/Φραντζέσκα Μάνγγελ: Το Εκμαγείο είναι εκείνο που κρύβει, αλλά και αποκαλύπτει τα γεγονότα που οι ήρωες θέλουν να ξεχάσουν

Φραντζέσκα Μάνγγελ: Το Εκμαγείο είναι εκείνο που κρύβει, αλλά και αποκαλύπτει τα γεγονότα που οι ήρωες θέλουν να ξεχάσουν

Σημερινή μας καλεσμένη στο culturepoint η βραβευμένη συγγραφέας Φραντζέσκα Μάνγγελ (βραβείο Μυθιστορήματος της Xρονιάς στην κατηγορία «Πρωτοεμφανιζόμενος Συγγραφέας» στα Βραβεία Public 2018) με αφορμή το νέο της μυθιστόρημα «Το εκμαγείο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας.

Επιμέλεια: Γιώργος Δόλγυρας, αρθρογράφος – συγγραφέας

-Αρχικά, Φραντζέσκα, θα θέλαμε να σε γνωρίσουμε. Θα μοιραστείς μαζί μας κάποια πράγματα για εσένα;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Τα παιδικά μου χρόνια τα πέρασα στο Μαρούσι και στην Πλάκα όπου ήταν το σπίτι του παππού και της γιαγιάς μου. Ο παππούς μου ήταν ο άνθρωπος που με έμαθε να αγαπώ τα βιβλία και τις τέχνες. Μαζί ζωγραφίζαμε, διαβάζαμε, ακούγαμε μουσική και σκαρώναμε ιστορίες. Δυστυχώς, έφυγε πολύ νέος, πρόλαβε όμως να μου δείξει την εικόνα της παλιάς Αθήνας με τις γειτονιές, τη λατέρνα, τις στρωματσάδες στις ταράτσες και τις βόλτες στο Ζάππειο. 

Έγραφα και γράφω όλη μου τη ζωή. Τις πρώτες μου ιστορίες τις έγραψα σε μια γραφομηχανή που μου είχαν κάνει δώρο οι γονείς μου, όταν πήγαινα ακόμη στο Δημοτικό. Μεγαλώνοντας έφυγα για σπουδές στην Αγγλία. Εκεί συνέχισα να γράφω, γράμματα, ημερολόγια και μία μικρή ιστορία, η οποία, γυρνώντας στην Ελλάδα, εξελίχθηκε με τα χρόνια στη Νύχτα του Σάουιν, το πρώτο μου βιβλίο. 

Για πολλά χρόνια εργαζόμουν στα περιοδικά ως συντάκτρια και τα τελευταία ως κειμενογράφος. Αγαπώ το διάβασμα, τη ζωγραφική, τη φωτογραφία. Λατρεύω τη θάλασσα και τη μουσική.  Για τα βιβλία μου αντλώ έμπνευση από ανθρώπους, μέρη, ταξίδια. Έχω μία κορούλα που αγαπάει τις ιστορίες, τα βιβλία και τη ζωγραφική όσο κι εγώ. 

-Ποιος είναι ο μεγαλύτερός σου φόβος και το μεγαλύτερό σου όνειρο;

Η μεγαλύτερή μου έννοια είναι να είναι καλά οι άνθρωποί μου. Να έχουμε όλοι υγεία και δύναμη για να χαιρόμαστε τη ζωή όπως της αξίζει. 

-Ποια η αγαπημένη σου στιγμή της ημέρας;

Το καλημέρα, το καληνύχτα, η αγκαλιά και το φιλί που καλωσορίζει και αποχαιρετά τη μέρα. Τα πρωινά του Σαββάτου που ετοιμάζω πρωινό χωρίς το κυνήγι του ρολογιού και το απολαμβάνουμε στο σαλόνι. 

-Αν η ζωή είχε χρώμα, ποιο θα ήταν αυτό;

Γαλαζοπράσινο φωτεινό, το χρώμα της θάλασσας μια ηλιόλουστη μέρα. 

