/Η Λίμπερτυ Πολύζου στο CulturePoint.gr

Η Λίμπερτυ Πολύζου στο CulturePoint.gr

Η ιστορικός τέχνης Λίμπερτυ Πολύζου σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Μανίκα, μας μιλά για τη θέση της τέχνης στην ελληνική κοινωνία, τις ευκαιρίες στους νέους καλλιτέχνες, πώς αποτιμάται η αξία ενός έργου τέχνης και πολλά άλλα. 

  • Ποια είναι η άποψη σας για τη θέση των τεχνών στην ελληνική κοινωνία; Κατέχουν τη θέση που του αξίζουν ή θεωρούνται ενασχόληση μιας μικρής μειοψηφίας;

Η τέχνη στην Ελλάδα ήταν ανέκαθεν ένα ελιτιστικό προϊόν. Γεγονός που πηγάζει εν πολλοίς από την γενική παιδεία και αγωγή στην ελληνική κοινωνία που αδιάκοπα αιμορραγεί και δυστυχώς είναι μια εδραιωμένη χαίνουσα πληγή και ένα από τα μεγάλα ζητούμενα. Πολύ ευθύβολα επισημάνει ο Πλάτωνας ότι “Η παιδεία είναι ο δεύτερος ήλιος για τον άνθρωπο”, μια παιδεία η οποία με καθοριστικό τρόπο σφυρηλάτησε την διανοητική καλλιέργεια και την άνοδο του πνευματικού επιπέδου του ανθρώπινου είδους.

Σε μια εποχή όπου η παιδεία υποφέρει, η διαπαιδαγώγηση των νέων σε γνωστικά αντικείμενα πνευματικής και μορφωτικής καλλιέργειας είναι κεφαλαιώδους σημασίας και φρονώ ότι θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερη σοβαρότητα και ευθύνη, με τους κατάλληλους ανθρώπους, γνώστες, να βάζουν υψηλούς στόχους προς επίτευξη. Η νέοι είναι άλλωστε η αυριανή μας ελπίδα, αυτοί που θα μεταλαμπαδεύσουν όλοι την γνώση και τον πολιτισμό που με τόσο κόπο κατακτήθηκε.

Αν προσδοκούμε να είμαστε τοτεμικές φιγούρες στην μεγάλη οικογένεια της Ευρώπης τιμώντας έτσι την πατρίδα μας και παίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο όπως συνέβη στην αρχαιότητα, επιβάλλεται tout court να επαναφέρουμε στην μνήμη τις μεγάλες εποχές της Ελλάδας, και τούτο αποκλειστικά μέσω της “ουμανιστικής” εκπαίδευσης που άλλωστε έχει βαθιά τις ρίζες της στην Γηραιά ‘Ηπειρο, αρχίζοντας από την πρωτοβάθμια. Η Ελλάδα ως λίκνο της τέχνης, φωτοδότης του πνεύματος , και ως ο πρώτος διδάξας του ευρωπαϊκού ουμανισμού έχει αυτήν την υποχρέωση. Ουμανισμός με την stricto sensu της λέξεως ετυμολογικά σημαίνει “Ανθρωπισμός”. Δηλαδή, η παιδευτική πεποίθηση και το μορφωτικό ιδεώδες που θα πρέπει να εμπνέεται και να εδράζεται στη σπουδή της κλασσικής Ελληνικής και Λατινικής αρχαιότητας και ότι σημαίνει αυτό. Αξίες, αρχές, ήθος, αξιοπρέπεια, ευγένεια, ευπρέπεια, κοσμιότητα και εν γενεί το σύνολο των πνευματικών και ψυχικών ιδιοτήτων του ανθρώπου.

Ιστορικά πρώτο αναδεικνύεται από τους κλασικούς όπου κατόπιν και χάνεται στη αχλή του χρόνου. “Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος”, είχε πει ο Πρωταγόρας, (Πλάτων, ΘΕΑΙΤΗΤΟΣ, 169d-171e). Μεταγενέστερα, επαναφέρεται θριαμβευτικά και εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα κατα την εποχή της Αναγέννησης με άξονα τον άνθρωπο ως το κέντρο του κόσμου. Συνδυαστικά, νομιμοποιείται και ως ένα φερόμενο φιλοσοφικό δόγμα.

