/Κάλλια Βαβουλιώτη: Η Ζωή όπως και η Γραφή θέλει ρίσκο

Κάλλια Βαβουλιώτη: Η Ζωή όπως και η Γραφή θέλει ρίσκο

Η ποιήτρια Κάλλια Βαβουλιώτη απαντά στις ερωτήσεις που τις θέτει ο Κωνσταντίνος Μανίκας με αφορμή την κυκλοφορία της ποιητικής της συλλογής “Καρδιοθραύστες” από τις εκδόσεις ΑΩ.

  • Πώς θα περιγράφατε συνοπτικά τη νέα σας ποιητική συλλογή “Καρδιοθραύστες”; Γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο;

Πρόκειται για μία ποιητική συλλογή με αφετηρία το ανυψωτικό συναίσθημα του έρωτα, θίγει ωστόσο και άλλες θεματικές περιφερειακές. Πιστεύω όμως βαθιά ότι η ανάγνωση του καθενός ότι είναι προσωπική υπόθεση οπότε αφήνω τους αναγνώστες μου να δώσουν τη δική τους ερμηνεία σε ό,τι διαβάσουν εντός του βιβλίου.

Όσο για τον τίτλο «Καρδιοθραύστες» είναι ένα λογοπαίγνιο με διττή σημασία, καθώς εντός του βιβλίου εμπεριέχονται στοιχεία ανθρώπων που όμως έχουν ως κοινό γνώρισμα της φωτεινότητας τους την ευαισθησία, η οποία πολλές φορές μπορεί και να μη τους βγαίνει σε καλό.

 

  • Τι θεωρείτε ότι θα αποκομίσει ο αναγνώστης μέσα από αυτό το έργο σας;

Μέσα από τα ποιήματα μου, δεν έχω σκοπό να δώσω απαντήσεις στους ανθρώπους που θα με διαβάσουν, μόνο να τους γεμίσω ερωτηματικά – γιατί μόνο από την αμφισβήτηση και το «ξεβόλεμα» μπορεί κανείς να βρει τον εαυτό του και να επιστρέψει σε εκείνον πιο σίγουρος/η.

Θέλω η ποίηση μου να γίνει μοχλός σύνδεσης του καθενός με τον πυρήνα του αλλά και αφύπνισης κοινωνικής σε ζητήματα όπως μπορεί να είναι το εκάστοτε τραύμα.

 

  • Ποιες είναι οι πηγές της έμπνευσής σας;

H έμπνευση μου πηγάζει από τους ανθρώπους άλλωστε η Ποίηση από μόνη της έχει έναν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα.

Αγαπώ να ακούω τις ιστορίες των ανθρώπων και πολλές φορές τις κάνω δικές μου  ή άλλες φορές μπορεί να δω μία σκηνή να εκτυλίσσεται στο δρόμο και να με αγγίξει με κάποιο μεταφυσικό τρόπο.

Εκεί που κλείνουμε τους διακόπτες από την πραγματικότητα έχοντας όμως πρώτα ζήσει, εκεί μας συναντά η γραφή.

 

  • Η θεματολογία επηρεάζει την τεχνική με την οποία θα προσεγγίσετε ένα ποίημα;

Αν και στα «συρτάρια» μου έχω φυλαγμένα ποιήματα με μέτρο και ομοιοκαταληξία σε αυτή την πρώιμη – όπως αντιλαμβάνομαι εγώ- περίοδο γραφής, έχω επιλέξει το δρόμο της μοντέρνας ελεύθερης ποίησης μέσα από την οποία δεν αισθάνομαι κανέναν περιορισμό αλλά αντίθετα απεριόριστη Ελευθερία.

Το ποίημα είναι πράγματι σαν ένα αρχιτεκτονικό οικοδόμημα, ένα χρυσοκέντητο πλεκτό που με ένα λάθος μπορεί να καταστραφεί ωστόσο αν υπεραναλύουμε την θεματολογία σε σχέση με την τεχνική τότε μπορεί να έχουμε ένα άρτιο ποίημα δίχως όμως συναίσθημα ή νόημα.

Η Ζωή όπως και η Γραφή θέλει ρίσκο.

 

  • Γιατί προτιμήσατε την ποίηση, κι όχι τον πεζό λόγο, ως λογοτεχνικό μέσο έκφρασης;

Αν και ακούω από πολλούς φίλους συγγραφείς αλλά και αναγνώστες να θεωρούν τον πεζό λόγο «πιο εύκολο» , προσωπικά διαφωνώ εντελώς και τον θεωρώ εξαιρετικά απαιτητικό.

Ο πεζός λόγος απαιτεί χειρουργική ακρίβεια στο να χτίσει κανείς την πλοκή, χωρίς να πλατειάσει, χωρίς να γίνει κουραστικός δίχως λόγο στον αναγνώστη.

Από την άλλη πλευρά η Ποίηση με γοητεύει από μικρό παιδί, αναλογίζομαι ότι πρέπει να φταίνε τα Άπαντα του Κ. Καρυωτάκη που ήταν το πρώτο βιβλίο ποίησης που διάβασα και μάλλον ασυνείδητα με καθόρισε.

Επομένως, ίσως επειδή η Ποίηση ήταν η πρώτη που μου άνοιξε την πόρτα της, ίσως επειδή είμαι φοβική μη τυχόν γίνω φλύαρη αποφεύγω προς το παρόν τον μακροπερίοδο λόγο – εκτός αν πρόκειται για δημοσιογραφικό κείμενο.

