/Ο Γιώργος Χατζηπαύλου στο CulturePoint.gr

Ο Γιώργος Χατζηπαύλου στο CulturePoint.gr

O Γιώργος Χατζηπαύλου που στις 4 Δεκεμβρίου ξεκινά στο Μέγαρο Μουσικής τις παραστάσεις του με το Comedy Club για παιδιά, συνομιλεί με τον Κωνσταντίνο Μανίκα, για την ιδέα και το περιεχόμενο τους, τα παιδιά και τους γονείς ως θεατές, το παρόν και το μέλλον του stand up comedy και τα μελλοντικά του σχέδια.

Τρίτη χρονιά Comedy Club για παιδιά στο Μέγαρο Μουσικής. Πώς προέκυψε αυτή η πρωτότυπη ιδέα;

Ήταν συνδυασμός μιας επιθυμίας που είχα να φτιάξω ένα stand up comedy show που να αφορά και γονείς και παιδιά. Και η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχουν τόσες πολλές κωμωδίες για παιδιά στο θέατρο, την τηλεόραση τον κινηματογράφο, Έχουν στοιχεία κωμωδίας αλλά δεν είναι αυτό που οι ενήλικες εννοούμε κωμωδία, όταν το λέμε για μας.

Και η δεύτερη αιτία ήταν επειδή ήθελα να υπάρχει ένα project που να μπορεί ο γιος μου να το δει πιο γρήγορα από την ηλικία των 15-16 ετών που είναι αποδεκτό να πάει κάποιος να δει μια παράσταση stand up comedy ενηλίκων.

Πόσο διαρκεί κάθε παράσταση και πώς είναι δομημένη; Πόσο έντονο είναι το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού;

Αυτοσχεδιασμός δεν υπάρχει, όπως και γενικότερα δεν υπάρχει στο stand up, παρότι μερικές φορές μπορεί να φαίνεται κάτι τέτοιο. Είναι πολύ μικρές, σε διάρκεια και σε αριθμό, οι φορές που κάτι μπορεί να προκύψει επί τόπου.

Η διάρκεια της παράστασης είναι 60 λεπτά, που είναι πάνω κάτω κι η διάρκεια που ένα παιδί αυτής της ηλικίας μπορεί να παρακολουθήσει απρόσκοπτα.

Και η κεντρική ιδέα, για να πάμε στη δομή, είναι observational humor για τη ζωή των παιδιών, πράγματα που τους αφορούν, το περιβάλλον τους, οι φίλοι, οι ηπερήρωες, τα παιχνίδια, τα ταξίδια, η καθημερινότητα τους, γενικά. Για τους γονείς τους, να θυμηθούν ότι κι αυτοί ήταν παιδιά και δεν έχουν αλλάξει και πάρα πολύ τα πράγματα για το πώς βλέπεις τον κόσμο όταν είσαι παιδί. Υπάρχει και η αποκάλυψη ότι ένα παιδί δεν ξέρει πώς είναι να είσαι μεγάλος, ένας μεγάλος ξέρει πώες είναι να είσαι παιδί. Οπότε, αναγκαστικά πρέπει να συναντηθούν κάπου στη μέση. Δηλαδή, υπάρχουν κάποια spoilers προς τα παιδιά για τον κόσμο των μεγάλων. Γιατί τους λένε, ας πούμε, πράγματα που τους λένε, ή κάποια από αυτά που τους λένε γιατί δεν έχουν νόημα αλλά δεν μπορείς να το αποδείξεις ως παιδί. Και για τους μεγάλους, να τους θυμίσει ότι κι εκείνοι τα ίδια πράγματα άκουγαν.

Η κεντρική ιδέα λοιπόν είναι να πάρει τους μεγάλους και να τους πάει λίγο πίσω, χωρίς να καταργήσει την ωριμότητα τους και στα παιδιά να αποκαλύψει κάποια πράγματα από τον κόσμο των μεγάλων.

