/Η Σύγχρονη Τέχνη σε συνέχειες (Μέρος πρώτο)

Η Σύγχρονη Τέχνη σε συνέχειες (Μέρος πρώτο)

Γράφει ο Δημοσθένης Δαββέτας, Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης, ποιητής, εικαστικός, γεωπολιτιστικος αναλυτής

Θα προσεγγίσω το ζήτημα της σύγχρονης Τέχνης, πάντα σε εικαστικο επίπεδο, σε δύο μέρη , το θεωρητικό και το πρακτικό. Με άλλα λόγια και πιο συγκεκριμένα, θα αναφερθώ πρώτα στον τρόπο σκέψης που οδήγησε στην γέννηση της σύγχρονης Τέχνης εικαστικά. Στην συνέχεια θα υπογραμμίσω και θ’ αναλυσω τις τρείς βασικές διεθνείς εκθέσεις που φανέρωναν και παρουσίασαν τους μεγάλους εικαστικούς εδώ και σαράντα χρόνια ,εικαστικούς που παραμένουν στην κορυφή του παγκόσμιου καλλιτεχνικού στερεώματος ,αλλά και που οι ίδιοι ,όπως αντίστοιχα αναφέρθηκα στην μοντέρνα τέχνη , υπηρετούν κι εκφράζουν τις δύο μεγάλες, κύριες τάσεις στην σύγχρονη Τέχνη : αυτήν της ζωγραφικής επιστροφής, που εκφράζουν μεταξύ άλλων οι Πικάσο, Ματις , Νταλι κλπ, κι αυτήν της Ντουσαμπικης παράδοσης και πορείας, δηλαδή αυτήν ,όπου η κύρια έκφραση της περνά μέσα από την χρήση αντικειμένων ( βιομηχανικων η μη).

Ας τα δούμε όμως όλα σιγά-σιγά , και με όσο γίνεται αναλυτικά και απόλυτα κατανοητό τρόπο ,γιατί ,όπως είπα ήδη και ξαναλέω, στόχος αυτού του δοκιμίου ,είναι ,να “εκδημοκρατισει” και να “απο-ελιτικοποιησει” τις βασικές σύγχρονες εικαστικές έννοιες και όρους ,κάνοντας τες προσιτές στο πλατύ κοινό ,δίχως να αλλοιωθούν και να εκπεσουν οι ουσιαστικές επιστημονικές τους αξίες και ιστορικές αναφορές.

Η θεωρητική ανάγκη… 

Από την στιγμή που ,όπως ήδη είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μου (26/2/22 στον Ελεύθερο Τύπο), οτι ,εκεί γύρω μεταξύ 1960 και 1970 , είχε τελειώσει την πορεία της η avant-garde (πρωτοπορία), οτι είχε αρχίσει ν’ αμφισβητείται η έννοια του progress (προόδου) , οτι είχε αρχίσει με το post modern ( μετα-μοντερνο) να μπαίνει ως αναγκαίος εταίρος της εικαστικής έκφρασης η αγορά Τέχνης κι η Επικοινωνία. οτι είχε αρχίσει η κοινωνία της κατανάλωσης να υποχωρεί και να δίνει την θέση της στην κοινωνία της αγοράς και της επικοινωνίας, από εκείνη την στιγμή λοιπόν, η Τέχνη, ως εικαστική έκφραση και γλώσσα, αναζητά να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.

Να μην ξεχνάμε ποτέ οτι η Τέχνη είναι η εικόνα η αν θέλετε ο καθρέφτης και αυτού που είμαστε, αυτού που είναι η ζωή μας και αυτού που θα θέλαμε που ονειρευόμαστε να ήμασταν η να γίνουμε.

Συνεπώς ως “συνομιλητής ” και οργανικος “συνεργος” της Ζωής ( μιας οργανικής αισθητικής που αγγίζει τα υπαρξιακά κι αυτογνωσιακα όρια μας) , η Τέχνη, δεν μπορεί να ακολουθήσει διαφορετική πορεία. Έτσι γεννιέται κι εμφανίζεται η νέα μορφή εικαστικής έκφρασης, που είναι δημιούργημα των αναγκών που γέννησαν αυτό που ως σήμερα ονομάζουμε “Σύγχρονη Τέχνη “.

Κάθε τι νέο όμως που γεννιέται ,ακόμη κι αν γεννιέται από τις ανάγκες κάποιων κοινωνικών δεδομένων, αναζητά πάντα κάποια θεωρητικά στοιχεία που θα βασιστεί. Ποιά είναι αυτά τα θεωρητικά χαρακτηριστικά λοιπόν της σύγχρονης Τέχνης και που κυρίως βασίστηκε αυτή;
Ήδη τ’αναφερα εν τάχει. Τ’ αναφέρω και πάλι πιο αναλυτικά. Πρόκειται για την φιλοσοφία του Νίτσε και την θεωρία της απο-δομησης.

