/Όσα παίρνει ο άνεμος : Ελεγεία για τον παλιό Αμερικανικό Νότο

Όσα παίρνει ο άνεμος : Ελεγεία για τον παλιό Αμερικανικό Νότο

Γράφει ο Γιώργος Σταφυλάς *

”Μόνο η γη μένει για πάντα και γι αυτη αξίζει κανείς και την ζωή του να δώσει”

Αυτο ειναι τα λόγια παρακαταθήκη του Τζέραλντ ο Χάρα στην δεκαεξάχρονη κόρη του Σκάρλετ. Αυτα τα λόγια θα ακολουθήσουν την ηρωίδα του εργου σε ολοκληρη την μετέπειτα πορεία της. Η Σκάρλετ πάντοτε σε καθε της δυσκολία θα ξαναγυρίζει στην γη της της στην παλια μπαμπακοφυτεία του Νότου. Αυτο κάνει ακομα και όταν ο Ρετ Μπάτλερ την εγκαταλείπει φτυνοντας της εκεινη την αξέχαστη ατάκα που τόσο χαρακτηριστικα ειπωθηκε απο τα χειλη του Κλαρκ Γκειμπλ ”Franklin my dear i don’t give a damn”

Αλήθεια τι να είναι αυτό που κανει το Gone with the wind ένα μεγαλειώδες έργο; Τόσο ως βιβλίο όσο και στην κινηματογραφική του μεταφορα τούτο πνευματικό πόνημα μοιάζει αξεπέραστο; Είναι άραγε η αρχετυπική ιστορία του ερωτα του Ρέτ για την Σκάρλετ – μια ιστορια αγαπης και μισους όπως κάθε μεγάλος έρωτας οφειλει- η ειναι τελικα η τόσο όμορφα δοσμενη εξιστόρηση ενός μεγάλου πολέμου που αποτελει το φοντο μιας ολοκληρης εποχης, αυτο που κάνει το εργο να ασκει μια ανεπανάληπτη επιρροή;

Η Μίτσελ κατάφερε στις 1000 σελιδες του βιβλιου της- του μοναδικου άλλωστε που έγραψε και το οποιο δουλευε για εφτα ολοκληρα χρονια – να αποθέσει την ψυχή της αν αυτο ειναι δυνατον. Πιετεύουμε ότι σε τουτο οφειλεται η διαχρονικη μαγεια του έργου. Κάθε σελίδα του αποπνέει μια γλυκιά μελαγχολία για έναν τρόπο ζωής που χάθηκε για μια κοινωνία που κατασπαράχθηκε απο την δινη του πολέμου και υστερα συκοφαντηθηκε για να ηττηθεί οχι μονο το σωμα αλλα και το πνεύμα των υπερασπιστων της.

Η Μίτσελ ειχε εμμονή με τον Αμερικανικο εμφυλιο ή τον πολεμο για την ανεξαρτησια του Νότου όπως και η ίδια ίσως θα προτιμούσε. Από παιδί πλαι στην μάνα της παρατηρουσε τα κατεστραμμένα κτίρια με τα νωπά ακομα σημαδια απο τις οβίδες των κανονιών του Σέρμαν και ρωτούσε. Η μητέρα της εμφύσησε μεσα της το πνεύμα του Νότου. Και καθως η συγγραφεας μεγαλωνε συνεχιζε την έρευνα για το τι ακριβως ειχε συμβει μεταξυ των ετων 1861- 1865 αλλά και μεχρι το 1877 που ολοκληρωθηκε η εποχή της περίφημης ανοικοδόμησης.

Ο Νότος είναι η πατρίδα της Μίτσελ. Η αγαπη της για τον παλιο Νότο εκδηλωνεται σε κάθε σελίδα του βιβλίου. Ετσι οπως περιγραφει τον ηρωισμο των Νοτίων, η Μιτσελ στο τιτανιο εργο της ειναι αδυνατο να μην νιωσεις μεσα σου συμπαθεια για αυτη την χωρα των γενναιων οπου απο ενα παραξενο θέλημα της μοιρας επιβιωσε για καποιους αιωνες το Ευρωπαικο ιπποτικό ιδεώδες μεσα σε μια ατμόσφαιρα φεουδαρχικη. Ειναι αδυνατο να μην νιωσεις συμπαθεια για τα καλοαναθρεμενα παιδια της αριστοκρατιας των Νοτιων που πότισαν με το αιμα τους τα πεδια των μαχων αγωνιζομενα για μια χαμενη υποθεση αφου ειτε κέρδιζαν ειτε εχαναν -οπως σοφα το προκαταλαμβανει αυτο ο Ασλει Γουιλκς και προσπαθεί να το εξηγήσει με γραμμα του στην Σκαρλετ ο Χαρα – ο τρόπος ζωής των Νοτιων ειχε τελειωσει.

