/Αγγελική Κοντού: Oι έμφυλοι ρόλοι δεν είναι ούτε κάτι διαχρονικό, ούτε κάτι παγκόσμιο

Αγγελική Κοντού: Oι έμφυλοι ρόλοι δεν είναι ούτε κάτι διαχρονικό, ούτε κάτι παγκόσμιο

Η ηθοποιός Αγγελική Κοντού πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Νόρα: Το σπίτι της κούκλας» του Ίψεν στο θέατρο Altera Pars. Με αυτή την αφορμή ο Κωνσταντίνος Μανίκας είχε μαζί μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση για την υποκριτική, τους έμφυλους ρόλους, και όχι μόνο! 

Πρωταγωνιστείτε στην παράσταση «Νόρα: Το σπίτι της κούκλας» του Ίψεν.  Πόσο επίκαιρο μπορεί να είναι ένα κλασικό έργο;

Ένα κλασικό έργο χαρακτηρίζεται κλασικό, ακριβώς γιατί μπορεί να προσαρμόζεται σε κάθε εποχή, γιατί οι άνθρωποι κάθε κοινωνίας νιώθουν παρακολουθώντας το ότι απηχεί δικούς τους προβληματισμούς, σκέψεις, ανάγκες και όνειρα. Η διαχρονική ουσία της Νόρας έγκειται στο ότι πραγματεύεται το θέμα των διαπροσωπικών σχέσεων, διεισδύοντας όμως στον πυρήνα του ζητήματος, στο πως δηλαδή δύο άνθρωποι μπορούν να ενωθούν πραγματικά, να δημιουργήσουν ένα αληθινό και ουσιαστικό δεσμό, πέρα από τις κοινωνικές συμβάσεις και τα πρότυπα που επιβάλλει η εκάστοτε κοινωνία.

Ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές διαπιστώνονται στη δομή των έμφυλων ρόλων, του τότε με το σήμερα;

Oι έμφυλοι ρόλοι δεν είναι ούτε κάτι διαχρονικό, ούτε κάτι παγκόσμιο. Αυτό που εμείς σήμερα αντιλαμβανόμαστε ως έμφυλο ρόλο μορφοποιήθηκε το 19ο αιώνα – εποχή συγγραφής και του έργου- όταν πια η αστική τάξη είχε επιβληθεί στο δυτικό κόσμο, ιδεολογικά, πολιτικά και πολιτισμικά. Το σχήμα που δημιουργήθηκε τότε ήταν αρκετά ισχυρό ακριβώς γιατί οι θεμελιωτές του φρόντισαν να το συνδέσουν με τη βιολογία, ούτως ώστε να θεωρηθεί “φυσική συνθήκη” και όχι κοινωνική κατασκευή, όπως είναι στην πραγματικότητα. Έτσι οι ιδιότητες, οι ρόλοι και οι υποχρεώσεις που έχουν τα δύο φύλα, με βάση την κατασκευή αυτή του 19ου αιώνα, εξακολουθούν να επιβιώνουν σήμερα, έστω και στο υποσυνείδητο των ανθρώπων. Για παράδειγμα ένας νέος άνδρας σήμερα μπορεί να μην δέχεται την ταμπέλα του “προστάτη και κουβαλητή” του σπιτιού, αλλά αν ο ίδιος άνδρας βρεθεί άνεργος να τον “ζει” η γυναίκα του θα βιώσει αναπόφευκτα μια κρίση ταυτότητας, που σχετίζεται με την αποτυχία επιτέλεσης του ρόλου του “κουβαλητή” και αυτό θα συμβεί κάπως αυτόματα και ασυνείδητα. Μπορεί λοιπόν το θεσμικό πλαίσιο να έχει αλλάξει στις μέρες μας προς την κατεύθυνση της ισότητας και της ισονομίας, αλλά τα συναισθήματα των ανθρώπων που απορρέουν από τους κατασκευασμένους έμφυλους ρόλους τους, είναι εγγεγραμμένα στο συλλογικό μας ασυνείδητο και εξακολουθούν να μας επηρεάζουν έντονα.

Πόσο ταυτίζεστε με τον συγκεριμένο χαρακτήρα και ποιες οι δυσκολίες ερμηνείας μιας τέτοιας ηρωίδας;

Με τη Νόρα ταυτίζομαι στο κομμάτι που η κάθε γυναίκα δύναται να ταυτιστεί βλέποντας το έργο. Όλες οι γυναικες, λίγο έως πολύ, σε κάποια φάση της ζωής μας έχουμε βρεθεί στη θέση του “αντικειμένου”, εννοώ ότι αντιλαμβανόμαστε τη σεξουαλικότητά μας εξ’ αντανακλάσεως, ετεροκαθοριζόμενες. Είμαστε δηλαδή τα αντικείμενα του ερωτικού πόθου ενός άνδρα υποκειμένου. Όλες έχουμε βιώσει τη σύγκρουση των πολλαπλών και συχνά αντιφατικών ρόλων μας ( γυναίκα-σύζυγος, γυναίκα- ερωμένη, γυναίκα-νοικοκυρά, γυναίκα-μητέρα). Και φυσικά έχουμε βιώσει κάποιο αναγκαίο χωρισμό που μας πόνεσε και μας κόστισε πολύ. Από εκεί και πέρα, προσωπικά δεν έχω κοινά σημεία ως ψυχοσύνθεση με τη Νόρα και χρειάστηκε να “σκάψω” πολύ για να βρω συνδέσεις.  Η Νόρα είναι ένας χαρακτήρας που απαιτεί πολύ καλή και διεισδυτική ανάλυση για να παιχτεί. Τα κίνητρά της, οι ψυχολογικές της διακυμάνσεις, οι εναλλαγές διάθεσης, ακόμα και ύφους καθώς απεκδύεται σταδιακά το ρόλο της κούκλας, είναι όλα πολύ σύνθετα και περίπλοκα, ακριβώς γιατί είναι ένας έξοχα γραμμένος ρόλος. Η Νόρα πάντα ήταν και θα είναι ρόλος – πρόκληση για κάθε ηθοποιό.

