Ο Δημήτρης Χαλιώτης συνομιλεί με τον Κωνσταντίνο Μανίκα, με αφορμή την παράσταση “Τα λογοκριμένα” που παρουσιάζεται στις 5 Απριλίου στο θέατρο “Ολύμπια” υπό την οργάνωση του Οργανισμού Πολιτισμού Αθλητισμού και Νεολαίας Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ)
Πώς προέκυψε η ιδέα για τη μουσική παράσταση “Τα λογοκριμένα”;
Διάβασα τυχαία ένα σχετικό άρθρο στο διαδίκτυο και μου κίνησε το ενδιαφέρον. Θέλησα να ψάξω περισσότερες πληροφορίες για την ιστορία της μουσικής λογοκρισίας στην Ελλάδα. Προς μεγάλη μου έκπληξη ανακάλυψα ότι πρόκειται για μία περίοδο 56 χρόνων, από το 1937 οπότε ο δικτάτορας Μεταξάς της δίνει νομική υπόσταση μέχρι το 1993 (!) που καταργείται επίσημα ως νόμος του κράτους. Το γεγονός ότι υπήρχε επίσημη κρατική λογοκρισία στο τραγούδι μέχρι το 1993 με σόκαρε. Προχωρώντας την έρευνά μου βρέθηκα μπροστά σε ένα απίστευτα ογκώδες υλικό με άπειρα τραγούδια που είχαν υποστεί λογοκρισία με διάφορους τρόπους: είτε απαγορεύτηκαν στην εποχή τους και δισκογραφήθηκαν δεκαετίες μετά όπως τα ρεμπέτικα της κατοχής, είτε κυκλοφόρησαν «κουτσουρεμένα» με αλλαγές στους στίχους, είτε βγήκαν σε δίσκο, αλλά «κόπηκαν» από το κρατικό ραδιόφωνο. Ανάμεσα τους τραγούδια πασίγνωστα που κάποια εξ αυτών τα τραγουδάμε με τους λογοκριμένους στίχους και όχι στην αρχική τους εκδοχή. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» ή το «Θα κλείσω τα μάτια». Σκέφτηκα λοιπόν ότι θα είχε πολύ ενδιαφέρον μία μουσική παράσταση που θα διέτρεχε όλη αυτή την ιστορία της μουσικής λογοκρισίας σαν χρονικό μαζί με γνωστά λογοκριμένα τραγούδια από τη δεκαετία του ’30 μέχρι τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Κάπως έτσι κι αφού έβαλα σε μια τάξη το υλικό πρότεινα την ιδέα μου στον Κώστα Μακεδόνα, που εκτιμώ βαθιά, κι εκείνος ενθουσιάστηκε. Έτσι ξεκίνησαν όλα.
Με ποιο κριτήριο έγινε η επιλογή των συγκεκριμένων τραγουδιών και ποια είναι η δομή της παράστασης;
Όπως ήδη σας είπα, η παράσταση διατρέχει από την αρχή μέχρι το τέλος όλη αυτή την ιστορία των 56 χρόνων επίσημης κρατικής λογοκρισίας στο ελληνικό τραγούδι. Ο Λεωνίδας Κακούρης κα η Ελένη Καρακάση είναι οι αφηγητές που μας ταξιδεύουν σε αυτό το χρονικό της μουσικής λογοκρισίας στην Ελλάδα. Μέσα στην αφήγηση φωλιάζουν ηχητικά ντοκουμέντα, μαρτυρίες σπουδαίων καλλιτεχνών που υπέστησαν λογοκρισία, αρχειακό φωτογραφικό υλικό και φυσικά κορυφαία λογοκριμένα τραγούδια, που ερμηνεύουν μοναδικά ο Κώστας Μακεδόνας και η Ρίτα Αντωνοπούλου. Η επιλογή των 30 τραγουδιών που ακούγονται στην παράσταση ήταν μία πολύ δύσκολη υπόθεση, γιατί το υλικό ήταν πολύ μεγάλο και αναγκαστικά έπρεπε να αφήσεις πολλά τραγούδια εκτός. Αποφασίζοντας τη γραμμική αφήγηση, ως δομή της παράστασης, συνειδητοποιήσαμε ότι έπρεπε να διαλέξουμε συγκεκριμένο αριθμό τραγουδιών από κάθε εποχή, τα οποία να ταιριάζουν μεταξύ τους υφολογικά. Αυτό ήταν πολύ βοηθητικό. Διαλέξαμε χαρακτηριστικά και ως επί το πλείστον γνωστά τραγούδια, τα οποία κρύβουν από πίσω τους άγνωστες τραγελαφικές ιστορίες λογοκρισίας. Φυσικά τα παρουσιάζουμε στη μη λογοκριμένη τους εκδοχή. Πρόκειται για τραγούδια του Βαμβακάρη, του Τσιτσάνη, του Θεοδωράκη, του Χατζιδάκι, του Λοϊζου, του Ξαρχάκου, του Πάνου, του Κουγιουμτζή και πολλών άλλων. Από το «Κάποια μάνα αναστενάζει» μέχρι τη «Μαύρη φορντ», τον «Δρόμο» και το «Φεγγάρι μάγια μου ’κανες».
