/Γιατί ο “Μεγάλος Αποχαιρετισμός” είναι ίσως το καλύτερο crime fiction έργο όλων των εποχών

Γιατί ο “Μεγάλος Αποχαιρετισμός” είναι ίσως το καλύτερο crime fiction έργο όλων των εποχών

Γράφει ο Γιώργος Σταφυλάς *

Είναι δυσκολο να πει κανείς ποιο ειναι το καλυτερο crime μυθιστόρημα όλων των εποχών. Ένα τέτοιο ερώτημα έχει έρθει πολλες φορες στις διάφορες λέσχες συγγραφέων μυστηριου κι εχει αποπειραθεί να απαντηθει με ψηφοφορίες που συχνα συναντουμε σερφάροντας στο διαδίκτυο υπό τον βαρύγδουπο τίτλο ”Τα εκατό καλύτερα αστυνομικά όλων των εποχών” .

Ίσως αρχικώς θα έπρεπε να απαντηθεί τι ειναι τελικά ενα crime μυθιστόρημα; Ποια ειναι τελικα τα στοιχεία αυτα που το διαχωρίζουν από ένα κοινωνικό μυθιστόρημα μιας και κάποιος θα μπορούσε ευστοχα να παρατηρήσει πως το έγκλημα ειναι και αυτο κομμάτι της ζωης μια κοινωνιας και δεν μπορείς να το διαχωρίσεις από αυτην. Στο παρόν κείμενο δεν θα γίνει προσπάθεια να απαντηθεί αυτό το ερώτημα. Άλλωστε η τάση διεθνώς ειναι το λεγομενο crime μυθιστόρημα να μετακινείται όλο και πιο πολύ προς το κοινωνικό προκειμενου να αποκτήσει και νέους αναγνώστες(κατι οπως κανουν τα κομματα που πριν τις εκλογες μετακινούνται προς το κέντρο προς άγρα ψηφοφόρων).

Ωστόσο θα σταθούμε για λιγο σε μια παρανόηση που απανάτται συχνότατα στην Ελλάδα, αυτή του να βαφτιζεται κάθε crime μυθιστόρημα ως νουάρ

Τι ειναι τελικα νουάρ; Κατα το ευαγγελικό ”Τι εστί αλήθεια;” του Ποντίου Πιλάτου προ της σταυρώσεως του Κυρίου. Αυτό είναι μάλλον είναι πιο εύκολο να απαντηθεί από το τι είναι crime fiction. Ο όρος νουάρ αρχικώς αποδόθηκε από Γάλλους κριτικούς κινηματογράφου σε Αμερικάνικες παραγωγές της δεκαετίας του 50 των χρονων δηλαδη του μυθικού Χόλιγουντ. Οι ταινίες αυτες θεωρήθηκαν μαύρες. Μαύρες σε όλα. Οι σκηνοθέτες έπαιζαν με τις φωτοσκιάσεις (τεχνικη που έφερε στο Χόλιγουντ ο Φριτζ Λάνγκ) για να αποδώσουν την σκοτεινή ατμόσφαιρα των κακόφημων νυχτερινών κέντρων στα οποία σύχναζαν οι πρωταγωνιστές αυτων των μυθιστορημάτων από τα οποία εμπνέονταν τα σενάρια εκείνων των ταινιών. Επιπλέον οι ταινίες αυτές δεν ειχαν το τόσο συνηθισμένο στο Χόλιγουντ εκεινης της εποχής Happy End και κυρίως επιφύλασσαν ενα μοιραίο και καταλυτικό ρόλο στην γυναίκα.

Και εδω – στην παρουσία του μοιραίου θηλυκού- βρίσκεται το κλειδι που μας επιτρέπει να χαρακτηρίσουμε η οχι ενα εργο ως νουαρ. Δεν φτάνει μόνο η γεματη καπνους απο φτηνα πούρα και τσιγάρα ατμόσφαιρα των νυχτερινων μαγαζιων με τις απαραίτητες ξανθιες η κοκκινομαλλες ελαφρά ντυμένες υπαρξεις γυρω γυρω. Δεν φτάνει ούτε η παρουσία του μοναχικου καβαλάρη ντετεκτιβ που αναλαμβάνει σταυροφορία εναντίον του εγκλήματος από αίσθημα προσωπικής αντίληψης περί δικαίου και οχι φυσικα παρακινημενος απο την συνηθως πενιχρή αμοιβή του. Οχι, δεν φτάνουν μόνο αυτά τα στοιχεία. Χρειαζόμαστε και την Femme Fatale που θα προσπαθήσει να τυλίξει στα δίχτυα της τον μοναχικό καβαλάρη ντεντέκτιβ η που θα επιδιώξει την απελευθέρωση της από κάποιο γαμο συμφέροντος φτάνοντας ακομα και στο έγκλημα.

