Μια η ζωή δυο οι ζωές/ Μα ο πόνος σε προφταίνει/ Φτάνει που τις καλές στιγμές/ Ο χάρος δεν τις παίρνει, έγραφε σε κάποιους στίχους του που μελοποίησε ο Νίκος Ξυδάκης. Τέτοιες στιγμές, που ούτε ο θάνατος μπορεί να τις νικήσει, υπήρξαν πολλές για τον Μανώλη Ρασούλη. Δεν ήταν μόνο τα τραγούδια του που θα μένουν πάντα ζωντανά, αλλά και η αλήθεια που έβγαινε μέσα από αυτά και την οποία εκείνος φρόντιζε να εκφράζει ποικιλοτρόπως.
Ποιο από όλα τα τραγούδια του να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το σπαρακτικό “Όλα σε θυμίζουν”, Το παραβολικό “Οι νταλίκες”, Το βαθιά ελληνικό “Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ”. Κομμάτια που όλοι οι έλληνες σιγοτραγούδησαν, δημιουργίες που πολλοί καταξιωμένοι καλλιτέχνες ερμήνευσαν και ακόμη περισσότεροι ζήλεψαν, αλλά και βιβλία και κείμενα που προβλημάτισαν αφήνει πίσω του ο γνωστός τραγουδοποιός κι ερμηνευτής. Αυτή τη μεγάλη κληρονομιά που κληροδοτεί σε όλους μας θα ανακαλούμε πάντα στη μνήμη μας, ως μια κατάθεση που κλείνει έναν σημαντικό κύκλο στον χώρο της ελληνικής μουσικής σκηνής.
Η τραγική εξέλιξη
Εμπνευσμένος, ιδιοφυής, σκωπτικός, χιουμορίστας, σαρκαστικός αλλά και αυτοσαρκαστικός όταν έπρεπε, ο Μανώλης Ρασούλης ήταν κοινωνικός, αλλά πιο πολύ μοναχικός, όπως οι περισσότεροι πνευματικοί άνθρωποι. Γι’ αυτό οι φίλοι του δεν ανησύχησαν τις πρώτες μέρες που το τηλέφωνό του ήταν κλειστό και δεν ανταποκρινόταν στα καλέσματά τους. Ο γνωστός Μανώλης, σκέφτηκα…, έλεγε άνθρωπος του στενού του κύκλου που επιχείρησε το τελευταίο δεκαήμερο αρκετές φορές να επικοινωνήσει μαζί του, χωρίς αποτέλεσμα. Όταν όμως ο Ρασούλης άρχισε να μην εμφανίζεται σε προκαθορισμένα ραντεβού, τότε η ανησυχία εντάθηκε. Η φίλη από την Αθήνα πήρε αεροπλάνο και ήρθε για να δει τι συμβαίνει. Η συνέχεια είναι γνωστή… Τραγική εξέλιξη, ότι το άψυχο σώμα του δημιουργού παρέμενε επί εννέα μέρες στο σπίτι του στην Άνω Τούμπα της Θεσσαλονίκης, αφού ο ιατροδικαστής Ματθαίος Τσούγκας διαπίστωσε ότι ο Μανώλης Ρασούλης πέθανε το Σάββατο 5 Μαρτίου από δεύτερο έμφραγμα του μυοκαρδίου – το πρώτο πρέπει να το υπέστη προ εικοσαημέρου, όταν σύμφωνα με τους οικείους του παραπονιόταν για πόνους στο στήθος.
Δεν δίσταζε να συγκρουστεί
Ο Μανώλης Ρασούλης άφησε την τελευταία του πνοή στην πόλη που εμπνεύστηκε και έζησε επί πολλά χρόνια. Μπορεί η καταγωγή του να ήταν από την Κρήτη, αλλά ποτέ δεν παρέλειπε να εκφράζει την αγάπη του για τη Θεσσαλονίκη, ενώ τον τελευταίο καιρό μοίραζε τη ζωή του μεταξύ αυτής και της Αθήνας. Πολλές ήταν οι φορές που δήλωνε ότι σκόπευε να μεταναστεύσει και έμενε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο εξωτερικό, αφού απογοητευόταν συχνά από τα μουσικά κυκλώματα, η Ελλάδα όμως ήταν πάντα στην ψυχή του και επέστρεφε.
