Γράφει η Μαρία Σκαμπαρδώνη
Κάθε φορά που παρατηρώ τον μοναδικής καλλιτεχνικής αξίας “Η ταφή του κόμη του Οργκάθ” του σπουδαίου Δομήνικου Θεοτοκόπουλου (Ελ Γκρέκο), παρά το κυρίαρχο γεγονός του θανάτου, αισθάνομαι μία διάχυτη αισιοδοξία.
Και αυτό, διότι ενώ βλέπουμε τους ανθρώπους που θρηνούν για το τέλος της βιολογικής ζωής, βλέπουμε την ίδια στιγμή τις πύλες του ουρανού να ανοίγουν και να ξεκινά η αληθινή ζωή κοντά στο Θεό. Άγγελοι λαμβάνουν την ψυχή του κόμη του Οργκάθ, ενώ ο Χριστός που βρίσκεται το κέντρο τον περιμένει να έρθει κοντά του.
Από τους διασημότερους πίνακες του μεγάλους ζωγράφου, ο οποίος φιλοτεχνήθηκε το 1588 μετά από προτροπή του ιερέα της εκκλησίας Σάντο Τόμε στην οποία τάφηκε ο Δον Γκονθάλο Ρουίθ, κύριος της πόλης του Οργκάθ.
Πίνακας τεράστιων διαστάσεων, (4,8 x 3,6 μ.), ο οποίος ανήκει στα σπουδαιότερα δείγματα της δυτικής ζωγραφικής όλων των εποχών και υπόκειται καλλιτεχνικά στο ρεύμα του μανερισμού.
Ο Θεοτοκόπουλος ισορροπεί εξαιρετικά άρτια ανάμεσα στη διάσταση της επίγειας και της επουράνιας ζωής, συμβολίζοντας μία ελπίδα που αποδυναμώνει το θρήνο του θανάτου και της απώλειας.
Ο ζωγράφος φαίνεται πως επηρεάστηκε και από τη βυζαντινή αγιογραφία, ενώ αποτυπώνει και τον ίδιο τον εαυτό του τον πίνακα, στο κέντρο-αριστερά του κάτω τμήματος.
Ο Θεοτοκόπουλος αποτυπώνει ανεπανάληπτα τον ανθρώπινο θρήνο, την απώλεια της ζωής, το ξεκίνημα της καινούργιας στην πνευματική της υπόσταση.
Ο πίνακας αυτός διαχρονικά θεωρείται σημαντικός, όχι μόνο εξαιτίας της υψηλής καλλιτεχνικής αρτιότητας και αισθητικής, αλλά και επειδή δίνει την ελπίδα απέναντι τον αιώνιο φόβο του θανάτου, εξοστρακίζοντας την αίσθηση του “απόλυτου τέλους”.