Από τα παραπάνω γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι δεν μπορούν να χαρακτηριστούν νουάρ όλα τα crime μυθιστορήματα. Κατα τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να χαρακτηριστούν και αστυνομικά. Οπως λέει ο Τζίμμυς Κορίνης στο Pulp Fiction αστυνομικό μπορεί να χαρακτηριστει μόνο το procedural μυθιστόρημα δηλαδη αυτο που αφορά την κατα το δυνατον πιστη αναπαράσταση μιας διαδικασίας αστυνομικής έρευνας.

Κατόπιν λοιπόν των χρησιμων αυτων διευκρινήσεων ας περάσουμε τώρα στο κύριο θέμα του παρόντος κειμένου. Αν μας ζητούσε κανεις να περιγραψουμε το τέλειο, το πληρέστερο crime εργο όλων των εποχών, αυτο που περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που λατρεύουμε στο είδος τότε πιθανότατα θα επιλέγαμε ένα έργο που θα εμπεριέιχε το νουάρ στοιχείο χωρίς ωστόσο να απουσιάζει το μυστήριο της εξιχνίασης ενός εγκλήματος( πραγμα που συχνα δεν αφορά καθόλου το νουάρ) κι ολα αυτά τα στοιχεία επενδεδυμένα με την σχετική αληθοφάνεια μιας αστυνομικής έρευνας που όμως δεν θα εμφανίζεται απλώς σαν ένας γρίφος, ενα mind game, αλλά θα εντάσσεται μέσα σε ενα δεδομένο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο( αυτο που συνηθίσαμε στην Ελλάδα να αποκαλούμε ”κοινωνικό σχόλιο” ).

Ποιό από τα μεγάλα έργα του είδους,αυτά που άφησαν εποχή πληροί όλα τα παραπάνω ; Ποιο αποπνέει ένα άρωμα μυστηρίου από την αρχή μέχρι το τέλος ανακατεμένο σαν καλό χαρμάνι βαριού άφιλτρου τσιγάρου με το νουάρ στοιχείο, την αστυνομική έρευνα αλλά και τα αιχμηρά υπονοούμενα για την κοινωνική δομή των ΗΠΑ οπου κουμάντο κάνει το χρημα; Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει πολλα έργα . Δύσκολα όμως θα μπορούσε να βρει κάποιο ανώτερο από τον Μεγάλο Αποχαιρετισμό.

Ο Τσάντλερ ξεκίνησε να γραφει τον Αποχαιρετισμό κάπου στα 1949. Μιας και το εργο εκδόθηκε στα 1953 καταλαβαίνουμε ότι ο συγγραφέας δεν βιάστηκε καθόλου. Ειχε άλλωστε περασει πολυς καιρός απο το 1934 οταν και εγραψε την πρωτη του νουβέλα ”Οι εκβιαστες δεν πυροβολουν” μεσα σε ενα διάστημα τεσσάρων μηνων. Στο μεταξύ η γραφη του ειχε εξελιχθει και ωριμάσει πιάνοντας στον Αποχαιρετισμό νότες που δεν έμελλε να χτυπήσει ποτε ξανα.

Στον Μεγάλο Αποχαιρετισμό ο Φίλιπ Μάρλοου αποδύεται σε μια σταυροφορία εναντίον του εγκλήματος κόντρα σε πολιτικούς και οργανωμένο έγκλημα

που πάντοτε στα έργα του Τσάντλερ διαπλέκονται με μοναδικό προσωπικό κίνητρο την φιλία του για εναν συμπαθητικό λουζερ τον Τερι Λένοξ. Η σφραγίδα μπαίνει από την πρώτη σκηνή..Ο Μάρλοου βγαίνει από ένα νυχτερινό κέντρο την ίδια στιγμή που  η εκθαμβωτική  Συλβια Λένοξ προσπαθεί με την βοηθεια του παρκαδόρου να τακτοποιήσει καπου το κορμι του μεθυσμένου συζύγου της Τέρι.. Ο θυρωρός θα ανοιξει την πορτα της Ρολς( ο Τσαντλερ γράφει οτι η λάμψη της κοκκινομάλας Σύλβιας έκανε το αυτοκίνητο να δείχνει σχεδόν φτηνό) αλλα ο Λένοξ θα σωριαστεί στο έδαφος. Η κακομαθημενη κοκκινομάλλα θα τον αφησει εξω ταπεινώνοντας  τον και ο Μάρλοου θα  τον βοηθήσει. Ετσι αρχιζει μια φιλια και μια περιπέτεια που καταλήγει με δυο φόνους και μια αυτοκτονία.  Από τις πρωτες λοιπόν σελίδες αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα έργο που το σεξ , η απατηλή λάμψη της μπουρζουαζίας και μια αίσθηση μελαγχολίας, αναδύονται μεσα από κάθε του γραμμή σαν το ακριβό άρωμα που αφήνει στο πέρασμα της η Σύλβια Λένοξ.

