Η εμβληματική λατινοαμερικάνα συγγραφέας που έζησε μια ζωή σαν μυθιστόρημα
Απουσία, εξορία και προσωπική τραγωδία, αυτά τα τρία πράγματα επισκίασαν την προσωπική ζωή της Αλιέντε και έδωσαν υπόσταση στο λογοτεχνικό της έργο.
Όσο για την απάντηση της ίδιας στις δυσκολίες του βίου; Συνέχισε να γράφεις και μέτρα τις ευλογίες της ζωής!
Ήταν το 1982 όταν η Ιζαμπέλ Αλιέντε κάθισε να γράψει ένα γράμμα στον ετοιμοθάνατο παππού της, μια επιστολή που έμελλε να μεταμορφωθεί στο πρωτόλειο του πρώτου της μυθιστορήματος «Το Σπίτι των Πνευμάτων», το οποίο έγινε όπως ξέρουμε παγκόσμιο μπεστ-σέλερ, μεταφράστηκε σε 40 γλώσσες και άνοιξε τον δρόμο στη συγγραφέα να γίνει σταδιακά η πιο πολυδιαβασμένη λογοτέχνης της ισπανικής γλώσσας. Τα μυθιστορήματά της πωλούνται πλέον σε οκταψήφια νούμερα!
Η χιλιανή Αλιέντε έγραψε τα πάντα, από τα περίφημα μυθιστορήματά της μέχρι διηγήματα, θεατρικά έργα και παραμύθια, παραμένοντας μια από τις παραγωγικότερες πένες του περίφημου λατινοαμερικάνικου μαγικού ρεαλισμού.
Άλλοτε αυτοβιογραφικές και άλλοτε όχι, οι ιστορίες της Αλιέντε αναμειγνύουν μοναδικά τον μύθο με την πραγματικότητα, μεταφέροντας φεμινιστικά μηνύματα μέσα σε συνθήκες δράματος, ρομάντζου και προσωπικής μάχης. Ως ανιψιά του δολοφονημένου χιλιανού προέδρου Σαλβατόρ Αλιέντε, γνώρισε εξάλλου τη φρίκη από τα μικράτα της, κάτι που μπόλιασε μέσα στην τραγικότητα τον λογοτεχνικό της λόγο.
Πλέον, πολυβραβευμένη και καθιερωμένη σε διεθνές επίπεδο, συνεχίζει την προσωπική και ιδιαίτερη πορεία της στον κόσμο των γραμμάτων και των τεχνών…
Πρώτα χρόνια
Η Ιζαμπέλ Αλιέντε (Αγιέντε) Γιόνα γεννιέται στις 2 Αυγούστου 1942 στη Λίμα του Περού ως ένα από τα τέσσερα παιδιά του πρωτοξάδελφου του προέδρου της Χιλής, Σαλβατόρ Αλιέντε, και της συζύγου του. Ο πατέρας ήταν αξιωματούχος της Πρεσβείας της Χιλής στο Περού, αν και το ζευγάρι πήρε διαζύγιο όταν η μικρή ήταν μόλις τριών ετών.
Μετά το διαζύγιο, η μητέρα επέστρεψε με τα παιδιά της στο Σαντιάγκο της Χιλής και εγκαταστάθηκαν στο σπίτι των παππούδων. Το ενδιαφέρον της γιαγιάς για την αστρολογία και το μεταφυσικό άφησαν βαθιά επίδραση στο μικρό κορίτσι, όπως και η τεράστια βιβλιοθήκη του παππού φυσικά, όπου έβρισκε τώρα καταφύγιο από τις περιπέτειες της καθημερινότητας.
Ας ακούσουμε πώς θυμάται η ίδια αυτά τα πρώτα χρόνια της ζωής της: «Παρόλο που είμαι Χιλιανή, γεννήθηκα συμπτωματικά στη Λίμα. Είχα έναν πατέρα που εξαφανίστηκε χωρίς να αφήσει αναμνήσεις. Η μητέρα μου ήταν ο φάρος της ζωής μου· ίσως γι’ αυτό μου είναι πιο εύκολο να γράφω για γυναίκες. Εκείνη μου έδωσε, σε μια ηλικία που τα άλλα κοριτσάκια παίζουν με τις κούκλες, ένα τετράδιο για να καταγράφω τη ζωή, σπέρνοντας έτσι τον σπόρο που τριάντα χρόνια αργότερα θα με έκανε να εισβάλω στη λογοτεχνία».
