/Ο Κωνσταντίνος Λίχνος στο CulturePoint.gr

Ο Κωνσταντίνος Λίχνος στο CulturePoint.gr

Ο συγγραφέας Κωνσταντίνος Λίχνος συνομιλεί με τον Γιώργο Δόλγυρα με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου www.Dialogos.gr

Ποιος είναι ο Κωνσταντίνος Λίχνος ως συγγραφέας και ως άνθρωπος;

Δύσκολο ερώτημα. Το γνώθι σαυτόν είναι ένα βάσανο διαχρονικό, εξαιτίας και του βάθους των ανθρώπινων χαρακτήρων αλλά και των αντιφάσεών τους. Καταλήγει ευκολότερο να προσδιορίσει κάποιος το τι του αρέσει να κάνει ή τι αποφεύγει, παρά να απαντήσει καταληκτικά στο ερώτημα: Ποιος είναι; Θα το αντιπαρέλθω λοιπόν. Όσον αφορά το ποιος είμαι ως συγγραφέας, εδώ νομίζω πως καλούνται τα γραπτά μου να το διασαφηνίσουν αυτό. Οπότε θα παραπέμψω σ’ εκείνα.

Γιατί αποφασίσατε να γράψετε το συγκεκριμένο ιδιαίτερο έργο αλλά και γενικότερα, τι σημαίνει διάλογος για εσάς;

Όσο αληθές είναι ότι ένας συγγραφέας επιλέγει το θέμα με το οποίο θα καταπιαστεί, άλλο τόσο αληθές είναι και πως το θέμα επιλέγει εκείνον. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, προέκυψε εξαιτίας των βιωμάτων μου και τις συνειδησιακές διεργασίες που μου γεννούσαν. Η περίοδος που διαδραματίζεται η ιστορία του βιβλίου, το έτος 2015 δηλαδή, έχει χαρακτηριστεί ως η πιο ταραχώδης περίοδος της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας. Οι πολιτικές εξελίξεις ήταν ραγδαίες και τα ζητήματα που εγείρονταν πάμπολλα και ποικίλα, και όλοι/όλες μας πασχίζαμε να σταθμίσουμε τις καταστάσεις και να αποκρυσταλλώσουμε γνώμη.

Το γράψιμο είναι για μένα ένας τρόπος να τακτοποιώ τις σκέψεις μου γύρω από θέματα που με ταλανίζουν, και καταλήγει σε τρόπο παρέμβασης στα θέματα αυτά. Το γράψιμο του Dialogos.gr ήρθε σαν ανάγκη δηλαδή, αφουγκρασμού και ερμηνείας της κοινωνικής κατάστασης που διαμορφώνονταν γύρω μου. Το βιβλίο, όπως εσείς το χαρακτηρίσατε, είναι ιδιαίτερο και καταπιάνεται με πολλά ζητήματα, επειδή ήταν πολύπλοκες και οι καταστάσεις την περίοδο της συγγραφής του. Η βασική του θεματική, βέβαια, είναι εκείνη της ανθρώπινης επικοινωνίας και του Διαλόγου. Και τώρα έρχομαι στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματος.

Διάλογος για μένα σημαίνει αποκάλυψη, ξεγύμνωμα. Όταν είμαι μόνος και συνομιλώ με τον εαυτό μου, στοχάζομαι. ΌΤαν όμως διαβάζω ένα βιβλίο και συνομιλώ με τον συγγραφέα του ή όταν συνδιαλέγομαι με έναν συνάνθρωπό μου, στοχάζομαι, αποκαλύπτομαι, αυτοαξιολογούμαι και συνάμα γίνομαι μάρτυρας της αποκάλυψης του άλλου, τον αξιολογώ και τελικά επηρεαζόμαστε αμφότεροι. Δεδομένου πάντα, πως αυτοί/αυτές που συμμετέχουν σε ένα διάλογο είναι άξιοι συνομιλητές, και ως άξιοι δεν εννοώ να έχουν ακράδαντα επιχειρήματα αλλά να μπορούν να ακούν, να σκέφτονται προτού μιλήσουν και να μιλούν με ειλικρίνεια. Όταν μιλήσεις σε κάποιον με ειλικρίνεια θα εκτεθείς απέναντι σε εκείνον αλλά και απέναντι στον εαυτό σου, και μόνο τότε αξίζει να ακούς τη φωνή του εαυτού σου. Διάλογος σημαίνει αναζητώ την αλήθεια συνεργατικά, την όποια αλήθεια αναζητούμε με τους συνομιλητές μας στην εκάστοτε περίσταση.