Στην εκπαίδευση ο “Ανθρωπισμός” προσανατολίζεται στη γνώση και επιστροφή στις αξίες με γνώμονα πνευματικών και πολιτιστικών αξιών. Δίνεται πρώτα έμφαση στην αναβάθμιση στο ρόλο του σχολείου και ακόλουθος στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, χρέος και εδώ η καλλιέργεια του πνεύματος. Στον 21ος αιώνα και ιδιαίτερος τα τελευταία δέκα χρόνια γίνονται τεράστιες προσπάθειες από τους ιθύνοντες να εμποδιστούν αυτά τα πολύτιμα για τον άνθρωπο εργαλεία που στοχεύουν αναμφίβολα στην πνευματική του ανάταση. Αυτό από μόνο του εγείρει ερωτήματα και θα πρέπει να μας προβληματίσει. Αν όλα αυτά συνυπολογιστούν και αντιμετωπιστούν μόνον έτσι οι τέχνες θα πάρουν την θέση που τους αναλογεί.

Σαν φυσική νομοτέλεια λοιπόν, οι τέχνες θρέφουν και παρέχουν τα θεμέλια και τον στυλοβάτη του πολιτισμού.

  • Ως ιστορικός τέχνης ποιες διαφορές διακρίνεται ανάμεσα στη σύγχρονη τέχνη και την πιο κλασική εποχή;

Οι διαφορές είναι τόσες που θα χρειαζόμουν μια ολόκληρη διατριβή για να σας τις επεξηγήσω.

Είναι αλήθεια ότι ο 20ός αιώνας διακρίνεται για τα απανωτά κινήματα, όπου το ένα διαδεχόταν το άλλο με ραγδαίους ρυθμούς.

Η σύγχρονη τέχνη με την σειρά της περικλείει όλο το φάσμα των ιδιωμάτων, από την αφαίρεση μέχρι και τον μεταμοντερνισμό, πάντα όμως εστιάζοντας σε νεωτεριστικά πρότυπα.

Στην εποχή μας αναδύονται διαρκώς νέες τεχνολογίες οι οποίες ανοίγουν νέους καινοτόμους ορίζοντες δημιουργίας στους καλλιτέχνες, όχι κατα ανάγκη προς το καλύτερο, με αυτοσκοπό την αντανάκλαση της εποχής, και την ανάδειξη του παγκοσμιοποιημένου χώρου μέσα από έργα πιο εγκεφαλικά και ψυχρά, με φάρο το ευτελές και εφήμερο που έγινε ιδεολογία στα εικαστικά δρώμενα. Μια εποχή κατά την οποία άλλαξε ριζικά η οντολογία και ο ορισμός της τέχνης.

Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει ότι καταδικάζουν τις παλαιότερες μορφές εκφράσεις σε αφανισμό. Τουναντίον θα έλεγα, με την νέα εικονολατρεία και την επιστροφή της ζωγραφικής αναπαράστασης που έχει θριαμβευτικά επανέλθει στο προσκήνιο, πλάι στις νέες τεχνολογίες (άψογες ψηφιακές αναπαραγωγές της εικόνας) και τα ΜΜΕ που ανέδειξαν εκ νέου την διαχρονική της διάσταση η κλασική τέχνη παραμένει μια σταθερή αξία, εξού και οι ιδιαίτερα υψηλές τιμές που πληρώνονται για την παλαιά τέχνη.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Μοντερνισμό που είναι και αυτός ένα κίνημα του 20ού αιώνα αλλά συγκαταλέγεται και στο ευρύτερο φάσμα της σύγχρονης τέχνης, που τον βρίσκει διαμέτρου αντίθετο με ότι το κλασικό και που αντιτίθεται στην παράδοση και αποζητά ανεξάρτητα από αυτήν εκφραστικά πρότυπα. Απεναντίας, η κλασική τέχνη συνεπείς και πιστή στις εμμονές της ευρίσκεται προσκολλημένη στην παράδοση όπου και αναπτύσσει μια πλειάδα μορφών παραστατικής τέχνης, με γνώμονα της αρχές του ρεαλισμού και του νατουραλισμού, εμποτισμένα με την βαρύτητα που δίνεται στο αισθητικό αποτέλεσμα και το κάλλος που περικλείει αυτό.

Επηρεασμένος άμεσα από τον Πλάτωνα ο φιλόσοφος της όψιμης αρχαιότητας Πλωτίνος στην ύστερη σκέψη του περί κάλλους, με αφοριστικό τρόπο λέγει: “Μια ψυχή δεν μπορεί να δει το Ωραίο, αν δεν έχει πρώτα γίνει ωραία η ίδια”, κάτι που μας αφορά ακόμα και σήμερα και που θα πρέπει να το επαναπροσδιορίσουμε.