Η φιλοσοφία του Νίτσε

Ο πρώτος άθελα του παραφράστηκε πονηρά κι επιτηδεια . Γιατί αυτός μίλησε για την φιλοσοφία με το σφυρί. Δηλαδή την φιλοσοφία του σφυροκοπηματος. Τι ήθελε όμως να σφυροκοπήσει ο Νίτσε; Ήθελε να θρυματίσει τα ιδεώδη του ορθολογισμού ,όπως αυτός δομήθηκε από τους Πλάτωνα και Σωκράτη ως τον Χέγκελ. Ήθελε να επιστρέψει και το έκανε, πιστεύοντας σε μία πιο αποσπασματική σκέψη όπως του Ηράκλειτου που λάτρευε.

Όμως παρέμενε πάντα στα πλαίσια της αναζήτησης του πνευματικού αγαθού της Τέχνης κι οχι της υλικής και μόνο λειτουργικής της διάστασης. Αυτήν όμως την Νιτσεική στάση την παρερμηνευσε η σύγχρονη Τέχνη και κυρίως η αγορά Τέχνης.

Η θεωρία της Απο-δομησης...

Μέσα από την χρήση της θεωρίας της απο-δομησης (αποδομουμε κάτι και επιλεκτικά παίρνουμε απο αυτό το αποδομημένο, μόνο ότι μας υπηρετεί, εν προκειμένω εδώ,ότι είναι πιο εύκολα εμπορικό), στήριξε έργα που αρέσουν στην αγορά Τέχνης και στην αισθητική της ,αυτήν του χρηματιστηρίου. Που οδηγεί αυτη η απο-δομητικη αντίληψη; Στην απο-οντολογικοποιηση του έργου Τέχνης ,δηλαδή στην αφαίρεση του νοήματος του. Το εργο Τέχνης πλεον αρχίζει να μην παράγει νόημα και ναναι ενα λειτουργικό μόνο προιον . Δηλαδή να μην εκπέμπει από μόνο του λογο ,να μην σημαίνει τίποτα και να είναι κυρίως μια Τεχνικη περιπετεια ( η στην καλύτερη (sic)περίπτωση Τεχνική ευρεσιτεχνία), η ακομη μια φορμαλιστικη εμπειρία . Να μην έχει περιεχόμενο και να καθορίζεται απο το περιέχον .

Με απλά λογια: το έργο τέχνης να ειναι πλεον μονο προιον μιας αντίληψης και συμπεριφοράς, που εξαρτάται απο τις ανάγκες του εκάστοτε χώρου που τοποθετείται.

Παράδειγμα: Θέλω ν’ αγορασω εναν πίνακα η ενα γλυπτό . Τα κριτήρια μου δεν είναι αν αυτός η αυτό, μου γεννούν τον α η β προβληματισμο, αν μου προκαλούν υπαρξιακά η πνευματικά ερωτήματα ,αλλά κυρίως αν μου προκαλούν μια κατ’ εξοχήν οπτική ευχαρίστηση, περιέργεια η ακόμη εγκεφαλική ,στην καλύτερη περιπτωση, διέγερση. Πρόκειται περισσότερο για ενα είδους ευφυολογήματος ( οπως πχ τα έργα των Τζεφ Κουνς -jeff moons η Νταμιαν Χιρστ-Damian Hirst) παρα γισ κάτι που μας φέρνει αντιμέτωπους με ουσιαστικά ερωτήματα της ζωής μας ,όπως πχ τα έργα του Γιοζεφ Μποις (Joseph Beuys) ,όπως θα δούμε παρακάτω.

Κοντολογίς ζούμε αυτό που ο γνωστός της σχολής της Φρανκφούρτης Γερμανός διανοούμενος, Γουόλτερ Μπέντζαμιν (Walter Benjamin), είχε αναφέρει, ως το τέλος του έργου τεχνης και την έναρξη της αναπαραγωγικοτητας του. Το πέρασμα δηλαδή απο το γνήσιο στο αντίγραφο. Αυτή ειναι μια μικρή εισαγωγή στα δύο βασικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης Τέχνης: στην αγορά Τέχνης και την Επικοινωνία.

Η Αγορά Τέχνης

Έτσι η αγορά τεχνης αντικαθιστά πλέον την έννοια του έργου Τέχνης. Επίσης αντικαθιστά την αντίληψη που την δεκαετία ’60 με ’70 , αναπτύχθηκε : της εννοιολογικής Τέχνης ( art conceptuel) και αυτής του κινήματος “support-surface” υπο τον γνωστό Γάλλο θεωρητικό Marcelin Pleynet. Σημειωτέον οτι αυτά τα τελευταία κινήματα είχαν την άποψη οτι το έργο τέχνης από μόνο του δεν φτάνει. Έιχει ανάγκη θεωρητικής στήριξης για να “υπάρξει” και να “νομιμοποιηθεί” ως έργο τέχνης.

