Η δημοσιογράφος Γιούλη Τσακάλου εξέδωσε πρόσφατα «Σκέψεις που έγιναν λέξεις» από τις Εκδόσεις Πνοή, με 65 από τις συνεντεύξεις που τις έχουν κατά καιρούς παραχωρήσει σημαντικές προσωπικότητες. Με αυτή την αφορμή, συνομιλεί με τον Κωνσταντίνο Μανίκα, μας αποκαλύπτει άγνωστες λεπτομέρειες και μας δίνει τον δικό της ορισμό για τη λογοτεχνία και τους κριτικούς της.
«Σκέψεις που έγιναν λέξεις» από τις Εκδόσεις Πνοή με 65 από τις συνεντεύξεις που σας έχουν παραχωρήσει. Πότε και με ποια αφορμή αποφασίσατε να προχωρήσετε στην έκδοση αυτού του βιβλίου;
Λόγω της βαθιάς μου σχέσης με τη λογοτεχνία και με εφαλτήριο την αγάπη μου γι’ αυτήν και τον πολιτισμό, θέλησα να συγκεντρώσω κάποιες από τις συνεντεύξεις μου ώστε να υπάρχουν σαν υλικό!
Δίσταζα να βάλω όνομα και πλαίσιο σε ένα βιβλίο. Δυσκολευόμουν οι σκέψεις και τα συναισθήματά που μου εμπιστεύτηκαν να μπουν σε ράφια. Το θεωρούσα πολύ προσωπική υπόθεση γιατί δεν είμαι συγγραφέας. Ήθελα όμως και να το τολμήσω γιατί για μένα οι συνεντεύξεις μου είναι ένα μέσον έκφρασης, παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή μου. Κάθε φορά που έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους που μπορούν να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο νιώθω ευτυχισμένη. Έτσι η υλοποίηση της έκδοσης ήρθε σαν σκέψη στις διακοπές μας στην Κύθνο το 2021 και το αποτέλεσμα είναι στα χέρια σας.
Πόσο χρόνο πήρε και με ποια κριτήρια έγινε η επιλογή των συνεντεύξεων; Υπάρχουν «τύψεις» για κάποιες που «κόπηκαν»;
Ήταν μια δύσκολη απόφαση γιατί ήταν πάρα πολλές και έπρεπε δυστυχώς να περιορίσω το υλικό όσο μπορούσα περισσότερο! Δύο χρόνια παιδευόμουν, δεν το λες και λίγο χρονικό διάστημα, με την διαδικασία του σβήσε, πρόσθεσε. Σ’ αυτό με βοήθησε και η εκδότριά μου Κάκια Ξύδη από τις εκδόσεις Πνοή, την οποία και ευχαριστώ για τη στήριξη στην πορεία της έκδοσης του βιβλίου! Συνήθως προσπαθώ να μη βάζω κάποιο φιλοσοφικό περιτύλιγμα στον εκάστοτε συνομιλητή! Παίζουν ρόλο οι δεδομένες συνθήκες και πώς μπορείς να διαδώσεις τη λογοτεχνία και τα μεγάλα αναστήματα που περιλαμβάνει! Για τη συγκεκριμένη έκδοση έγινε μια ανθολόγηση ορισμένων από τις συνεντεύξεις, που αντιπροσωπεύουν ένα μεγάλο φάσμα ανθρώπων που αγαπούν το βιβλίο. Ανάμεσά τους, βραβευμένοι λογοτέχνες παγκόσμιου φήμης, Έλληνες συγγραφείς και πολιτικοί που με την παρουσία τους αφήνουν το αποτύπωμά τους στον τόπο μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επιλέγω και λιγότερο γνωστούς συγγραφείς ως συνομιλητές! Αρκεί να ψάξεις για να ξεθάψεις στον χώρο του βιβλίου διαμαντάκια!
«Τύψεις» βαρύ συναίσθημα για μένα.. νομίζω ότι προσπάθησα να κάνω ό,τι καλύτερο μπορούσα, ελπίζω να με συγχωρήσουν όσοι δεν συμπεριέλαβα 😊 who knows στο μέλλον!