Τι επιλέγετε από την καθημερινότητα των παιδιών για να σχολιάσετε και με ποιο τρόπο το προσεγγίζετε;

Πρώτα απ’ όλα, επιλέγω πράγματα τα οποία αφορούν στα παιδά. Και στη τρέχουσα πραγματικότητα αλλά κυρίως στη γενική πραγματικότητα. Αυτά που σε απασχολούν, επί της αρχής ως παιδί, είναι τα ίδια σε όλες τις εποχές. Οι συμβουλές των γονιών για παράδειγμα, οι παράλογες φράσεις που τους λένε. Φράσεις όπως, “φάε αυτή είναι η δύναμη σου” ή το “βάλε ζακέτα” ή το “αν οι φίλοι σου πέφταν στον γκρεμό, θα ΄πεφτες κι εσύ;”, αυτά είναι γενικά σε όλες τις εποχές. Μετά είναι η πραγματικότητα των παιδιών που περιλαμβάνει τους φίλους τους, την αγάπη για το περιβάλλον, τα ζώα, για το να ανακαλύψουν καινούρια πράγματα.

Από κει και πέρα η επιλογή μου γίνεται με στόχευση την κωμωδία. Θέλω να φύγουν όλοι από την παράσταση και να γελάνε ξανά και ξανά και ξανά, όπως γελάνε οι ενήλικες σε μια παράσταση stand up. Αυτό που με ενδιαφέρει επίσης αρκετά, είναι να δείξω στα παιδιά ότι η κωμωδία είναι μια γλώσσα επικοινωνίας, πέρα από κάτι ψυχαγωγικό. Γιατί τους μιλάω για πράγματα που, ενδεχομένως κι εκείνα μιλάνε μεταξύ τους ή με τους γονείς τους αλλά με μια διαφορετική διάλεκτο. Είναι η γλώσσα τους, αλλά μια διάλεκτος που περιέχει πολλά κωμικά στοιχεία.

Πόσο δύσκολο είναι να προσαρμοστεί ο λόγος και το ύφος του stand up στις ανάγκες των παιδιών;

Δεν υπάρχει ζήτημα προσαρμογής γιατί τα κείμενα γράφτηκαν από το μηδέν για τα παιδιά. Πλην ορισμένων εξαιρέσεων που ήταν κείμενα που θα μπορούσαν να δουλέψουν, έτσι κι αλλιώς σε διαφορετικές ηλικίες, δεν υπήρξε κάποια μετατροπή, μεταφορά κάποιου κειμένου από την παράσταση των ενηλίκων. Και θεματολογικά δεν θα τα αφορούσε. Δεν βάζω λοιπόν στο μυαλό αν υπάρχει κάποιος βαθμός δυσκολίας γιατί το έκανα λιγότερο ή περισσότερο περίπλοκο, ενώ δεν είναι έτσι. Είναι ένα κομμάτι της δουλειάς μου, απλά με πολύ ξεκάθαρη στόχευση ηλικιακά. Οπότε σ’ αυτό το πλαίσιο δεν υπάρχει προσαρμογή, υπάρχει επιλογή και σωστή διατύπωση. Από τη μια, να είναι αστεία. Από την άλλη, να είναι παιδαγωγική. Και το τρίτο και το βασικότερο να δένουν αυτά μεταξύ τους χωρίς να γίνεται κάτι διδακτικό. Να μην τους θυμίζει έναν τύπο που τους λέει προσέξτε αυτό, προσέξτε εκείνο, έστω κι αν γελάνε. Να είναι η ζωή τους μεταφρασμένη σε κωμωδία.

Πώς θα χαρακτηρίζατε τα παιδιά ως θεατές σε σχέση με τους γονείς τους; Ποιες είναι οι διαφορές στις αντιδράσεις τους; Ποιος είναι πιο “δύσκολος”;

Ούτε εδώ τίθεται θέμα σύγκρισης επειδή δεν είναι θέμα ηλικίας. Επειδή το υλικό είναι τέτοιο στην παιδική παράσταση που καλύπτει και τις δύο περιπτώσεις, και τα παιδιά και τους μεγάλους. Οπότε δεν υπάρχει πιο δύσκολος θεατής.

