Η σκηνοθέτιδα Μαρία Σάββα απαντά στις ερωτήσεις του Κωνσταντίνου Μανίκα με αφορμή την παράσταση Δεσμοί. Ιστορίες Ανοίκειας καθημερινότητας.
Δεσμοί. Ιστορίες Ανοίκειας καθημερινότητας, βασισμένο σε ιστορίες της βραβευμένης Samantha Schweblin. Τι ήταν το πρώτο που σας γοήτευσε στα κείμενα της;
Πιστεύω ότι από την πανδημία και μετά βιώνουμε μια πραγματικότητα αρκετά δύσκολη για όλους μας κι έτσι, τα δύο τελευταία χρόνια, συνειδητά επιλέγω κείμενα που έχουν να πουν ουσιαστικά πράγματα αλλά με έντονο χιούμορ, κάτι που πιστεύω ότι το έχουμε ανάγκη.
Η Swheblin είναι μια νέα και ήδη πολυβραβευμένη συγγραφέας, από τους πιο καταξιωμένους ισπανόφωνους συγγραφείς της γενιάς της. Το 2017 ήταν υποψήφια για το διεθνές βραβείο Man Booker για το μυθιστόρημά της Distancia de rescate (Fever Dream, 2017). Το 2019 βραβεύτηκε η Αγγλική μετάφραση (Mοuthful of Birds) των διηγημάτων που ανεβάζουμε στο θέατρο «Φούρνος» με το Man Booker International Price. Επίσης ήταν υποψήφια για το βραβείο Man Booker για το βιβλίο της Kentukis (Little Eyes) το 2020.
Με ποιο τρόπο έγινε η επιλογή των διηγημάτων και γιατί καταλήξατε στα συγκεκριμένα;
Είχα διαβάσει τα βιβλία της που έχουν ήδη εκδοθεί στην Ελλάδα, σε μετάφραση της Έφης Γιαννοπούλου, και αισθάνθηκα ότι οι ιστορίες της ήταν πολύ δυνατές και ότι θα μπορούσαν να ανέβουν στο θέατρο. Για την παράστασή μας, διάλεξα κάποια διηγήματα που δεν έχουν εκδοθεί στην χώρα μας. Αυτά περιέχονται στο δεύτερο βιβλίο που είχε εκδόσει (Mοuthful of Birds) και το οποίο την ανέδειξε ως μια από τις μεγαλύτερες Αργεντινές διηγηματογράφους των τελευταίων δεκαετιών.
Διάλεξα πέντε ιστορίες που θα μπορούσαν να συνομιλήσουν μεταξύ τους, με κοινή θεματική τις οικογενειακές σχέσεις, τους δεσμούς των προσώπων και την αλληλεξάρτηση. Οι ιστορίες της Σαμάνθα Σβέμπλιν, μινιμαλιστικές και παράξενες, συνδέονται βαθειά με την καθημερινότητα. Χωρισμένοι γονείς, γυναίκες που τις εγκαταλείπουν, άνδρες ανίκανοι να συνεχίσουν τη ζωή με τη γυναίκα τους, αλλά και παράξενες μορφές που μπορεί να ζουν δίπλα μας. Θέλησα να μιλήσω για τους δεσμούς, την αλληλεξάρτηση, αλλά και τη βία που πολλές φορές αναπτύσσεται στις καθημερινές εστίες οικειότητας, αλλά μέσα από μια φόρμα που βασίζεται στο χιούμορ και στο παράξενο.
Ποιο είναι το κυρίαρχο στοιχείο που επιθυμείτε να αναδείξετε μέσα από τη δομή της παράστασης, τη σκηνοθετική σας προσέγγιση και τις ερμηνείες των ηθοποιών;
Η Samantha Schweblin χτίζει πυκνούς και παράξενους κόσμους, διερευνώντας την ψυχολογία των ανθρώπινων σχέσεων και τους τρόπους με τους οποίους αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξη και ερμηνεύουμε τον πολιτισμό. Εστιάσαμε στην απόδοση του σκοτεινού και κοφτερού χιούμορ των ιστοριών το οποίο εμπεριέχεται στη «λοξή ματιά» της συγγραφέως και αναδεικνύει την σουρρεαλιστική της προσέγγιση.
