Γράφει ο Γιώργος – Νεκτάριος Παναγιωτίδης, συγγραφέας
Αυτές τις μέρες, με την κινητοποίηση μεγάλου μέρος της εκπαιδευτικής κοινότητας εναντίον του νομοθετήματος για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, μερικοί θυμηθήκαμε τις γνώσεις μας για τη λεγόμενη βυζαντινή αυτοκρατορία. Γιατί αυτό; Μα επειδή τόσο ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος στα μέσα του 4ου αιώνα στη σχολή των Αθηνών, όσο και οι μεταγενέστεροι κάτοικοι της Ρωμανίας, της βυζαντινής δηλαδή αυτοκρατορίας, είχαν να σπουδάσουν σε δημόσια και δωρεάν ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, με υψηλά αμειβόμενους δασκάλους. Μιλάμε εδώ για το Πανδιδακτήριον της Κωνσταντινουπόλεως όπως και τη μεταγενέστερη Σχολή της Μαγναύρας. Σε γενικές γραμμές, όμως, το λεγόμενο Βυζάντιο –που ακόμη και το όνομά του λέμε ανεπίγνωστα λανθασμένα- είναι… απολησμονημένο. Σκεπασμένο από πολλαπλά χώματα λήθης. Σήμερα διακηρύσσουμε ευαισθησίες προς τα δικαιώματα της γυναίκας, ωστόσο ξεχνάμε το μοναδικό φαινόμενο της «γυναίκας στην πορφύρα», όπως το ονόμασε η (Βρετανίδα βυζαντινολόγος) Τζούντιθ Χέρριν. Διακηρύσσουμε ευαισθησίες για τις κάκιστες εργασιακές συνθήκες στον τρίτο κόσμο, ωστόσο ξεχνάμε πως ήταν η θεολογική επιχειρηματολογία ενός Θεσσαλονικιού βυζαντινού λογίου και Επισκόπου, του Ευστάθιου Θεσσαλονίκης, που παρώθησε τον αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνό στην κατάργηση της δουλείας, ήδη το 12ο αιώνα, 7 αιώνες πριν τον επίσης -έχοντα θεολογική επιχειρηματολογία- Αβραάμ Λίνκολν. Μπορώ να πω ότι το λεγόμενο Βυζάντιο το ξεθάψαμε, προκειμένου να το… ψάθουμε εκ νέου. Έτσι, ο Θεοδόσιος έγινε στις μέρες μας γνωστός λόγω της… (αν είναι ποτέ δυνατόν) αντιπαγανιστικής πολιτικής του. Κάποιοι θυμήθηκαν τους ισχυρισμούς ότι στο Θεοδοσιανό Κώδικα υπάρχει ρητή εντολή: «ες έδαφος φέρειν παν το ελληνικόν…» και άλλοι, για να πάμε στο θέμα του βιβλίου του Γιάννη, έκαναν εκδηλώσεις όπου διακήρυτταν ότι ο Θεοδόσιος έσφαξε τους Έλληνες Εθνικούς στο θρήσκευμα στον Ιππόδρομο, επειδή δεν ήθελαν να βαπτιστούν Χριστιανοί.
Είπαμε λοιπόν ότι η αφορμή της αναθύμησης του «ένδοξού μας βυζαντινισμού» (Κ. Π. Καβάφης) ήταν οι συκοφαντίες. Να πάμε όμως και σε ορισμένους από τους αμύντορες. Αυτοί επίσης «ουκ οίδασι ποίου πνεύματος εισίν». Έτσι, για αυτούς, με το Θεοδόσιο εμείς οι Χριστιανοί, που τόσα υποφέραμε επί παγανιστών αυτοκρατόρων, «πήραμε το αίμα μας πίσω». Τους διαλύσαμε! Όσα μας έκαναν οι αρχαιόθρησκοι και ο Ιουλιανός τους τα κάναμε κι εμείς! Ξεχνούν όλοι αυτοί αυτό που έλεγε ο Ανδρέας Κάλβος: «η καλλιτέρα εκδίκησις είναι η συμπάθεια», η οποία συμπάθεια –και συγχώρεση- είναι η κατεξοχήν χριστιανική «εκδίκηση». Έτσι λοιπόν κι εμείς γίναμε απ’ το ίδιο φύραμα. Μέσα λοιπόν σε όλο αυτό το –ας μου επιτραπεί η έκφραση- καρκατσουλιό, σε όλη αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση, έρχεται το μελέτημα του Γιάννη. Τι έχει να μας προσφέρει αυτό το βιβλίο, αυτή η ιστορική μελέτη, των περίπου 200 σελίδων;
Πρόκειται για μια βιβλιογραφική μελέτη με ερευνητικά ερωτήματα που αφορούν τη μεγάλη σφαγή ουσιαστικά την οποία διέταξε ο Θεοδόσιος ο Α’ εκεί στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. και που έλαβε χώρα στον… θαμμένο πλέον Ιππόδρομο της Θεσσαλονίκης, με χωρητικότητα 8-10 χιλιάδες άτομα και με έκταση από την Καμάρα έως τη Μητροπόλεως.
