Γράφει ο Υποβολέας
Πού αρχίζει και πού τελειώνει η σάτιρα; Πότε γίνεται στρατευμένη εμμονή που εξυπηρετεί άλλους σκοπούς; Πότε και πώς δικαιούμαστε να απαιτούμε να μπαίνουν όρια στην καλλιτεχνική δημιουργία.
Όποτε αναφερόμαστε στην σάτιρα, η πρώτη αντίδραση αφορά την αναφορά στον Αριστοφάνη. Δεν βλέπεται τι έκανε ο Αριστοφάνης, ο πατέρας της κωμωδίας. Τι σκληρή κριτική ασκούσε σε άλλες κορυφαίες προσωπικότητες της εποχής του, με ακραίους, υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς;
Κανείς δεν θα τολμήσει να διαφωνήσει στο ότι ο τεράστιος Αριστοφάνης έθεσε το πρότυπο για την ευρύτητα και τη διεισδυτικότητα της σάτιρας. Βέβαια, σε οποιοδήποτε ζήτημα, όταν προσπαθούμε να προβάλλουμε ατόφια στο σήμερα, μια κατάσταση από κάποια εντελώς διαφορετική κοινωνικοπολιτική περίοδο, πράττουμε ένα σφάλμα που κάνουν συχνά και οι οικονομολόγοι.
Θέλουμε να βγάλουμε συμπεράσματα για κάτι, θεωρώντας ότι το Α μεταφέρεται αναλλοίωτο στις μέρες μας ενώ όλα τα άλλα… γράμματα της αλφαβήτου έχουν αλλάξει ριζικά και πλέον δεν βγαίνουν τα ίδια συνολικά νοήματα.
Η σάτιρα οφείλει να είναι δεικτική, να αναδεικνύει το ψέμα, την υποκρισία κι οτιδήποτε άλλο απειλεί την αξιοπρέπεια μας στο δημόσιο βίο. Το μόνο όριο, που θεωρώ απαραβίαστη κόκκινη γραμμή, είναι η σχεδόν νευρωτική, επαναληπτική προβολή παραποιημένων στοιχείων γιατί ενίοτε μπορεί να υποκρύπτει και δόλο.
Σχολίασε όποιον θες, όπως θες, αλλά όταν πιστεύεις ότι η αναζήτηση της αλήθειας πρέπει να επισκιάζεται από την ανάγκη ενός βεβιασμένου καγχασμού, τότε έχεις ξεπεράσει κατά πολύ το όριο της αξιοπιστίας κι αυτό θα όφειλε να σε καθιστά υπόλογο, αν όχι στο κοινό, τουλάχιστον στη συνείδηση σου.