Η κλασική τέχνη λοιπόν, είναι ένα είδος διαχρονικό όπου αναμφίβολα έχει αποδειχθεί ότι θα μας συγκινεί εις το διηνεκές, αφού ο άνθρωπος από καταβολής κόσμου είναι προγραμματισμένος να την αναγνωρίζει· γαρ έμφυτο.

Μέσα από ένα επεξηγηματικό ύφος ο μεταγενέστερος Έλληνας Γεώργιος Βιζυηνός με γλαφυρή γραφή διαμηνύει: “Η έμφυτη συμπάθεια της ψυχής προς το ωραίο, οφείλεται στη ομοιότητα μεταξύ των αισθητών πραγμάτων και των νοητών (ιδεατό τους πρότυπο), η οποία δεν είναι άλλη από το κάλλος…”. Αναρρωτιέμαι κατα πόσο ο σημερινός άνθρωπος είναι σε θέση να διαχωρίσει την ομορφιά έναντι της ασχήμιας.

  • Η οικονομική ή η ηθική κρίση έχει επηρεάσει περισσότερο τα καλλιτεχνικά ρεύματα των καιρών μας;

Διάγουμε μια εποχή όπου κυβερνά η απόλυτη παρακμή. Ένα κοινωνικό φαινόμενο που διακρίνεται για τον ηθικό ξεπεσμό και την κατάπτωση της κοινωνίας που αποδεδειγμένα συμπαρασύρει και τα πιο στιβαρά οικοδομήματα. Από την μια πλευρά παρατηρούμε έναν γιγαντισμό στην ηθική κρίση και από την άλλη μια οικονομική κρίση που καλπάζει και καταβροχθίζει τα πάντα στο πέρασμα της. Ας μην ξεχνάμε ότι σε κάθε μεγάλο πολιτισμό υπήρχε και η ανάλογη οικονομική άνθηση, άρα και μεγάλες στιγμές για την τέχνη με σπουδαίους καλλιτέχνες να μεγαλουργούν. Σήμερα είμαστε μάρτυρες σε ένα ολοένα και πιο εχθρικό πολιτιστικό περιβάλλον με συγκρατημένη αισιοδοξία για το μέλλον.

  • Ποιος είναι ο δικός σας ορισμός για την τέχνη; 

Αβίαστα και απαρέγκλιτα μου έρχεται στο νου η Αριστοτελική “κάθαρση”! Στην περίφημη πραγματεία “Περί Ποιητικής” του Σταγειρίτη Έλληνα φιλόσοφο του 4ου αιώνα π.Χ. γίνεται μια εκ βαθέων και πολυπρισματική ανάλυση για την έννοια της κάθαρσης και την θεραπευτική της διάσταση.

Επικεντρώνοντας στο αρχαίο δράμα και με πλήθος παραδειγμάτων τα οποία είναι και πέραν της αρχαίας τραγωδίας μας μυεί στο πως επέρχεται η τελική λύτρωση. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η τέχνη μας οδηγεί σε μια ανώτερη ηθική και πνευματική διάσταση μέσα από την ανάταση που προκαλεί στις ψυχές μας, ενώ την ίδια στιγμή ο συναισθηματικός κόσμος ολοκληρώνεται και ανυψώνεται με απώτερο σκοπό την μέθεξη με το Θείο.

Δανείζομαι, “Η τέχνη είναι η πνευματική διαμαρτυρία μας, είναι μια θαρραλέα απόπειρα να υποδείξει κανείς στη ζωή το σωστό δρόμο” Oscar Wilde.

  • Δίνονται αρκετές ευκαιρίες σε νέους καλλιτέχνες ή ο χώρος έχει τάσεις εσωστρέφειας;

Ευκαιρίες πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν αρκεί να ξέρει κανείς να τις διακρίνει και ακολούθος να τις διεκδικεί. Αυτοί που είναι επαγγελματίες στο χώρο γνωρίζουν την στρατηγική που θα πρέπει να υιοθετήσουν καθώς υπάρχουν νόρμες. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Το πρόβλημα εστιάζεται στο γεγονός ότι στην Ελλάδα οι περισσότεροι αυτοχρίζονται καλλιτέχνες. Και δεν αναφέρομαι στα νέα παιδιά που κάνουν το όραμα τους πραγματικότητα και φοιτούν σε κάποια σχολή με απώτερο σκοπό και μέσα από πάθος και μόχθο να βγουν και αυτά στην αγορά και να σφυρηλατήσουν την πορεία τους.

