/Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας: Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι – «Ζεστά Ποτά»

Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας: Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι – «Ζεστά Ποτά»

Στις 19 Οκτωβρίου 1952 γεννήθηκαν δυο τραγουδοποιοί που άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στην εξέλιξη της νεότερης ελληνικής μουσικής. Από τον πρώτο τους δίσκο, τα “Ζεστά Ποτά”, έγινε κατανοητό ότι ερχόταν μια σημαντική αλλαγή στα μουσικά δρώμενα της τότε εποχής.

Παλεύει το ποτάμι στη θάλασσα να βγει
κι ο ποιητής γυρεύει τη μούσα του να βρει
το κύμα ψάχνει να `βρει την άκρη του γιαλού
κι εγώ γυρεύω εσένανε, εσένανε που μ’ έστησες ξανά στο ραντεβού…»

Με αυτούς τους στίχους ξεκινάει το «Ρίτα – Ριτάκι», το εμβληματικό και όσως διασημότερο τραγούδι των «Κατσιμιχαίων». Κι είναι λες σα να περιγράφουν την οδύσσεια που πέρασε ο πρώτος τους δίσκος «παλεύοντας να βγει» στο στούντιο κι από κει στα πικάπ και τα κασετόφωνά μας. Σα να μιλάνε για το πρώτο ραντεβού μας με τους δίδυμους τραγουδοποιούς από το Μπραχάμι, που διαρκώς αναβαλλόταν, χωρίς να φταίμε εμείς, αλλά ούτε κι οι ίδιοι, και που εξαιτίας του κακού μπλεξίματος με τα γρανάζια των δισκογραφικών εταιρειών λίγο έλειψε να τα παρατήσουν και να μην έρχονταν ίσως ποτέ στο ραντεβού μας…

Είναι Φλεβάρης του 1985, όταν κυκλοφορούν τα «Ζεστά ποτά», ο πρώτος δίσκος των αδελφών Χάρη και Πάνου Κατσιμίχα. «Είμαι χαρούμενος και περήφανος που επιτέλους βγαίνουν τα τραγούδια του Χάρη και του Πάνου, μετά από τόσα χρόνια αντιξοοτήτων και αρνήσεων. Ακόμα, γιατί με το κατά δύναμιν συνέβαλα κι εγώ – I like – και αν μου επιτρέπουν τα παιδιά, τ’ αφιερώνω σ’ όλους τους καρμίρηδες από κάρμα, που αρνήθηκαν να τα βγάλουν, τους παράγοντες που αλαζόνιουσλυ καθυστέρησαν αυτή τη δουλειά, χωρίς να ξέρουν ότι η δουλειά ψηνόταν και γινόταν νοστιμότερη όσο αργούσε και πιο επικίνδυνη για τον αριβισμό στο χώρο της δισκογραφίας. Σ’ αυτούς αφιερώνεται, γιατί αυτοί χρειάζονται μια συμπαράσταση τώρα στο συνεχές down τους», σημειώνει με τον δικό του μοναδικό τρόπο στο οπισθόφυλλο ο Μανώλης Ρασούλης, που, όπως φαίνεται, υπήρξε για τους νιόβγαλτους τραγουδοποιούς κάτι πιο σημαντικό από απλός παραγωγός του πρώτου τους δίσκου.

Η διορατικότητα του Ρασούλη και η πίστη του στο ταλέντο και την ποιότητα του Χάρη και του Πάνου αποτυπώνεται στην παρακάτω παράγραφο του ίδιου σημειώματος, όπου ο αγαπημένος στιχουργός δεν τσιγκουνεύεται λόγια και – κυρίως – αισθήματα: «Στην περίπτωση Χάρη-Πάνου να γίνω διόδιο, πύλη, χαλί, να μπούσι σ’ αυτή τούτην την εμπειρία. Είναι από καλή στόφα, ανοιχτό μυαλό κι ανοιχτή καρδιά, όταν συζητάμε νύχτες επί νυχτών για τις περιπέτειες του μυθικού ετούτου ταξιδιού, πίνοντας τσάι, καφέ και… ονειροδρομώντας. Σίγουρα, τέτοιες υπάρξεις-χερουβείμ θα ’χει ο Θεός να του τραγουδάνε. Αισθάνομαι δε ότι μάλλον έληξε και μένα η αποστολή μου κι η καριέρα μου γενικώς σαν παραγωγού»!

