/Λογοκρισία κατά παραγγελία

Λογοκρισία κατά παραγγελία

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, συγγραφέας

Δεν είναι η πρώτη φορά που αναρωτιέμαστε που αρχίζει και που τελειώνει η σάτιρα. Αν υπάρχουν όρια, αν χρειάζεται αυτολογοκρισία.

Ο κάθε καλλιτέχνης οφείλει να εκφράζεται με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Το μόνο του δημιουργικό όριο, κατά τη γνώμη μου, είναι η αποφυγή εμμονών που θα τον χαρακτηρίσουν στρατευμένο, σχεδόν κατευθυνόμενο. Αλλά κι αυτό είναι στη διακριτική του ευχέρεια όπως είναι στην ευχέρεια του κοινού να επιβραβεύσει ή όχι τη στάση του.

Επίσης σημαντικό είναι να μην αναπαράγονται ψευδείς ειδήσεις, παραπλανώντας ή δυσφημώντας. Ομως κι αυτό, δεν επιβάλλεται. Κρίνεται κι όπως θεωρεί ότι τον αφορά, το θεσμικό μας πλαίσιο τού προσφέρει τα δικαστικά μέσα για να αποκαταστήσει την αλήθεια και τη φήμη του.

Η τέχνη δεν αντέχει αυτόκλητους επικριτές και δήθεν ευαίσθητος λογοκριτές.

Το πρόσφατο συμβάν, με τη διακοπή παράστασης μετά από την “αυθόρμητη” παρέμβαση μιας δημοσιογράφου, μόνο ως χαρακτηριστικό δείγμα ματαιόδοξη, ολοκληρωτικής διάθεσης μπορεί να εκληφθεί.

Ακόμη κι αν αποδεχτούμε την τυχαιότητα του γεγονότος, δεν αποτελεί μέρος του ρόλου ενός θεατή, να παρεμβαίνει ανάλογα με τις προτιμήσεις του για να… διορθώσει τον καλλιτέχνη. Αν θεωρεί εαυτόν θιγόμενο, που εδώ ούτε αυτό ισχύει, η δικαιοσύνη προσφέρει τα απαραίτητα εργαλεία αντίδρασης.

Όμως εδώ πρόκειται για κάτι ακόμη πιο εξεζητημένο. Το σκηνικό στήθηκε με αφορμή την υπεράσπιση του… αφεντικού. Ο ίδιος δεν διανιηθηκε να ασχοληθεί νομικά με το θέμα. Δεν δήλωσε, επίσημα, προσβεβλημένος με κάτι. Εμφανίστηκε η… υπάλληλος να υπερασπιστεί τα δίκαια!

Αυτόνομα ή κατά παραγγελία, ίσως να έχει ελάχιστη σημασία.

Το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο κι απαράλλαχτο, διανθισμένο μόνο με την υπερβολή και την προσποίηση μιας αχρείαστης δουλικότητας.

Αν κανείς δεν της ζήτησε να στήσει το συμβάν, ώστε έτσι εμμέσως να δώσει την απάντηση του το αφεντικό δίχως να εμπλακεί και να εκτεθεί προσωπικά, τότε πρόκειται για μια αυθόρμητη μεν, καθ’ όλα κατακριτέα όμως, στάση. Μια στάση σημείο των καιρών, μιας κοινωνίας που γεννά περισσότερη υποταγή από όσο αντέχει η συνείδηση μας.