/Ερρίκος Ντυνάν: Ο ιδρυτής του Ερυθρού Σταυρού, ο άνθρωπος που άλλαξε τον κόσμο

Ερρίκος Ντυνάν: Ο ιδρυτής του Ερυθρού Σταυρού, ο άνθρωπος που άλλαξε τον κόσμο

10 Δεκεμβρίου 1901, 10 το πρωί. Το νορβηγικό κοινοβούλιο συνεδριάζει. Ο Καρλ Κρίστιαν Μπέμερ, τότε πρόεδρος του κοινοβουλίου, προσφωνεί έναν σύντομο γενικό λόγο περί Νορβηγίας και Άλφρεντ Νόμπελ. Έπειτα δίνει τον λόγο στον υπουργό δημοσίων έργων Lovland ο οποίος αντικαθιστά τον πρόεδρο της επιτροπής Νόμπελ, που πέθανε τον προηγούμενο μήνα. Εκείνος ανακοινώνει τα ονόματα Φρεντερίκ Πασσύ (Frédéric Passy) και Ερρίκος Ντινάν (Jean-Henri Dunant) σαν τους αποδέκτες του Νόμπελ Ειρήνης. Χωρίς καμία άλλη ομιλία, η συνεδρίαση του κοινοβουλίου διακόπτεται και κάπως έτσι, σε μόλις 15 λεπτά ολοκληρώνεται η πρώτη απονομή Νόμπελ Ειρήνης.

Κανείς από τους δύο βραβευθέντες δεν παραβρέθηκε, ούτε έστειλε ποτέ κάποιο ευχαριστήριο ή κάποια ομιλία, εξάλλου η ίδια η επιτροπή Νόμπελ τους απάλλαξε από την υποχρέωση αυτή. Ο Ντινάν ήταν 73 ετών και βρισκόταν σε ένα γηροκομείο στο Χέυντεν της Ελβετίας. Όμως τι συνέβη και ο ιδρυτής της μεγαλύτερης ανθρωπιστικής οργάνωσης του κόσμου, του Ερυθρού Σταυρού, κατέληξε να περνάει φτωχός, φιλοξενούμενος ενός οίκου ευγηρίας τα τελευταία χρόνια της ζωής του;

Ντινάν, τα χαμένα χρόνια
Η ιστορία του εύπορου νέου Ντυνάν μέχρι την ημέρα της επίσκεψής του στο ιταλικό χωριό Σολφερίνο, όπου και γεννήθηκε η ιδέα της δημιουργίας του Ερυθρού Σταυρού, είναι λίγο πολύ γνωστή, όμως έχουν ενδιαφέρον τα όσα ακολούθησαν.

Η μεγάλη άνοδος και η ραγδαία πτώση ενός μεγάλου ιδεαλιστή-ανθρωπιστή, στο απόγειο της δόξας του
Μόλις ο Ντυνάν επέστρεψε από το Σολφερίνο έγραψε το βιβλίο “Αναμνήσεις από το Σολφερίνο” και έστειλε ένα αντίγραφο στον Γκιστάβ Μουανιέ (Gustave Moynier), πρόεδρο της εταιρείας της Γενεύης για την δημόσια ευημερία. Στο βιβλίο δήλωνε, “την υιοθέτηση μιας διεθνής και ιερής αρχής από όλα τα πολιτισμένα έθνη, η οποία θα διασφαλιζόταν και θα ξεκινούσε να ισχύει από μια συνθήκη που θα γινόταν ανάμεσα στα έθνη. Αυτή θα διασφάλιζε ότι όλοι, αξιωματούχοι και μη, θα περιέθαλπαν τα θύματα του πολέμου”.