Μπορούμε να υποθέσουμε τους λόγους που Χάρης και Πάνος δεν τα παράτησαν. Από τη μια η σημαντική συμβολή του ασυμβίβαστου Μανώλη Ρασούλη που πίστεψε σ’ αυτούς και έκανε προσωπική υπόθεση την κυκλοφορία του δίσκου. Από την άλλη η στήριξη κάποιων ανθρώπων του χώρου της δισκογραφίας που «έβλεπαν» μακρύτερα από τη μύτη τους κι από την τσέπη των εργοδοτών τους, όπως ο αξέχαστος Μάνος Ξυδούς, έδωσε στους νεαρούς τραγουδοποιούς δύναμη να συνεχίσουν (οι Κατσιμιχαίοι ανταποδίδοντας αφιέρωσαν στο Μάνο τον «Φάνη», το τρίτο τραγούδι της πρώτης πλευράς του δίσκου). Κυρίως όμως το ορμητικό ποτάμι της δημιουργικής έμπνευσης που γεννούσε κύματα στίχους και μουσικές, φτιάχνοντας «χειροποίητα» τραγούδια που μιλούσαν και συνεχίζουν να μιλούν κατευθείαν στις ψυχές. Ένα ποτάμι που κανένα εμπόδιο δεν ήταν ικανό να σταθεί με αξιώσεις απέναντί του και να το ανακόψει…

«Παίξε βραχνή μου φυσαρμόνικα», «Προσωπικές οπτασίες», «Φάνης», «Τις Κυριακές από παιδί τις σιχαινόμουνα», «Μια βραδιά στο λούκι», «Ρίτα-Ριτάκι», «Για ένα κομμάτι ψωμί», «Υπόγειο», «Κορίτσια της συγνώμης», «Γέλα πουλί μου, γέλα», είναι οι τίτλοι των 10 τραγουδιών του δίσκου.

Τραγούδια-βουτιές στην εσωτερική αναζήτηση, άλλα βαμμένα με τα μελαγχολικά χρώματα της απώλειας και άλλα γεμάτα ελπίδα.

Τραγούδια που μιλούν για ανεκπλήρωτους έρωτες και χαμένες αγάπες, αλλά και κάποια με σαφείς αναφορές σε διαχρονικά προβλήματα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία, όπως η ανεργία, ο κοινωνικός αποκλεισμός, και συνολικά η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Δέκα κλασικά πια τραγούδια που για το καθένα ξεχωριστά θα μπορούσε να γραφτεί ένα μικρό αφιέρωμα. Ο Χάρης και ο Πάνος έγραψαν τους στίχους των εννιά και μελοποίησαν το «Υπόγειο», ένα υπέροχο ποίημα της «ραψωδού της Αντίστασης» Ρίτας Μπούμη – Παπά, στην «ολοζώντανη μνήμη» της οποίας αφιερώνουν το τραγούδι.

