Γράφει η Μαρία Σκαμπαρδώνη
Η πνευματική ενασχόληση στη χώρα μας είναι πολύπλοκη και γεννά πολλές σκέψεις σχετικά με το πώς η κοινωνία μας αντιμετωπίζει δραστηριότητες “μη πρακτικές”.
Ας μη γελιόμαστε, πολλοί μποροί να σχολιάζουν με “μπράβο” και καρδούλες τις συγγραφικές μας επιτυχίες, αλλά σπάνια θα επέλεγαν για τον εαυτό τους να γίνει η συγγραφή επαγγελματική τους ενασχόληση. Αυτό βεβαίως, θα αφορούσε και τους δικούς τους ανθρώπους, από την οικογένεια μέχρι τους συγγενείς τους.
Και αυτό, διότι η συγγραφή προσφέρει μία δύσκολη επαγγελματική καταξίωση η οποία ενδεχομένως να διαρκέσει και χρόνια, με μεγάλη οικονομική αστάθεια και αβεβαιότητα.
Αυτό, βεβαίως, είναι απόρροια μίας ολόκληρης νοοτροπίας η οποία στην Ελληνική κοινωνία είναι ευρέως διαδεδομένη: οτιδήποτε δεν προσφέρει άμεσα κέρδος στη συλλογική συνείδηση περιθωριοποιείται, υποτιμάται, παρουσιάζεται ως μία δραστηριότητα μικρότερης αξίας και προσφοράς.
Μπορεί πολλοί να ξεσηκώνονται κάθε φορά που κάποιος θα ειρωνευτεί δημόσια ένα ποίημα ή μία καλλιτεχνική δραστηριότητα και τρόπο έκφρασης, αλλά η αλήθεια είναι ότι και εκείνοι θα έχουν ειρωνευτεί τον ποιητή Φανφάρα ή μέσα στο μυαλό τους θα υπάρχει η στερεοτυπική αντίληψη ότι συγγραφέας/μουσικός/ποιητής είναι άνθρωπος απομακρυσμένος από την κοινωνία, μονόχνοτος και νευρικός που δεν αντέχει την κοινωνική αλληλεπίδραση.
Η καπιταλιστική αντίληψη που έχει σφιχταγκαλιάσει την κοινωνία μας την έχει οδηγήσει να πιστεύει πως ο άνθρωπος αξίζει μόνο μέσα από έναν τρόπο παραγωγής, ο οποίος φυσικά, έχει αποτέλεσμα το κέρδος. Οτιδήποτε βρίσκεται έξω από αυτό βρίσκεται στο περιθώριο, δεν αντιμετωπίζεται καν ως εργασία ή σωματικός και νοητικός κόπος.
Η συγγραφή και η ενασχόληση με την τέχνη είναι το άνοιγμα μίας πόρτας διαφυγής απέναντι στο υπαρξιακό αδιέξοδο, μία λύτρωση της ψυχής από κάθε τσάκισμα και σχισμή.
Αλλά και μετάδοση της χαράς μας, των δυνατών μας συναισθημάτων, της μεταρσίωσής μας που επιθυμεί να διοχετευτεί παντού.
Η δύναμη της πνευματικής δημιουργίας είναι ανεκτίμηση και δε θα πρέπει να υποβαθμίζεται, καθώς η τέχνη και η συγγραφή αποτελούν μία ψυχική ανάσα πάντοτε σε σημαντικές κοινωνικές ταραχές; το ζήσαμε και την περίοδο της πανδημίας, όπου η τέχνη ήταν το στήριγμα απέναντι στη μοναξιά και το κλείσιμο στο σπίτι.
Οι συγγραφείς ερχόμαστε αντιμέτωποι με παραινέσεις τύπου “πού θα σε οδηγήσει αυτό”, “βρες μία δουλίτσα” και άλλες φράσεις ενδεικτικές της φιλοσοφίας τους ότι η συγγραφή δεν προϋποθέτει αγώνα και κόπωση -κυρίως πνευματική.
Είναι καιρός εμείς οι συγγραφείς να σταθούμε απέναντι σε αυτές τις κακοποιητικές αντιλήψεις και να διατρανώνουμε την αλήθεια της συγγραφικής μας προσφοράς και αξίας.