Στις 9 Φεβρουαρίου του 1863 ο Μουανιέ καλεί τον Ντυνάν σε μια ειδική συνάντηση στην Εταιρία για τη Δημόσια Ευημερία στη Γενεύη. Ο Ντυνάν δηλώνει στα 14 άτομα που ήταν παρόντα ό,τι σκοπός του ήταν να ιδρύσει έναν οργανισμό για εθελοντές νοσοκόμους για το πεδίο της μάχης. Μετά τη συνάντηση αυτή, αποφάσισαν να ιδρύσουν τη Διεθνή Επιτροπή για την Ανακούφιση των Τραυματιών Πολέμου, μαζί με τους Τεοντόρ Μωνουάρ (Théodore Maunoir), Λουί Απιά (Louis Appia) και Γκιγιόμ Ντυφούρ (Guillaume-Henri Dufour)

Μετέπειτα θα δημιουργήσουν τον Ερυθρό Σταυρό, όπως τον γνωρίζουμε, και τη Διεθνή Επιτροπή, που είναι μια εξέλιξη εκείνης της αρχικής πενταμελούς επιτροπής.

Όμως, δεν ήταν όλα αρμονικά στις σχέσεις των πέντε ανθρώπων -και πιο συγκεκριμένα στις σχέσεις Ντυνάν και Μουανιέ.

Από την αρχή οι δύο άνδρες είχαν διαφωνίες και ειδικότερα για το κομμάτι που αναφερόταν στην ουδετερότητα. Ενώ ο Ντυνάν υποστήριζε με πάθος ότι αυτή θα έπρεπε να είναι μια από τις βασικές αρχές της νεοσύστατης οργάνωσης, αυτό έβρισκε αντίθετο τον Μουανιέ. Ωστόσο ο Ντυνάν χωρίς να πτοείται, σε ομιλίες του σε υψηλόβαθμα πολιτικά και στρατιωτικά στελέχη, πάντα έκανε αναφορά σε αυτήν την αρχή, πράγμα που ενέτεινε την προσωπική τους σύγκρουση. Ο Μουανιέ ήταν περισσότερο ρεαλιστής και ο Ντυνάν ιδεαλιστής-ανθρωπιστής, πράγμα που τους έφερνε απέναντι. Ο Μουανιέ είχε τον διακαή πόθο να κρατήσει τον Ντυνάν όσο πιο μακριά μπορούσε από την ηγεσία της οργάνωσης, μη αναγνωρίζοντας την τεράστια προσφορά του.

Παραδείγματα αυτής της προσπάθειας αποτελούν τα παρακάτω γεγονότα:

  • Τον Οκτώβρη του 1863, η επιτροπή διοργάνωσε στην Γενεύη μια συνάντηση με θέμα την φροντίδα τραυματιών στρατιωτών στην οποία συμμετείχαν 14 κράτη. Ο Μουανιέ για να μειώσει τον ρόλο του Ντυνάν του ανέθεσε να ηγείται απλά του πρωτοκόλλου και τίποτα άλλο.
  • Τον Αύγουστο της επόμενης χρονιάς, το 1864, στα πλαίσια διπλωματικής άσκησης που διοργάνωσε το ελβετικό κοινοβούλιο και η οποία οδήγησε στην υπογραφή της πρώτης σύμβασης της Γενεύης από 12 κράτη, ο μόνος ρόλος και πάλι που είχε ο Ντυνάν ήταν να φροντίσει για το κατάλυμα των παρευρισκομένων.

Με την πάροδο των χρόνων ο Ερυθρός Σταυρός καθιερώνεται και επεκτείνει την δράση του σε πολλές χώρες του κόσμου.

Το 1867 όλοι γνωρίζουν την δράση της ελβετικής αυτής οργάνωσης και του τεράστιου ανθρωπιστικού έργου της.

Πρόεδρος τότε της Επιτροπής ήταν ο Μουανιέ και γραμματέας ο Ντυνάν.

Και ενώ στα ανθρωπιστικά σχέδια του ο Ντινάν διαπρέπει, τα οικονομικά του καταστρέφονται.

