Ο Μανώλης Καλομοίρης γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1883. Διάσημος παιδαγωγός, συνθέτης και πιανίστας. Είναι ο δημιουργός της Ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής. Η καταγωγή του πατέρα του, του γιατρού Γιάννη Καλομοίρη ήταν από την Σάμο, ενώ η μητέρα του η Μαρία Χαμουδοπούλου είχε ρίζες από ιστορική οικογένεια της Σμύρνης.
Φοίτησε πιάνο στη γενέτειρά του, με δάσκαλο στον Δ. Καπαγκρόσσα. Αργότερα, το διάστημα 1894 – 1899 φοίτησε στην Αθήνα στο “Εθνικό Λύκειο” και διδάχτηκε πιάνο από τον Τιμόθεο Ξανθόπουλο. Στη συνέχεια, ύστερα από την μετάβασή του στην Κωνσταντινούπολη – όπου γράφτηκε στο “Λύκειο Χατζηχρήστου” και έκανε πιάνο με την Σοφία Σπανούδη περίπου για δυο χρόνια – κατέληξε στη Βιέννη. Εκεί παρέμεινε το διάστημα 1901- 1906, αντιδρώντας στην επιθυμία της μητέρας του να γίνει γιατρός και ακολουθώντας τον δρόμο της μουσικής. Στην συγκεκριμένη πόλη, εκτός από το πιάνο, σπούδασε ανώτερα θεωρητικά και γνώρισε τη Γερμανική μουσική, ιδιαίτερα εκείνη του Ρ. Βάγκνερ. Παρακολούθησε μαθήματα των W. Bauch (πιάνο), H. Graender (αρμονία), A. Sturm (αντίστιξη και σύνθεση) και ιστορίας της μουσικής με τον Ε. Μαντυτσέφσκυ στο Ωδείο της “Εταιρείας Φίλων της Μουσικής”. Την περίοδο 1906-1910 έμεινε στο Χάρκοβο της Ρωσίας, και εργάστηκε ως καθηγητής πιάνου στη Μουσική Σχολή του Λυκείου Ομπολένσκι. Γνώρισε την Ρώσικη Μουσική Σχολή και την “Ομάδα των Πέντε”. H oριστική του εγκατάσταση στην Αθήνα έγινε το 1910.
Όταν εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα, ανέλαβε θέση καθηγητή πιάνου και ανώτερων θεωρητικών στο Ωδείο Αθηνών την περίοδο 1911- 1919. Ακόμα, τα διαστήματα 1918-1920 και 1922-1936 υπήρξε γενικός επιθεωρητής των Στρατιωτικών Φιλαρμονικών.
Το έτος 1919, ήταν για εκείνον ένδοξο και τραγικό ταυτόχρονα: αυτοκτόνησε (ή δολοφονήθηκε) ο γιος του Γιαννάκης, ενώ ο ίδιος ο Καλομοίρης κατόπιν αποχωρήσεώς του από το Ωδείο Αθηνών ίδρυσε το Ελληνικό Ωδείο (ως συνέχεια του Ωδείου Λότνερ) και τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών. Θα διευθύνει το Ελληνικό Ωδείο ως το 1926, οπότε θα ιδρύσει το Εθνικό Ωδείο, το οποίο θα διευθύνει ως το τέλος της ζωής του.
Η ίδρυση ωδείων (με πολλά παραρτήματα σε διάφορα σημεία της Ελλάδας) ήταν ένα μόνο μέρος της προσφοράς του ως μουσικού παιδαγωγού – χάρη στην ύπαρξη τους πολλά ταλαντούχα Ελληνόπουλα μπόρεσαν να γνωρίσουν τη μουσική και στη συνέχεια να κάνουν διεθνή μουσική καρριέρα σε όλο τον κόσμο.