Όπου και τους αξίζουν τα καλύτερα. Ομιλώ για μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων, αμαλγάματα κατα τα άλλα, που έχουν πάρει τις τέχνες και δή την ζωγραφική με σκωπτική διάθεση και ως ένα γοητευτικό σπορ. Αυτό το φαινόμενο φαίνεται να ενισχύεται όταν επέρχεται η συνταξιοδότηση, όπου πιάνουν τον χρωστήρα χωρίς καμία κατάρτιση και με μόνη μέριμνα το pres|ge… για την πορεία στο χώρο της τέχνης ούτε λόγος. Αυτοί οι υποτηθέμενοι “καλλιτέχνες” που το moFo τους είναι “αρδάξτε κάθε ευκαιρία” βρίσκουν γόνιμο έδαφος αφού στις μέρες μας και ο τομέας της επιμέλειας πλήττεται θανάσιμα. Το νέο trend στις εκθέσεις… “Δηλώστε συμμετοχή”! Που ακούστηκε να δηλώνεις συμμετοχή (φυσικά με κάποιο αντίτιμο) χωρίς κριτήρια και πάνω από όλα χωρίς σπουδή, ή έστω μια υποτυπώδη κατάρτιση. Κατά αυτό τον τρόπο ο καθείς μπορεί να συμμετέχει με οποιαδήποτε άνευ σημασίας δημιουργία· όντας δημιουργία σε αυτή την περίπτωση, διότι περί αυτου ακριβώς επρόκειται και όχι για έργο τέχνης. Ενώ την ίδια στιγμή στην εκάστοτε έκθεση που παρουσιάζεται δεν εμπίπτει καμία εικαστική πρόταση αλλά μήτε απευθύνεται στην καταξίωση του φιλότεχνου κοινού. Για του λόγου του αληθές απλά δείτε τον αριθμό (πολλές φορές και 50!) των συμμετεχόντων καλλιτεχνών σε μια πρόσκληση, διαδικτυακή, σχεδόν ποτέ έντυπη και η δημοσιότητα που ακολουθεί με τα αρίθμητα θωπευτικά λόγια άνευ σημασίας, εννοείτε στο facebook και βγάλτε τα συμπεράσματα σας. Και αυτές οι κακέκτυπες Biennale του εξωτερικού που διεξάγωνται με τον ίδιο τρόπο και κατακλείζουν των χώρο άλλο ένα αγκάθι. Είναι γνωστό ότι οι καθιερωμένες και αξιόπιστες Biennale είναι μετρημένες στα δάχτυλα ενός χεριού και οι καλλιτέχνες που καλούνται να εκπροσωπίσουν τις χώρες τους προσεχτικά επιλεγμένοι.

Δυστυχώς αυτό το decadence που συμβαίνει στο χώρο της τέχνης το βλέπουμε να εξελίσσεται αδιάκοπα και σε πολλούς άλλους τομείς της κοινωνίας.

  • Ποιο είναι το στοιχείο που κάνει έναν ζωγράφο να ξεχωρίσει με το έργο του;

Prima facie η ποιότητα και η διαχρονικότητα που διέπει το έργο και σε εξαιρετικές περιπτώσεις οι μεγαλοφυΐα που μπορεί να διακρίνει τον ζωγράφο. Παρόλα αυτά για να κατακτηθούν τα στοιχεία που εν δυνάμη επιφέρουν την μοναδικότητα, οι κινήσεις είναι πολύ συγκεκριμένες. Η κατάρτιση, η σκληρή, επίπονη και έντιμη με συνέπεια δουλειά που πάντα μας έχει αποδείξει ότι αμοίβεται. Μα πάνω από όλα και πέραν τούτου, είναι η αναγνωρισημότητα που κατακτάται εφόσον ο ζωγράφος κατορθώσει από πολύ νωρίς να βρει τον δρόμο του και να σφραγίσει το έργο του με το προσωπικό του στίγμα, είτε αυτό είναι ιδιωματικό, είτε θεματικό. Με απλούστατα λόγια το έργο θα πρέπει να διαθέτει ταυτότητα. Ποιος μπορεί να μην αναγνωρίσει τα ελληνικά θαλάσσια τοπία του Κωνσταντίνου Βολανάκη ειδωμένα μέσα από την Σχολή του Μονάχου, ή τα πρωτοπόρα κυβιστικά του Picasso, η τα μανιερίστικα του El Greco, η τον ελληνότροπο υπερρεαλισμό του αντισυμβατικού Νίκο Εγγονόπουλου αλλά και τον έναστρο ουρανό του Άγγελου… Μόνον με την επίτευξη της αναγνωρισιμότητας ο ζωγράφος μπορεί να εισχωρήσει στην σφαίρα της επιτυχίας και να ξεχωρίσει, κάτι που αδιόρατα ανιχνεύεται και στο πεδίο της μεγαλοφυΐας. Πολύ εύστοχα αναφέρει ο Immanuel Kant “Μόνο με την μεγαλοφυΐα μας δίνει η φύση τους καρπούς της τέχνης”, ας αγωνιστούμε λοιπόν προς αυτήν την κατέυθυνση.