Η μοιραία γυναίκα όμως δεν ειναι η Συλβια που αποχωρεί γρηγορα από την σκηνή φρικτα δολοφονημενη. Είναι η Αϊλίν Ουέϊντ. Ο Τσάντλερ αφιερώνει μια δυο σελίδες για να περιγράψει ολα τα ειδη ξανθών γυναικών που γνωρίζει ώστε να καταλήξει οτι η Αϊλιν ήταν κατι σχεδόν αιθέριο, ενα ”χρυσό όνειρο”, κατι πέρα από τα γνωστά. Η Αϊλίν προσλαμβάνει τον Μάρλοου να βρει τον εξαφανισμένο της σύζυγο ενώ η αστυνομια προσπαθεί να τον πείσει να μην χώνει αλλο την μύτη του στην υπόθεση Λένοξ Στο μεταξύ ο Ρότζερ Ουειντ επιτυχημένος συγγραφέας και αλκοολικός ανακαλύπτεται απο τον Μαρλοου ζωντανός σε μια ιδιωτικη κλινικη αποτοξίνωσης κι ενώ επιστρέφει σπίτι του δεν μένει εκεί για πολυ γιατι δολοφονείται. Ο Μάρλοου υποψιάζεται την Αιλιν και τότε εκείνη σε μια ουλτιμη προσπάθεια να τον τυλίξει στα δίχτυα της του ρίχνεται για να εισπράξει όμως την παγερή αδιαφορία του μοναχικου σταυροφόρου.

Πρόκειται για το πιο μεγάλο σε έκταση έργο του Τσάντλερ και το μοναδικό στο οποίο δεν υπάρχουν αναφορές σε προηγούμενα έργα του εκτός ίσως από την σκηνή με την νυχτερινή απρόσκλητη επίσκεψη του Τέρι Λένοξ στο δωμάτιο του Μάρλοου που θυμίζει κάτι από την έναρξη της μικρής ιστορίας ”Η Αυλαία”. Στα προηγουύμενα έργα του ο Τσάντλερ παίρνει κομμάτια από τις πρώτες του μικρές ιστορίες -αυτές που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Black Mask- και τις συρράπτει μεταξύ τους δένοντας τες σε μια νέα νουβέλα.

Μυστήριο, μοιραίες γυναίκες, διάχυτος υποβόσκων αισθησιασμός, νουάρ ατμόσφαιρα κάτω απο τους ηλιόλουστους δρόμους του Λος Αντζελες( η πολη, η βρώμικη η βίαιη, η πολη των ”χιλιων εγκληματων” σε αυτό το εργο θα μπορούσε να πει κανεις ότι πρωταγωνιστεί) έρευνα, πολιτική διαπλοκή, αστυνομική διαφθορά, τίποτα δεν μένει έξω από αυτό το μεγαλειώδες έργο το οποίο πιθανότατα έχει το κορυφαίο άνοιγμα και το πιο συγκινητικό κλείσιμο σε ολόκληρο το παγκόσμιο crime fiction και όλα αυτα δοσμενα από την εξαιρετική πένα του Τσάντλερ που εδω βρίσκεται στην κορυφαία της στιγμή αποφεύγοντας τις υπερβολές παλαιότερων έργων με τις συνεχεις σε κάθε σειρά εξεζητημένες παρομοιώσεις (πχ ”εμεινα με το στόμα ανοιχτό σαν χωριατόπαιδο σε μάθημα Λατινικών” Ο Ανθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά).

