Γράφει η Μαρία Σκαμπαρδώνη
Κάποτε θα σβήσω. Όπως έσβησαν χιλιάδες άνθρωποι πριν από εμένα, θα σβήσουν χιλιάδες μετά από εμένα.
Διότι το θαύμα του ερχομού της Ζωής αυτομάτως δημιουργεί τη βεβαιότητα που θα έρθει και ο θάνατος.
Αλλά εμείς οι δημιουργοί δε θα λησμονηθούμε. Σε κάποιο σκονισμένο ράφι μίας πολύβουης βιβλιοθήκης, σε ένα σπασμένο παγκάκι ή στάση λεωφορείου, σε μία πολυδιαβασμένη σελίδα του Διαδικτύου, θα υπάρχει ένα χνάρι μας, ένα παιδί μας. Ένα κείμενό μας, ένα βιβλίο μας, ένα ποίημά μας.
Γιατί τα αποστάγματα της σκέψης και της ζωής μας είναι η κληρονομιά τους. Ακόμα και όταν δε θα είμαι εδώ, για κάποιους ανθρώπους θα παραμένω “μία Μαρία που αγαπούν να διαβάζουν”.
Η Μαρία κάποτε θα σβήσει σωματικά, ακόμα και η ρώμη της νιότης θα την εγκαταλείψει. Κάποτε το σώμα θα λιώσει, θα παύσει να λειτουργεί και οι σωματικές λειτουργίες θα αδρανήσουν μέχρι να παύσουν.
Όμως, η Μαρία της συγγραφής θα μείνει στις καρδιές ορισμένων ανθρώπων. Ίσως δε γίνω η καταξιωμένη συγγραφέας που ποθώ, αυτό για το οποίο καρδιοχτυπώ αδιάκοπα.
Αλλά σε κάποιους ανθρώπους οι λίγες και πολλές γραμμές που έγραψα κάτι θα λένε, κάτι θα σημαίνουν, σε κάποια χαραμάδα της ψυχής τους θα έχουν μιλήσει.
Μία Μαρία των λίγων ή των πολλών λέξεων η οποία με αυτό τον τρόπο θα έχει καταφέρει να νικήσει το Θάνατο που έρχεται πάντα, όσο και αν προσπαθήσεις να του κλείσεις την πόρτα. Διότι παίρνει μαζί του το σώμα σου, αλλά σκορπίζει τις σκέψεις σου ελεύθερες, αγέρωχες, να τρέχουν να κρυφτούν στις καρδιές των ανθρώπων που τις διάβαζαν και όσο ζούσες.
Μέσα από τις λέξεις μας θα συνεχίζουμε να ζούμε, ακόμα και μετά από την εκπνοή μας. Και αυτό είναι τελικά η απόδειξη πως το αναπόφευκτο δεν είναι ανίκητο, αυτό που σβήνει το σώμα δε νικάει ποτέ την πνευματική παρουσία, τη δύναμη της σκέψης και το λόγο που έμεινε να ακουμπά εκείνους τους λίγους και τους πολλούς που σε αγάπησαν μέσα από τα γραπτά σου.