  • Τι καθορίζει την αξία και την τιμή πώλησης ενός έργου τέχνης;

Το χρηματιστήριο της τέχνης είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο! Ουδείς μέχρι σήμερα δεν έχει δώσει επαρκείς εξηγήσεις για το πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα. Εν γένει είναι αδύνατον να αναλυθεί στο έπακρον η τιμή ενός έργου. Παρόλα αυτά υπάρχουν κάποια ενδεικτικά στοιχεία προς συζήτηση.

Οι παράγοντες που καθορίζουν την τιμή ενός έργου τέχνης χαρακτηρίζονται από μια ιδιάζουσα πολυποικιλότητα. Πέραν των ελάσσων παραγόντων τα σημαντικότερα είναι: Η έκθεση σε μουσεία, σε αξιόπιστες Biennale (π.χ. documenta-Kassel και La Biennale di Venezia) και σε μόνιμες καθιερωμένες gallery και αίθουσες τέχνης. Ξέρετε είναι δόκιμο ο καλλιτέχνης να έχει την προσωπική του gallery.

Παράλληλα, όταν εξασφαλίζεται η αποδοχή του καλλιτέχνη και του έργου του από ιστορικούς και κριτικούς τέχνης και συλλέκτες. Ενώ, πολύτιμα εργαλεία έχει αποδειχθεί ότι είναι και η προβολή από τα ΜΜΕ καθώς και η ζήτηση, που δημιουργή μια αγοραστική δύναμη, από το φιλότεχνο ευρύ κοινό.

Στο γενικό πλαίσιο γνωρίζουμε ότι οι καλλιτέχνες διαθέτουν κάποιο πλαφόν, παρόλα αυτά οι τιμές των έργων υφίστανται αλεπάλληλες αυξομειώσεις καθώς η αξία είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, η αξία των έργων καθορίζεται από συγκυριακούς και αστάθμητους παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν βαθύτατα τις τιμές. Ένας από αυτούς εντάσσεται στο πλαίσιο πρόσληψης του έργου που κάθε φορά διαφοροποιείται ανάλογα με την εκάστοτε εποχή και συνήθως προσδιορίζεται από τους συντελεστές που κινούν την αγορά τέχνης, αλλά και που καθοδηγούν αδιόρατα και την οπτική του σύγχρονου παρατηρητή.

Είναι κοινό μυστικό να διαθρυλείται ότι όσο παιρνούν τα χρόνια στους εν ζωή ζωγράφους/γλύπτες άλλο τόσο αυξάνεται και η τιμή του έργου τους. Ειδικότερα, όταν είναι δημοσιευμένα η αναφέρονται σε κάποιο σημαντικό βιβλίο ιστορία τέχνης η στο catalogue résonne. Όπως και αν θεωρέιται “αριστούργημα” καμωμένο από αναγνωρισμένο καλλιτέχνη με βαρυσήμαντη υπογραφή και διαχρονική αξία. Ιδιαίτερα υψηλή τιμή αποσπούν τα αντιπροσωπετικότερα έργα της καλύτερης περιόδου ενός καλλιτέχνη. Ποιός δεν θα ήθελε ένα κομμάτι της “Λαϊκής Αγοράς” του Παναγιώτη Τέτση στη συλλογή του; Ένω αυξητικές τάσεις σημειώνει και το provenance του έργου καθώς και αν ανήκει σε κάποια σπουδαία συλλογή. Ομού, εκτιμάται ότι οι δημοπρασίες αποτελούν ρυθμιστικοί παράγοντες των τιμών. Η συμμετοχή σε γνωστούς δημοπρατικούς οίκους αναμφίβολα συντελεί στην ανύψωση της αξίας, σπανίως το αντίθετο αν και το έχουμε παρατηρήσει ενίοτε να συμβαίνει στο ελληνικό στερέωμα στο οποίο υποψιάζομαι “στρατηγική” αν όχι μεγάλος όγκος έργων που έχουν πέσει στην αγορά· η έλλειψη ανεβάζει τις τιμές.