Ποια είναι τα δύο βασικά στοιχεία που πρέπει να έχει μια συνέντευξη για να κριθεί ενδιαφέρουσα;
Μια συνέντευξη είναι μια συνομιλία στην οποία ο ερωτών και ο ερωτώμενος συνεργάζονται για να «δώσουν φωνή» σε γνώσεις που διαφορετικά δεν θα υπήρχαν. Οπότε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη πρέπει να έχει:
Στοχευμένες ερωτήσεις και αντίστοιχες απαντήσεις συν μια ανεμπόδιστη ροή ομιλίας, οι μακροσκελείς απαντήσεις δεν ισοδυναμούν απαραίτητα με σωστά και αναλυτικά δεδομένα. Η ποιότητα της απόκρισης είναι σημαντική.
Πιστέψτε με είναι μερικές συνεντεύξεις που μου έχουν παραχωρήσει συγγραφείς και τις έχω διαβάσει άπειρες φορές γιατί σου δίνουν μαθήματα ζωής!
Υπάρχουν συνεντεύξεις που μας αποκαλύπτουν πλευρές των καλεσμένων σας που δεν γνωρίζαμε;
Βεβαίως και αυτός είναι κυρίως ο στόχος μου… Ίσως γι’ αυτό οι συνεντεύξεις μου διαφέρουν κάπως θέλω να πιστεύω! Με ενδιαφέρει εκτός από την προβολή του έργου του εκάστοτε συνεντευξιαζόμενου, οι ερωτήσεις μου να έχουν και βιογραφικό χαρακτήρα, εφόρμηση από θέματα της επικαιρότητας, κατάθεση προβληματισμών για τα κοινωνικά, ετσι ώστε να εχει εικόνα γενικότερη ο κάθε αναγνώστης για το πρόσωπο που διαβάζει είτε αυτό είναι συγγραφέας, πολιτικός, καλλιτέχνης κλπ.
Να σας δώσω ένα μικρό παράδειγμα από μια συνέντευξη το 2017, που πήρα από τον αείμνηστο Θάνο Μικρούτσικο και την σύζυγό του συγγραφέα κυρία Μαρία Παπαγιάνη.
Οι απαντήσεις τους θα μου μείνουν αξέχαστες!
«Κυρία Παπαγιάννη, κύριε Μικρούτσικε, σήμερα, τι είναι αυτό που σας κάνει να είστε αισιόδοξοι; Για να βγούμε στο φως , που θα πρέπει κανείς να βαδίσει και πώς να σταθεί;
Μ.Π. Να βαδίσει στην άκρη του γκρεμού και να πιστέψει ότι αν θέλει μπορεί να πετάξει απέναντι. Ξέρετε εγώ πιστεύω ότι ένας άνθρωπος για να είναι υγιής πρέπει να είναι εξίσου ρεαλιστής και ονειροπόλος. Αγαπάω τα χρόνια της νεότητας που πιστεύουν ότι αξίζει να ζούμε για ένα όνειρο κι ας είναι η φωτιά του να μας κάψει
Θ.Μ. Πιστεύω στην δύναμη του ανθρώπου που ονειρεύεται μια κοινωνία όπου ο ψαράς θα γράφει ποιήματα και ο ποιητής θα ψαρεύει. Έτσι κι αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη. Ελπίζω κόκκινη από ζωή κι όχι κόκκινη από θάνατο. Αλλά πρέπει να φροντίσουμε εμείς γι΄ αυτό».
Ελπίζω να σας κάλυψα!
Πώς αντιμετωπίζεται η αποφυγή απαντήσεων από τον συνεντευξιαζόμενο. Πού τίθεται το όριο της πίεσης;
Ποτέ δεν πιέζω κανέναν να απαντήσει σε ερωτήσεις που δεν θα ήθελε. Δημοκρατία έχουμε και ο καθένας μπορεί να επιλέγει πώς θέλει να τοποθετηθεί.