Οι διαφορές είναι ότι τα παιδιά, επειδή ουσιαστικά έρχονται για πρώτα φορά σε μια παράσταση που είναι αμιγώς κωμική, από την αρχή μέχρι το τέλος, είναι πάρα πολύ εγκάρδια. Φαίνεται ότι κάποιος που τους κάνει να γελάνε είναι συμπαθητικός, όπως και στους ενήλικες αλλά στα παιδιά είναι και λίγο πιο αποκαλυπτική εμπειρία, γιατί μέχρι να δουν stand up δεν έχουν δει κάτι που να είναι διαρκώς αστείο. Αλλά είναι η φύση του είδους τέτοια. Επίσης τα παιδιά δεν έχουν και κινητά τηλέφωνα, να ξεφύγει κανένα, να χτυπάει την ώρα της παράστασης. Οι μεγάλοι μπορεί να είναι με το κινητό ανοιχτό, τα παιδιά δεν έχουν οπότε δεν υπάρχει θέμα. Και μάλιστα τους κάνει και παρατήρηση. Γιατί έχω ένα κομμάτι που εξηγώ για ποιο λόγο οι μεγάλοι αφήνουν το κινητό ανοιχτό στο σινεμά και το θέατρο, και τους κάνουν και παρατήρηση. Μαμά, μπαμπά, κλείστο.

Το δεύτερο μέρος, δεν είναι πώς αντιμετωπίζεται το κοινό σε μεγάλους και μικρούς, αν χωρίζεται η όχι, αλλά το πώς νιώθω εγώ που θέλω να τους φέρω στο ίδιο σημείο, να γελάσουν με το ίδιο πράγμα. Οπότε δεν βλέπω κάποια δυσκολία, είναι ο στόχος μου αυτός. Αλλά χαίρομαι λίγο παραπάνω όταν γελούν τα παιδιά. Αυτή είναι η πιο ευχάριστη πλευρά της παράστασης. Από τους μεγάλους το περιμένω.

Υπάρχει κάποιο θέμα που ενθουσιάζει περισσότερο τα παιδιά ή κάποιο που αγγίζει περισσότερο τους γονείς;

Από καθαρά παρατήρηση στις τελευταίες παραστάσεις, γιατί πάντα έχω στο μυαλό μου τις τελευταίες παραστάσεις, στο κείμενο που αφορά στα ζωάκια γιατί ανοίγει λιγάκι εκεί το θέμα, μιλάμε και για ζώα που θα θέλαμε να είχαμε, από δεινόσαυρους μέχρι πούμα. Και το κομμάτι των παράλογων φράσεων που λένε οι γονείς. Αυτά τα δυο.

Γιατί στο πρώτο βλέπουν ότι η φαντασία μπορεί να είναι και κωμική. Δηλαδή κάνουμε αστεία με ζώα τα οποία δεν θα έχουμε ποτέ στη αυλή μας, στο σπίτι μας, στη γειτονιά. Και οι παράλογες φράσεις γιατί τους δίνει ακριβώς το πλαίσιο. Καταλαβαίνω ότι μου λες κάτι παράλογο, μαμά ή μπαμπά, αλλά δεν μπορώ να το αποδείξω. Κι αυτός ο κύριος στη σκηνή το απέδειξε και μάλιστα γελάσαμε και οι δύο.

Εκεί νομίζω ότι υπάρχει ένας ενθουσιασμός. Και στην αρχή που τους εξηγώ τι θα δουν. Είναι όλες οι πληροφορίες, καινούριες, διαφορετικές. Δηλαδή τους εξηγώ πως αυτό το θέαμα δεν έχει σκηνικά, όπως άλλες παραστάσεις, εγώ τους κοιτάζω όταν μιλάω, δεν είναι όπως σε άλλα θέατρα που μιλάνε μεταξύ τους οι ηθοποιοί στη σκηνή. Και κει ενθουσιάζονται γιατί δημιουργείται μια προσδοκία, σου λέει τι είναι αυτό που θα δω τώρα, δεν είναι κάτι σαν αυτά που έχω ξαναδεί.

Πώς κρίνεται την ποιότητα του stand up στην Ελλάδα και πώς επηρεάστηκε η θεματολογία από τις γενικότερες εξελίξεις την τελευταία δεκαετία των κρίσεων;