Τι ακριβώς αφηγούνται τα κείμενα που εμπλουτίζουν την παράσταση. Παραθέτουν ιστορικά στοιχεία ή περιλαμβάνουν και την οπτική των καλλιτεχνών της κάθε εποχής;
Και τα δύο που αναφέρετε. Μας διηγούνται με χρονολογική σειρά την περιπέτεια της μουσικής λογοκρισίας στην Ελλάδα, από το 1937 μέχρι τη δεκαετία του ’90, μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της κάθε εποχής, ώστε να γίνει κατανοητό σε κάθε θεατή το πώς ασκούνταν η λογοκρισία, καθώς και η πορεία της μέσα στα χρόνια. Αυτή την αφήγηση έρχεται να ενισχύσει ένα αρχειακό οπτικό και ηχητικό υλικό. Ακούμε μαρτυρίες του Απόστολου Καλδάρα, του Μίκη Θεοδωράκη, του Μάνου Λοϊζου και άλλων που μοιράζονται μαζί μας τραγελαφικές ιστορίες λογοκρισίας. Και μπορεί η αφήγηση να διατρέχει μερικές από τις πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας μας, αλλά επειδή ακριβώς οι ιστορίες λογοκρισίας αγγίζουν και ξεπερνούν το παράλογο, το χιούμορ ενυπάρχει σε πολλά σημεία της παράστασης. Στόχος μας οι θεατές να τραγουδήσουν μαζί μας, να θυμηθούν, αλλά και να ανακαλύψουν κομμάτια της ιστορίας μας, που κάποιοι επιθυμούν να ξεχάσουμε. Θέλουμε να περάσουμε το μήνυμα ότι καμία λογοκρισία στην τέχνη – και γενικότερα στην ελεύθερη έκφραση – δεν πρέπει να γίνεται ποτέ ανεκτή, με κανένα πρόσχημα.
Η τάση για λογοκρισία συνεχίζει με κάποιο τρόπο να υπάρχει και στις μέρες μας, έστω και με ανεπίσημη μορφή;
Προληπτική κρατική λογοκρισία έχει σταματήσει πλέον να ασκείται, αλλά μεμονωμένα περιστατικά ανεπίσημης λογοκρισίας φυσικά και υπάρχουν και προέρχονται είτε από χαμηλόβαθμους αξιωματούχους, είτε από διευθυντές σχολείων, είτε από «αγανακτισμένους» γονείς, είτε από Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Σε αυτά τα περιστατικά είμαι της άποψης ότι πρέπει πάντα να ορθώνουμε το ανάστημά μας και να μην επιτρέπουμε να συμβούν ή τουλάχιστον να μην συμμετέχουμε σε αυτά. Δεν υπάρχει καλή ή κακή λογοκρισία. Η λογοκρισία είναι μία και απορριπτέα.
Είναι η τέχνη, και ειδικά το τραγούδι, ένα ισχυρό όπλο εκτόνωσης των κοινωνιών και γι’ αυτό τη φοβάται η εκάστοτε εξουσία;
Ειδικά το τραγούδι, λόγω της ταχύτατης διάδοσης του από στόμα σε στόμα σε συνδυασμό με την ικανότητα του να συμπυκνώνει το μήνυμά του σε μόλις τρία λεπτά, ήταν και θα είναι πάντα στο στόχαστρο της εκάστοτε εξουσίας. Δεν είναι τυχαίο ότι σε θεωρητικά δημοκρατικές, αν και πολύ σκοτεινές, περιόδους, όπως από το 1949 μέχρι το 1967, η προληπτική κρατική λογοκρισία ατονεί μερικώς αρχικά στον τύπο – διότι μπορούσαν εύκολα να τον ελέγξουν – και ύστερα στα βιβλία και στο θέατρο, αλλά στο τραγούδι παραμένει εξαιρετικά αυστηρή. Ο λόγος φυσικά είναι ότι από όλες τις μορφές της τέχνης το τραγούδι είχε και έχει τη μεγαλύτερη απήχηση, μπορεί να κινητοποιήσει και να συσπειρώσει τα πλήθη, κι αυτό το γνωρίζει καλά η κάθε εξουσία.
Το πιο μεγάλο καλλιτεχνικό σας όνειρο;
Με αφορά πάντα να συνεργάζομαι με ανθρώπους που εκτιμώ και έχω να κερδίσω γνώση από αυτούς και να γίνω καλύτερος. Δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο όνειρο. Οι δημιουργικές και ευτυχισμένες συναντήσεις είναι πάντα ένα ζητούμενο. Μέχρι σήμερα έχω ευτυχήσει να γνωρίσω και να συνεργαστώ με καλλιτέχνες που εκτιμώ αφάνταστα, όπως ο Κώστας Μακεδόνας, η Μίρκα Παπακωνσταντίνου, η Ελένη Γερασιμίδου, η Ρίτα Αντωνοπούλου, ο Τάκης Τζαμαργιάς, η Ελένη Καρακάση, η Καίτη Κωνσταντίνου, η Χριστίνα Μαξούρη και τόσοι άλλοι. Αυτό είναι το πραγματικό δώρο. Μακάρι να υπάρξει συνέχεια.
Διαλέγετε παρέα για ολιγοήμερη απόδραση. Ποιους καλλιτέχνες, ανεξαρτήτως ιστορικής περιόδου δράσης, θα συμπεριλαμβάνατε;
Ξέρετε, η επιλογή της σωστής παρέας στις διακοπές δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Άλλο η δουλειά, άλλο οι διακοπές. Καταλαβαίνω φυσικά το σκεπτικό της ερώτησης σας, αλλά έχω την αίσθηση ότι καλλιτέχνες που θαυμάζω και θα ήθελα να είχα γνωρίσει ανεξαρτήτως εποχής δεν είμαι σίγουρος ότι θα τους ήθελα μαζί μου για διακοπές. Μάλλον γιατί δεν θα ήθελα να τους απομυθοποιήσω. Οπότε θα αρκεστώ στους φίλους μου, τους «απλούς» και «ταπεινούς» πλην πολύτιμους.
- Φωτογράφος: Χρήστος Χήρμπος