Απλά το μόνο που με δυσκολεύει πολλές φορές είναι όταν απαντούν στη μισή ερώτηση και αναγκάζομαι να προσαρμόσω το θέμα ανάλογα!
Μια συνέντευξη απωθημένο, που για διάφορους λόγους δεν κατορθώσατε να πραγματοποιήσετε;
Αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ! Ήταν μια συνέντευξη το 2012 από τον μεγάλο συγγραφέα Χρόνη Μίσσιο και δεν τα κατάφερα… Πέθανε περίπου μια εβδομάδα πριν την ημέρα της συνάντησής μας.
Τι ορισμό θα δίνατε στην έννοια της λογοτεχνίας και σε ποιο βαθμό ανταποκρίνεται σε αυτό τον ορισμό η σύγχρονη ελληνική συγγραφική παραγωγή;
Η Λογοτεχνία είναι τέρψη! Η τελειοποίηση ή εξιδανίκευση, είναι ό,τι εκφράζεται μέσα στις τυπωμένες σελίδες ενός βιβλίου. Βοηθάει στην έκφραση, στη χρήση της γλώσσας και στην επικοινωνία.
Η λογοτεχνία, για μένα, μας διδάσκει την ενσυναίσθηση, βελτιώνει τη μνήμη, αναπτύσσει την κριτική μας σκέψη, επιτρέπει να ζούμε τις ζωές άλλων, συμβάλει στην μείωση του άγχους και είναι ο καθρέφτης που βλέπεις μέσα του αυτά που έχεις ήδη εσύ μέσα σου. Ουσιαστικά η λογοτεχνία εχει τον τρόπο και τα στοιχεία εκείνα που μας κρατούν ζωντανούς και μας δίνουν το κίνητρο να προχωρούμε με γνώμονα την ομορφιά, τον ρομαντισμό και την αγάπη. Μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Οσο για το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας θέλω να πιστεύω ότι η σύγχρονη ελληνική συγγραφική παραγωγή ανταποκρίνεται σε όλα τα ανωτέρω εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων. Με κριτήριο, βέβαια, το πόσα αξίζει να διαβαστούν 30 ή 60 χρόνια μετά, τότε και η δική μας ματιά πρέπει να είναι πιο αυστηρή, πιο επιλεκτική.
Μπορεί ο οποιοσδήποτε να δηλώνει κριτικός λογοτεχνίας ή θα πρέπει να διαθέτει ένα επίπεδο γνώσης και εμπειρίας για να το ισχυριστεί;
Κατά την ταπεινή μου άποψη για να δηλώνει κάποιος κριτικός λογοτεχνίας πρέπει να διαθέτει οπωσδήποτε γνώση, παιδεία, εμπειρία, νηφαλιότητα και πειθώ. Να στηρίζει τη γνώμη του και να μην ξεχνάει πως αυτό που εκφράζει είναι ακριβώς η γνώμη του· ιδανικά μια καλά τεκμηριωμένη γνώμη. Να μην έχει τον αέρα του ειδικού γιατί ειδικοί δεν υπάρχουν και να μην κουνάει το δάχτυλο σε όσους έχουν αντίθετη άποψη! Και φυσικά να πούμε ότι άλλο γράφω κριτική και άλλο εκφράζω την άποψή μου για ένα βιβλίο… όπως καταλαβαίνετε στο διαδίκτυο και στα έντυπα γίνονται μάχες για να ορίσουν τον λογοτεχνικό κανόνα σύμφωνα με τον οποίο θα πάρει κάποιος το χρίσμα του βιβλιοκριτικού! Μου βάζετε δύσκολα τελικά και θα με σταυρώσουν (χαμόγελο)
Υπάρχουν σκέψεις για επόμενη ανάλογη συγγραφική προσπάθεια;
Ποτέ μη λες ποτέ! Αν και προς το παρόν απολαμβάνω αυτό που ζώ! Στο πολύ μακρινό μέλλον βλέπουμε! 😊
Εύχομαι οι σκέψεις να γίνονται πάντα πράξεις που οδηγούν σε κορυφές!