριστή θέση σαν μία πολύτιμη ανάμνηση. Ακόμα και ο διευθυντής του θέατρου Εμάνουελ Σικανέντερ, που έτυχε να είναι ο πρώτος Παπαγκένο του Μότσαρτ, δεν έκανε οικονομία στα εφέ για την πρεμιέρα στη Βιέννη το 1791. Φανταστείτε τρία νεαρά αγόρια να πετάνε, σε μία εποχή που οι πρώτες πτήσεις σε αερόστατο είχαν μόλις πραγματοποιηθεί. Φανταστείτε την είσοδο της Βασίλισσας της Νύχτας ή τις δοκιμασίες με τη φωτιά και το νερό. Ήταν σαν ένα πρωτόγνωρο, κινηματογραφικού τύπου θέαμα. «Είναι αλήθεια αυτό που είδα; Ή με γελούν οι αισθήσεις μου;» αναρωτιέται ο Ταμίνο στην όπερα. – Ράινα Χέναϊς, Γενικός Διευθυντής του Μοτσαρτέουμ

Στην ταινία «ο Μαγικός Αυλός» του πρωτοεμφανιζόμενου Γερμανού  Φλόριαν Ζιγκλ, ο  17χρονος Τιμ (Τζακ Γουλφ) ο οποίος  ονειρευόταν όλη του τη ζωή να πάει στο οικοτροφείο Mozart All Boys.

Όμως βρίσκεται απέναντι σε έναν εχθρικό διευθυντή όταν φτάνει εκεί και σε κάτι τυπάδες που βρίσκουν πολύ διασκεδαστικό να ταλαιπωρούν τον ονειροπόλο Τιμ. Τα πράγματα δεν είναι καθόλου όπως τα φανταζόταν. Οι αγωνίες του πρώτου του έρωτα, αλλά και οι δυσκολίες να μπορέσει να εκφράσει με τη φωνή του τον λυρισμό και το πάθος του, γονατίζουν τον έφηβο. Μέσα σε όλη αυτή την παραζάλη ο Τιμ ανακαλύπτει κάτω από το ρολόι ένα μυστικό πέρασμα που τον οδηγεί σ’ ένα παράλληλο κόσμο. Εκεί θα χαθεί στην καινούργια πραγματικότητα και θα πετάξει πάνω από τον κόσμο της όπερας του Μότσαρτ, τον Μαγικό Αυλό, όπου η φαντασία δεν έχει όρια, τα όνειρα δεν έχουν ορίζοντα και οι επιθυμίες δεν έχουν τελειωμό. Όλη αυτή η ελευθερία, η απόλαυση και ο λυτρωμός έχουν και ένα τίμημα και ο νεαρός Τιμ κινδυνεύει να απογοητεύσει όλους αυτούς που αγαπά. 

Ο Τζακ Γουλφ (The Witcher) έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ το λαμπερό καστ περιλαμβάνει τον Ίγουαν Ρέον (Game of Thrones), τον βραβευμένο με Όσκαρ Φ. Μάρεϊ Έιμπραχαμ (Amadeus) μαζί με σπουδαίους ερμηνευτές της όπερας όπως η Σαμπίν Ντεβιέλ. Ο Μόρις Ρόμπινσον, που υποδύεται τον Σαράστρο, είναι ένας διεθνής σταρ της όπερας που ερμηνεύει στις πιο σημαντικές όπερες του κόσμου, όπως η MET Opera της Νέας Υόρκης. Όλα αυτά ενορχηστρωμένα από το άκρως φιλόδοξο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Φλόριαν Ζιγκλ, ο οποίος λέει, «Στην όπερα, οι ερμηνευτές πρέπει να τραγουδούν δυνατά και με σθένος για να τους καταλαβαίνει ακόμα και ο θεατής στην τελευταία σειρά.  Αλλά το σινεμά είναι ένα διαφορετικό μέσο από μία αίθουσα συναυλιών. Το μοντάζ είναι κρίσιμο στο σινεμά, είναι το εργαλείο για να επιλεχθεί αυτό που τελικά θα δει ο θεατής. Ο ερμηνευτής μπορεί να τραγουδήσει πολύ απαλά και η κάμερα πρέπει να βρεθεί κοντά του και να λειτουργήσει αυτό στο μοντάζ. Η ταινία μεταφράζει μία μορφή τέχνης σε ένα άλλο μέσο. Στην πορεία, ελέγχαμε αν οι προθέσεις μας ταίριαζαν με τις προθέσεις του Μότσαρτ. Το Μοτσαρτέουμ και οι ερμηνευτές, όλοι ειδικοί στον χώρο, κατάλαβαν την προσέγγιση μας, όπως και η Deutsche Grammophon, που θα κυκλοφορήσει το soundtrack. Όλοι τους δέχτηκαν την ταινία σαν μία απόπειρα να σωθεί αυτή η μορφή τέχνης κι έτσι εξασφαλίσαμε μεγάλα ονόματα στις φωνητικές ερμηνείες”. Αυτά όμως που μας λέει ο σκηνοθέτης, αφορούν κυρίως τα σχέδια και τους στόχους.

Γιατί παρ’ όλες τις προθέσεις, η απόπειρα του Γερμανού σκηνοθέτη δεν ολοκληρώνεται και το αποτέλεσμα είναι σχηματικό.

Τελικά μπροστά μας αναπτύσσεται ένα ρομάντζο ενηλικίωσης και μια μελωδική περιπέτεια φαντασίας και το ένα ασφυκτιά στην αγκαλιά του άλλου. Το όλο εγχείρημα προσπαθεί να συνταιριάξει ανόμοια πράγματα και να χωρέσει ανθρώπους και καταστάσεις που δεν έχουν λόγο να βρίσκονται μαζί. Από το αποτέλεσμα λείπει το συναίσθημα, η συγκίνηση και η μαγεία και τελικά μοιάζει περισσότερο με εγκεφαλική κατασκευή, παρά με μαγευτικό λυρικό παραμύθι. Γιατί αυτή η συρραφή από κομμάτια κλασσικής μουσικής, βίντεο κλιπ, όπερας, παραμυθιού, στιγμιοτύπων ενηλικίωσης δεν οδηγεί σε ένα ενιαία δομημένο και εμπνευσμένο αποτέλεσμα, αλλά σε μια πρόχειρη συνένωση της οποίας οι ραφές είναι ευδιάκριτες και τα κομμάτια ποτέ δεν εντάσσονται αρμονικά στο ενιαίο σύνολο.  Η επαφή, όμως έστω δια της τεθλασμένης, με το αριστούργημα του Βόλφγκαγκ Αμαντέους Μότσαρτ τον Μαγικό Αυλό είναι ωφέλιμη, ενδιαφέρουσα και ευεργετική.

Γιατί ποιος μπορεί να ισχυριστεί πως δεν υπάρχουν δαίμονες, δεν υπάρχει μαγεία, δεν υπάρχουν ξωτικά από τη στιγμή που αυτά είναι τα πιο όμορφα δημιουργήματα της ψυχικής δραστηριότητας του ανθρώπου; Γιατί αν τα κρύσταλλα της αντίληψης, τα καθάριζε κάποιο θεϊκό χέρι, όλα θα άστραφταν στο φως της αλήθειας και θα εμφανίζονταν εμπρός μας με όλες τους τις διαστάσεις και θα φάνταζαν διαφανή, αχανή, άπειρα, μαγικά, ποιητικά.