Αν κάποιοι περιμένουν ως κορυφαίο crime έργο να θεωρείται κάποιο που είναι τεχνικά άψογο θα κουραστούν πολυ να ψάχνουν ένα. Ο Τσάντλερ παρόλο που είχε συντάξει ο ιδιος, ένα είδος βασικών κανόνων για την συγγραφή ενός καλού αστυνομικού, γνώριζε πολυ καλά ότι σε τελική αναλυση κανένα αστυνομικό μυθιστόρημα δεν αντέχει σε πραγματική αστυνομική έρευνα.

Τα έργα του δεν ειναι απρόσβλητα στο λάθος. Και ο Μεγάλος Αποχαιρετισμός επίσης. Θα μπορούσε κανείς να πει οτι όλη η ιστορία της του Λένοξ μέσω μια σκηνοθετημένης αυτοκτονίας ειναι τραβηγμενη από τα μαλλιά (σημερα δεν θα στεκοταν λόγω DNA) αλλά είναι ακριβώς αυτο το εύρημα του Τσάντλερ το εστω τραβηγμένο που προσφέρει στην αφήγηση την σκηνή του τέλους η οποία είναι μακράν η καλύτερη του έργου και μια από τις καλύτερες που έχουν γραφτεί ποτέ. Σε τελική ανάλυση η αστυνομική λογοτεχνία αν είναι κάτι πέραν απο ενα γριφο, μια λογοτεχνική σπαζοκεφαλια, τότε αυτό το οφείλει σε τέτοιες σκηνες και σε τέτοια έργα.

Επιπλέον ο Αποχαιρετισμός είναι το μοναδικό crime εργο, εξ όσων τουλάχιστον εγω γνωρίζω, που μπορείς να σημειώνεις μια αξιόλογη σκέψη κάθε δυο σελίδες.

Όχι απλώς μια καλή ατάκα για να ξεπατικώσεις, αν εισαι συγγραφέας και να την προσαρμόσεις σε κάποιο δικό σου έργο αλλά μια υπέροχη γεμάτη βάθος σκέψη.

Ο δικηγόρος Σιουελ Εντικοτ μιλώντας με τον Μάρλοου του αναπτύσσει την θεωρία οτι ο νόμος ειναι απλώς ενας μηχανισμός και δεν ταυτίζεται πάντοτε με το δίκαιο. Ιδέα για την οποία έχουν γραφτεί δοκίμια επι δοκιμών, Λιγες γραμμές πιο κάτω, στον ιδιο διάλογο, ο Εντικοτ ακούγεται να λεει στον Μαρλοου ”Εκατο εκατομμύρια δολάρια μπορούν ασφαλως να εξαγοράσουν κάμποση δημοσιότητα αλλα αν χρησιμοποιηθούν σωστά μπορούν επίσης να εξαγοράσουν αρκετή σιωπή” Μπα; Δηλαδή το χρημα βρίσκεται σε άμεση διαπλοκή με τα media; Δεν είναι ανεξάρτητη η δημοσιογραφία;

Ο Μάρλοου κάπου σε μια στροφή του εργου εκθειάζει τον Νότο λέγοντας : ”στην χωρας μας έχουμε μια ιδιαίτερη εκτίμηση για όσους κατάγονται από την Βιρτζίνια. Τους θεωρουμε κατι σαν τον ανθό της ιπποσύνης και της τιμης του Νότου”. Αμερικανικός εμφύλιος: δεν ηταν οι Βόρειοι οι καλοί; Παρακάτω συζητώντας με έναν δημοσιογράφο διαβάζουμε μέσα σε λίγες σειρές μια πολυ εμβριθή ανάλυση για τα media και τον τρόπο λειτουργίας τους. Τα media ανήκουν στους πλούσιους λέει ο δημοσιογράφος και οι πλούσιοι ανήκουν στο ίδιο κλαμπ. Μπορούν, ναι, να ανταγωνιζονται μεταξύ τους αλλά όταν τα συμφέροντα τους διακυβεύονται τότε επικρατεί ομερτά.

Αρκετές σελίδες πιο κάτω διαβάζουμε με μια κρυφή άγρια χαρά τα ειρωνικά και πικρόχολα σχόλια του Τσάντλερ για το ιατρικό λειτούργημα, τόσο επίκαιρα στους καιρούς της υγειονομικής τυραννία που ζούμε Ο Μάρλοου ψάχνει τον χαμένο Ρότζερ Ουείντ σε διάφορες περίεργες ιδιωτικές κλινικές και έρχεται σε επαφή με την σήψη του ιατρικού επαγγέλματος που παρά τον όρκο του Ιπποκράτη είναι πάντοτε ευεπίφορο στον χρηματισμό.

