Συνέντευξη στην Φαίη Τσιώγκα για τη νέα της ποιητική συλλογή «Τους χειμώνες τούς νικούν τα χελιδόνια»
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Παρέμβαση η νέα ποιητική συλλογή της Ντέπης Χατζηκαμπάνη με τίτλο: «Τους χειμώνες τούς νικούν τα χελιδόνια». Πρόκειται για μια ποιητική συλλογή σε άναρχο και ελεύθερο στίχο, εμπνευσμένη από τα ερεθίσματα των δύο τελευταίων χρόνων της ζωής τής στιχουργού. Στα ποιήματά της συναντάται η έντονη μελαγχολική διάθεση, η οποία όμως εκτοπίζεται και τη θέση της παίρνει το πνεύμα της αισιοδοξίας που τη χαρακτηρίζει σαν άνθρωπο.
- Τι σας ενέπνευσε και σας έδωσε το έναυσμα για τη συγγραφή της καινούργιας σας ποιητικής συλλογής;
Με ενέπνευσαν ο έρωτας και ο Covid. Η μικρή Μάριαν και η καθημερινότητά μου μαζί της. Ο Χαράλαμπος που χάθηκε άδικα στα 16 του χρόνια. Ήταν πολλά τα ερεθίσματα των τελευταίων δύο χρόνων για μένα, και ειδικά αυτές οι πρωτόγνωρες καταστάσεις του ζήσαμε στην εποχή του εγκλεισμού αυτής της πανδημίας.
- Ο τίτλος του βιβλίου είναι μια πολύ χαρακτηριστική και αισιόδοξη φράση, την οποία συναντάμε και στον τίτλο του ομώνυμου τραγουδιού που ερμηνεύουν τα «Γυμνά Καλώδια». Ποιο γεννήθηκε πρώτο; Το τραγούδι, το ποίημα ή το ποίημα έγινε τραγούδι; Τι σημαίνει για εσάς αυτή η φράση;
Είναι ένας αισιόδοξος και φωτεινός τίτλος ναι, κάτι που χρειαζόμαστε όλοι οι άνθρωποι αυτές τις μέρες. Γεννήθηκε πρώτα το τραγούδι, στο πρώτο lockdown… Ήταν άνοιξη και ήμουν κλεισμένη –όπως όλοι– στο σπίτι μου. Έξω είχε συννεφιά και ένα πέπλο καταχνιάς σκέπαζε την ψυχή μου. Τότε κοίταξα αφηρημένα από το παράθυρο και είδα το πρώτο χελιδόνι αυτής της άνοιξης να πετάει… Χαμογέλασα, πήρα χαρτί και πένα και βγήκαν αυτοί οι στίχοι σε δέκα λεπτά. Τους έστειλα στον αιώνιο φίλο μου, τον Χρήστο Καλογράνη από τα «Γυμνά καλώδια», και ως το βράδυ είχε μελοποιηθεί. Δύο χρόνια μετά, αποφάσισα να ονομάσω έτσι τη νέα μου συλλογή, διότι πάντα θα νιώθω ελπίδα, όταν σκέφτομαι αυτή τη φράση ή όταν ακούω το ομότιτλο τραγούδι. Ευχαριστώ τα «Γυμνά Καλώδια» που το έκαναν τόσο όμορφο και τις εκδόσεις Παρέμβαση που κυκλοφόρησαν αυτό μου το βιβλίο.
- Μέσα από κάποια ποιήματά σας, όπως για παράδειγμα «Ο Φώτης», γίνεται ιδιαίτερα εμφανής η ευαισθητοποίησή σας σε ζητήματα κοινωνικού περιεχομένου. Πιστεύετε ότι η ελληνική κοινωνία έχει κάνει ουσιαστικά βήματα για να απαλειφθούν οι απαρχαιωμένες αντιλήψεις και στερεότυπα που είναι βαθιά ριζωμένα σε κάποιους ανθρώπους ακόμα και σήμερα;
Είμαι άνθρωπος που δεν βάζω ταμπέλες στους ανθρώπους. Θέλω ισότητα για όλους. Να είναι ο καθένας αυτό που νιώθει και αυτό που θέλει να είναι. Ούτε η κοινωνία ούτε κανένας έχει δικαίωμα να κλέβει την ταυτότητα κανενός. Η ευαισθητοποίησή μου είναι τεράστια σε αυτά τα ζητήματα και από τη στιγμή που το κράτος μας έχει κλειστά τα μάτια, εμείς οι καλλιτέχνες οφείλουμε να κρατάμε τα δικά μας ορθάνοιχτα. Να είμαστε δίπλα σε όσους ανθρώπους μάς χρειάζονται και να πολεμάμε εμείς για εκείνους. Και όχι μόνο δίπλα στους ανθρώπους, αλλά και στα ζωάκια. Η ελληνική κοινωνία, δυστυχώς, δεν έχει κάνει κανένα βήμα. Το είδαμε στη δολοφονία του Ζακ, το είδαμε στην υπόθεση της Δήμητρας από τη Λέσβο, το βλέπουμε στην καθημερινότητα και εγώ προσωπικά έχω δει έντονα σε δικούς μου ανθρώπους. Τους έχω δει να υποφέρουν και να μην χωράνε σε αυτόν τον τόπο. Και πονάω κι εγώ μαζί τους. Και δεν χωρώ σε αυτόν τον τόπο ούτε εγώ. «Ο Φώτης», αλλά και το «πολύχρωμο καπέλο», είναι δύο ποιήματα αφιερωμένα στους ανθρώπους που δεν δέχονται να χωρέσουν σε ξένα όνειρα. Εύχομαι και ελπίζω σύντομα να αλλάξει όλο αυτό το σκηνικό και να μάθουμε να ανοίγουμε την αγκαλιά μας σε όλα όσα την κρατάμε κλειστή. Μόνο με την αγάπη θα αλλάξει αυτός ο κόσμος. Ας αγαπάμε, λοιπόν… πολύ. Και ίσως γίνουμε η έμπνευση για να μάθουν να αγαπάνε και οι άλλοι.