Τις απόψεις και τις θέσεις του τις εκδήλωνε όχι μόνο μέσα από το πλούσιο (στιχουργικό – συγγραφικό) έργο του, αλλά και μέσα από ραδιοφωνικές εκπομπές και κείμενά του στον Τύπο. Δεν δίσταζε μάλιστα να συγκρουστεί με ανθρώπους ή και ολόκληρα συστήματα για τα πιστεύω του, και συχνά μπορεί να χαρακτηριζόταν εριστικός ή παρορμητικός, αλλά κανείς δεν αμφισβητεί ότι υπερασπιζόταν την αλήθεια του χωρίς να υπολογίζει το κόστος.
Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο με τίτλο “Εδώ είναι του Ρασούλη”, που κυκλοφόρησε το 2007 από τις εκδόσεις Ιανός στο πλαίσιο της σειράς Ιανός ο μελωδός, έγραφε σε ένα σύντομο βιογραφικό: Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 28 Σεπτεμβρίου του 1945. Σπουδάζει σκηνοθεσία κινηματογράφου στη Σχολή Σταυράκου, γράφει ποιήματα, σενάρια, τραγουδάει ερασιτεχνικά στις μπουάτ της Πλάκας, δουλεύει στην εφημερίδα της αριστεράς Δημοκρατική Αλλαγή, παίρνει μέρος στους αγώνες του 114, περπατάει όλες τις πορείες ειρήνης.
Στο Λονδίνο γράφει τα πρώτα του βιβλία και γίνεται συνεκδότης της εφημερίδας Σοσιαλιστική Αλλαγή, στην οποία γράφει άρθρα και επιφυλλίδες, παίρνει μαθήματα πολιτικής οικονομίας και φιλοσοφίας. Τον Μάη του ’68 παίρνει μέρος στη μεγάλη εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι και τραυματίζεται από τους SRS. Το ’74, λίγο μετά το Πολυτεχνείο, κατεβαίνει στην Αθήνα, όπου συνεχίζει τον πολιτικό αγώνα και την καλλιτεχνική ποικίλη δραστηριότητα. Γράφει και εκδίδει το περιοδικό Αυγό, γράφει τραγούδια, νουβέλες, διηγήματα. Ερωτεύεται, ξερωτεύεται, διαλογίζεται, αυτοπαρατηρείται, παλινδρομεί, ορμά, ωριμάζει, ανοίγεται, ρισκάρει, πληρώνει το τίμημα ως σήμερα.
Για ένα ραντεβού που δεν έγινε
Μιλήσαμε για τελευταία φορά λίγο πριν τις δημοτικές εκλογές του 2010 για ένα θέμα της εφημερίδας. Εξέφρασε, όπως πάντα, με χειμαρρώδη λόγο και ευθαρσώς την άποψή του για τα κοινά της πόλης – ήταν έκδηλη η ανησυχία του όχι μόνο για τη Θεσσαλονίκη, αλλά και για τα οικονομικά και πολιτικοκοινωνικά αδιέξοδα στα οποία έχει περιέλθει η Ελλάδα και ο κόσμος. Συμφωνήσαμε να συναντηθούμε όταν θα ερχόταν στην πόλη για κάποια από τις εμφανίσεις του. Μέσα στο φορτωμένο από δουλειά και άλλες έγνοιες πρόγραμμα αμέλησα να του τηλεφωνήσω. Το μετανιώνω, όσο κι αν γνωρίζω ότι είναι πολύ άσχημες οι διαπιστώσεις με αφορμή το μη μετακλητό…
Κυριακή Τσολάκη