Το 2015 κυριαρχούσε στη χώρα το πρόβλημα της οικονομικής κρίσης και είχαμε χωριστεί σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς, σήμερα η πανδημία είναι το κυρίαρχο ζήτημα και πάλι είμαστε χωρισμένοι σε εμβολιαστές και αντιεμβολιαστές. Θα τα καταφέρουμε άραγε ποτέ να έχουμε έναν γόνιμο διάλογο πιστεύετε ή διαρκώς θα βρισκόμαστε σε διχασμό;

Ο πλουραλισμός απόψεων, ακόμη και η έντονη διχογνωμία, δεν είναι πρόβλημα θεωρώ. Πρόβλημα καταλήγει η αδυναμία της ανταλλαγής γνωμών και διαλόγου μέσα σε ένα πλαίσιο εποικοδομητικό.

Η διευρυμένη αγανάκτηση, οι τάσεις αναχωρητισμού, το διαρκές αίσθημα ερεθισμού και η τάση οχύρωσης στο οικείο και ιδιωτικό που μας χαρακτηρίζει τελευταία, μαζί με την καλώς εκφραζόμενη δυσαρέσκεια προς την οργανωμένη πολιτεία και τις κοινωνικές εξελίξεις, δημιουργούν συνθήκες που δεν ευνοούν τον Διάλογο. Το ζήτημα έχει κοινωνική υπόσταση λοιπόν. Σε προσωπική βάση, η αδυναμία για διάλογο μπορεί να υποδηλώνει ανεπαρκή οργάνωση των σκέψεών μας, την άρνηση μας να θέσουμε τις απόψεις μας υπό αμφισβήτηση, επιφύλαξη, μέχρι ακόμη και μισαλλοδοξία.

Το αν ο καθένας/καθεμιά από εμάς ξεχωριστά, θα κατορθώσει να εμπλακεί σε γόνιμο διάλογο με τους άλλους αλλά και τη συλλογικότητα που μας περιβάλλει, παραμένει να δειχθεί. Θεωρώ όμως, πως η ίδια η ζωή θα μας αναγκάσει.

Κομφούκιος (ο άνθρωπος είναι η πηγή του κακού, συνεπώς δεν υπάρχει ελπίδα για αλλαγή), Βούδας(γεννιόμαστε για να υποφέρουμε και μέσω του πόνου να εξαγνιστούμε) ή Λάο Τσε (η αποδοχή των καταστάσεων οδηγεί στην ευδαιμονία και ευτυχία);

Τίποτα από τα τρία φυσικά. Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό προϊόν, ιστορικά εξελισσόμενο, και σε καμία περίπτωση δεν είναι η αιτία των δεινών που τον βασανίζουν (ακόμη κι όταν φέρει μερίδιο ευθύνης για αυτα).

Ο πόνος και τα βάσανα δεν εξαγνίζουν πάντοτε, αλλά και εξαγριώνουν τους ανθρώπους. Τα περισσότερα από τα βάσανά μας είναι περιττά, και θα ήταν εντελώς απαισιόδοξο να θεωρούμε πως γεννιόμαστε μονάχα για να υποφέρουμε (ακόμη κι αν σε ορισμένες ιστορικές περιόδους τούτο ηχεί ως αληθές).

Τέλος η αποδοχή των καταστάσεων ως έχουν, συνήθως μας οδηγεί σε μια διαβίωση όπου αναγκαζόμαστε να υποφέρουμε, δεν μας οδηγεί στην ευδαιμονία.

Στη ζωή υπάρχουν ζητήματα που καλούμαστε να αποδεχτούμε, αλλά και καταστάσεις που οφείλουμε να αντιπαλέψουμε, ενώ παράλληλα παλεύουμε να εξελίξουμε τους εαυτούς μας. Υπάρχουν βάσανα που μας διαπαιδαγωγούν και βάσανα περιττά που μας εκφυλίζουν και που πρέπει να τα εξαλείψουμε. Θεωρώντας πάντα πως η αλλαγή είναι εφικτή.

