Τον Ιούλιο του 1852, ο 32χρονος τότε συγγραφέας Χέρμαν Μέλβιλ εξακολουθούσε να έχει υψηλές προσδοκίες για το νέο του μυθιστόρημα με τίτλο «Μόμπι-Ντικ», παρά τις ανάμεικτες κριτικές και τις ταπεινές πωλήσεις που σημείωνε το βιβλίο.
Τον ίδιο μήνα επιβιβάστηκε σε ένα ατμόπλοιο με προορισμό το Νάντουκετ στον κόλπο της Μασαχουσέτης. Το λιμάνι του νησιού ήταν η βάση του μυθιστορηματικού χαρακτήρα του Καπετάνιου Αχαμπ και του φαλαινοθηρικού του «Πεκόντ». Εκεί, ο Μέλβιλ συναντήθηκε με διάφορες επιφανείς προσωπικότητες του τόπου, δείπνησε έξω και περιηγήθηκε στο χωριό που στο παρελθόν είχε μονάχα φανταστεί.
Κατά την τελευταία μέρα διαμονής του στο Νάντουκετ είχε την ευκαιρία να συναντήσει τον 60χρονο καπετάνιο του πλοίου «Εσεξ», το οποίο είχε βυθίσει το 1820 μία φάλαινα φυσητήρας, γεγονός το οποίο αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη συγγραφή του Μόμπι Ντικ.
Ο καπετάνιος Τζορτζ Πόλαρντ Τζούνιορ ήταν μόλις 29 ετών όταν βυθίστηκε το «Εσεξ». Κατάφερε όμως να επιζήσει, να επιστρέψει στο Νάντουκετ για να διοικήσει ένα δεύτερο φαλαινοθηρικό υπό την ονομασία «Δύο Αδελφοί». Οταν όμως και αυτό το πλοίο προσέκρουσε, δύο χρόνια αργότερα, σε κοραλλιογενή ύφαλο, ο καπετάνιος έβγαλε φήμη «άτυχου» με τη θάλασσα, με αποτέλεσμα να μην τον εμπιστεύεται πλέον κανένας πλοιοκτήτης. Έκτοτε, ο Πόλαρντ πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του στη στεριά, τελώντας χρέη νυχτοφύλακα του χωριού.
Καθώς ανέφερε γραπτώς ο ίδιος ο συγγραφέας αργότερα, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Μέλβιλ στο νησί, οι δυο τους είχαν την ευκαιρία να ανταλλάξουν μερικές κουβέντες. Ωστόσο, ο Μέλβιλ γνώριζε καλά πως το μαρτύριο του Πόλαρντ δεν είχε τελειώσει με τη βύθιση του «Εσεξ» και δεν ήθελε κατά κανένα τρόπο να αναμοχλεύσει τις φρικτές μνήμες, τις οποίες σίγουρα εξακολουθούσε να κουβαλάει ο γερο-καπετάνιος: «Για τους ντόπιους ήταν ασήμαντος… για μένα ήταν ο πιο εντυπωσιακός άνθρωπος που έχω γνωρίσει ποτέ».
Ο Πόλαρντ είχε διηγηθεί λεπτομερώς τη φρικτή ιστορία του σε συντροφιά συναδέλφων του κατά τη διάρκεια δείπνου έπειτα από την περιπέτειά του με το πλοίο «Εσεξ»: τις 92 μέρες αϋπνίας στη μέση του ωκεανού, μέσα σε μία βάρκα που έμπαζε νερά, δίχως τρόφιμα, με τα μέλη του πληρώματος του πλοίου να βυθίζονται στην παραφροσύνη, αναγκασμένοι για να επιζήσουν να τρέφονται με τα κουφάρια των αποθανόντων συντρόφων τους…