Έτσι εφευρέθηκε απο τον Marcelin Pleynet και τους ομονοούντες με αυτόν, το περίφημο “discours theorique ” δηλαδή ο θεωρητικός λόγος,το θεωρητικό στήριγμα.

Με πιο απλά λόγια σημαινε οτι, το όποιο έργο υπάρχει πρέπει να συνοδεύεται απο μια θεωρητική εξήγηση για να μπορέσει να γίνει κατανοητό απο τον θεατή. Βέβαια αυτό μετέτρεπε το έργο Τέχνης σε δια-νοητικη άσκηση ( και του καλλιτέχνη και του θεατή μαζί ) κι οχι σε αισθαντική ,αισθητική και αυτογνωσιακη εμπειρία μέσα από την δύναμη της οπτικότητας του έργου ,δηλαδή της εικονολογικης του διάστασης,της “εικονας” του όπως συνέβαινε παραδοσιακά επι δεκαετίες ίσως κι αιώνες στην Τέχνη..

Και φτάσαμε στο σημείο σταδιακά το discours theorique ν’αντικαταστήσει το ίδιο το έργο. Κι όλα να είναι εννοιολογικα.
Αυτή λοιπόν η εννοιολογική διάσταση που αντικαθιστούσε το έργο Τέχνης με την θεωρία ,το discours theorique, ήρθε με την σειρά της στις αρχές της δεκαετίας του’80 , ν’αντικαταστησει η αγορά Τέχνης .Μετά από την αρχική της εμφάνιση δίπλα στο μετα-μοντερνο, η αγορά τεχνης, βρήκε το πάτημα της αντι-εννοιλογικης τάσης και διείσδυσε στην Τέχνη. Σε σημείο ώστε στο εξής ,το έργο Τέχνης να αξιολογείται ,να “νομιμοποιειται” , και να “υπαρχει”,απο την αγορά Τέχνης ,η οποία και αναλαμβάνει πλέον την “εγγυηση” της αξίας η όχι του έργου , αυτού που μετατράπηκε πλέον σε εικαστικο “προιον”.

Αυτή η θριαμβευτική νίκη της αγοράς Τέχνης δεν πραγματοποιείται δίχως ναχει επίδραση στις νέες εικαστικές μορφές ,όπως θα δούμε πιο κάτω. Ταυτόχρονα όμως και κυρίως, η αγορά Τέχνης , φέρνει μαζί της και το δίδυμο “αδελφακι” της , τον αχώριστο συνέταιρο της, χωρίς τον οποίο δεν μπορεί να προχωρήσει στο μέγιστο των κερδών της. Φέρνει, με άλλα λόγια, την Επικοινωνία. Αγορά Τέχνης πλέον στην Σύγχρονη Τέχνη δίχως τον εξ ίσου σημαντικό και καθοριστικό ρόλο της επικοινωνίας δεν νοείται.

Η Επικοινωνία.

Οι νέες τεχνολογίες ως δυναμικές πιο σύγχρονες παρουσίες που αντιπροσωπεύουν κι εκφράζουν τον σύγχρονο κόσμο, όπως τις ανήγγειλε ήδη ο Ζαν Φρανσουα Λυοταρ (Jean Francois Lyotard) στο βιβλίο του η μεταμοντέρνα κατάσταση (la condition post- moderne ), μπαίνουν πλέον στο παιχνίδι της Τέχνης. Όχι μόνον ως εναλλακτική λύση δημιουργικής έκφρασης από πολλούς “νεοπρεπεις” εικαστικούς( χρησιμοποιούν για παράδειγμα το ιντερνετ, το βιντεο κλπ ως στοιχείο της εικαστικής τους γλώσσας) κάτι που θα δούμε πιο κάτω αναλυτικότερα, αλλά κι ως μέσον προώθησης κι ενημέρωσης της δουλειάς τους ,ως μεσον διαφήμισης της κι αγοραστικής της πρόθεσης .

Οι διαφοροι χωροι τεχνης απο γκαλερι, συλλεκτες, εμπορους, κεντρα τεχνης κλπ χρησιμοποιουν τις συγχρονες τεχνολογίες για να διαλαλησουν και να πουλησουν την “πραματια” τους.