Οι ιστορίες της καταφέρνουν να διαλύσουν τους αποδεκτούς κανόνες της κοινωνίας και να μας κάνουν να αναρωτηθούμε πώς θα μπορούσαμε να περιηγηθούμε στην ηθική χωρίς αυτούς και γιατί τους αποδεχθήκαμε κάποτε.
Τι εικόνα αποκτούμε για τις ανθρώπινες σχέσεις μέσα από έργο;
Η δραματουργία εστιάζει στις σχέσεις που αναπτύσσονται κυρίως μέσα στην οικογένεια, τους δεσμούς των προσώπων, το δέσιμο και την αλληλεξάρτηση, όπως επίσης και τη βία που πολλές φορές αναπτύσσεται στις καθημερινές εστίες οικειότητας. Η Schweblin αναμετριέται με την έννοια της αγάπης και τις μεταμορφώσεις της, με τη μητρότητα και την πατρότητα, με το τραύμα του παιδιού, με την μη αποδοχή της διαφορετικότητας. Στη τελευταία ιστορία της παράστασης θίγεται και ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα που έχει σχέση με τον κόσμο της Τέχνης, σήμερα.
Είναι δυσδιάκριτα τα όρια φανταστικού και πραγματικού και πόσο βοηθά η τέχνη για να γεφυρωθούν;
Όπως λέει η ίδια η συγγραφέας, «Το φανταστικό είδος είναι χτισμένο γύρω από κάτι που δεν μπορεί να συμβεί στον κόσμο μας. Αλλά το παράξενο κατασκευάζεται με κάτι που είναι περίεργο και ασυνήθιστο, αλλά πραγματικό». Και αυτό κάνει τις ιστορίες της πιο τρομακτικές. Το φανταστικό είναι συνυφασμένο με την Τέχνη του θεάτρου, επιλέγεις τι θα δημιουργήσεις, ξεκινώντας όμως πάντα από τη δική σου πραγματικότητα.
Πώς κρίνετε την πορεία του θεάτρου στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια; Τι το διαφοροποιεί από το παρελθόν;
Πιστεύω ότι λείπει η έρευνα σήμερα, οι συνθήκες που δουλεύουμε είναι πολύ δύσκολες και δεν υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες για να πειραματιστεί κανείς και να ρισκάρει. Όπως επίσης δεν έχεις συνήθως τα μέσα που χρειάζεσαι για κάνεις αυτό που φαντάζεσαι. Ονειρεύεσαι κάτι και μετά πρέπει να αρχίζεις να το περιορίζεις.
Είμαστε υποχρεωμένοι να επιλέγουμε έργα με λίγους ηθοποιούς, δηλαδή μια περιορισμένη παραγωγή και αυτά δεν βοηθούν να δουλέψει κανείς με τον τρόπο που πραγματικά θα ήθελε. Οι παραγωγές στο Εθνικό θέατρο, το ΚΘΒΕ και το Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου δεν είναι ανοιχτές για πολλούς δημιουργούς.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό σας όνειρο;
Όνειρο για μένα είναι να μου προσφέρονται οι απαραίτητες συνθήκες και οι αγαπημένοι συνεργάτες που μαζί θα μπορούμε να αναπτύσσουμε τις ιδέες μας στο θέατρο.
Είναι το θέατρο η κυρίαρχη προτεραιότητα ή σας γοητεύει εξίσου και ο κινηματογράφος;
Εάν θα ξεκινούσα από την αρχή θα ήθελα πολύ να κάνω κινηματογράφο. Το θέατρο είναι τρομερά εφήμερο, παρ’ όλο που πρέπει όλοι να δώσουν πολλά, και οικονομικά απαιτεί πολλά χρήματα αλλά και ψυχικό σθένος από όλους για να πραγματοποιηθεί μια παράσταση, μετά δεν μένει τίποτα. Αυτό είναι κάτι που μερικές φορές με απογοητεύει. Και κατά τη γνώμη μου αυτό διαφοροποιεί το θέατρο από τις υπόλοιπες τέχνες, απαιτεί τα πάντα χωρίς να σου υπόσχεται τίποτα.