Η μητέρα ξαναπαντρεύτηκε έναν χιλιανό διπλωμάτη κι έτσι η Ιζαμπέλ πέρασε αρκετό καιρό σε Βολιβία και Λίβανο, φοιτώντας πάντα σε καλά ιδιωτικά σχολεία. Το Γυμνάσιο το τελείωσε πάντως στη Χιλή σε ηλικία 16 ετών και τρία χρόνια αργότερα (1962) θα παντρευτεί τον πρώτο της σύζυγο, τον μηχανικό Miguel Frias. Την ίδια εποχή πιάνει δουλειά στον Διεθνή Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ στο Σαντιάγκο ως γραμματέας, μια θέση που θα κρατήσει για πολλά χρόνια.
Σύντομα βέβαια θα την κέρδιζε η γραφή και θα εργαζόταν παράλληλα ως δημοσιογράφος και σύμβουλος έκδοσης σε χιλιανό περιοδικό, ενώ αργότερα θα έβρισκε τη θέση της ως ρεπόρτερ αλλά και παρουσιάστρια ειδήσεων σε τηλεοπτικό κανάλι…
Εξορία στη Βενεζουέλα
Η Αλιέντε προερχόταν όπως είπαμε από πολιτική οικογένεια και είδε τη ζωή της να αλλάζει δραματικά το 1973, όταν ο θείος της και εκλεγμένος πρόεδρος της χώρας δολοφονήθηκε στο πραξικόπημα του σφετεριστή δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ. Αρχικά η ευρύτερη οικογένεια Αλιέντε δεν θεώρησε πως διέτρεχε κίνδυνο, σύντομα πάντως συνειδητοποίησαν τις ζοφερές προθέσεις του δικτάτορα και η αυτοεξορία ήταν η μόνη λύση.
Κι έτσι η Αλιέντε παίρνει τον άντρα και τα δυο της παιδιά αγκαλιά και καταφεύγουν στη Βενεζουέλα. Παρά το γεγονός ότι στη Χιλή ήταν ήδη καθιερωμένη δημοσιογράφος, συνάντησε πολλές δυσκολίες στο να βρει δουλειά στη γειτονική χώρα. Με τις δυσκολίες να πρωταγωνιστούν και πάλι στη ζωή της, η Αλιέντε άρχισε να γράφει δειλά-δειλά το 1982 το πρώτο της λογοτεχνικό πόνημα «Το Σπίτι των Πνευμάτων», που έγινε αμέσως μπεστ-σέλερ στην Ισπανία και τη Δυτική Γερμανία.
Αυτοβιογραφικό και με έντονες τις προσωπικές της θύμισες για την οικογένειά της αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις στην πατρίδα της, το βιβλίο αφηγείται τον αντίκτυπο της ταραγμένης αυτής εποχής στις ζωές μιας ευρύτερης οικογένειας. Το μυθιστόρημα τιμήθηκε ευρύτατα ανά την οικουμένη και το 1994 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο.
Ενθαρρυμένη από την ανεπανάληπτη επιτυχία του βιβλίου, η Αλιέντε ξαναδοκιμάζει τις δυνάμεις της στο «Του Έρωτα και της Σκιάς», το οποίο βραβεύεται επίσης από αρκετούς λογοτεχνικούς θεσμούς του πλανήτη και μετρά ξανά εμπορική επιτυχία. Στην παγκόσμια περιοδεία της μάλιστα για την προώθηση του νέου της πονήματος θα βρεθεί στο Σαν Χοσέ της Καλιφόρνια, όπου θα γνωρίσει τον δικηγόρο και θαυμαστή του έργου της William Gordon, τον οποίο θα ερωτευτεί παράφορα.
