Στις 6 Αυγούστου του 1890 καταγράφηκε η πρώτη εκτέλεση με τη χρήση ηλεκτρικού ρεύματος.
Η θανατική ποινή είναι ίσως το θέμα που διχάζει όσο κανένα άλλο την κοινή γνώμη. Στις περισσότερες χώρες έχει καταργηθεί εδώ και χρόνια, σε κάποιες ακόμα διατηρείται, «εκσυγχρονίζεται» με μέσα θανάτωσης πιο… ανθρώπινα!
Προσωπικά δεν την εγκρίνω για κανένα έγκλημα. Αλλά αυτή είναι μία μεγάλη –προφανώς- συζήτηση και δεν είναι της ώρας. Στο κείμενο αυτό θα δούμε την πρώτη εκτέλεση με τη χρήση της ηλεκτρικής καρέκλας. Θα γνωρίσουμε τον πρώτο άνθρωπο που είχε την ατυχία να καθίσει σ’ αυτό το απαίσιο κατασκεύασμα που προκαλεί τρόμο και μόνο στη θέασή του.
Ο Γουίλιαμ Κέμλερ έμεινε, λοιπόν, στην ιστορία γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο.
Η Ζωή του
Ο Κέμλερ γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια της Πενσιλβάνιας των ΗΠΑ. Οι γονείς του ήταν μετανάστες από τη Γερμανία και ήταν και οι δύο αλκοολικοί. Έχασε και τους δύο γονείς από αιτίες που είχαν να κάνουν με το ποτό.
Δούλεψε στο χασάπικο του πατέρα του αφού πρώτα άφησε το σχολείο στην ηλικία των 10 ετών. Ο Κέμλερ δεν έμαθε ποτέ να διαβάζει και να γράφει. Με παράνομες δραστηριότητες κατάφερε να μαζέψει κάποια χρήματα και έτσι αγόρασε ένα άλογο και ένα κάρο και σιγά σιγά άρχισε και αυτός –όπως οι γονείς του- να πίνει.
Ο φόνος και η δίκη
Ο Κέμλερ σκότωσε τη γυναίκα του Ματίλντα «Τίλι» Ζίγκλερ με ένα τσεκούρι στις 29 Μαρτίου του 1889. Οι δικηγόροι του υποστήριζαν ότι η ηλεκτρική καρέκλα ήταν ένας απάνθρωπος και μη συνηθισμένος τρόπος τιμωρίας.
Η δίκη του μετατράπησε σε μία μεγάλη μάχη ανάμεσα στο… συνεχές και το εναλλασσόμενο ρεύμα! Αυτό ακριβώς που διαβάσατε! Στη μία πλευρά βρέθηκε ο Τζορτζ Γουεστινγκχάους, που ήταν ο υποστηρικτής της χρήσης εναλλασσόμενου ρεύματος και στην άλλο ο J.P Μόργκαν που στήριζε το συνεχές ρεύμα! Ο Γουεστινγκχάους υποστήριξε στη δίκη τον Κέμλερ μη θέλοντας το δικό του ηλεκτρικό σύστημα να ταυτιστεί στα μάτια του κοινού με μία τέτοια ιστορία.
Η έφεση των δικηγόρων του Κέμλερ έπεσε στο κενό, αφού ούτως ή άλλως η οικονομική δυνατότητα του J.P. Μόργκαν ήταν πολύ σημαντική…
Η εκτέλεση
Το πρωί της 6ης Αυγούστου του 1890, ο Κέμλερ ξύπνησε στις 5. Φόρεσε στα γρήγορα ένα κουστούμι, άσπρο πουκάμισο και γραβάτα. Αφού έφαγε πρωινό (!) και προσευχήθηκε, του ξύρισαν το κεφάλι. Στις 6:38 το πρωί ο Κέμλερ μπήκε στο δωμάτιο εκτέλεσης. Υπήρχαν επίσης 17 μάρτυρες.
«Κύριοι, σας εύχομαι καλή τύχη…»
Ο Κέμλερ μόλις αντίκρυσε την ηλεκτρική καρέκλα είπες στους παρευρισκόμενους: «Κύριοι, σας εύχομαι καλή τύχη. Πιστεύω ότι θα πάω σ’ ένα όμορφο μέρος και είμαι έτοιμος γι’ αυτό». Οι μάρτυρες έιπαν αργότερα ότι ο Κέμλερ ήταν ήρεμος, δεν φώναξε και ήταν απόλυτα συνειδητοποιημένος. Όταν δέθηκε στην καρέκλα και η στιγμή έφτασε, ο δήμιός του τον αποχαιρέτησε λέγοντάς του: «Στο καλό Γουίλιαμ».
Δύο χιλιάδες βόλτς διαπέρασαν το κορμί του Κέμλερ για 17 δευτερόλεπτα και αμέσως μετά ο γιατρός Σπίτσκα διαπίστωσε το θάνατό του. Παρ’ όλα αυτά, μάρτυρες υποστήριξαν ότι ο Κέμλερ ακόμα ανέπνεε! Και ναι! Ο Κέμλερ ακόμα ζούσε αφού εξετάστηκε καλύτερα από τον γιατρό. «Ανοίξτε και πάλι τη ροή ρεύματος και γρήγορα!» φώναξε ο γιατρός Σπίτσκα.
Οι μάρτυρες είδαν τις φλέβες και τις αρτηρίες του Κέμλερ να διαλύονται και κάποιοι υποστήριξαν ότι το σώμα του πήρε φωτιά. «Η δυσοσμία ήταν αφόρητη» έγραψαν οι New York Times την επόμενη μέρα.
Η όλη διαδικασία πήρε περίπου 8 λεπτά. Οι δημοσιογράφοι της εποχής κατέκριναν τον νέο τρόπο εκτέλεσης. Ένας έγραψε: «Είναι μακράν χειρότερος τρόπος εκτέλεσης από την κρεμάλα» ενώ ένας άλλος υποστήριξε ότι: «Θα ήταν καλύτερα ακόμα και αν χρησιμοποιούσαν τσεκούρι»…