Γράφει η Μαρία Σκαμπαρδώνη
Η Δάφνη – Υμηττός θα μπορούσε άνετα να χαρακτηριστεί ένας “περίεργος” δήμος. Η Δάφνη είναι ένας μικρός σε έκταση δήμος, ο οποίος απαρτίζεται από μικρούς δρόμους, με πεζοδρόμια που σε μεγάλο βαθμό χρειάζονται επιδιόρθωση, με πολλά ερειπωμένα σπίτια και μονοκατοικίες.
Μα μέσα σε έναν δρόμο, στην οδό Μπουζιάνη, άρωμα αριστοκρατίας και καλλιτεχνικής έμπνευσης αναδύεται σε έναν δρόμο μικρό με τα αυτοκίνητα να περνάνε σπάνια και με λίγες μονοκατοικίες να ξεμυτίζουν.
Διότι ξεπροβάλει το Μουσείο Μπουζιάνη, το οποίο είναι αφιερωμένο στον μεγάλο Έλληνα εξπρεσιονιστή ζωγράφο Γιώργο Μπουζιάνη. Δίπλα από το σπίτι στο οποίο έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του και στο υπάρχει και μία πλάκα υπενθύμισης ότι εδώ βρίσκεται η οικία του.
Από τα κρυμμένα διαμάντια μίας περιοχής η οποία χαρακτηρίζεται από έντονες ανηφόρες και μικρές οικίες, το οποίο αναβαθμίζει πολιτιστικά την περιοχή και αποτελεί παρουσία τέχνης και κουλτούρας.
Το μουσείο ανήκει στα πιο καλαίσθητα της Αθήνας με κύρια αποστολή τη διάδοση του έργου του μεγάλου Έλληνα καλλιτέχνη, αλλά και ως μέρος διεξαγωγής καλλιτεχνικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων.
Το μουσείο διορθώνει τη μεγάλη αδικία που βίωσε ο ζωγράφος, όταν επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1934 εξαιτίας της ανόδου του Ναζισμού στην Ευρώπη, βίωσε την αδιαφορία ακόμα και την ειρωνεία από τον καλλιτεχνικό κύκλο της Αθήνας. Ακόμα και αν στο εξωτερικό είχε αναγνωριστεί καλλιτεχνικά για το ιδιαίτερο ύφος του.
«Εδώ έζησε ο ζωγράφος Γεώργιος Μπουζιάνης από το 1935 ως τον θάνατό του στις 22.10.59. Το σημαντικότερο έργο του δημιουργήθηκε σε αυτό το σπίτι»
Αυτή η λιτή περιγραφή κατατοπίζει τον επισκέπτη για το γεγονός ότι εδώ ο καλλιτέχνης έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του. Μία νεοκλασσική κατοικία δίπλα στην οποία στεγάζεται και το Πνευματικό κέντρο το οποίο είναι δημιουργία των αρχιτεκτόνων Studio 75. Ένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε δύο αρχιτεκτονικές φιλοσοφίες διαφορετικής αισθητικής.
Κύριο χαρακτηριστικό των έργων του Μπουζιάνη είναι η απεικόνιση ανθρώπινων προσώπων, όπως γυναικών, με τις δημιουργημένες μορφές να επιθυμούν να δημιουργήσουν στον θεατή έναν κυκεώνα συναισθημάτων.
Οι Γερμανοί ήταν οι πρώτοι που αναγνώρισαν την πρωτοτυπία της τέχνης του και τη δέχτηκαν με θετικό τρόπο, ώστε το 1924 να υπογράψει συμβόλαιο με τη γκαλερί Μπάρχφελντ. Η ίδια γκαλερί τον στήριξε οικονομικά ώστε να μεταβεί στο Παρίσι και να ζήσει εκεί από το 1929 ως το 1932.
Η Ελλάδα, ως ένας Κρόνος που τρώει τα παιδιά της, δεν αναγνώρισε την καλλιτεχνική του αξία, αρνούμενη να του αναγνωρίσει την πορεία και το έργο του.
Αυτή την αδικία επιχειρεί να διορθώσει η ανέγερση του μουσείου προς τιμήν του; ακόμα και μετά θάνατον, είναι καλύτερο να αναγνωριστεί μία αδικία, παρά ποτέ..