Ένα επίσης μεγάλο μέρος της παιδαγωγικής προσφοράς του ήταν η έκδοση εκπαιδευτικών βιβλίων: Τα πρώτα μαθήματα για πιάνο (σε συνεργασία με την Αύρα Θεοδωροπούλου το 1924), Στοιχειώδης Θεωρία (1924), Αρμονία δίτομο (1933 και 1935), Vocalises-Etudes (A.L. Hettich, Repertoire Moderne de Vocalise-Etude’ Al Leduc, Paris 1929), Μορφολογία δίτομο (1939 και 1957), Οργανογνωσία (1957), Μελωδικές Ασκήσεις των Μ. Καλομοίρη – Φ. Οικονομίδη (5 τεύχη), Θέματα σχολικής αρμονίας επίσης των Μ. Καλομοίρη – Φ. Οικονομίδη, Βάγκνερ, ο δημιουργός του μουσικού δράματος (πρόκειται για μουσικοφιλολογικό έργο, “βιβλιοθήκη βιογραφιών” εκδόσεων “Βίβλος” 1953 και “Νεφέλη” 1988).
Σε αυτά τα παιδαγωγικά πονήματα μπορούν να περιληφθούν αρκετά μουσικολογικά άρθρα, όπως και τα απομνημονεύματά του με τίτλο Η Ζωή μου και η Τέχνη μου. Αξίζει επίσης να αναφερθεί η δραστηριότητά του ως μουσικοκριτικού – αρθρογράφησε στα περιοδικά Νουμάς, Παναθήναια, Εργασία, στην εφημερίδα Έθνος και σε πολλά άλλα περιοδικά κι εφημερίδες .
Ανέλαβε ηγετικές θέσεις, όπως εκείνη του προέδρου της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών (1936-1957 με μια διετή διακοπή), της οποίας πήρε την θέση του Επίτιμου Προέδρου το 1958. Το 1933 ίδρυσε τον Εθνικό Μελοδραματικό Όμιλο θίασος όπερας που έκλεισε νωρίς. Ακόμα, υπήρξε αντιπρόεδρος του Διοικητικού Ανωτάτου Συμβουλίου Μουσικής (1943-1952), γενικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (1944-45), πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Συνθετών – Συγγραφεών και Εκδοτών (1947), πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (1950-52), μέλος του Γνωμοδοτικού Μουσικού Συμβουλίου (1959-62). Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, εκ των οποίων αξίζει να αναφερθεί η εκλογή του ως μέλους της Ακαδημίας Αθηνών το 1945.
Τιμήθηκε στη ζωή του με πολλά Ελληνικά και ξένα βραβεία, όπως η εκλογή του ως μέλους της Ακαδημίας Αθηνών το 1945.
Πριν την άφιξή του στην Αθήνα το 1910, έχει ήδη συνθέσει τα πρώτα του έργα: το 1902 έγραψε τραγούδια για φωνή και πιάνο, όπως και το κομμάτι για πιάνο Ανατολίτικη Ζωγραφιά. Το 1908 είναι η πρώτη συναυλία με έργα του στην Αθήνα. Δόθηκε στο Ωδείο Αθηνών και ύστερα από έντονες διαφωνίες το πρόγραμμα της γλώσσας τυπώθηκε στα Γαλλικά. Υπήρχε εκείνη την εποχή διαμάχη ανάμεσα σε εκείνους που υποστήριζαν την Δημοτική γλώσσα και σε όσους ήθελαν την καθαρεύουσα. Η επιλογή της Γαλλικής γλώσσας έγινε για να μην εμφανιστούν οι μουσικοί όροι του προγράμματος μεταφρασμένοι στην Δημοτική. Η εν λόγω συναυλία ήταν ύμνος στους Δημοτικιστές και την ιδεολογία τους και όπως ήταν αναμενόμενο ξεσήκωσε αντιδράσεις από τους αντιφρονούντες. Σηματοδότησε δε την έναρξη της Εθνικής Σχολής στην Ελλάδα.