Όπως παλαιότερα υπήρχε η Φήμη για να διαδώσει κατι ,έτσι και τώρα υπάρχει η σύγχρονη τεχνολογία και τα διάφορα πολυμέσα ,δίπλα στα ήδη γνωστά μέσα επικοινωνίας ,για να διαδώσουν και να “πουλησουν” μεταφορικά και κυριολεκτικά τα εικαστικά τους προϊόντα. Κι ακόμη κάτι καινούργιο στην επικοινωνία της Τέχνης.Τώρα πια με τα πολυμέσα ο εικαστικός μπορεί αν θέλει να πουλήσει ο ίδιος απευθείας τσ εργα-προιοντα του κι οχι να το κάνει χρησιμοποιώντας μεσάζοντες, δηλαδή γκαλερί, εμπόρους και όσους ως τώρα αναλάμβαναν να μεσολαβησουν για την πώληση του έργου Τέχνης.

Ο ίδιος ο καλλιτέχνης έχει πια στην συγχρονη Τέχνη , την δυνατότητα και την επιλογή να προωθήσει, να διαδώσει και να εμμπορευτεί τα εργα-προιοντα του. Μετατρέπεται έτσι ανάλογα με τις περιπτώσεις και περιστάσεις, απο γκαλεριστα ,έμπορο, συλλέκτη, ως και θεωρητικό η αναλυτή η δημοσιογράφο Τέχνης. Μέχρι και σε διοργανωτή εκθέσεων μπορεί να μεταμορφωθεί. Έχουμε άλλωστε γύρω μας πάμπολλα παραδείγματα εικαστικών που ,εκτος απο την αυτοπροωθηση της δουλειάς τους ,διοργανώνουν επίσης εκθέσεις ατομικές η ομαδικές σημαντικών καλλιτεχνών. Όλο και συχνότερα άλλωστε τα διάφορα μουσεία ζητούν απο τους καλλιτέχνες τέτοιες δράσεις, επιδιώκοντας έτσι να προσφέρουν στο κοινό την ματιά ενός καλλιτέχνη, τον οποίον θέλουν ως ενα πολυεργαλειο.

Ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές μοιάζει να είναι ο σύγχρονος καλλιτέχνης.

Είναι ενας αληθινος “υπηρετης” ενος πολυεκφραστικου συστήματος, το οποίο όμως δεν υπηρετεί πλέον, όπως ήταν για παράδειγμα στην Αναγέννηση την τέχνη , αλλά την αγορά και την επικοινωνία. Διότι το πρόβλημα κι ειδικά το ερώτημα που γεννιέται σε μια τέτοια πραγματικότητα είναι: μέχρι ποιου σημείου η αγορά ,όντας πλέον ισότιμος συνεργός της εικαστικής παραγωγής, μπορεί να επηρεάσει ως το σημείο να καθορίσει και να καθοδηγήσει την γέννηση και την πορεία του έργου τεχνης-προιοντος;

Μια ματιά γύρω μας ,προκαλεί φόβο κι ανησυχία. Υπάρχουν ολο και περισσότεροι γκαλεριστες έμποροι κλπ.,που υποδεικνύουν στους καλλιτέχνες τι να κάνουν. Και επαναλαμβάνω δεν πρόκειται για την έννοια της ” παραγγελιας” οπως δομήθηκε απο την αρχαιότητα,την Αναγέννηση κλπ. Οχι. Πρόκειται για υπόδειξη ως προς το νόημα και την μορφή του εργου-προιοντος. Κι αν ο καλλιτέχνης δεν υπακούσει κινδυνεύει με εξαφανιστεί διότι τίθεται εκτός αγοράς και περιθωριοποιείται. Ενώ οι νέοι καλλιτέχνες μαθαίνουν πλέον από την αρχή οτι για να εκθέσουν πρέπει να αποδεχτούν την “πολιτικη ορθοτητα “της αγοράς ,ένα από τα στοιχεία της οποίας είναι να πληρώσουν για να συμμετάσχουν σε μία έκθεση . Κάτι που ακυρώνει το αντικειμενικό κριτήριο αξιών, τόσο σημαντικό στην αξιολόγηση ενός έργου. Περνά πλέον η νοοτροπία: πληρώνω και εκθέτω. Ακυρώνεται έτσι η έννοια του ρίσκου και της συνειδητής επιλογής : και για τον γκαλεριστα και για τον καλλιτέχνη και για τον συλλέκτη.

Στην μοντέρνα εποχή ο γκαλεριστας έπαιρνε ρίσκο να εκθέσει κάποιον καλλιτέχνη υποστηρίζοντας το έργο του. Όπως κι ο καλλιτέχνης,έπρεπε να περιμένει δουλεύοντας συνεχώς ώσπου ναρθει η κατάλληλη στιγμή να εκθέσει κάτι που πραγματικά έπρεπε να εκτεθεί. Τώρα αυτά τείνουν ν’αλλαξουν επικίνδυνα. Γι’αυτες όμως τις τάσεις Οπως και το αντίβαρο τους, δηλαδή τους εικαστικούς που ακόμη ανθίστανται και δεν παραδίδονται άνευ όρων στην αγορά Τέχνης ,θα μιλήσω στη συνέχεια στο άρθρο της επόμενης εβδομάδας.