Η κόλαση τελικά είναι ο εαυτός μας καθώς ελάχιστοι άνθρωποι ανακαλύπτουν ποιοι πραγματικά είναι κατακτώντας την αυτογνωσία, ή οι άλλοι που αλληλεπιδρούν μαζί μας και μας τονίζουν διαρκώς ότι είμαστε ατελείς;

Ως άνθρωποι είμαστε πράγματι ατελείς, και για να φτάσει κάποιος/κάποια να αισθανθεί, έστω και υποτυπωδώς, το αίσθημα της πληρότητας πρέπει να μοχθήσει πολύ. Οι τριβές μας με τους άλλους ανθρώπους συχνά φανερώνουν και τις αδυναμίες μας, καθώς αποδεικνύουν και τα ελαττώματα των άλλων. Το οποιονδήποτε κοινωνικό υποκείμενο, εάν δεν εχει τοποθετηθεί σε συνθήκες που επιτρέπουν την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του θα καταλήξει δυσλειτουργικό.

Ζούμε σε μια κοινωνία γεμάτη αντιθέσεις και παραλογισμούς, συνεπώς είναι εύλογο να καταλήγουμε όλοι/όλες προβληματικοί και να αναγκαζόμαστε να συνυπάρξουμε με έναν εαυτό ανισόρροπο και συνανθρώπους δυσαρμονικούς.

Κόλαση θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε, την υλική και νοητική κατάσταση όπου κάποιος/κάποια διαβιοί σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, ενώ παράλληλα αδυνατεί να αποδεχτεί τον εαυτό του, αρνείται να συσσωματωθεί στην κοινωνία του και νιώθει αποστροφή για τους συνανθρώπους του, με αποτέλεσμα να αυτοτιμωρείται και να αυτοεξορίζεται. Αυτή η κόλαση είναι υπαρκτή, αλλά δεν πηγάζει από τα έσω μας, απέξω έρχεται και φωλιάζει μέσα μας.

Αυτός ο κόσμος μπορεί να αλλάξει ή «καληνύχτα Κεμάλ αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ», σύμφωνα με τον Χατζιδάκι;

Ο άνθρωπος διαμορφώνεται από την κοινωνία και αναδιαμορφώνει την κοινωνία. Ο κόσμος αλλάζει διαρκώς. Το πως θα καταλήξει, αυτό είναι το μεγάλο, ιστορικής έκτασης, στοίχημα. Συμμετέχουμε όλοι και όλες σε αυτό, άλλοι ποντάρουν λίγα και άλλοι ποντάρουν τα πάντα, μα όλοι κρινόμαστε. Είναι φρονώ, μια απολύτως ρεαλιστική πεποίθηση, εκείνη που υποστηρίζει πως ο κόσμος μπορεί να αλλάξει. Η αντίθετη, μάλιστα, είναι πέρας ως πέρα ανιστόρητη.

Θα συνεχίσετε να γράφετε βιβλία που αγγίζουν τα φιλοσοφικά δοκίμια ή θα σας δούμε και σε πιο εμπορικά είδη; Έχετε σχεδιάσει ή ξεκινήσει να γράφετε το επόμενο έργο σας;

Πέρα από ζητήματα μορφής και τεχνοτροπίας, θεωρώ πως υπάρχουν μονάχα δύο είδη λογοτεχνίας.

Από τη μια η λογοτεχνία της επιφάνειας, της κατανάλωσης, το βιβλίο εμπόρευμα που δεν επιβαρύνει διόλου τη σκέψη του αναγνώστη με προβληματισμούς. Τέτοια είναι η συντριπτική πλειοψηφία των βιβλίων που κυκλοφορούν.

Από την άλλη υπάρχει η λογοτεχνία του βάθους, που αναγκάζει τον αναγνώστη να αναλογιστεί ποιος είναι και τι συμβαίνει γύρω του. Αυτή η λογοτεχνία δεν ενδείκνυται για μαζική κατανάλωση και δεν λογαριάζει τα παράγωγά της ως εμπορεύσιμα προϊόντα. Εγώ θέλω να πιστεύω, πως με το ισχνό μου μέγεθος, υπηρετώ τη δεύτερη, και πρόθεση να ακολουθήσω πιο εμπορικές διαδρομές δεν έχω καμία. Θα συνεχίσω να γράφω βιβλία που αγγίζουν τα φιλοσοφικά δοκίμια λοιπόν, δεν μπορώ να γράψω κάτι διαφορετικό.

Για το τέλος, ποια ευχή ή προτροπή θα δίνατε για την νέα χρονιά;

Εύχομαι για τη νέα χρονιά, να εξομαλυνθεί η κατάσταση με την πανδημία, ώστε να επιστρέψουμε σε μια κανονικότητα, που θα μας επιτρέπει, υπό καλύτερους όρους, να αντιτασσόμαστε στην αβάσταχτη κανονικότητα των καιρών μας.