-Υπάρχουν κάποιοι συγγραφείς που λατρεύεις, που νιώθεις να σε έχουν επηρεάσει;

Λατρεύω τα ποιήματα του Ελύτη και της Γώγου. Τις θαλασσοϊστορίες του Καρκαβίτσα. Το σκοτάδι του Πόε και το μυστήριο του Θαφόν.  Τον σουρεαλισμό του Μουρακάμι. Την τόλμη, την ελευθερία της Ντιράς. Και τις νουβέλες του Τσβάιχ.  

-«Το εκμαγείο» είναι το νέο σου μυθιστόρημα από τις εκδόσεις Μίνωας. Τι σημαίνει «εκμαγείο», πώς επέλεξες αυτόν τον τίτλο και τι θα διαβάσουμε; Βάλε μας λίγο στο κλίμα…

Εκμαγείο είναι το αρνητικό αποτύπωμα πάνω σε εύπλαστη ύλη. Στην ιστορία μου έχει διπλή έννοια. Είναι εκείνο που κρύβει, αλλά και αποκαλύπτει τα γεγονότα που οι ήρωες θέλουν να ξεχάσουν. Αλληγορικό και πραγματικό μαζί κρατά το κλειδί ολόκληρης της ιστορίας. Μιας ιστορίας που ξεκινά σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριουδάκι, όπου διαφεύγει η ηρωίδα μου με σκοπό να αλλάξει τη ζωή της. Εκεί όμως την περιμένουν πολλά. Πρώτο απ’ όλα, το Εκμαγείο

Τη συγκεκριμένη λέξη την άκουσα στο ραδιόφωνο πριν ακόμη γράψω το βιβλίο. Έγινε οδηγός μου. Ουσιαστικά με ενέπνευσε. Όταν έψαξα και βρήκα πληροφορίες σχετικά με το «Κέρινο Εκμαγείο της ψυχής» του Πλάτωνα, είχα βρει και την ιστορία μου. 

-Διαβάζοντας το μυθιστόρημά σου, μπορώ να πω ότι μας δίνεις μία αρκετά ζοφερή και αναχρονιστική εικόνα για τη ζωή στην επαρχία. Τελικά, σε αυτήν τη χώρα, όλα αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν;

Δεν είναι εικόνα, είναι η κατάσταση που επικρατεί στην Αθεάτη, ένα πλασματικό ορεινό χωριό που θα μπορούσε να βρίσκεται στην Ήπειρο. Αποκεί και πέρα οι καταστάσεις που διαδραματίζονται εκεί θα μπορούσαν να συμβούν σε οποιοδήποτε μέρος, χωριό, πόλη ή πρωτεύουσα. Τα συναντάμε, τα βλέπουμε δίπλα μας. Είναι η σκοτεινή πλευρά κάποιων ανθρώπων. Η μοναξιά. Η σιωπή. Η απαξίωση. Οι λάθος επιλογές.  

-«Αλλιώς κοιτάζει ο άνθρωπος που δεν έχει γνωρίσει την αγάπη και αλλιώς αυτός που την έχει ζήσει στο πετσί του και την έχει στερηθεί» διαβάζουμε στη σελίδα 235, και δεν έχω παρά να σε ρωτήσω αν πιστεύεις στον έρωτα και στην πραγματική αγάπη…

Βέβαια και πιστεύω. Ο έρωτας είναι ανεμοστρόβιλος, χείμαρρος, σε παρασέρνει, σε πάει όπου θέλει αυτός. Η αγάπη είναι άλλη ιστορία. Είναι αυτό που μένει όταν ο αέρας κοπάσει. Αν μείνει. 

Όσο εύθραυστος είναι ο πρώτος, τόσο δυνατή, άθραυστη είναι εκείνη. Και συνάμα τόσο δυσεύρετη, σπάνια και δύσκολη να την αναγνωρίσουμε. 

-Ταυτίζεσαι με κάποιον/ους από τους πρωταγωνιστές σου;

Δεν ταυτίζομαι ακριβώς, αλλά νιώθω πιο κοντά μου την Αλθαία. Τα «ελαττώματά» της είναι πολύ δικά μου. Αυτό το «βρίσκομαι λίγο εδώ και λίγο αλλού», χαμένη στις σκέψεις, στις εικόνες του μυαλού της, είναι ένα στοιχείο που κουβαλώ κι εγώ. Ειδικά τις περιόδους που γράφω.  

