/13th: Η σκοτεινή σελίδα της αμερικανικής ιστορίας

13th: Η σκοτεινή σελίδα της αμερικανικής ιστορίας

Γράφει η Γαβριέλα Ραπασάνη

Με μια σύντομη αναδρομή, στην ιστορία των ΗΠΑ θα διαπιστώσουμε πως έχουν περάσει περισσότερα από 150 χρόνια από την επίσημη κατάργηση της δουλείας με την 13η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος και πάνω από 50 χρόνια από την κατοχύρωση ψήφου για τους Αφροαμερικανούς(Civil Rights Movement). Συγχρόνως, έχουν τεθεί στο περιθώριο οι άκρως αναχρονιστικοί και ρατσιστικοί νόμοι του Jim Crow που είχαν ισχύ για αρκετές δεκαετίες και υποδείκνυαν τον διαχωρισμό των πολιτών, και την διαφορετική μεταχείρισή τους ανάλογα με το χρώμα τους. Ας αναρωτηθούμε, όμως, αν εν έτει 2022 έχει επιτευχθεί ισότητα και ισονομία στην Β. Αμερική, λαμβάνοντας υπόψιν τα ακραία περιστατικά αστυνομικής βίας σε βάρος εγχρώμων, τα οποία ενίοτε έχουν θανατηφόρα κατάληξη (με πιο πρόσφατο  αυτό του George Floyd), ή την σκληρότερη φτώχεια, που βιώνουν τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα και κυρίως το γεγονός, ότι 1 στους 4 αφροαμερικάνους έχουν εκτίσει κάποιου είδους ποινή φυλάκισης, ενώ το ίδιο  ποσοστό είναι αρκετά μικρότερο στους λευκούς .

Η απάντηση δίνεται από το ακόλουθο ντοκιμαντέρ του Netflix: “13th” που εξηγεί με αρκετά παραστατικό τρόπο τις κοινωνικές προεκτάσεις όλων αυτών των φαινομένων που ταλανίζουν ακόμα και σήμερα την αμερικανική κοινωνία.

Για αρχή θα πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι οι διακρίσεις σε βάρος των μαύρων είναι αποτέλεσμα βαθιά ριζωμένων στερεοτυπικών αντιλήψεων από την εποχή ακόμα της δουλείας, οι οποίες έρχονται σε συνδυασμό με τις χρόνιες πρακτικές της εκάστοτε κυβέρνησης. Η πρόφαση της δήθεν εξάλειψη της εγκληματικότητας, υπό το μανδύα της “πάταξης των κυκλωμάτων εμπόρων ναρκωτικών”, δεν ήταν τίποτε παραπάνω από μια αφορμή για να οδηγηθούν όλο και περισσότεροι αφροαμερικάνοι στην φυλακή, για αδικήματα που σήμερα δεν θα ξεπερνούσαν απλώς την επιβολή ενός χρηματικού προστίμου. 

Φυσικά, το σχέδιο αυτό δεν προτάθηκε χωρίς να υπάρχει κι ένας σκοπός στο παρασκήνιο, και αυτός ήταν ο πλουτισμός των πολυεθνικών επιχειρήσεων.  Πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελούν εταιρίες που κατέχουν και διαχειρίζονται ιδιωτικές φυλακές, οι οποίες δρούσαν, κάποιες ακόμα και σήμερα, μέσω ενός οργανισμού (ALEC), που χρησίμευε ως εργαλείο προωθήσεων συντηρητικών νομοσχεδίων προς την κυβέρνηση, ικανοποιώντας χρησιμοθηρικούς στόχους, και διαιωνίζοντας ενσυνείδητα τις ισοπεδωτικές γενικεύσεις περί εγκληματικότητας για το σύνολο των αφροαμερικανών.

Παρόλο που αργότερα, ήρθαν στο φως ντοκουμέντα που επιβεβαίωναν τις  επαίσχυντες προθέσεις των συγκεκριμένων πολιτικών, και πολλοί μάλιστα παραδέχθηκαν, ότι μια τέτοια πρακτική ήταν πρόδηλα εσφαλμένη και απέβαινε σε βάρος τόσων οικογενειών που αναγκάζονταν να χωριστούν και να βιώσουν την απώλεια, κανείς δεν ανέλαβε την ευθύνη των ενεργειών αυτών, ούτε κρίθηκε κάποιος ένοχος. 

Το πρόβλημα, ωστόσο, διογκώνεται, καθώς οι πρακτικές αυτές, είχαν ως αποτέλεσμα  όχι μόνο  την παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος της κοινότητας των μαύρων υπό το πρίσμα της προαγωγής της κοινωνικής ασφάλειας και ειρήνης ,αλλά πολύ περισσότερο ενισχύθηκε το μίσος από τους λευκούς πολίτες, που τους αντιμετώπιζαν διαρκώς ως κακοποιά στοιχεία, μόνο και μόνο από το χρώμα του δέρματός τους. Δεν είναι άγνωστη ή ασυνήθιστη η αθώωση εγκλημάτων, τα οποία διαπράχθηκαν, επειδή κάποιος φαινόταν “ύποπτος για επίθεση”, ή επειδή βρισκόταν σε “αυτοάμυνα”, για “υπεράσπιση της περιουσίας του”. Δεν είναι, άγνωστη, ούτε η απόδοση κατηγοριών για ειδεχθή  εγκλήματα τα οποία κάποιος δεν τέλεσε απλώς και μόνο, γιατί στο παρελθόν είχε συμμετάσχει σε μικροαδικήματα (υπόθεση Central Park 5). Δεν είναι άγνωστο, το φαινόμενο της αστυνομικής βίας, της διεξαγωγής ωμοτήτων και της κατάφορα άνισης μεταχείρισης που αναγκάζονται να υπομένουν, τόσοι αφροαμερικάνοι, ενώ,  πρέπει, παράλληλα να μην προβαίνουν σε καμία “ανάρμοστη” συμπεριφορά, απέναντι στα όργανα της τάξης και της ασφάλειας. 

Μπορεί, τυπικά να μην βρισκόμαστε πλέον στον 17ο-18ο αιώνα, οπού θα έκαναν ακόμα επιδρομές μέλη της “περίφημης” ΚΚΚ, προσπαθώντας να διατηρήσουν ανόθευτη την λευκή φυλή, διασπείροντας την διχόνοια και την απέχθεια σε βάρος των μαύρων , μπορεί να μην είθισται-ευτυχώς-  το να είναι κάποιος μαύρος υποχείριο ενός λευκού, ως δείγμα ανωτερότητας, στερούμενος την προσωπική του ελευθερία, όμως, πραγματικά, πνευματικά πόσο μπροστά βρισκόμαστε; Πως έχει αλλάξει η κοινωνία και οι πεποιθήσεις μας αν εξακολουθούν να υφίστανται κατάλοιπα τέτοιων επονείδιστων και κατακριτέων συμπεριφορών, και πως ακριβώς διαφέρει ο κόσμος μας, σε σχέση με τότε, αν κάποιος πέφτει θύμα πυροβολισμού, χάνοντας την ζωή του, ή αναγκάζεται να αποδείξει ότι δεν είναι “εγκληματίας” επειδή έχει διαφορετικό χρώμα από το δικό μας ; Αν αναλογιστεί κανείς την κατάσταση που επικρατεί γύρω μας κάποιος ,ίσως λίγο πιο πεσιμιστής, θα έλεγε πως δεν έχουν αλλάξει και πολλά, παραμένουμε σε ζοφερούς καιρούς..