Μνημείο προς τιμή της πρώτης χρήσης του συμβόλου του Ερυθρού Σταυρού κατά τη διάρκεια ένοπλης σύγκρουσης στη Μάχη του Dybbøl (Δανία) το 1864. Ανεγέρθη από κοινού το 1989 από τις επιτροπές του Ερυθρού Σταυρού της Δανίας και της Γερμανίας – πηγή

Έχοντας επεκτείνει τις επιχειρήσεις του στην Αλγερία και έχοντας κάνει πολλά ανοίγματα σε τράπεζες, αφοσιώθηκε τόσο πολύ στο ανθρωπιστικό του ιδεώδες που τον οδήγησε σε παραμέληση της διαχείρισης των περιουσιακών του στοιχείων με αποτέλεσμα να πτωχεύσει.

Τον Αύγουστο του 1868, με τους πιστωτές να τον κυνηγούν, καταδικάστηκε από το εμπορικό δικαστήριο της Γενεύης για παραπλανητικές τακτικές πτώχευσης. Μαζί του, σε ένα τεράστιο για το όνομά του σκάνδαλο, παίρνει συγγενείς και φίλους που είχαν επενδύσει σε αυτόν. Ο μέχρι τότε επιφανής πολίτης, υπέστη μεγάλη κατακραυγή από την Καλβινιστική Γενεύη και του ασκούνται σφοδρές πιέσεις να αποκοπεί το όνομά του από την Διεθνή Επιτροπή. Έτσι αναγκάζεται σε παραίτηση από την θέση του γραμματέα στις 25 Αυγούστου του 1868 και τελικά και από μέλος του Ερυθρού Σταυρού λίγες ημέρες αργότερα, στις 8 Σεπτεμβρίου. Ο Μουανιέ σαν πρόεδρος, παίζει καθοριστικό ρόλο στην αποπομπή του αυτή. Μέσα σε όλα αυτά, την ίδια χρονιά, πεθαίνει η μητέρα του και εκδιώκεται και από την Χριστιανική Αδελφότητα Νέων, την οποία ο ίδιος είχε δημιουργήσει. Τότε φεύγει από την Γενεύη και δεν θα ξαναγυρίσει ποτέ, για το υπόλοιπο της ζωής του.

Όμως ο Moynier δεν είναι ακόμη ευχαριστημένος. Φροντίζει, χρησιμοποιώντας την ισχύ του, ώστε ο Ντυνάν να μην βοηθηθεί ούτε από τους φίλους του. Επίσης, εξουδετερώνει τις προθέσεις του Ναπολέοντα Γ’, οποίος ήθελε να αναλάβει να πληρώσει πάνω από τα μισά χρέη του Ντυνάν. Ακόμη και το βραβείο “χρυσό μετάλλιο επιστημών Μοράλες” στην διεθνή έκθεση Παρισιού, που είχε αρχικά προγραμματιστεί να δοθεί στον Ντυνάν, καταφέρνει να πάρουν από κοινού, οι Μουανιέ, Ντυφούρ και Ντυνάν, έτσι ώστε να εξασφαλίσει ότι το χρηματικό έπαθλο θα πάει εξολοκλήρου στην Διεθνή Επιτροπή.

Όταν ο Ντυνάν έφυγε από την Ελβετία απογοητευμένος και πάμφτωχος, πήγε στο Παρίσι, όπου έζησε ένα διάστημα της ζωής του ως άστεγος και κοιμόταν σε παγκάκια.

Ο ίδιος λέει ότι πολλές φορές τρεφόταν μόνο με ένα κομμάτι ψωμί, έβαφε το παλτό του με μελάνι στα σημεία που ξεθώριαζε και με άσπρη κιμωλία το κολάρο του πουκαμίσου του.

Η ειρωνεία της τύχης έφερε αυτόν τον άστεγο, να τον καλεί στο παλάτι της η Αυτοκράτειρα Ευγενία, όταν σκέφτηκε να συζητηθεί μια επέκταση της συνθήκης της Γενεύης στις θαλάσσιες μάχες. Έτσι τον επαναφέρει στην δημοσιότητα, ως έναν βαθμό, και γίνεται επίτιμο μέλος του Ερυθρού Σταυρού σε Σουηδία, Ισπανία, Ολλανδία και Πρωσία.