-Οι άνθρωποι είμαστε γεννημένοι κάποιοι θύτες και κάποιοι θύματα; 

Υπάρχουν άνθρωποι που εκμεταλλεύονται τους άλλους, που πατούν πάνω σε μια ευαισθησία για να τους βλάψουν. Και υπάρχουν άνθρωποι που γεννιούνται σε μειονεκτική θέση. Σε λάθος μέρος από λάθος ανθρώπους. Ή καταλήγουν με λάθος ανθρώπους. Και παλεύουν να επιβιώσουν.  Αυτό είναι ένα από τα θέματα που πραγματεύεται το Εκμαγείο

-Θα σε πάω τώρα λίγο πίσω στον χρόνο, στο προηγούμενο δυστοπικό μυθιστόρημά σου «Οι Καθαροί». Νιώθεις όσα έγραψες σε αυτό το βιβλίο να επαληθεύονται μέρα με τη μέρα;

Όταν έγραφα τους Καθαρούς, στήριξα την έρευνά μου σε βιβλία, ντοκιμαντέρ και έγγραφα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι φρικαλεότητες που διάβαζα τότε πίστευα, αφελώς, πως δεν είχαν σχέση με τον σημερινό κόσμο.

Όταν κάναμε την επιμέλεια, ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Και τώρα γίνονται θηριωδίες στη Γάζα και το Ισραήλ. Και η λίστα δεν τελειώνει. Σαν να μην έχουμε μάθει τίποτα μετά από τόσους αιώνες εγκλημάτων.   

-Ολοκληρώνοντας με αυτή την αναδρομή, θα σε ρωτήσω αν το βραβείο σε επηρέασε στη συγγραφική σου πορεία. Φτάνοντας στην κορυφή με την πρώτη, πώς το διαχειρίζεσαι στη συνέχεια, καθώς ουσιαστικά έχεις να ανταγωνιστείς τον εαυτό σου και μόνο;

Το βραβείο ήταν για μένα μια νύχτα. Πολύ χαρούμενη, πολύ ευτυχισμένη, όμως μέχρι εκεί. Συνέβη, το χάρηκα, το έβαλα στη βιβλιοθήκη μου και συνέχισα να δουλεύω με το ίδιο πάθος και την ίδια αγάπη που δούλευα πάντα. Η ευθύνη που νιώθω, λοιπόν, δεν έχει να κάνει με βραβεία, παρά μόνο με την ευθύνη που αισθάνομαι απέναντι στους αναγνώστες μου. Επιθυμώ να τους δίνω πάντα ό,τι καλύτερο έχω, όπως εκείνοι μου δίνουν τον πολύτιμο χρόνο και την εμπιστοσύνη τους.  

-Η συγγραφή μπορεί να κάνει καλύτερο αυτόν τον κόσμο; Τι πιστεύεις;

Τα βιβλία μπορούν. Γι’ αυτό και έχουν υποστεί κατά καιρούς τόση λογοκρισία. Είναι η ελευθερία λόγου, η έκφραση, η διάδοση ανθρώπινων ιστοριών και βιωμάτων που μπορεί να κάνει τον κόσμο καλύτερο.  

-Κλείνοντας, θα ρωτήσω κάτι που σίγουρα πολλοί αναγνώστες σου, μεταξύ αυτών κι εγώ, θέλουν να ξέρουν: Ποια είναι τα μελλοντικά συγγραφικά σου σχέδια; Να περιμένουμε σύντομα νέο μυθιστόρημα που θα μας συνεπάρει;

Έχω ξεκινήσει μία νέα ιστορία, η οποία βρίσκεται ακόμη σε πολύ πρώιμο στάδιο.  

-Εκ μέρους του culturepoint, σ’ ευχαριστώ γι’ αυτήν τη συνέντευξη.

Ευχαριστώ πολύ για την όμορφη κουβέντα. Να έχουμε έναν καλό χειμώνα.