Το βιβλίο, χωρίς να υπερβάλλω ή να προσωποληπτώ, χωρίς δηλαδή να το λέω ως φιλοφρόνηση ή πολύ περισσότερο κολακευτικό έπαινο, είναι μια πολύ καλή ως εκπληκτική δουλειά, μια μελέτη εξαιρετικά πλήρης, στέρεα και ολόπλευρα τεκμηριωμένη και από πλευράς πηγών πρωτογενών και από πλευράς βιβλιογραφικών βοηθημάτων. Επίσης, είναι πολύ καλογραμμένη: ο Γιάννης έχει ένα λόγο ρέοντα και λεξιλόγιο το οποίο -στην εποχή που κυριαρχεί η λεξιπενία και διάφορες ελληνικούρες και αγγλικούρες- εκπλήσσει με τον πλούτο και την ακριβολογία του. Ασυζητητί θα της άξιζε λοιπόν να εκτοπίσει μερικά από τα ευπώλητα σκουπίδια και να κατακτήσει τις κορυφές της αναγνωστικής προτίμησης.
Σχέσεις Αμβρόσιου-Θεοδόσιου
Με την ιδιότητά μου του συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας, μπορώ να σας πω ότι πραγματικά, η υπό μελέτη σφαγή είχε το σχήμα μιας προμελετημένης δολοφονίας. Ο Θεοδόσιος, προφασιζόμενος ότι συγχωρεί τους Θεσσαλονικείς που ξέσπασαν για τη φυλάκιση του αγαπημένου τους ηνίοχου, τους καλεί στον ιππόδρομο. Εκεί, αντί να γίνει κάποιος αγώνας ή κάποια γιορτή, βγαίνουν οι στρατιώτες και αρχίζουν τα τοξεύματα εναντίον αθώων κι ενόχων.
Ο Θεοδόσιος, μετά από όλα αυτά, θα τολμήσει να εμφανιστεί στην εκκλησία όπου βρίσκεται ο Αμβρόσιος, ο Επίσκοπος Μεδιολάνων (Μιλάνου). Ο Αμβρόσιος κατά μία εκδοχή θα τον διώξει άμεσα και κατά άλλη πιο έμμεσα. Ωστόσο το αποτέλεσμα είναι ίδιο. Σύμφωνα με την αλληλογραφία των δύο, ζητάει την έμπρακτη μετάνοιά του. Ο αυτοκράτορας θα πρέπει να περάσει από την λεγόμενη τάξη των προσκλαιόντων, να εκδηλώσει τη δημόσια μετάνοιά του. Αλλά όχι μόνο αυτό: προκειμένου να του επιτραπεί η είσοδος στην εκκλησία, θα πρέπει να θεσπίσει ένα νέο νόμο. Αυτός ο νόμος αναφέρει ότι, σε ό,τι αφορά τις αυστηρές ποινές, θα περνάνε 30 μέρες μέχρι να εκτελεστούν. Αν αναλογιστούμε ότι το διάστημα αυτό είναι αρκετές μέρες μεγαλύτερο από το χρόνο που χρειάζεται ο γραμματοκομιστής, ο ταχυδρόμος της εποχής, για να πάει από τη Ρώμη ως τη Θεσσαλονίκη, την πρωτεύουσα της υπαρχίας Ιλλυρικού, τότε είναι σαφές ότι ο Επίσκοπος ήθελε να αποσοβήσει τις αποφάσεις που λαμβάνονταν παρορμητικά και υπό την επίδραση του παροργισμού του αυτοκράτορα, ο οποίος γινόταν «μπουρλότο», εάν κάποιος, όπως κι ο ίδιος του γράφει, του υποδαύλιζε αυτό το πάθος.