Το μεγαλύτερο μέρος των έργων που παρουσιάστηκαν ήταν μουσική για πιάνο, που ερμήνευσε ο συνθέτης με την σύζυγό του Χαρίκλεια. Τα κομμάτια του για πιάνο ήταν οι πρώτες ελληνικές συνθέσεις για ένα όργανο, το οποίο θεωρήθηκε ως το πλέον αντιπροσωπευτικό για το πνεύμα του ρομαντισμού του 19ου αιώνα: σε αυτά εκμεταλλεύτηκε πλήρως την τεχνική και τις εκφραστικές δυνατότητες που μπορούσε να δώσει αυτό το όργανο. Ως τότε, οι Έλληνες συνθέτες το χρησιμοποιούσαν ως συνοδευτικό εργαλείο, χωρίς να θεωρούν ότι έχει κάποια ιδιαίτερη γλώσσα κι έκφραση. Με τα πιανιστικά έργα του Καλομοίρη λοιπόν ξεκινάει η δημιουργία νεοελληνικής πιανιστικής λογοτεχνίας. Ξεχωρίζουν τα Πέντε Πρελούδια για πιάνο και το Συμφωνικό Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα.
Όπως προαναφέρθηκε, ο Μ. Καλομοίρης ήταν ο ιδρυτής της Ελληνικής Εθνικής Σχολής. Επιρροές που του ενέπνευσαν μια τέτοια πρωτοβουλία ήταν η γνωριμία του με την Ρώσικη Μουσική Σχολή και την “Ομάδα των Πέντε”, η μελέτη του Ελληνικού Δημοτικού Τραγουδιού, ο ασπασμός του “Δημοτικισμού”, ο θαυμασμός για την Γερμανική μουσικη, ειδικά εκείνη του Βάγκνερ. Ήταν ο πρώτος που καλλιέργησε την έννοια του “Κύκλου Τραγουδιών” για φωνή και πιάνο ή σύνολο οργάνων. Πρώτος εκείνος δημιούργησε τις μεγάλες συμφωνικές μορφές στην Ελλάδα. Το έργο του βασίζεται στο συγκερασμό των ελληνικών ρυθμών, θρύλων και παραδόσεων, της λαογραφίας και των νεοελληνικών οραμάτων με την δυτικοευρωπαϊκή μουσική τεχνοτροπία (ιδιαίετρα τη Γερμανική) και τις Εθνικές Σχολές.
Η ιδέα της Ελληνικής Μουσικής είναι τόσο έντονη μέσα του, που του δίνει μια υπέρμετρη αισιοδοξία ως προς την έκβασή της – ακόμα κι όταν κάποιες φορές παλεύει μόνος του για αυτήν, όπως επίσης τον κάνει να βλέπει και να κρίνει αρνητικά την δουλειά των συναδέλφων του: είναι συχνές οι αντιπαραθέσεις του ειδικά με τους εκπροσώπους της Επτανησιακής Σχολής, οι οποίοι έχουν δεχτεί έντονες επιδράσεις από την Ιταλική μουσική.Κύριος αντίπαλός του ήταν ο Ναπολέων Λαμπελέτ, με τον οποίο ανταλλάζουν πνευματώδεις και διασκεδαστικές αντεπιθέσεις ως αρθρογράφοι. Η αρνητικότητα αυτή με την πάροδο των χρόνων υποχωρεί. Όσο περισσότερο γνωρίζει ο ίδιος το έργο τους δείχνει και μεγαλύτερη συγκατάβαση.
Αξίζει να αναφερθεί ο στενός συσχετισμός με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής του σαν τον Παλαμά, τον Σικελιανό και τον Καζατζάκη. Στο ομότιτλο έργο του τελευταίου βάσιστηκε η πρώτη σκηνική δημιουργία του συνθέτη, η όπερα Πρωτομάστορας.
Η δημιουργία αυτή αφιερώθηκε στον Βενιζέλο, τον “Πρωτομάστορα της Μεγάλης Ελλάδας” και αντικατοπτρίζει το πνεύμα όλης εκείνης της εποχής: Τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον εθνικό διχασμό, τον ερχομό του Βενιζέλου στην εξουσία, την Μεγάλη Ιδέα.