Κατά την διάρκεια του Γαλλοπρωσσικού πολέμου του 1870, προσφέρει μεγάλο ανθρωπιστικό έργο και εκεί για πρώτη φορά εισάγει τις ταυτότητες αναγνώρισης πτωμάτων (ΤΑΠ). Όταν αποκαθίσταται η ειρήνη, πηγαίνει στο Λονδίνο όπου προσπαθεί να προωθήσει τα σχέδιά του για την καλύτερη μεταχείριση των αιχμάλωτων πολέμου και έχει προσωπικό υποστηρικτή τον τσάρο, όμως ολόκληρη την Αγγλία εναντίον του. Η κατάστασή του παραμένει θλιβερή. Κάποια στιγμή λιποθυμάει από την πείνα κατά την διάρκεια ομιλίας του στο Πλίμουθ της Αγγλίας.

Την 1η Φεβρουαρίου του 1875 γίνεται, με δική του πρωτοβουλία, ένα συνέδριο βασισμένο στα μεγαλεπήβολα σχέδια του για την κατάργηση της δουλείας. Ακολουθούν όμως 12 χρόνια φτώχειας και περιπλάνησης σε Αλσατία, Γερμανία, Ιταλία και Ελλάδα, όπου ζει χάρη σε φιλανθρωπίες και φιλοξενία φίλων του. Το 1887 φθάνει και ζει στο ελβετικό χωριό Χέυντεν (Hayden). Εκεί τον βρήκε το 1890 ένας δάσκαλος του χωριού με το όνομα Wilhelm Sonderegger και πληροφόρησε τον κόσμο ότι ο Ντυνάν ήταν ζωντανός, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το 1892 αρρωσταίνει και μπαίνει σε ένα τοπικό γηροκομείο όπου γράφει την αυτοβιογραφία του και ζει τα υπόλοιπα 18 χρόνια της ζωής του. Το 1895, τρία χρόνια μετά, τον εντοπίζει ένας δημοσιογράφος, ο George Baumberg, ενώ όλοι τον θεωρούν νεκρό. O Baumberg, ήταν αρχισυντάκτης στην εφημερίδα Saint Gall και αφού περνάει ώρες ατέλειωτες μιλώντας μαζί του στην αυλή του γηροκομείου, γράφει ένα άρθρο για εκείνον στην εφημερίδα του. Η εφημερίδα του κάνει μεγάλες πωλήσεις και το άρθρο του αναδημοσιεύεται από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά έντυπα.

Ο Ντυνάν, που μέχρι τότε θεωρούνταν νεκρός, επανέρχεται στις καρδιές των ανθρώπων και συγκινεί. Ο δημοσιογράφος στον οποίο όφειλε τα πάντα, βραβεύεται με το ελβετικό binet-fendt και δέχεται προσωπικό σημείωμα από τον ίδιο τον πάπα Λέοντα ΙΓ’. Επίσης δέχεται υποστήριξη και δωρεές από την χήρα τσαρίνα Μαρία Φεοντόροβνα οι οποίες του αλλάζουν εντελώς την ζωή.

Το 1897 ο Rudolf Muller, ένας δάσκαλος που είχε γνωρίσει ο Ντυνάν τα χρόνια της περιπλάνησης και της φτώχειας του στην Στουτγάρδη, εκδίδει ένα βιβλίο για τον Ερυθρό Σταυρό τονίζοντας τον ρόλο του Ντυνάν. Έστειλε ένα αντίγραφο του βιβλίου του στην στρατιωτική γιατρό Ηans Daae, η οποία έγινε από τότε ένθερμη υποστηρικτής του Ντυνάν και ήταν εκείνη που είχε τον καθοριστικό ρόλο στο να είναι υποψήφιος αργότερα για το Νόμπελ Ειρήνης.