  • Έχουμε “εκμεταλλευτεί” επαρκώς τον πολιτισμικό μας πλούτο; Τι παραπάνω πιστεύετε ότι θα μπορούσε να έχει γίνει για την καλύτερη προβολή του;

Ως έναν βαθμό όχι επαρκώς! Η Ελλάδα διαθέτει ένα τεράστιο και αξιοζήλευτο αρχαιολογικό πλούτο, άλλωστε γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο έχει πάρει και αυτήν την φήμη και πνευματική ακτινοβολία παγκοσμίως. Αν γνωρίζατε μόνον πόσα αρχαιολογικά ευρήματα παραμένουν σε αποθήκες ανεκμετάλλευτα και πόσα ακόμη κάτω από το έδαφος· ούτε καν υποπτεύεστε. Η ελληνική γαία είναι ένα αρχαιολογικό ανασκαφικό σκάμμα από μόνο του… κάθε σπιθαμή και ένας πολιτισμικός θησαυρός. Σε τούτο τον τομέα η Ελλάδα θα έπρεπε να διαθέτει το μεγαλύτερο μουσείο αρχαιοτήτων στον κόσμο.

Το οφείλει στη οικουμένη. Η Αίγυπτος για παράδειγμα ήδη υλοποιεί ένα συναφή project με αιγυπτιακές αρχαιότητες. Από την άλλη ας μην ξεχνάμε και τον Βυζαντινό πλούτο, σε μικρότερη κλίμακα βέβαια αλλά εξίσου σημαντικός, που υπάρχει σε αφθονία στην χώρα μας και λόγο εσωστρέφιας δεν είναι γνωστό στο εύρη κοινό. Τα υπέροχα Νεοκλασσικά του 19ου αιώνα άλλο ένα ιστορικό κομμάτι που είναι στην αφάνεια, η δε Επανάσταση του 1821 που χρειάστηκε να γιορτάσουμε τα 200 χρόνια για να την γνωρίσουμε καλύτερα… όλα αυτά και πολλά περισσότερα θα μπορούσαν να επιφέρουν σημαντικά εισοδήματα στην πατρίδα μας και να συνεισφέρουν ποιοτικά στο κοινωνικό σύνολο. Ας φτιάξουμε μουσεία λοιπόν, η τουλάχιστον ας εκσυγχρονιστούν τα ήδη υπάρχοντα και ας φροντίσουν για την επάξια προβολή τους, ώστε να γνωστοποιηθούν και στο εξωτερικό. Δημιουργήστε εκπαιδευτικό τουρισμό για μικρούς και μεγάλους καθώς και μουσειακό, δημιουργήστε θρησκευτικό τουρισμό, δημιουργήστε πόλους έλξης επισκεπτών, δημιουργήστε χώρους παιδείας, χώρους έμπνευσης και ας οργανωθούν εξειδικευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα με στόχο την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Και επιτέλους εξαλείψτε τη γνωστή γραφειοκρατική νωθρότητα του δημοσίου και ενισχύσετε τις πολιτιστικές πρωτοβουλίες. Δώστε την ευκαιρία στο αμύητο κοινό να καλλιεργηθεί.

Πόσοι άραγε είναι αυτοί που γνωρίζουν το αριστουργηματικό χάλκινο, σχεδόν δήμετρο, Απόλλωνα (6ος αιώνας π.Χ.) του Πειραιά και το Ελληνιστικό θέατρο της Ζέας (2ος αιώνας π.Χ.) που στεγάζονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά… ή τις σπάνιες ταφικές λάρνακες του 13ου αιώνα π.Χ. στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών… Ας γίνουμε πιο εξωστρεφείς στο πεδίο του πολιτισμού για το καλό όλων μας αλλά και για τις γενιές που έπονται.