Ο συσχετισμός με αυτά τα πρόσωπα προέκυψε από το πάθος του Καλομοίρη για την Εθνική Μουσική και Γλώσσα, το ίδιο πάθος που αργότερα τον ώθησε να χαρακτηριστεί ως ο “συνθέτης του Βενιζελισμού”.
Επεδίωξε την προβολή του έργου του με συχνές εξορμήσεις στο Παρίσι και στο Βερολίνο την περίοδο 1024 – 1939. Παίζονται σε αυτές τις χώρες συνθέσεις του, όπως και πολλών Ελλήνων συνθετών (Πονηρίδη, Πετρίδη, Λεβίδη, Ριάδη, Λαυράγκα) με τη συμμετοχή και Ελλήνων εκτελεστών. Προπολεμικά, ειδικά η Γερμανία έτεινε χείρα φιλίας στην Ελλάδα προσφέροντας υποτροφίες, χρήματα για φιλανθρωπικούς σκοπούς ή για Γερμανικές σχολές ή ακόμα και για τις ανασκαφές στην αρχαία Ολυμπία, δωρήθηκαν μεγάλες βιλβιοθήκες σε Ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα και δόθηκαν υποτροφίες σε Έλληνες σπουδαστές, έγιναν καλλιτεχνικές ανταλλαγές και δόθηκε μεγάλη έμφαση στη δημιουργία Ελληνογερμανικών σχέσεων. Η Γερμανία έδειξε μεγάλο σεβασμό στον Ελληνικό Πολιτισμό τις παραμονές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αυτό συνέβη όμως επειδή ο Ναζισμός ήθελε να τον καπηλευτεί.
Ο Μανώλης Καλομοίρης γοητεύτηκε ιδιαιτέρως από το χέρι φιλίας που ετειναν οι Γερμανοί αφ’ ενός στην Ελλάδα και αφ’ ετέρου προσωπικά σε κείνον. Πέραν του ότι είδε στις κινήσεις τους σεβασμό στην Ελλάδα και τον Πολιτισμό της, με τις πολλές προσκλήσεις που δέχτηκε στη Γερμανία για παρουσίαση των έργων του ένιωσε πια πως η Ελληνική Μουσική Ιδέα έχει πια υλοποιηθεί χάρη στις δικές του προσπάθειες. Είδε τις δημιουργίες του να παρουσιάζονται δίπλα σε εκείνες ενός συνθέτη που θαύμαζε σε μεγάλο βαθμό: τον Ιανουάριο του ’40 έγινε ανέβασμα του Δαχτυλιδιού της Μάνας στο Βερολίνο, κατόπιν των παραστάσεων του Δακτυλιδιού του Νιμπελούγκεν του Ρ. Βάγκνερ, που έδωσε η Κρατική Όπερα της Φρανκφούρτης στην Αθήνα. Να σημειωθεί ότι, όπως προαναφέρθηκε, η Γερμανική Μουσική και ειδικά εκείνη του Βάγκνερ ήταν ένα από τα πρότυπα που ενέπνευσαν στον Καλομοίρη τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να γραφτεί η εθνική μας μουσική. Το να παρουσιάζεται ο τελευταίος από τους ξένους ως ο αντίστοιχος Έλληνας Βάγκνερ τον κολακεύει ιδιαίτερα, δίνοντάς του την πεποίθηση ότι πέτυχε το όραμά του. Στη συνέχεια όμως, στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ήρθε και η απογοήτευση, όταν οι Γερμανοί έδειξαν το αληθινό τους πρόσωπο και ο Έλληνας συνθέτης είδε να διασύρεται ο μουσικός πολιτισμός που τον είχε διαμορφώσει και πάνω στον οποίο προσπάθησε να δομήσει τον Ελληνικό Μουσικό Πολιτισμό. Ύστερα από αυτό αποκλείστηκε κάθε σχέδιο συνεργασίας του με αυτή τη χώρα.