 

  • Διαβάζει πλέον ο Έλληνας ποίηση ή την θεωρεί μια δυσνόητη τέχνη που δεν τον αφορά;

Είμαι αισιόδοξη, ανήκω στη νέα γενιά ανθρώπων και με χαρά διαπιστώνω ότι ίσως λόγω των social media ,ίσως λόγω του ότι πλέον η πληροφορία γενικότερα αλλά και πάρα πολλά ebooks υπάρχουν διαθέσιμα με ένα κλικ και πολλές φορές δωρεάν, οι Έλληνες θέλοντας και μη διαβάζουν Ποίηση.

Το αν τη θεωρούν δυσνόητη ή όχι δεν μπορώ να το γνωρίζω είναι εντελώς προσωπικό ζήτημα του καθενός, όμως πιστεύω ακράδαντα  πως ακόμα και το τραγούδι που ο Έλληνας το έχει στα χείλη του λόγω DNA είναι επίσης μία μορφή Ποίησης που χτυπά απευθείας στο κέντρο της καρδιάς του.

 

  • Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με την συγγραφή;

Πάντα λέω αστειευόμενη αλλά είναι μία μεγάλη αλήθεια αυτό γιατί το έχω ακούσει από πολλούς ανθρώπους, τα μοναχοπαίδια έχουμε πολύ χρόνο μόνα μας, μιλάμε μόνα μας, παίζουμε μόνα μας, φτιάχνουμε ιστορίες από παιδάκια μες το μυαλό μας. Η συγγραφή είναι η ανάγκη μας για να αντιμετωπίσουμε τη φθορά της μοναξιάς που αισθανόμαστε ενίοτε.

 

  • Ένας μήνας “καραντίνα”. Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;

Μου αρέσει να διαβάζω αρκετά ετερόκλιτα βιβλία οπότε- αν μιλάμε για ήδη διαβασμένα- θα έπαιρνα σίγουρα  και ποίηση και πεζογραφία και ενδεχομένως και κάποια πιο επιστημονικά βιβλία.

Θα ήθελα οπωσδήποτε να διαβάσω Ανδρέα Εμπειρίκο την Υψικάμινο και τον Παλιόκαιρο της Αμάντας Μιχαλοπούλου. Επίσης, σίγουρα θα έπαιρνα το «Ντέμιαν» του Έρμαν Έσσε, μιας και είναι ένα βιβλίο που άσκησε λίγα χρόνια πριν μία «μεταφυσική» επιρροή πάνω μου, οπότε μετά από τόσο καιρό θα ήθελα να κάνω μία δεύτερη ανάγνωση για να κατανοήσω γιατί συνέβη αυτό. Νομίζω θα ήθελα οπωσδήποτε και κάτι πιο φιλοσοφικό οπότε θα έπαιρνα και το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Νίτσε καθότι είναι ένα εγχειρίδιο ζωής  αλλά και  το «Τα λόγια και τα χρόνια» του πολύ αγαπημένου μου Μάνου Ελευθερίου.

  • Διαλέγετε παρέα για ολιγοήμερη απόδραση. Ποιους λογοτέχνες, ανεξαρτήτως ιστορικής περιόδου δράσης, θα συμπεριλαμβάνατε;

Σίγουρα θα ήθελα μαζί μου τη Μαλβίνα Κάραλη και τον Ανδρέα Εμπειρίκο  μαζί με τον Νίκο Εγγονόπουλο. Όπως αντιλαμβάνεστε αγαπώ τους υπερρεαλιστές, τους θεωρώ υπερβατικά όντα για να είμαι ακριβής .

Επίσης ο θαλασσινός Νίκος Καββαδίας θα συμπλήρωνε την παρέα των ποιητών μεταφέροντας τις χιλιάδες ιστορίες του από τις χίλιες άκρες του κόσμου, από τις πιο όμορφες θάλασσες μα και τις πιο φουρτουνιασμένες. Επειδή όμως είμαι του πλουραλισμού επομένως ένας ψυχίατρος και ένας φιλόσοφος είναι απαραίτητοι γι’αυτό και θα ήθελα στην παρέα μας και τον Φρόιντ και τον Νίτσε.

Τους έχω κάνει ήδη εικόνα σε κάποιο κυκλαδίτικο εξοχικό η Μαλβίνα να ετοιμάζει παέγια για όλους ακούγοντας Ρίτα Σακελλαρίου στο ραδιόφωνο, Εμπειρίκος και Εγγονόπουλος να κάθονται στον μεσημβρινό ήλιο, ο Εγγονόπουλος να ζωγραφίζει όσο ο Εμπειρίκος γράφει γράμματα στη Μάτση, ο Νίτσε να περπατάει και να απομονώνεται στην αυλή σκεπτόμενος και ο Καββαδίας να έχει κατέβει τα σκαλιά που οδηγούν στη θάλασσα και καθήμενος στα βράχια να ψαρεύει.

 

  • Πιστεύετε στη μοίρα ή την τύχη;

Πιστεύω και στα δύο εξίσου φτάνει να συνδυάζονται με σκληρή δουλειά . Η Τύχη θα σου ανοίξει την πόρτα, η Μοίρα είναι αυτή που θα σε σπρώξει μέσα όταν θα δειλιάσεις και η σκληρή δουλειά είναι εκείνη που θα σου ξανανοίξει την πόρτα αν για οποιονδήποτε λόγο δεν αντιλήφθηκες πόσο σημαντική αυτή η πόρτα ήταν με την πρώτη.

 

  • Χρειάζεται περισσότερος ρομαντισμός ή ρεαλισμός στις ζωές μας;

Χρειάζεται αυτογνωσία στις ζωές μας και κριτική σκέψη, να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους ανάλογα με τις αξίες τους. Να μην γινόμαστε ούτε τύραννοι ούτε όμως και οσιομάρτυρες.

Είναι το μεγάλο στοίχημα της εποχής.