Γράφει ο Υποβολέας
Τον χάσαμε, κι αυτόν, πρόωρα, πριν μερικά χρόνια. Ο ίδιος δήλωνε ότι είχε τελειώσει με τον κινηματογράφο και πλέον θα αφιερωνόταν στη μουσική. Δεν ξέρω να έπρεπε να τον πιστέψουμε. Έλεγε πάντα ότι όλες του οι ταινίες τους αποτελούν κεφάλαια δύο μυθιστορημάτων που με τα χρόνια ολοκληρώθηκαν.
Μπορεί και να είχε δίκιο. Μπορεί όντως “το σινεμά να είναι πια ένα πεδίο που δεν έχει μυστικά, ένας κατακτημένος χώρος”. Κάτι μου λέει ότι αν προλάβαινε να βιώσει την κρίση στην ολότητα της και την πανδημία που βιώνουμε, δεν θα άντεχε και θα έγραφε ένα ακόμη κεφάλαιο. Ο “αλλόκοτος” κόσμος που περιέγραφε θα έβρισκε στη σημερινή πραγματικότητα την πιο αυθεντική έκφραση του.
Ο Νικολαϊδης δεν ήταν απλώς μια avant garde προσωπικότητα που αναλώνονταν σε ανούσιες κουλτουριάρικες ακρότητες. Το παρανοϊκό, εκκεντρικό βλέμμα του στην ανθρώπινη φύση ήταν μια βαθιά ψυχαναλυτική αποτύπωση κινήτρων και ενστίκτων, προθέσεων και απωθημένων, ονείρων και απογοήτευσης.
Στη σκοτεινή πλευρά της ζωής είναι αυτή που ριζώνει πιο βαθιά το φως. Αυτό το φως έψαχνε κι ο Νικολαϊδης στις ταινίες του. Η Ευριδίκη του που περιμένει τη νοητική “μεταφορά” της. Τα “κουρέλια” μιας εποχής που τραγουδούν ακόμα προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν την αποτυχία μιας ολόκληρης γενιάς. H συμμορία του που εγκληματούσε γλυκά για να σώσει ότι είχε απομείνει από την αξιοπρέπεια της.
Πρωτοπόρος, ειδικά για τα ελληνικά δεδομένα, ο Νίκος Νικολαΐδης, που γεννήθηκε μια τέτοια μέρα πριν 81 χρόνια. Άφησε πίσω του ένα έργο στο οποίο κάθε τόσο σκύβουμε για να βρούμε απαντήσεις για όσα μας συμβαίνουν και δεν θέλουμε να παραδεχτούμε.