- Τι μήνυμα θέλετε να περάσετε στο αναγνωστικό κοινό μέσα από τα ποιήματά σας;
Δεν θέλω να περάσω κάποιο ιδιαίτερο μήνυμα. Το μήνυμά μου είναι πως δεν υπάρχουν μηνύματα. Θέλω ο καθένας να λαμβάνει το μήνυμα που εκείνος θέλει να λάβει. Θέλω απλά να βρίσκονται άνθρωποι που να αγκαλιάζουν και να αγαπάνε τις λέξεις μου, να γίνομαι η παρέα σε κάποιες μοναχικές ψυχές, να με διαβάζουν με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι και να είμαι η παρέα τους.
- Είστε η στιχουργός του γνωστού τραγουδιού «Αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα», το οποίο γράψατε σε ηλικία 18 ετών. Από τότε μέχρι και σήμερα τι έχει αλλάξει στην άποψή σας για τον κόσμο και τι θα θέλατε να αλλάξετε σήμερα σε αυτόν;
Το «Αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα» ήταν το πρώτο μου τραγούδι που κυκλοφόρησε σε συνεργασία με τον Φίλιππο Πλιάτσικα. Ήθελα τόσο να αλλάξει ο κόσμος, όταν ήμουν 18 ετών, και είχα την αισιοδοξία πως μεγαλώνοντας θα το δω να συμβαίνει. Δυστυχώς ο κόσμος, όμως, δεν άλλαξε, χειροτέρεψε μάλιστα. Οι θάλασσές του έγιναν πιο γκρίζες και πιο μαύρες κι από το μαύρο. Κατράμι… Ζούμε σε άσχημες εποχές, σε καιρούς σκληρούς που πληγώνουν. Την ελπίδα, όμως, και το όραμα δεν το έχω χάσει. Κρατάω την γαλάζια μπογιά, πάρτε κι εσείς όλοι τα πινέλα και πάμε να βάψουμε ξανά γαλάζια τη θάλασσα. Όλοι μαζί μπορούμε. Αυτή είναι η αλλαγή που ποθώ.
- Έχετε σπουδάσει Διοίκηση επιχειρήσεων, ωστόσο αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη μουσική, τη στιχουργική, την ποίηση κ.α. Πώς συνδέονται για εσάς η στιχουργική και η μουσική με την ποιητική;
Σπούδασα Διοίκηση επιχειρήσεων, αλλά ανακάλυψα πως δεν μου ταιριάζουν ούτε οι διοικήσεις ούτε οι επιχειρήσεις. Είμαι πολύ ονειροπόλα και ρομαντική για κάτι τέτοιο. Από παιδί έγραφα στίχους και χανόμουν στα τραγούδια που άκουγα και στα βιβλία που διάβαζα. Το όνειρό μου ήταν πάντα να ασχοληθώ με την τέχνη και νιώθω πολύ χαρούμενη και ευλογημένη που τα κατάφερα να ασχοληθώ με αυτό. Για μένα όλα συνδέονται, αρκεί να τα αγαπάς και να τα σέβεσαι. Τότε βρίσκεται μόνος του ο κρίκος της σύνδεσης που φτιάχνει τη διάφανη αλυσίδα της ζωής μας.
- Ζείτε στη Λέσβο, ένα νησί μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Γιατί αποφασίσατε να παραμείνετε στο νησί και όχι να μετοικήσετε για παράδειγμα στην πρωτεύουσα, όπως θα πίστευε κάποιος για μία στιχουργό; Πώς επηρεάζει το γεγονός αυτό το καλλιτεχνικό σας έργο;
Ζω και δημιουργώ στη Λέσβο. Είχα πολλές ευκαιρίες να φύγω είτε στην πρωτεύουσα είτε σε άλλες χώρες του εξωτερικού. Όπου κι αν πήγαινα, όμως, καμία δεν μου ταίριαζε. Ζω στα Κεραμειά, ένα μικρό χωριό 300 κατοίκων. Εδώ οι άνθρωποι γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Εδώ αποκαλούμε ο ένας τον άλλον με το όνομά του. Ξέρετε, είναι πολύ όμορφο να βγαίνεις το πρωί και να ακούς καλημέρες από μια ολόκληρη γειτονιά. Είναι πανέμορφο να πηγαίνεις το βράδυ στο καφενείο και να ακούς τους ηλικιωμένους να σου λένε ιστορίες. Είναι έμπνευση… Επίσης, δίπλα μου έχω θάλασσες και δέντρα… Έχει και βαριά κληρονομιά καλλιτεχνών το νησί αυτό. Ελύτης, Θεόφιλος, Σαπφώ, Μυριβήλης, Αλκαίος και τόσοι άλλοι. Δεν βρίσκω κανέναν λόγο να τα αφήσω όλα αυτά για να πάω να κλειστώ σε μια τσιμεντένια πόλη και ελπίζω να μην χρειαστεί να το κάνω ποτέ.
- Ποιο είναι το ιδανικό σενάριο γραφής για εσάς;
Το ιδανικό σενάριο γραφής για εμένα δεν υπάρχει… Είναι οι λέξεις που βγαίνουν μόνες τους και χορεύουν στο χαρτί και επιλέγουν εκείνες τι μορφή θα πάρουν.