Στην όπερα Πρωτομάστορας, όπως και στο Δαχτυλίδι της Μάνας (επίσης όπερα) υπάρχει μια πυκνότητα συμβολισμών ρητά δηλωμένων από το συνθέτη, οι οποίοι σχετίζονται με την απελευθέρωση των σκλαβωμένων πατρίδων, στη δημιουργία μεγάλης Ελληνικής Τέχνης και στην ενσάρκωση της ιδέας της Μεγάλης Ελλάδας.
Αντίστοιχους συμβολισμούς έχει και η Συμφωνία της Λεβεντιάς.
Τέτοια στοιχεία υπάρχουν διάχυτα σε όλες σχεδόν τις όπερες και τη συμφωνική του μουσική. Από πλευράς τεχνικής οι ψυχικές εξάρσεις που συνοδεύουν αυτές εκδηλώνονται στο έργο με άνοδο της δυναμικής και μεγάλες μουσικές φράσεις.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η μεταβολή της διάθεσής του από την πρώτη στη δεύτερη συμφωνια: ο τίτλος της τελευταίας ειναι Συμφωνία των Ανίδεων και Καλών Ανθρώπων για ορχήστρα, σόλο φωνή και χορωδία. Ανάμεσα στα δυο έργα έχουν μεσολαβήσει η καταστροφή της γενέτειράς του Σμύρνης και ο θάνατος του γιου του Γιαννάκη. Mετά την έπαρση και τον εθνικό ενθουσιασμό της πρώτης συμφωνίας, μεταφερόμαστε με την δεύτερη σε μια ατμόσφαιρα πένθιμη αλλά και ωριμασμένη μέσα από τις δοκιμασίες και την ήττα. Πλέον η μεγαλύτερη αξία είναι η ανθρώπινη ζωή. Aπό άποψη τεχνοτροπίας, είναι ξεκάθαρη η επιρροή του από την Γαλλική Μουσική.
Η τρίτη συμφωνία του είναι αφιερωμένη στον ποιητή Κωστή Παλαμά, έναν άθρωπο που θαύμαζε απεριόριστα και με τον οποίο είχε κοινή ιδεολογία σε μεγάλο βαθμο. Ήταν κι οι δυο υπέρμαχοι του Δημοτικισμού. Ο Καλομοίρης θεωρούσε ότι η μουσική αναγέννηση έπεται μιας μεγάλης φιλολογικής αναγέννησης. Επίσης, κατά τον ίδιο δεν μπορεί να υπάρξει σπουδαία Εθνική μουσική χωρίς σπουδαία Εθνική φιλολογία, ενώ η τελευταία μπορεί να εξελιχθεί καλά μέσω της Δημοτικής Γλώσσας. Αφιέρωσε λοιπόν αυτό το έργο στον ομοϊδεάτη του Παλαμά, έναν ποιητή που επηρέασε όσο λίγοι την πορεία των Ελληνικών Γραμμάτων. Η συμφωνία αυτή γράφτηκε δυο χρόνια μετά τον θάνατο του ποιητή (1943) και λέγεται Παλαμική.
Παρουσιάζεται όμως πιο λιτός σε λιγότερο γνωστές συνθέσεις του, όπως οι κύκλοι των τραγουδιών του. Τέτοιοι είναι: οι Ίαμβοι και Ανάπαιστοι με συνοδεία ορχήστρας, και πολλά άλλα.
Αξίζει να αναφερθεί ακόμα η συλλογή τραγουδιών Μαγιοβότανα.
Πέθανε στην Αθήνα το 1962.
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ:
Ο Καλομοίρης υπήρξε πολυγραφότατος και δραστηριοποιήθηκε σε όλα σχεδόν τα είδη της σοβαρής μουσικής, πλην της θρησκευτικής.