Επιπλέον στα κομμάτια που ο Μάρλοου συζητά με τον Ουέϊντ, ο Τσάντλερ αυτοσαρκάζεται και κάνει αρκετά πικρόχολα η σαρκαστικά σχόλια για την συγγραφική πιάτσα. Ο Ουέϊντ παρουσιάζεται να σιχαίνεται τα ίδια του τα γραπτά που προφανώς τα ολοκληρώνει μονο και μονο γιατί εκπληρώνει συμβόλαια. ”Δεν αξίζουν ούτε την σταχτη από την φωτιά που θα τα κάψει ” λέει πικρά ο Ουέϊν. ενω αλλού γραφει ο Τσάντλερ γράφει ”Συγγραφεις. Τα πάντα πρέπει να είναι σαν κάτι άλλο” σαρκάζοντας την ιδια του την τάση για συνεχή αναζήτηση παρομοιώσεων σε κάθε σελίδα. Σε εναν άλλο διάλογο μεταξυ ντεντέκτιβ και συγγραφεα ( ουσιαστικα τα δυο alter ego του Τσάντλερ) ο Ουεϊντ λέει ” Στον κόσμο αρέσουν τα μεγάλα βιβλία. Ο κόσμος πιστεύει βαλκωδώς πως αν το βιβλίο είναι μεγάλο θα κρυβει και πολυ χρυσάφι”. Τι άραγε θα έλεγε αν ζουσε σήμερα ο Τσάντλερ όπου οι εκδοτικοι έχουν επιβάλλει ενα μίνιμουμ πεντακοσιων σελίδων στην έκδοση τις οποίες φυσικα για να τις γεμισει ο συγγραφεας πρέπει να αναλωθει σε ανουσιες φυλαριες η να ξεχειλώσει την ιστορία του με δυο τρεις ακομα που θα τρεχουν παράλληλα με την κύρια υπόθεση. Ο Τσάντλερ ειναι πολυ γραμμικός για τα σημερινά γούστα. Δεν εχει παράλληλες ιστορίες, δεν εχει αναδρομες στο παρελθόν και δεν αναλώνεται στην περιγραφη των ψυχολογικών μεταπτώσεων των πρωταγωνστών. Σε τούτο το εργο που ειναι το μεγαλύτερο – κι ωστόσο μικρό για τα σημερινα δεδομένα- βγάζει επιπλέον σελίδες χωρίς να ξεχειλώνει και χωρίς να κουράζει.

Μια από τις καλύτερες στιγμές του έργου ειναι η περιγραφή των σπουδαίων ιδιωτικών κάστρων εντός των οποίων οι πλουσιοι και διασημοι διασφάλιζαν την ιδιωτικότητα τους και την κάθε άνεση που μπορούσε η εποχή να τους προσφέρει. Όλα ηταν ωραία γραφει ο Τσάντλερ, ωραία σπίτια, ωραίοι δρομοι, ωραίος ήλιος, ωραίες πισίνες, ωραίες κυρίες, ωραία σκυλάκια και τι γύρευε ο Μάρλοου εκεί; Ειρωνικά δοσμένη περιγραφη του Californication στις ενδοξότερες του στιγμές, την εποχή της ευμάρειας που ακολουθεί αμέσως μετα τον μεγάλον πόλεμο, που ταυτοχρόνως υπήρξε και η χρυσή εποχή του Χόλιγουντ. Στην πορεία αποδεικυεται ότιν τουτος ο ιδιωτικός παράδεισος δεν ειναι παρα μια κολαση δομημενη πανω στην ματαιοδοξίαα, το χρημα, το σεξ και τα ναρκωτικά.

Αλλά δεν μένει μονο σε αυτά τα κοινωνικά σχόλια ο Τσάντλερ. Κάνει αιχμηρές παρατηρήσεις για πράγματα που σημερα δεν επιτρέπεται να θίξεις. Λέει ο Χάρλαν Πότερ μεγιστάνας του πλουτου, πατερας της δολοφονημένης Σύλβιας :

