(Άρθρον επετειακόν επί της διακοσιετηρίδος εκ της Εθνικής παλιγγενεσίας)
Γράφει ο Πάναγιώτης Χατζηγεωργιάδης, Μουσικοσυνθέτης, Λογοτέχνης και Δημοσιογράφος
Εις την ιδικήν μας γενεάν, επέστη το πλήρωμα του χρόνου, όπου καλούμεθα εν μέσω ιδιαίτερων τοίς πάσι γνωστών συνθηκών, ίνα εορτάσομεν την διακοσιετηρίδαν εκ της Εθνικής μας παλιγγενεσίας. Εις την ιδικήν μας γενεάν, την απέχουσαν διακόσια έτη ήτοι αποστάσεως ασφαλούς, εκ του γεγονότος τούτου εξαιρετικής ιστορικής, πολιτισμικής, κοινωνικής, εθνικής σημασίας, τίθενται με την σειρά των το πλήθος των ερωτημάτων περί της πορείας του Ελληνικού Έθνους εις το διάβα τούτο των δύο αιώνων αλλά και το κυριότερον εις τους αιώνας όπου έρχονται έπειτα της ιδικής μας γενεάς.
Διακόσια έτη. Έτη ταραχώδη δια το Έθνος, την νεοελληνικήν αενάως υπό διαμόρφωσιν κοινωνίαν. Έτη αγώνων, πολέμων, ανακατατάξεων διαρκών, έτη αιματοβαμμένα, έτη δόξης αλλά και περίοδος έντονων κοινωνικών, ιδεολογικών και άλλων ανακατατάξεων αι οποίαι μας έφεραν προ της σημερινής ημών μεταιχμιακού χαρακτήρος καταστάσεως. Η εποχή, μιά εποχή η οποία μέλλει ίνα κριθεί εκ των ιστορικών του μέλλοντος κόσμου, ως εποχή μεταβατική, εποχή επαναξιολογήσεως των παλαιών θεσμών, ιδεών και γενικώς του τρόπου μετά του οποίου αντιλαμβανόμεθα τον κόσμον, δεν είναι μόνον μια εποχή μεταβατικού χαρακτήρος προς έναν προορισμόν εν πολλοίς άγνωστον, αλλά και μια περίοδος η οποία μέλλει κρίνει πολλά, εκ του μέλλοντος της ανθρωπότητος ολάκερης.
Αι παγκοσμιοποιητικαί τάσεις βρίθουν, ακολουθώντας ή υποβοηθούμενες και εκ των νέων τάχιστα αναπτυσσόμενων τεχνολογιών εις τας επικοινωνίας πάσας μορφής φυσικής ή ηλεκτρονικής, ενώ την αυτή ταύτη στιγμή η στροφή προς το εγώ και η έλλειψις κοινωνικών και εθνικών οραμάτων και σκοπών έρχεται όπως τονίσει το οξύμωρον μιάς εποχής όπου συμπαρασύρει την ανθρωπότητα εκ του στερεού εδάφους του παλαιού κόσμου, εις τα αβέβαια, θολά ύδατα ενός κόσμου νέου, ενός κόσμου πρωτόφαντου εμπρός εις τα όμματα της ανθρωπότητος.
Εν μέσω λοιπόν τούτου του κοινωνικού, ιστορικού, πολιτισμικού, πολιτικού νέου περιβάλλοντος, όπου αι σταθεραι τείνουν όπως εκλείψουν, μιάν εποχήν εντόνου αμσβητήσεως των πάντων όσων κάποτε εθεωρούντο δεδομένα, μιάν εποχήν κατακρημνίσεως των παλαιών ειδώλων, όπου ο άνθρωπος μετασχηματίζεται μετά ταχυτάτων ρυθμών, εις τον άνθρωπον της τρίτης μετά Χριστόν χιλιετίας, τίθεται το καίριον ερώτημα, αναφορικώς με την θέσην της χώρας.
Αναφερόμενος εις την θέσιν της χώρας φυσικώς δεν αναφέρομαι μόνον εις τις φυσικές ή και τις γεωπολιτικές αυτής της τελευταίας διαστάσεις. Αναφέρομαι πρωτίστως εις το γεγονός πως η Ελλάς επί χιλιετίας ήτο το πολιτισμικόν σημείον αναφοράς δια την ανθρωπότητα διαμέσου της δέσμης των ιδεών όπου ανέπτυξε κατά το διάβα των αιώνων. Ήτο ο πολιτισμικός φάρος καθώς και η πηγή καθάριου ύδατος, όπου απο καιρού εις καιρόν η ανθρωπότις έκατεύνασε την δίψαν της ίνα δυνηθεί οπως συνεχίσει την πορείαν της προς τον κόσμον, τον χώρον και τον χρόνον.
Ως εκ τούτου ουδείς δύναται όπως λησμονεί του γεγονότος οτι η εθνεγερσία διακόσια έτη προ του παρόντος ανεζήτησε έστω και ασυνειδήτως, την πολιτισμικήν συνέχειαν μετά του λαμπρού ιστορικού και πολιτισμικού παρελθόντος. Η δέ γενεά των αγραμμάτων του 1821, όπου έπειτα δεκάδων κινήματων εις τον μακραίωνο γολγοθά του έθνους επί τέσσερεις αιώνας, ημπόρεσε όπως αντικρίσει την Ελλάδα έστω και ως κάποιου σημείου ελευθέραν. Βεβαίως η επανάστασις ως πράξις της εθνεγερσίας, υπήρξε σαφώς ημιτελής, διότι ενώ ημπόρεσε ίνα αποτάξει τον φυσικόν εχθρόν, δεν ημπόρεσε όπως αποτάξει τις αδυναμίες της φυλής καθώς και τα ζητήματα εξαρτήσεως της χώρας εκ των ξένων δυνάμεων.