Συμφωνική Μουσική: Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της κατηγορίας κάνει χρήση και φωνών. Εξαιρούνται: η Ρωμέικη Σουίτα (1907), οι Τρεις Ελληνικοί Χοροί (1934), Τρίπτυχο για ορχήστρα (1937), Μηνάς ο Ρέμπελος Κουρσάρος στο Αιγαίο (1940), Ο Θάνατος της Αντρειωμένης (συμφωνικό ποίημα σε μορφή χορευτικής σκηνής – 1943), Το Δαχτυλίδι της Μάνας (σουίτα από την ομότιτλη όπερα).
Για σόλο όργανο και ορχήστρα: Νησιώτικες ζωγραφιές για βιολί (1928), Συμφωνικό κοντσέρτο για πιάνο (1935), Κοντσερτάκι για βιολί (1955), Ραψωδία για πιάνο (ενορχήστρωση Γκαμπριέλ Πιερνέ – 1925).
Moυσική Δωματίου: Τρίο για πιάνο, βιολί και βιολοντσέλλο (1921), Σονάτα για βιολί και πιάνο (1948), κ.ά. Koυιντέττο με τραγούδι (Λ. Μαβίλη: Η λήθη και λαϊκά δίστιχα, 1912), Κουαρτέττο σα φαντασία (άρπα, φλάουτο, αγγλικό κόρνο και βιόλα, 1921, 1954).
Έργα για πιάνο: Για τα Ελληνόπουλα, σειρές Α’, Β’ και Γ’ (συνολικά 11 εύκολα κομμάτια, γραμμένα σε διάφορες περιόδους), Νυχτιάτικο (1906/1908), Μπαλάντες αρ. 1-3, Πατινάδα (1907), Ραψωδίες αρ. 1 και αρ. 2 (1921), Πρελούδια αρ. 1-5, Πρελούδιο και Φούγκα για δυο πιάνα (1908).
Όπερες: Πρωτομάστορας (1915) σε λιμπρέτο του Ν. Καζαντζάκη βασισμένο στο δημοτικό ποίημα Το γιοφύρι της Άρτας, Το Δαχτυλίδι της Μάνας (1917 – επεξεργασία 1939) σε λιμπρέτο του ποιητή Γεωργίου Στεφόπουλου, ο οποίος υπογράφει ως Άγνης Ορφικός, Ανατολή (1945) βασισμένη στο μονόπρακτο του Γ. Καμπύση, Τα ξωτικά νερά σε δικό του λιμπρέτο, βασισμένο σε ένα ποίημα του W. B. Yeats, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος (1961) βασισμένο στο ομώνυμο έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Η τελευταία όπερα ήταν το τελευταίο έργο του συνθέτη.
Για τραγούδι και ορχήστρα: Ίαμβοι και Ανάπαιστοι, Μαγιοβότανα (Κωστή Παλαμά 1914), Σ’ αγαπώ (ποίηση Κ. Παλαμά 1925), Ο Πραματευτής, συμφωνικό ποίημα για φωνή και ορχήστρα (ποίηση Γρυπάρη 1920), Οι Ελέυθεροι Πολιορκημένοι (ποίηση Διονυσίου Σολωμού).
Από τα Λυρικά του Σικελιανού (1936-37): Αναδυόμενη, Η Παναγία της Σπάρτης, Το πρωτοβρόχι, Το τραγούδι της Ειρήνης (ποίηση Στρατή Μυριβήλη, 1940), Από τη ζωή και τους καημούς του Καπετάν-Λύρα (ποίηση Μ. Καλομοίρη).