”Ζουμε σε κάτι που αποκαλείται δημοκρατία. Εξαιρετικό ιδεώδες αν μπορούσε να λειτουργήσει. Ο κόσμος εκλέγει αλλά οι κοματικοι μηχανισμοί προτείνουν και χρειάζονται λεφτά. Κάποιος πρέπει να τους τα δώσει και αυτος ο κάποιος ειτε ειναι φυσικό πρόσωπο είτε οικονομικό όμιλος περιμένει κάποιο αντάλλαγμα …” Ο ίδιος ο Τσάντλερ διά στάματος Πότερ αναλύει τον απατηλό τρόπο λειτουργίας του πολιτεύματος. Ο κόσμος νομιζει πως ειναι ελεύθερος να επιλέξει αλλά δεν είναι. Και παρακάτω στην ιδια συζήτηση ο Τσάντλερ πάλι μέσω Χάρλαν Πότερ αναλύει εμβριθώς τον τρόπο λειτουργίας της μαζικής παραγωγής. Μόδα,λέει, είναι ενας τρόπος να καταστήσεις άχρηστα τα πράγματα που έφτιαξες πέρσι ώστε ο κοσμάκης να τρέξει να αγοράσει καινούργια. Αν τα πράγματα ηταν καλα και γερά η μαζική παραγωγη δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει γιατι βασίζεται στην κατανάλωση.

Αλλά εκεί που δίνει ρέστα ο Τσάντλερ είναι στο σημείο που αποκαλεί – δια του Ρότζερ Ουέϊντ – τους κριτικούς λογοτεχνίας ”αδερφές” ενω αλλού ο Μαρλοου προβαίνει σε αρνητικούς στερεοτυπικούς χαρακτηρισμούς για τους Μεξικάνους. Τυπικό Pachuco αποκαλεί τον Κάντι τον υπηρέτη των Ουέϊντ (δηλαδη μέλος συμμορίας μαχαιροβγάλτη) και λιγδιάρη. Σήμερα σχόλια τετοιους είδους θα κοβονταν. Μπορεί να κοβόταν και το ίδιο το έργο. Σήμερα εισαι υποχρεωμενος να κάνεις μια θετική συμπερίληψη ολων των μειονοτήτων και των ιδιαιτεροτήτων στο έργο σου αν θες να το δεις να περπατάει.

Το δυστήχημα με τον Μεγάλο Αποχαιρετισμό είναι πως δεν βρήκε ποτε την κινηματογραφική μεταφορά που θα του ταίριιαζε. Η ταινία The long goodbye του 1973 με τον Έλιοτ Γκουλντ στον ρόλο του Μάρλοου και την Νινα Βαν Πάλαντ, αν και οχι κακη ταινία, επηρεασμένη εντούτοις απο το πνεύμα των 70s δεν μπόρεσε να αποδώσει την ατμόσφαιρα του βιβλίου. Ενας Μαρολοου με δεκα γάτες δεν πειθει.

Σε τελική ανάλυση ο Μεγάλος Αποχαιρετισμός πέρα από ένα έργο μυστηρίου- αστυνομικής πλοκής και νουαρ ατμόσφαιρας- είναι ένα μεγάλο πνευματικό δημιούργημα που ξεπερνάει τα σύνορα του Crime fiction.

Ο αρχετυπικό νετντέκτιβ εδω γινεται κάτι πολυ παραπάνω απο εναν σκληρό τύπο που μοοράζει γροθιές καπνίζοντας άφιλτρα και φτύνοντας κυνικές ατάκες. Ο ολίγον μελαγχολικός και ολίγον κουρασμένος Μάρλοοου εδω αντιπροσωπεύει εναν σταυροφόρο εναντια στην αδικία, εναν μοναχικό κάουμποι που εχει αναλάβει ως προσωπικη υπόθεση την απόδοση του δίκαιου στους πνιγμενους από την αιθαλομίχλη δρόμους του Λος Αντζελες. Ο Μεγάλος Αποχαιρετισμός είναι ένας ύμνος στην φιλία, στην τιμή( σε ολόκληρο το εργο ο Μάρλοου κρατάει στα χερια του ενα ”πορτραίτο του Μάντισον, δηλαδη ενα χαρτονόμισμα των 5.000 δολαριων και δεν το ξοδευει μονο κα μονο γιταί ανήκει στον Τέρι Λένοξ), στις αξίες και τους κώδικες μιας εποχής που μοιάζει πλέον πολύ μακρινή και δυσνόητη από την νερόβραστη – άνευρη μάζα των ανθρώπων της δικής μας υπερτεχνολογικής – μετανεωτερικής εποχής.

  • Ο Γιώργος Σταφυλάς ειναι συγγραφεας και έχει εκδώσει μεχρι στιγμής τρια έργα Crime fiction Συγκάλυψη (Οσελότος 2018) Το Κύκλωμα (Οστρια 2019) Προσωπική υπόθεση (Οστρια 2020) και ενα εργο φαντασίας OUTLAW (Οστρια 2021).