Τον Δεκέμβρη του 2015 ο Χάρης και ο Πάνος «ξανασερβίρουν» τα «Ζεστά ποτά» που αγαπήσαμε και μαζί τους μεγαλώσαμε, όχι… ξαναζεσταμένα μα φτιαγμένα από την αρχή. Οι ίδιοι εξηγούν τους λόγους για την κυκλοφορία του δίσκου «Ζεστά Ποτά – 30 χρόνια μετά»: «Τα ΖΕΣΤΑ ΠΟΤΑ κυκλοφόρησαν πριν από 30 χρόνια (Απρίλιος 1985). Ο λόγος που ξαναγράφτηκαν και επανεκδίδονται τώρα, είναι μια υπόσχεση που είχαμε κάποτε δώσει στους εαυτούς μας. Αυτός ο πρώτος και σημαδιακός για τη ζωή μας δίσκος, θα γυρίσει κάποια στιγμή πίσω, για να πάρει τη θέση του στη βιβλιοθήκη, ανάμεσα στα ταξίδια του Γκιούλιβερ, τα παραμύθια των αδερφών Γκριμ και τις ιστορίες του Ιουλίου Βερν… Επιτέλους γύρισε… Τον παλεύαμε δύο ολόκληρα χρόνια (2014 – 2015), γιατί  δε θέλαμε να κάνουμε μια διασκευή. Αυτό θα ήταν εύκολο. Αντίθετα, θέλαμε να  ξαναφτιάξουμε τα ΖΕΣΤΑ ΠΟΤΑ, νότα – νότα, έτσι ακριβώς όπως γράφτηκαν, το 1985. Αυτή ήταν και η δυσκολία της όλης προσπάθειας. Κάποιες ενορχηστρωτικές πινελιές 30 χρόνια μετά, έγιναν αυθόρμητα, χωρίς φυσικά να είναι απαραίτητες. Με ή χωρίς αυτές, τα ΖΕΣΤΑ ΠΟΤΑ, είναι αυτά που είναι. Ήρθε στο στούντιο ο Γιάννης ο Σπάθας, είχαμε τις λούπες του Νίκου του Αντύπα, βρήκαμε μια φωτογραφία που συμβολίζει αυτή την επιστροφή και τα ΖΕΣΤΑ ΠΟΤΑ, αχνίζουν ακόμα. Παράξενος δίσκος… Μας κοιτάζει τώρα από το ράφι της βιβλιοθήκης και μας χαμογελάει, σαν καραβάκι που περιπλανήθηκε στις θάλασσες όλου του κόσμου και επιτέλους επέστρεψε στο λιμάνι από όπου ξεκίνησε τόσα χρόνια πριν. Φίλοι και φίλες: Καλά Χριστούγεννα».

Από το 1985 που μας συστήθηκαν με τα “Ζεστά ποτά”, έως το 2015 και μέχρι σήμερα, οι Κατσιμιχαίοι έγιναν φίλοι, αδελφοί, συνοδοιπόροι, συμπαραστάτες στην καθημερινότητά μας, στις μικρές και σημαντικές στιγμές μας.

Με τα τραγούδια τους μεγάλωσαν ήδη δυο γενιές, κι όσο αν τα τελευταία χρόνια σπανίζουν οι εμφανίσεις τους και μας λείπουν, δεν θα πάψουν να αποτελούν ένα κομμάτι της ύπαρξής μας, ένα μέρος αυτού που και οι ίδιοι έβαλαν το χεράκι τους για να διαμορφωθεί στο πέρασμα του χρόνου.

Πόσο μακριά έβλεπε, λοιπόν, ο αξέχαστος Μανώλης Ρασούλης, όταν το 1985 έγραφε στο οπισθόφυλλου του δίσκου, εκφράζοντας περισσότερο τη βεβαιότητά του, παρά ευχή: «Η τραγουδοποιία είναι ένας καθρέφτης ή το νησί της Κίρκης. Αν δεν ενδιαφέρεσαι για το είναι σου, είναι εύκολο να υποκύψεις. Σε τρώνε οι μορφές – γκρέμλινς. Στον γοητευτικό κι επικίνδυνο κόσμο των υπερούσιων θείων μπουρμπουληθρών που ονομάζονται τραγούδια, έχω τους λόγους μου να πιστεύω και να ελπίζω  πως θα διατηρήσουν το φυσικό τους βελούδινο νακ και νάναι πάντα στο στόμα τους το τραγούδι της ζωής και μοιραία η ηχώ του: τα τραγούδια της έκφρασης»…

“Έχει τους νόμους τους αυτή η ιστορία,
δεν φτάνει μόνο η δουλειά…”

Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να συγκινούν τους ανθρώπους ανεξαρτήτως ηλικίας, να τους συντροφεύουν στις μικρές και μεγάλες στιγμές της ζωής, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.

Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», φιλοδοξεί να «παίξει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια που γράφτηκαν από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς, που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.

Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, μας εμπνέουν και μας συγκινούν σήμερα.

katiousa