Ένα τέτοιο έργο, με τους συμβολισμούς και τη σκωπτική ματιά του, μπορεί να λειτουργεί κι ως μέσο αφύπνισης για τους θεατές;

Φυσικά, δεν μπορώ να φανταστώ πως υπάρχει ζευγάρι που δεν έχει νιώσει, ή σκεφτεί πράγματα όπως αυτά που λέγονται και συμβαίνουν στην τρίτη πράξη ανάμεσα στη Νόρα και τον Τόρβαλντ. Είναι σίγουρα ένα έργο που μας καλεί να δούμε την αλήθεια και τις επιλογές μας κατάματα και να μετρηθούμε μαζί τους.

Αρκούν οι δράσεις όπως το #metoo για να αρθούν διαχρονικές ανισότητες απέναντι στις γυναίκες;

Όχι. Το me too ξεκίνησε στις ΗΠΑ το 2017 και σε εμάς εδώ ήρθε το 2020. Τα έμφυλα ζητήματα έχουν ενταχθεί στο πλαίσιο συλλογικών διεκδικήσεων και σημαντικών κινημάτων πολλές φορές στο παρελθόν, από τα πρώτα φεμινιστικά κινήματα στα τέλη του 19ου αιώνα, το Μάη του 68 και το δεύτερο κύμα του φεμινισμού στις δεκαετίες του 70 και του 80. Και πράγματι ήταν κινήματα που συνέβαλαν καθοριστικά στην εξάλειψη όχι μόνο των ανισοτήτων, αλλά και στην αλλαγή της οπτικής που έχουμε ως κοινωνίες απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα εν γένει. Το διαφορετικό που είχαν αυτά τα κινήματα σε σχέση με το metoo ήταν ότι ενέτασσαν τις φεμινιστικές διεκδικήσεις και την όλη συζήτηση για τα έμφυλα ζητήματα σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικών και πολιτικών διεκδικήσεων, σε μια κριτική ανάλυση και αμφισβήτηση του κοινωνικοπολιτικού μας συστήματος. Δεν μπορεί δηλαδή να αποδεχόμαστε και να μαστε οκ με το φιλελεύθερο καπιταλισμό γενικά, αλλά να μας ενοχλούν απλώς οι έμφυλες ανισότητες και ο σεξισμός λες και είναι κάτι άσχετο και ασύνδετο. Όχι, είναι παράγωγο και μόνο ως τέτοιο μπορεί να αντιμετωπιστεί. Όσο λοιπόν το metoo δεν εντάσσεται σ’ ένα πλαίσιο αμφισβήτησης του συστήματος εν γένει, εγώ προσωπικά θα είμαι πολύ επιφυλακτική απεναντί του.

Είναι το θέατρο η προτεραιότητα για τον ηθοποιό, αυτό που τον καταξιώνει;

Δεν θα το έθετα ακριβώς έτσι. Σίγουρα η θεατρική εκπαίδευση είναι η αρχή, η βάση της υποκριτικής διαδικασίας, αλλά και ο κινηματογράφος είναι πολύ σπουδαίο μέσο, που απαιτεί μια εντελώς διαφορετική χρήση του υποκριτικού οργάνου, η οποία δεν είναι πιο εύκολη ή υποδεέστερη του θεάτρου. Απλώς στη χώρα μας, αφενός δεν διδάσκεται η υποκριτική στον κινηματογράφο, αφετέρου δεν υπάρχει η μαζική κινηματογραφική παραγωγή που έχουν άλλες χώρες, έτσι οι ηθοποιοί πιο συχνά βρισκόμαστε να παίζουμε στο θέατρο και αναμετριόμαστε με τις δυσκολίες και τις απαιτήσεις που υπάρχουν εκεί.

Ποιο είναι το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό σας όνειρο;

Βασικά, για να είμαι ειλικρινής δεν είμαι και πολύ “καριερίστας” τύπος, οπότε δεν έχω συγκεκριμένες φιλοδοξίες. Ξέρω, ότι θέλω να εμβαθύνω διαρκώς και να εξελίσσομαι στην τέχνη μου, ότι θα ήθελα να κάνω περισσότερο κινηματογράφο για να εξερευνήσω περισσότερο την υποκριτική διαδικασία εκεί και πως σε κάθε περίπτωση αυτό που κάνω, θέλω να περνάει στον κόσμο, να του προκαλεί ένα ταρακούνημα, να τον παρασύρει και να τον μεταφέρει κάπου, γιατί η τέχνη αυτή δεν έχει τόσο νόημα όταν είναι αυτοαναφορική, την κάνεις για να επικοινωνήσεις με τον κόσμο, να πεις μια ιστορία και να μεταφέρεις ένα μήνυμα.  

Αν έπρεπε να δώσετε μια συμβουλή σε κάποιον που θα ήθελε να ασχοληθεί επαγεγλματικά με το θέατρο, ποια θα ήταν αυτή;

Να ξέρει γιατί θέλει να το κάνει. Αν ξέρεις το γιατί είναι πιο εύκολο να βρεις το δρόμο σου και να νιώθεις ικανοποιημένος με τις επιλογές σου. Από εκεί και πέρα δε νομίζω ότι υπάρχουν συμβουλές με γενική ισχύ.