Η σχέση του αγίου Αμβρόσιου με τον Θεοδόσιο θυμίζει τη σχέση του Κωνσταντίνου του Μεγάλου με τον Όσιο Κορδούης, τον άγιο Ισπανό Επίσκοπο, όπως ισπανικής καταγωγής είναι και ο ίδιος ο Θεοδόσιος. Ο άγιος Ιωάννης ο Ελεήμονας, Επίσκοπος Αλεξανδρείας, αποκαλούσε τον εαυτό του «δούλο των δούλων του Θεού». Ο Αμβρόσιος εδώ ασκεί πνευματική εξουσία ως εκπρόσωπος ακριβώς και υπηρέτης του εκκλησιαστικού σώματος, υπέρ του ανθρώπου. Άλλωστε, και άλλοτε θα μεσολαβήσει υπέρ της αμνηστίας, υπέρ της συγχώρεσης. Αυτό θα κάνει μερικά χρόνια έπειτα, όταν Εθνικοί θα στασιάσουν. Πραγματικά, μου θύμισε την περίπτωση του λεγόμενου παπά-Ανυπόμονου, του ηγούμενου δηλαδή της Μονής Αγάθωνος Γερμανού Δημάκου. Ο παπά-Ανυπόμονος είχε την ξεχωριστή εύνοια του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη. Ήταν αυτός που του είχε πει, όταν ανυπομονούσε να πάρει κι εκείνος τα όπλα: «θα είσαι ο παπάς μας. Θα προσεύχεσαι για μας!» Στο βιβλίο του «Στο βουνό, με τον σταυρό, κοντά στον Άρη», λέει ο παπά-Ανυπόμονος ότι ουδέποτε ζήτησε να αμνηστεύσει ο Βελουχιώτης κάποιον, να του χαρίσει την ζωή, και εκείνος δεν το έκανε. Έτσι κάπως λοιπόν έγινε και με την περίπτωση του Αμβρόσιου και του Θεοδόσιου. Ο Αμβρόσιος αναδεικνύεται έτσι ένας πραγματικός Χριστιανός Επίσκοπος, που ασκεί την πνευματική εξουσία του σωστά.
Θα ήθελα εδώ επίσης να θυμηθούμε την περίπτωση του Ιουστινιανού του Α’ και τη στάση του Νίκα. Ο Ιουστινιανός, μάλιστα και με την ενθάρρυνση της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, κατέπνιξε τη στάση του Νίκα, σκοτώνοντας σύμφωνα με τον Προκόπιο 30000 ανθρώπους! Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ιουστινιανός, που άφησε εποχή με το έργο του όπως και το περίφημο εκείνο «Νενίκηκά σε, Σολωμόν!», δεν εξέφρασε ποτέ καμία μετάνοια –ούτε καν μεταμέλεια- για την κατάπνιξη της στάσης εκείνης. Αντιθέτως, μπορούμε να δούμε ότι οι πράξεις του Θεοδόσιου είναι συνεπείς με το να θεωρήσουμε τον ίδιο έναν ηγεμόνα με –εκτός από παρορμητισμό και τεράστια λάθη- αυθεντικές χριστιανικές ευαισθησίες, που κατατείνουν στον σεβασμό απέναντι στην ανθρώπινη ζωή. Είναι αυτό που είχαν πει οι ορθόδοξοι μοναχοί –όπως καταγράφει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στις ομιλίες του «Εις ανδριάντας»– στον Θεοδόσιο: «εσύ θύμωσες επειδή σου κατέστρεψαν τα αγάλματα της βασιλικής οικογένειας, τα δημιουργήματά σου. Σκέψου πόσο θα θυμώσει ο Θεός που καταστρέφεις τα δικά σου δημιουργήματα, όταν μάλιστα τα δικά σου δημιουργήματα ξαναγίνονται, ενώ η ανθρώπινη ζωή δε μπορεί να ξαναγίνει από σένα, αφού δεν είσαι σε θέση να ανασταίνεις νεκρούς».