Θα απαντήσω ως θεατής για να είμαι πιο δίκαιος. Εγώ βλέπω πάρα πολλές παραστάσεις stand up ελληνικές, κι ο λόγος που βλέπω είναι γιατί τις απολαμβάνω και γελάω. Εξίσου βλέπω και αμερικάνικο και βρετανικό stand up. Άρα μ’ αυτό το σκεπτικό θεωρώ ότι έχουμε μια παρά πολύ καλή σκηνή στην Ελλάδα. Οι Έλληνες κωμικοί δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από το εξωτερικό. Η μόνη διαφορά είναι η γλώσσα ποτ περιορίζει λιγάκι τη δράση σου ως κωμικός και οι ευκαιρίες που έχεις να δοκιμάζεις το υλικό σου. Επειδή το stand up βασίζεται στη δοικιμή του υλικού πριν ξεκινήσεις την παράσταση επίσημα δοκιμάζεις το υλικό σου σε βραδιές δοκιμών. Αυτοί οι χώροι όπου μπορείς να δοκιμάσεις το υλικό και οι ευκαιρίες που έχεις είναι πολύ λιγότερες. Στο εξωτερικό ένας κωμικός μπορεί, μέσα σε μία μέρα, να δοκιμάσει και 3 και 4 φορές το υλικό του σε διαφορετικές παραστάσεις. Στην Ελλάδα δεν το έχουμε αυτό. Οπότε εκεί υπάρχει ένα handicap θεωρώ εγώ. Αλλά σε ποιοτικά χαρακτηριστικά νομίζω δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα.

Σίγουρα επηρεάζει η παγκόσμια κατάσταση τη σκηνή του stand up, ως επί το πλείστον την αμερικάνικη και τη βρετανική, αυτή που απευθύνεται σε όλον τον κόσμο. Επηρεάζει κα τις υπόλοιπες αλλά πλέον με το ίντερνετ και την επαφή που έχουμε με την πραγματικότητα εκτός των τειχών νομίζω ότι είμαστε όλοι στο ίδιο σημείο. Το stand up είναι πολύ γρήγορα εξελίξιμο είδος κωμωδίας γιατί βασίζεται στην προσωπικότητα, την αντίληψη του δημιουργού. Οπότε εξελίσσεται ο άνθρωπος, εξελίσσεται κι η κωμωδία του μαζί. Άρα είμαστε πολύ καλοί δέκτες ή πολύ καλοί στο κομμάτι της αντίληψης του τι συμβαίνει για να προσαρμοστούμε στη θεματολογία κι η προσέγγιση. Κι αυτό είναι σημαντικό.

Ποιο προβλέπετε να είναι η εξελιξη του stand up και πώς βλέπετε δημιουργικά κι εσάς μέσα σε αυτό;

Ασφαλής πρόβλεψη δεν υπάρχει πέρα από το ότι με τα μέχρι τώρα δεδομένα που όλο και περισσότεροι άνθρωποι ενδιαφέρονται για το stand up, και να κάνουν και να δουν, θεωρώ ότι η σκηνή θα μεγαλώνει κι οι κωμικοί θα αυξάνονται.
Η δική μου θέση μέσα σε αυτό, είναι ως στόχευση, η διάρκεια. Αυτό με ενδιαφέρει κυρίως. Δηλαδή, δεν με ενδιαφέρουν οι κορυφές ή οι κατακτήσεις, οι πρωτιές. Προτιμώ να έχω μια σταθερή παρουσία με αυτά που θέλω να κάνω, με αυτά που θέλω να πω, και κάπως έτσι πορεύομαι. Δεν βάζω στόχους για να απογοητευτώ ή να χαρώ. Μ’ ενδιαφέρει το κάθε μέρα. Κι επειδή το stand up είναι, όπως όλο το live θέαμα, θνησιγενές, κάτι που γίνεται τώρα, έχει αξία μόνο γι’ αυτούς που το είδαν, δεν μεταφέρεται. Οπότε επειδή πάντα είσαι στο μηδέν με κάποιο τρόπο, είτε επειδή η παράσταση τέλειωσε, είτε επειδή τα κείμενα δεν τα ξανακάνεις, μπαίνεις στη διαδικασία να ξαναγράψεις καινούρια, με ενδιαφέρει η διάρκεια και νομίζω ότι για το stand up αυτό είναι κι ένα βασικό χαρακτηριστικό. Επειδή τα αστεία δεν επαναλαμβάνονται, αν τα ξέρεις δεν έχουν την ίδια πρόσβαση, το ξέρει το αστείο τελείωσε δεν ξαναγελάει. Οπότε νομίζω αυτό είναι το μέλλον για μένα. Πολύ γράψιμο, πολύ δουλειά.

Γενικά για τη σκηνή, νομίζω ότι είναι μια οριζόντια ανάπτυξη. Δηλαδή, σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας υπάρχουν πλέον κωμικοί, μεγαλώνει η σκηνή, πολύ πιο ενδιαφέρουσες παραστάσεις, πολλά σόλο. Κάπως έτσι, θεωρώ ότι θα εξελιχθεί το πράγμα.