Γράφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος
Να είμαστε ήρεμοι, προσεκτικοί και αποφασιστικοί, γιατί είναι πιο σημαντικό να κάνουμε το σωστό από στρατηγική άποψη, παρά αυτό που φέρνει άμεσο κέρδος. Κάποιοι, λοιπόν, δεν περίμεναν να αγοράσουν τα καρφώματα, τα κοψίματα και τις ασίστ του Μάικλ Τζόρνταν, γιατί είχαν την ευφυΐα να επενδύσουν στον ήχο των καλπασμών του και στο σπινθηροβόλο βλέμμα του μεγαλύτερου μπασκετμπολίστα όλων των εποχών και έτσι κέρδισαν μια ολόκληρη αυτοκρατορία.
Εν αρχή, λοιπόν, είναι ο Μάικλ Τζέφρι Τζόρνταν, συχνά αναφερόμενος με τα αρχικά του ονόματός του (MJ), ο οποίος ξεκίνησε την κολεγιακή του πορεία από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, όπου οι εμφανίσεις και επιτυχίες του τον έκαναν γνωστό σε εθνικό επίπεδο. Συνέχισε την καριέρα του στο επαγγελματικό πρωτάθλημα (NBA) αγωνιζόμενος με τους Σικάγο Μπουλς, σε δύο θητείες και τους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς, όπου και ολοκλήρωσε την καριέρα του το 2003 στα 40 του χρόνια. Οι απίστευτες αθλητικές ικανότητές του τον έκαναν πρωταγωνιστή σε μερικά από τα πιο θεαματικά στιγμιότυπα στην ιστορία του ΝΒΑ, ενώ ο αγωνιστικός του οίστρος οδήγησε την ομάδα του Σικάγου στη δημιουργία της δυναστείας που κατέκτησε έξι πρωταθλήματα σε οκτώ χρόνια μέσα στη δεκαετία του 1990. Από τον Οκτώβριο του 1993 μέχρι το Μάρτιο του 1995, αποσύρθηκε από το μπάσκετ αλλά στις 20 Μαρτίου 1995 επέστρεψε στην ενεργό δράση με την περίφημη φράση: I’m back
Στην ταινία «Air», βρισκόμαστε στην εποχή που η Nike έψαχνε νέα πρόσωπα. Όταν ο Σόνι Βακάρο στέλεχος της εταιρείας είδε τον Μάικλ Τζόρνταν να παίζει με το North Carolina. Ο Βακάρο ήταν πεισμένος πρώτον για το ασύλληπτο ταλέντο του νεαρού παίκτη, που είχε μπροστά του και δεύτερον για το χρυσοφόρο ντιλ των πολλών εκατομμυρίων το οποίο θα μπορούσε να κάνει τη Nike σπουδαία εταιρεία. Το στέλεχος της εταιρείας επέμεινε ακόμα και όταν ο Φιλ Νάιτ, ιδρυτής της εταιρείας διαφωνούσε με τον επίμονο Σόνι Βακάρο. Οι δυο πλευρές ήρθαν σε συμφωνία για πρώτη φορά το 1984, πριν καν ο θρύλος του μπάσκετ μπει στο ΝΒΑ. Πριν λίγο καιρό ο Μάικλ Τζόρνταν και η Nike συμπλήρωσαν 38 χρόνια κοινής πορείας και συνεργασίας. Στην ταινία «Air» o Μπεν Άφλεκ υποδύεται τον συνιδρυτή της εταιρείας, Φιλ Νάιτ, και ο Ματ Ντέιμον υποδύεται τον Σόνι Βακάρο το στέλεχος της Nike.
Πυρήνας της ταινίας είναι το πώς η Nike κατάφερε να υπογράψει μαζί της ο Μάικλ Τζόρνταν, παρά την πολιορκία και τις μεγάλες προσφορές από Adidas και Converse. Η ταινία υπογραμμίζει και τον ρόλο που έπαιξαν οι γονείς του Τζόρνταν και οι παρεμβάσεις τους για να πραγματοποιηθεί αυτή η συμφωνία και κυρίως της μητέρα του. Η Ντολόρις, λοιπόν, δεν συμμετείχε σε ένα πρώιμο σενάριο της ταινίας, αλλά στη συνέχεια ο Τζόρνταν είπε στον Άφλεκ: «Τίποτα από αυτά δεν θα είχε συμβεί χωρίς τη μητέρα μου». Ζήτησε επίσης να την παίξει η βραβευμένη με Όσκαρ, Βαϊόλα Ντέιβις. Δίπλα στους δύο βραβευμένους με Όσκαρ ηθοποιούς και σεναριογράφους πρωταγωνιστούν οι Βαϊόλα Ντέιβις, Τζέισον Μπέιτμαν, Κρις Μασίνα, Μάθιου Μάχερ, και Κρις Τάκερ. Ο Τζόρνταν δεν εμφανίζεται στην ταινία, οι θεατές βλέπουν στιγμιαία σε κάποια πλάνα το πίσω μέρος του κεφαλιού του και ακούνε μόνο μια φορά τη φωνή του. Ο σκηνοθέτης λέει πάνω σ’ αυτό το θέμα: «Το μόνο άτομο που θα μπορούσε να παίξει τον Μάικλ Τζόρνταν, είναι πολύ μεγάλος τώρα πια για να παίξει τον Μάικλ Τζόρνταν».