Ο Θεοδόσιος μέσα στο corpus της ορθόδοξης πολιτικής θεολογίας
Μεγάλη σπουδαιότητα θα είχε να δούμε ποια είναι η θέση του Θεοδόσιου ως Χριστιανού πολιτικού, με βάση τα γεγονότα του Ιπποδρόμου. Εδώ θα πρέπει να επικαλεστούμε τη μαρτυρία του Μεγάλου Φωτίου, ο οποίος είχε στείλει μια επιστολή προς τον «Βόρι»-Μιχαήλ, τον βαπτισμένο Χριστιανό πλέον Βούλγαρο ηγεμόνα. Εκεί του εξέθετε «τι έστιν έργον άρχοντος», δηλαδή ποια πρέπει να είναι τα έργα του πολιτικού άρχοντα.
Ο Φώτιος μιλάει μεταξύ των άλλων και για τις περιπτώσεις στάσεων, βίαιων εξεγέρσεων εκ μέρους των πολιτών. Σε εκείνη την περίπτωση, λέει ο Φώτιος, ΔΕΝ πρέπει να καταστείλεις τη στάση. Διότι με αυτόν τον τρόπο όχι θα πράξεις το σωστό, αλλά και στους υπηκόους σου θα φανείς ως άρχοντας φιλάνθρωπος. Πάντως, ο Φώτιος δε βλέπει τη στάση μόνο ως κάτι που μονομερώς χρήζει αντιμετώπισης. Αντιθέτως, όταν «τα πλήθη στασιάζουν», τότε αυτό είναι γνώρισμα τυραννικής διακυβέρνησης. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θα συμπληρώσει αυτή τη σκέψη, λέγοντας κάπου στο έργο του ότι ο φόβος της εξέγερσης του λαού είναι εργαλείο συνετισμού της πολιτικής εξουσίας, προκειμένου εκείνη να επιτελεί σωστά το ρόλο της.
Εδώ μπορούμε να επικαλεστούμε και τη μαρτυρία του αγίου Ισίδωρου του Πηλουσιώτη. Εκείνος θα γράψει στον κορρίκτορα Σεραπίωνα σχετικά με την «καλή χρήση της εξουσίας» τα εξής:
«Τίποτα δεν μπορεί να κάνει κάποιον ένδοξο στους ανθρώπους και αποδεκτόν στον Θεό, όσο το να μπορεί βέβαια να κάνει αυτά που θέλει, να θέλει όμως και να κάνει πάντοτε πράγματα φιλάνθρωπα. Επομένως, επειδή το να μπορεί κανείς [όλα αυτά είναι κάτι που] υπάρχει στην εξουσία, να αναμειγνύεται με αυτό και το φιλάνθρωπο, ώστε και μετά την εξουσία να γίνεις αείμνηστος. Εάν όμως υποχωρήσεις στον θυμό και κάνεις κατάχρηση της εξουσίας, θα σβήσεις οπωσδήποτε τη δόξα σου και θα αποκομίσεις τη φήμη της θηριωδίας. Γιατί το να συγχωρείς εκείνους που σφάλλουν είναι πράξη θεϊκή, ενώ το να τιμωρείς αμέσως και απαραίτητα είναι κάτι που ταιριάζει στα θηρία και στα φίδια. Ποιος όμως αφήνοντας τη μίμηση του Θεού θα θελήσει να εξομοιωθεί με εκείνα που σύρονται στη γη; Κανένας, εκτός βέβαια εάν περιφρονήσει και τον φόβο του Θεού και τη δόξα των ανθρώπων».
Συνολικά λοιπόν, ο Θεοδόσιος εντάσσεται και δεν εντάσσεται μέσα στο πρότυπο του ηγέτη που ζωγραφίζει η ορθόδοξη πολιτική θεολογία. Εντάσσεται με τις καλές του πράξεις και την έμπρακτη μετάνοιά του, αλλά και παρεκκλίνει έντονα με πράξεις εγωιστϊκού παρορμητισμού.
Σε κάθε περίπτωση, το βιβλίο του Γιάννη είναι ένα εξαιρετικό έργο, που πρέπει να διαμορφώσει συνειδήσεις και να μας κάνει να δούμε την περίφημη σφαγή στον Ιππόδρομο της Θεσσαλονίκης με ένα εντελώς άλλο μάτι.
Σημείωση: Το κείμενο είναι παρουσίαση που εκφωνήθηκε στο βιβλιοπωλείο «Πρωτοπορία» της Θεσσαλονίκης την Παρασκευή, 9 Φεβρουαρίου, το απόγευμα, με μικρές αλλαγές.