Η χρονιά είναι 1901 και η γιατρός Daae κάνει αγώνα υποστήριξης στον Ντυνάν, γιατί ήταν ακόμη αμφιλεγόμενος όταν προτάθηκε ως υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης. Επίσης ο δάσκαλος Muller πιέζει λέγοντας ότι αν είναι να δοθεί στον Ντυνάν το βραβείο πρέπει να γίνει άμεσα λόγω της επιβαρυμένης υγείας του και του προχωρημένου της ηλικίας του. Έτσι τελικά ο Ντυνάν παίρνει το πρώτο Νόμπελ Ειρήνης και το μοιράζεται με τον Γάλλο ειρηνιστή Πασσέ. Η Daae καταφέρνει να τοποθετήσει το μεγαλύτερο μέρος του χρηματικού επάθλου σε μία νορβηγική τράπεζα και να εξασφαλίσει ότι δεν θα έχουν πρόσβαση στα χρήματα οι πιστωτές που κυνηγούσαν τον Ντυνάν. Ο Ντυνάν δεν ξόδεψε ποτέ δεκάρα από τα χρήματα εκείνα για τις ανάγκες του.

Η Διεθνής Επιτροπή (εκείνη την χρονιά, ο Μουανιέ και η Διεθνής Επιτροπή ήταν επίσης υποψήφιοι για το Νόμπελ) για πρώτη φορά μετά την ρήξη των σχέσεών τους και μετά από 34 χρόνια δημοσιεύει μια συγχαρητήρια προς το πρόσωπό του επιστολή:

“Δεν υπάρχει άνθρωπος που να αξίζει περισσότερο, αυτήν την τιμή από σένα, που πριν 40 χρόνια έστησες μια διεθνή οργάνωση για την ανακούφιση των τραυματιών στο πεδίο της μάχης. Χωρίς εσένα, ο Ερυθρός Σταυρός, η ανώτατη ανθρωπιστική επίτευξη του 19ου αιώνα, πιθανότατα δεν θα είχε καταφερθεί ποτέ.”

Το τέλος

Στις 30 Οκτωβρίου του 1910, στις 10 το βράδυ, ο Ντυνάν πέθανε στο γηροκομείο του Χέυντεν, στο δωμάτιο 12 το οποίο δεν αποχωρίστηκε ποτέ. Το σώμα του αποτεφρώθηκε χωρίς τιμές και καμία τελετή όπως ο ίδιος θέλησε, “σαν σκυλί” όπως χαρακτηριστικά έλεγε.

Το δωμάτιο του δευτέρου ορόφου στο οποίο έμενε ο Ντυνάν είναι σήμερα ένα τακτοποιημένο γραφείο και το γηροκομείο μουσείο. Παρά το ότι είναι το μόνο αξιόλογο που έχει το χωριό και ο μόνος λόγος να γνωρίζει κάποιος την ύπαρξή του στον χάρτη, οι κάτοικοι του Χέυντεν δεν τιμούν την μνήμη του καθώς λίγοι από αυτούς έχουν κάνει τον κόπο να μπουν στο μουσείο. Από το δωμάτιο που έμενε ο Ντυνάν μπορεί να δει κανείς τον πύργο-ρολόι του χωριού, το οποίο ο Ντυνάν μισούσε καθώς ο σχολαστικός του ήχος χώριζε σε τέταρτα τις τελευταίες ώρες της ζωής του.

Τα τελευταία λόγια του -τα είπε στον γιατρό του- ήταν “πόσο σκοτάδι έχει γίνει εδώ μέσα”.

Από τα χρήματα του Νόμπελ έδωσε ένα μέρος για να ευχαριστήσει το γηροκομείο για τις υπηρεσίες τόσων ετών και για να εξασφαλίσουν ότι θα υπάρχει πάντα ένα κρεβάτι εκεί διαθέσιμο για έναν συμπολίτη τους που το έχει ανάγκη. Τα υπόλοιπα τα δώρισε σε νορβηγικά ιδρύματα.

