Γράφει ο Δημοσθένης Δαββετας, Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης ,ποιητής, εικαστικός, γεωπολιτιστικός αναλυτής.
Σε μια πρόσφατη ανάρτηση του καθηγητή της Σορβόννης, Έρικ Ανκω, ανέβασε ένα ιστορικής αξίας κρατικό έγγραφο, όπου ο Ντε Γκωλ, δίνει διαταγή στον υπουργό του να προστατευτεί η Γαλλική γλώσσα από τις διάφορες αγγλικές επιδράσεις της. Τις ίδιες μέρες, διαβάζω στον Γαλλικό Τύπο σκέψεις διανοουμένων και κυβερνητικών Γάλλων αξιωματούχων, περί υποχρεωτικής επαναφοράς των λατινικών στα σχολεία.
Και τα δύο αυτά περιστατικά, ανάμεσα σε τόσα άλλα, είναι δείγματα του ενδιαφέροντος στην Γαλλία για την γλωσσική παιδεία και τις επιπτώσεις απώλειας της, λόγω της όλο και περισσότερο κυριαρχίας της Τεχνικής γλώσσας στην καθημερινότητα.
Η γλώσσα είναι το πρόσωπο μας, το σπίτι μας, το σώμα μας, μ’ άλλα λόγια ο εαυτός μας. Για να’ναι πάντα ζωντανός αυτός, να ‘ναι ενεργός σε κάθε τι νέο, καινοτόμο η μη, χρειάζεται να ‘χει γερές βάσεις. Μόνο όποιος έχει δυνατά γλωσσικά θεμέλια μπορεί να ‘χει δυνατή πολιτιστική ταυτότητα, ικανή να συνδιαλέγεται δίχως φόβο με το διαφορετικό η άγνωστο και να διευρύνεται έτσι η δυνατότητα ποιοτικών ανταλλαγών σ’ όλα τα επίπεδα ζωής.
Και τι πιο λογικό λοιπόν, οι Γάλλοι να θέλουν να προστατεύσουν την γλώσσα τους, διατηρώντας ζωντανή την σχέση με τις ρίζες της ,τα λατινικά. Υπάρχουν βέβαια κι άλλοι πολλοί διανοούμενοι όπως ήταν η Ζακλιν ντε Ρομιγυ η ο Ζαν ντ’ Ορμεσον μεταξύ άλλων, οι οποίοι επίμονα με δηλώσεις κι άρθρα τους ζητούσαν την επιστροφή στα σχολεία, ως υποχρεωτική παιδεία, όχι μόνο των Λατινικών, αλλά και της μητέρας αυτών, των Αρχαίων Ελληνικών. Ο Ορμεσον σ’ ένα κορυφαίο άρθρο του στην Εφημερίδα Φιγκαρό είχε πει σπαρακτικά: επιστρέψτε στα παιδιά μας τον Όμηρο, τους Έλληνες τραγικούς, την φιλοσοφία. (Προφανώς αναφερόταν στην κυβέρνηση Ολάντ που πήγε να διαλύσει την κλασσική παιδεία στην Γαλλία).
Η γλώσσα είναι η πολιτιστική δυναμική ταυτότητα που έχουν ανάγκη οι νέοι για να ‘ χουν αξίες και να προχωρήσουν με την αγάπη της αυτογνωσίας κι όχι με την άγνοια που φέρνει μίσος στην ζωή τους .
Εμείς τι κάνουμε; Ποια η σχέση μας με τ’ Αρχαάα Ελληνικά, την μητέρα των Λατινικών και την βάση των Ευρωπαϊκών γλωσσών; Μήπως πρέπει να ξαναδούμε την περίπτωση επιστροφής τους στα σχολεία, ως βασικό μάθημα, το οποίο όμως θα διδάσκεται βιωματικά, ως παιχνίδι, ως παιδεία, που δίνει χαρά και μάθηση μαζί;
Πρόσφατα έπεσε στα χέρια μου η ομιλία του πρώην προέδρου της Ελληνικής Ακαδημίας, του καθηγητή Αντωνίου Κουνάδη. Ένα πανάξιο, κατανοητό πόνημα, μια εργασία ουσίας, που αφήνει πολλές ενδείξεις ότι τα Ελληνικά ως γλώσσα προϋπήρχαν του φοινικικού Αλφαβήτου.
Πώς θα μπορέσει ένας νέος να εμπλουτιστεί με τέτοιες χρήσιμες γνώσεις αν δεν γνωρίζει τις βάσεις της Ελληνικής Γλώσσας; Πώς θα μπορέσει να γίνει πιο πλούσιος και καλλιεργημένος σε ζητήματα παιδείας , σε προβληματισμούς, ερωτήματα κι ενδεχομένως απαντήσεις, ένας νέος που δίψα να μάθει ,να ταξιδέψει και ν’ ασκηθεί πνευματικά ,κάτι το οποίο γίνεται επίσης μέσα από την καλή χρήση και γνώση της γλώσσας;
Δίχως γλώσσα είμαστε δίχως σώμα, δίχως μυαλό, δίχως σπίτι, πολιτισμό και ταυτότητα. Άρα είμαστε ευάλωτοι σε κάθε μορφής αλλοτρίωση.
Και βέβαια το ζήτημα δεν είναι να χάσουμε τον ήδη γνωστό εαυτό μας ,αλλά το πώς χάνοντας τον ,δεν παύουμε να σκεφτόμαστε ( άρα να υπάρχουμε όπως έλεγε κι ο Ντεκάρτ) και προσπαθούμε ν’ ανακαλύψουμε τους νέους μας άγνωστους ως τώρα σ’ εμάς εαυτούς μας.
Και μια τέτοια δημιουργική αντίδραση, γίνεται μόνο μέσω της γνώσης της γλώσσας που διεισδύει παντού, αντιστέκεται πολιτισμικά κι ερευνά.
Στην τελευταία της ομιλία στην Γαλλική Ακαδημία η Ζακλιν Ντε Ρομιγυ , η πασίγνωστη λάτρης της Ελλάδας που της απονεμήθηκε κιόλας ,η ελληνική υπηκοότητα, ενώ χρησιμοποιούσε πιο παλιά ελληνικούς όρους ,μίλησε με λατινικούς. Κι οι δημοσιογράφοι την ρώτησαν ” που είναι αυτήν την φορά τα ελληνικά”; Κι αυτή γαλήνια όπως ήταν απάντησε:” τόση ώρα τι γλώσσα μιλούσα”;
Θέλοντας έτσι να δείξει την προέλευση των Λατινικών από τα Αρχαία Ελληνικά και ταυτόχρονα το ποσό συνδεδεμένες είναι αυτές οι δυο γλώσσες, που ” σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο ” όπως η ίδια τόνισε ” γιατί είναι φορείς πανανθρώπινη αξιών”. Μήπως είναι καιρός να το δούμε το ζήτημα και στην χώρα μας και πανευρωπαϊκά; Ειδικά σήμερα;