Επίσης και τούτο ας θεωρηθεί το πλεόν σημαντικό, δεν ημπόρεσε ποτέ ίνα αποτάξει τας κοινωνικάς συνηθείας και πρακτικάς εκ της Οθωμονοκρατίας προερχόμενες, το πελατειακόν κράτος, τις κάθε είδους έκνομες συνδιαλλαγές και ούτω καθ εξής, συνήθειαι αι οποίαι ακόμη ταλανίζουν το κοινωνικόν σώμα της χώρας και η απόταξις των μέλλει όπως σημάνει την πραγματικήν ολοκλήρωσην του οράματος της γενεάς του 1821.
Σαφώς και θα ήτο απρέπεια προς τον αγώναν των τίμιων τούτων αγωνιστών όπου σχεδόν δεν γνωρίζομεν τα φυσικά των πρόσωπα, η αντιμετώπισις μιάς λαμπράς ευκαιρίας ως ο εορτασμός της διακοσιετηρίδος υπό μουσειακόν πνεύμα. Υπό πνεύμα προγονολαγνείας. Τούτο μέλλει αποτελέσει την υψίστην ύβρην τόσο ως προς τα πρόσωπα, όσο και ως προς τα κίνητρα του ιερού τούτου αγώνος.
Εκ της προσπαθείας ταύτης λοιπόν, οφείλομεν όπως διδαχθόμεν, το πνεύμα της ενότητος των δια όσο και όπως υφίστατο, το γεγονός πως μία φυλή εγκαταλελειμμένη εις την τύχην της μη έχοντας τα μέσα, και εις το σκότος περιπλανώμενη επί αιώνας, ανυπόδητη και τυφλή, σκότος σκλαβιάς και αμαθείας, ηδυνήθη εν τέλλει όπως αφυπνιστεί συναισθανόμενη το βάρος της ιστορίας της και αφουγκραζόμενη την προγονική φωνή η οποία έφθανε αμυδρώς εις τα καταταλαιπωρημένα εκ του μεσσαιωνικού σκοταδισμού και σαφώς της Οθωμανοκρατίας ώτα της καθώς και να ιδεί αχνοφέγγον εκ του παρελθόντος, το φώς εκ της προγονικής της εστίας.
Τούτη την φωνήν και το φώς εκαλούμεθα και την σήμερον ίνα ιδούμε και αφουγκρασθούμε επίσης υπό το πνεύμα ως προανέφερα ουχί της μουσειακής “κοινωνικής υποχρεώσεως” έναντι των αγωνιστών του παρελθόντος κόσμου, αλλά ως υποχρέωσιν η οποία βαρύνει και την ιδικήν μας γενεάν, μίαν γενεάν με αποστολήν την διατήρησιν της προγονικής φλογός και φωνής δια τους αιώνας του μέλλοντος κόσμου. Μίαν γενεάν εξ ίσου υπεύθυνη έναντι της ιστορίας του τόπου αλλά και της ανθρωπότητος.
Το έτερον τεράστιον ζήτημα το οποίον οφείλομεν όπως διδαχθόμεν εκ της εθνεγερσίας, είναι το καίριον ζήτημα της ιδικής μας συνεισφοράς εις τα πράγματα του κόσμου ετούτου. Ως θα ήτο απρέπεια η προγονολαγνεία, εξίσου απρέπεια ως προς τον εαυτόν μας καθώς και έναντι των επερχόμενων γενεών Ελλήνων, θα ήτο και η εκ της προγονολαγνείας απάθεια αναφορικώς με το παγκόσμιον γίγνεσθαί την σήμερον ημέραν. Οφείλομεν όπως αγωνισθόμεν και εμείς τον ιδικόν μας αγώνα ίνα καταλήξωμεν και εμείς πρόγονοι των επερχόμενων γενεών και ουχί αενάως απόγονοι ενδόξων προγόνων.
Είθε όπως αντιμετωπίσομεν την λαμπρήν ταύτην επέτειον η οποία φέρει την Ελλάδαν εις το μεταίχμιον αναμεταξύ παλαιού και νέου κόσμου, ουχι ως μουσειακόν έκθεμα περιεργαζόμενοι τούτο, αλλά ως μίαν επέιειον – εφαλτήριον δια νέους αγώνας Πολιτισμικούς κυρίως ώστε η Ελλάς ίνα καταστεί κάποτε ως και πάντοτε ήτο, το βαρόμετρον της ανθρωπότητος και του ουσιαστικού Πολιτισμού πέραν των τεχνολογικών επιτευγμάτων.
Μηδέποτε λησμόνει την ρήσην του Εθνομάρτυρος Ρήγα Φεραίου
ΔΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ
Έτη πολλά συνέλληνες.
Ζήτω το έθνος των Ελλήνων, Ζήτω η 25η του Μαρτίου 1821.