Έχοντας ήδη χωρίσει από τον πρώτο της σύζυγο εδώ και έναν χρόνο, παντρεύτηκε τον Gordon το 1998 και εγκαταστάθηκε μόνιμα πια στην Καλιφόρνια, όπου και παραμένει μέχρι σήμερα σε μια αγροικία που στεγάζει όλη της την οικογένεια, τη «φυλή μου», όπως την αποκαλεί: τον δεύτερο σύζυγό της, τον θετό του γιο, τον δικό της γιο, τις γυναίκες των δύο τελευταίων που ερωτεύτηκαν και είναι πλέον ζευγάρι, τα τρία εγγόνια της, την παντοτινή της φίλη και μερικούς ακόμα…
Η φεμινιστική πένα της Λατινικής Αμερικής
Βλέποντας ότι το έργο της είχε απήχηση, η Αλιέντε αποφάσισε να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη γραφή παρατώντας σταδιακά κάθε άλλη δραστηριότητά της (λειτουργούσε πια ως επόπτης σχολείων στις ΗΠΑ). Το επόμενο βιβλίο της «Εύα Λούνα» (1988) ψηφίστηκε ως ένα από τα καλύτερα της χρονιάς στην Αμερική και η Αλιέντε το συνέχισε με μια ακόμα περιπέτεια της Εύα Λούνα.
Μετά ακολούθησε το «Επουράνιο Σχέδιο» (1993), το οποίο δεν αποτέλεσε ούτε λογοτεχνικό ούτε εμπορικό θρίαμβο, αν και με την επόμενη δουλειά της «Πάουλα» (1995), όπου επέστρεψε και πάλι σε γνώριμα συγγραφικά ύδατα, γνώρισε ξανά την καταξίωση. Το σπαραξικάρδιο πόνημα περιέγραφε τη μάχη της 28χρονης κόρης της Πάουλα με τη χρόνια νόσο και τον θάνατό της τελικά το 1992, αποτελώντας για την ίδια ένα είδος κάθαρσης.
Το 1999 κυκλοφόρησε «Η Κόρη της Μοίρας» και έκτοτε η ίδια έχει σταθερή λογοτεχνική παρουσία μετρώντας πια 19 τίτλους. «Το Δάσος των Πυγμαίων», «Το τετράδιο της Μάγια» και «Ινές, Ψυχή Μου» είναι τρία από τα κατοπινά της έργα που ξεχωρίζουν ως λαμπρά δείγματα του μαγικού ρεαλισμού. Η ίδια έχει επίσης εκδώσει και την αυτοβιογραφία της «Όλες οι Μέρες».
Τα βιβλία της έχουν ξεπεράσει εδώ και καιρό τα 50 εκατομμύρια αντίτυπα και η Αλιέντε μετρά πια ένα από τα πιστότερα κοινά παγκοσμίως. Ταυτοχρόνως, έχει βραβευτεί με τιμητικά δικτατορικά ακόμη και από το Χάρβαρντ, έχει διδάξει σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ και παρασημοφορήθηκε μέχρι και από τον πρόεδρο των ΗΠΑ για την προσφορά της στα γράμματα. Το 1996 ίδρυσε το ομώνυμο φιλανθρωπικό ίδρυμα ως φόρο τιμής στην αδικοχαμένη κόρη της.
Στο λογοτεχνικό της έργο, παρά το δυναμικό ντεμπούτο της με το «Σπίτι των Πνευμάτων», τα υπόλοιπα βιβλία της δεν θεωρήθηκαν εξίσου καλά σε επίπεδο κριτικής. Τα κατηγόρησαν για τις μελοδραματικές τους αποχρώσεις και την εξόφθαλμα φεμινιστική οπτική τους, αν και η ίδια παραθέτει πάντα τα εκατομμύρια των αναγνωστών της και την τεράστια επιτυχία της ανά την οικουμένη: «Το γεγονός ότι ορισμένοι πιστεύουν ότι όταν πουλάς πολλά βιβλία δεν είσαι καλός συγγραφέας αποτελεί προσβολή για τους αναγνώστες και όχι για τον συγγραφέα», αντιγυρνά ο ζωντανός συγγραφικός μύθος στους επικριτές της…