Έχει ενδιαφέρον να αναφερθούμε στην επιμονή του Βακάρο παρ’ όλο που ο ιδρυτής της εταιρείας διαφωνούσε και ακόμα έχουν ενδιαφέρον μερικά νούμερα που θα ακολουθήσουν τη χρυσοφόρα συμφωνία. Στον rookie, να σημειώσουμε, Τζόρνταν προσφέρθηκαν 2,5 εκατομμύρια δολάρια. Δημιουργήθηκε το εμβληματικό ”Air Jordan 1”, το οποίο ο Μάικλ φορούσε στους αγώνες ακόμα και όταν το ΝΒΑ το απαγόρευσε. Το ότι πλήρωνε πρόστιμο των περίπου 5.000 δολαρίων, ανά ματς, επειδή φορούσε παπούτσια που δεν ήταν αρκετά λευκά, όπως όριζαν οι κανονισμοί, ήταν μια μικρή λεπτομέρεια. Οι υπεύθυνοι της Nike γνώριζαν κάτι το οποίο μαθαίνει κάποιος από τις πρώτες κιόλας μέρες ενασχόλησής του με το marketing, η αρνητική διαφήμιση, η οποία δεν περιέχει αρνητικές κρίσεις για το ίδιο το προϊόν, είναι σπουδαία δωρεάν ανάδειξη και διάδοση του προϊόντος. Κάθε πιτσιρικάς στον πλανήτη πεισμένος ότι φορώντας το παπούτσι του Τζόρνταν θα αποκτούσε τις μαγικές ικανότητες του Μάικλ και θα νικούσε τη βαρύτητα του σώματος του, την μονοτονία του βίου του και την ασημαντότητα της ύπαρξής του, αγόραζε το παπούτσι του αξεπέραστου μπασκετμπολίστα. Έτσι το παπούτσι έγινε ανάρπαστο και οι προβλεπόμενες πωλήσεις που μιλούσαν για 3 εκατ. σε τρία χρόνια, διαψεύστηκαν πανηγυρικά, γιατί σε ένα χρόνο εισέρευσαν στα ταμεία της εταιρείας 126 εκατ. δολάρια. Η αξία της Nike, που ήταν περίπου 25 εκατ. δολάρια τότε, για να φτάσει στα σημερινά 39 δις δολάρια, ενώ ο ιπτάμενος Τζόρνταν ο οποίος είχε λαμβάνειν το 25% από την πώληση κάθε ζευγαριού στις πτήσεις των καρφωμάτων, του ανταγωνιζόταν μόνο τα κέρδη του. Γι αυτό μετά τόσα χρόνια συζητάμε για ένα ”χρυσό” deal πολλών δισεκατομμυρίων. Το 1997, ο Τζόρνταν δημιούργησε την ”Jordan Brand”, θυγατρική εταιρεία του κολοσσού που του αποφέρει πάνω από 200 εκατ. δολάρια τον χρόνο.
Επειδή η πιτσιρικαρία που απολαμβάνει τώρα τον Γιάννη, (ένας είναι ο Γιάννης), τον Κάρι, τον Κέβιν Ντουράν και τους άλλους NBAερς στα καρφώματα, στις ασίστ και τα τρίποντα, καλό θα είναι να ξέρει τι λέει ένας πολύ γνώριμος τους, για τον σπουδαίο Τζόρνταν, σημειώνει κάπου λοιπόν ο ΛεΜπρόν Τζέιμς, «Ως μικρό παιδί, καθόμουνα μπροστά στην τηλεόραση και έβλεπα το Μάικλ να παίζει. Η απίστευτη ικανότητά του με ώθησε να μπω στο NBA. Πιστεύω ότι ο Μάικλ ενέπνευσε σήμερα ολόκληρη τη γενιά του NBA».
To να αφηγείται κανείς την ιστορία του Μάικλ Τζόρνταν είναι σαν να δίνει τον ορισμό του American success story με τρόπο ανάγλυφο και κατανοητό. Σε συνδυασμό με τη σκηνοθετική δεινότητα του Μπεν Άφλεκ, (το έχει αποδείξει όχι μια φορά, “Χωρίς Ίχνη”, “The Town”, “Επιχείρηση: Argo”, “Ο Νόμος της Νύχτας”), έχουμε τον ψυχαγωγικό κινηματογράφο στα καλύτερά του και μπορούμε να το διασκεδάσουμε αβίαστα, απενοχοποιημένα, απολαυστικά. Με καθαρούς χαρακτήρες, εμπνευσμένες σκηνές, καλοδιατυπωμένες σεκάνς, καλοκουρδισμένα μέρη, βλέπουμε την φωτεινή πλευρά του καπιταλισμού. Ο αμερικανός πολιτικός Bernard Baruch έδινε τον ορισμό του πετυχημένου καπιταλιστή, «Κερδοσκόπος είναι κάποιος που παρατηρεί το μέλλον και ενεργεί πριν αυτό συμβεί». Γιατί είναι αξιολύπητος ο άνθρωπος που μετατρέπει τα όνειρά του σε ασήμι και χρυσάφι, αλλά είναι αλήθεια θλιβερός κι αυτός που αφήνει το ταλέντο του να γίνει στάχτη και κάρβουνο.