Για φωνή και πιάνο: Η πολιτεία και η μοναξιά (ποίηση Κ. Παλαμά, 1907, 1908, 1909 και 1944), Από τον ταμπουρά και κόπανο (Α. Πάλλη, 1908), Βραδυνοί θρύλοι και Πέρασες (Κ. Χατζόπουλου, 1940-41 και 1946), Από τους πεντασύλλαβους (Κ. Παλαμά, 3 σειρές, 1943), 5 τραγούδια από το τέταρτο βιβλίο της Πολιτείας και μοναξιάς (Κ. Παλαμά 1943-44), Από χώρες και χωριά (6 τραγούδια σε ποίηση του συνθέτη, 1903-07), από τις Ώρες του Μαλακάση (3, 1906), όπως επίσης πολλά άλλα τραγούδια σε ποίηση των προαναφερθέντων ποιητών αλλά Σικελιανού, Καρθαίου, του ίδου του συνθέτη κ.ά. Επίσης, ο Καλομοίρης μας άφησε εναρμονισμένα δημοτικά τραγούδια και λαϊκούς χορούς.
Για φωνή και όργανα: 13 τραγούδια από τον κύκλο των Τετράστιχων του Παλαμά (φωνή και βιόλα, 1943), Κάποια λογάκια από τη Βραδυνή φωτιά του Παλαμά (6 τραγούδια, φωνή, άρπα, κλαρίνο 1943), κ.ά.
Για απαγγελία και ορχήστρα: Μουσική και μελόδραμα για την Στέλλα Βιολάντη του Γρηγόριου Ξενόπουλου (1920), Στ’ Οσίου Λουκά το μοναστήρι (ποίηση Σικελιανού, 1937), Η καταστροφή των Ψαρρών (ποίση Διονυσίου Σολωμού, 1949), Στης τραγουδίστριας τέχνης τα Παλάτια (από τα δεκατετράστιχα του Κ. Παλαμά, 1943, 1946).
Τραγούδια για χορωδία: Η ελιά (ποίηση Παλαμά, για γυναικεία χορωδία και ορχήστρα), Ομπρός (Σικελιανού, για ανδρική χορωδία και ορχήστρα, 1940), Άστραψεν η Ανατολή (δημοτική ποίηση, μονόφωνη χορωδία – υπάρχει έκδοση για φωνή και ορχήστρα), Ο δειλός (Πάλλη, για δίφωνη χορωδία και πιάνο), πολλά τραγούδια για σχολικές, στρατιωτικές και εργατικές χορωδίες με τίτλο Προσφορά στα Ελληνόπουλα (το πιο σημαντικό είναι το Έγια-Μόλα σε ποίηση Μ. Σταματέλου)
Εκπαιδευτικά βιβλία: Στοιχειώδης Θεωρία (1924), Αρμονία Α’& Β’ τεύχη (1933 – 1935 ), Μουσική Μορφολογία, τεύχος πρώτο: Πολυφωνία-Αντίστιξη (1939), Μουσική Μορφολογία, τεύχος δεύτερο: Οι Μορφές στην Κλασσική και Νεώτερη Μουσική (1957), Οργανογνωσία (1957), Μελωδικές Ασκήσεις τεύχη 1-4, Μελωδικές ασκήσεις για δύο φωνές, Θέματα Αρμονίας (1934).
Ανδρέας Χανιώτης, Μουσικός – Απόφοιτος Τμήματος Μουσικών Σπουδών ΕΚΠΑ
ΠΗΓΕΣ:
Μανώλης Καλομοίρης – Βικιπαίδεια
Μανώλης Καλομοίρης, ο ιδρυτής της εθνικής μουσικής σχολής της Ελλάδας – Κεφαλληνού Ελένη
Μανώλης Καλομοίρης, ένας άγνωστος – Καθημερινή
Μανώλης Καλομοίρης – σαν σήμερα – βιογραφίες
Manolis Kalomiris website
Ο “Πρωτομάστορας” της Εθνικής Μουσικής Σχολής – Το Βήμα
Αικατερίνη Ρωμανού, Έντεχνη Ελληνική Μουσική στους νεώτερους χρόνους, εκδόσεις Κουλτούρα, 2006.
Τάκης Καλογερόπουλος, Το λεξικό της Μουσικής, Εκδόσεις Γιαλλέλη, Αθήνα 1998.