Στην βιογραφία του ο Ντυνάν εξηγεί για ποιο λόγο αφιέρωσε όλη του τη ζωή στην προσπάθειά του αυτή:

“Το να εμπνεύσω τον τρόμο της εκδίκησης, του μίσους και της καταστροφής, σημαίνει να αναχαιτίσω την απαίσια μάστιγα του πολέμου και ίσως να την εξαλείψω”

και επίσης:

“Σταδιακά, γνώρισα την ατυχία και τη φτώχεια στους ζοφερούς και άθλιους δρόμους. Στα χαμόσπιτα, που κάποιες φορές έμοιαζαν περισσότερο με στάβλους, είδα ανθρώπους εντελώς στερημένους από εγκόσμια αγαθά και υπέκυψα στο βάρος αφόρητων βασάνων. Τότε συνειδητοποίησα ότι ένας άνθρωπος μόνος δεν μπορεί να δράσει ενάντια σε τόση άσχημη τύχη και ότι καμία ανακούφιση, όσο μικρή και να είναι δεν μπορεί να του δοθεί, εκτός κι αν όλος ο κόσμος ενωθεί σε μία μάχη ενάντια σε αυτήν την τρομερή φτώχεια.”

Ο Βικτόρ Ουγκώ έγραψε στον Ντυνάν όταν διάβασε το βιβλίο του “Αναμνήσεις από το Σολφερίνο”:

“Εξοπλίζεις την ανθρωπότητα, υπηρετώντας το σκοπό της ελευθερίας. Καταθέτω φόρο τιμής στις ευγενικές σου προσπάθειες”.

Ο Μουανιέ πέθανε στις 21 Αυγούστου του 1910, δύο μήνες πριν δει τον Ντυνάν να αφήνει και εκείνος την τελευταία του πνοή.

Παρά το ότι ο Ντυνάν χάθηκε για πολλά χρόνια και υπέφερε από την φτώχεια και τις κακουχίες, ενώ το ίδιο διάστημα ο Μουανιέ ήταν πρόεδρος της ΔΕΕΣ και έχαιρε μεγάλων τιμών στα διεθνή σαλόνια, η ιστορία τίμησε τον Ντυνάν. Βιβλία, ταινίες, βραβεία και το όνομα του Ντυνάν γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία της μάχης για την Ειρήνη, ενώ ο Μουανιέ λησμονήθηκε γρήγορα και σπάνια αναφέρεται.

Όμως, ας μην ξεχνάμε ότι αν δεν ήταν ο Μουανιέ, το υπέροχο όνειρο του Ντυνάν θα έμενε για πάντα όνειρο…

Σημαντικές ημερομηνίες του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού:

  • 10 Ιουνίου 1877: Ίδρυση του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
  • 1878: Συγκροτούνται πρόχειρα νοσοκομεία για την περίθαλψη των τραυματιών της Κρητικής Επανάστασης.
  • 1881: Διανέμονται τρόφιμα και ρουχισμός στα θύματα του μεγάλου σεισμού της Χίου.
  • 1897: Ίδρυση νοσοκομείων και περίθαλψη τραυματιών κατά τη διάρκεια του Ελληνοτουρκικού πολέμου.
  • 1912-1913: Ανοίγουν νοσοκομειακές μονάδες με σκοπό την περίθαλψη των τραυματιών του Βαλκανικού Πολέμου.
  • 1915, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος: Ιδρύεται η Επιτροπή και το Γραφείο Αιχμαλώτων Πολέμου για αναζήτηση αιχμαλώτων και τραυματιών.
  • 1922: Δημιουργείται το Αρχείο Αναζητήσεων του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού με σκοπό τον εντοπισμό προσφύγων.
  • 1940-1945, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος: Διανέμονται τρόφιμα και είδη ρουχισμού στα θύματα του πολέμου και της Γερμανικής κατοχής.

Το θέμα αποτελεί έρευνα και συγγραφή της Ιππόκαμπος

3otiko