Στον στρατό του Νότου πολεμησαν παλι πλαι αντρες πλουσιοι και φτωχοι. Απο τα περιπου εξι εκατομμυρια λευκων κατοικων του Νότου μονο 300.000 εξ αυτων ηταν ιδιοκτήτες σκλάβων και μονο 2.000 απο αυτους εχουν πανω απο εκατο μαύρους σκλάβους. Ολοι αυτοι οι άνδρες, είτε ιδιοκτητες απέραντων φυτειων μπαμπάκι ου, είτε μικροκτηματιες ειχαν καποια κοινα χαρακτηριστικα που τους έκανε να νιωθουν ένα έθνος. Αγαπούσαν τον Νότο, ειχαν μεγαλωσει με τα ιδανικα της πατριδας και της τιμης και θεωρουσαν υψιστη αρετη το καθηκον. Γι αυτους ο πολεμος ηταν γιορτη. Η ζωη η ιδια ηταν γιορτη. κυνηγι, ουισκι, σκοποβολή, φλερτ με ωραίες κυριες, ταμπακο, ιππασία. Αυτες ηταν οι καθως πρεπει ασχολιες για εναν κυριο. Οι άνθρωποι αυτοί περιφορονουσαν τους Γιανκηδες αν και μιλουσαν την ιδια γλωσσα. Μισουσαν την εμποροκρατικη – υλιστικη αντιληψη της ζωής, τον φτηνο υπολογισμό, την μιζερια της οικονομιας. Γι αυτους η γη ηταν τα παντα και μονο για την γη αξίζε κανεις να ζει και να πεθαινει.

Στον Νότοο που περιγραφει η Μιτσελ ο ακραίος ρατσισμός δεν υπαρχει. Κανεις δεν κακομεταχειριζεται τους σκλάβους. Εικονες και σκηνες σαν και αυτες που περιγραφονται στην καλυβα του Μπαρμπα Θωμά δεν υπαρχουν. Οι μαυροι δουλοι χωριζονται και αυτοι σε διαφορα στρωματα και κατηγοριες. Υπαρχουν οι μαυροι του σπιτιου. Αυτοι αποτελουν ουσιαστικα και αξιοσεβαστα μελη της οικογενειας. Συχνα ειναι αυτοι που αναλαμβάνουν την φροντίδα της ανατροφης των λευκων παιδιών. Η Μαμμυ η παραμανα της Σκάρλετ είναι ο χαρακτηριστικός τέτοιος τύπος μαυρου σκλαβου., Η Μάμμυ είναι σχεδόν μια δεύτερη μητέρα για την Σκάρλετ. Την μαλώνει, την νουθετει η την επιβραβεύει ακολουθώντας την παντοτε σε ολοκληρη την ζωή της

Οι γυναικες των μαυρων δουλων θηλαζουν τα μωρα των λευκων μαζι με το δικα τους και τα παιδια τους παιζουν πλαι με τα παιδια των λευκων. Αυτες οι καθημερινες σκηνες στις φυτειες του Νότου ηταν αδιανόητες στον Βορρά. Μια Γιάνκισα κυρα μετα τον πολεμο με τον αερα του κατακτητη στην Ατλάντα ζηταει απο την Σκάρλετ να της συστησει μια γκουβερνάντα. Η Σκαρλετ την συμβουλεύει να παρει μια μαυρη απο το γραφειο χειραφετησεων που ειχαν ιδρυσει οι συμπατριωτες της για να απαντήσει η Γιάνκισα οτι δεν θα μπορούσε να εμπιστευτεί ποτε την ανατροφη των παιδιων της σε μαυρους. Κι όμως αυτοι οι άνθρωποι υποτιθεται πως ειχαν ξεκινησει εναν πολεμο για την ελευθερια των μαυρων…

Αλλά η αληθεια ειναι οτι οι μαυροι στον Νότο ουδέποτε εξεγερθηκαν εναντιον των λευκων αφεντικων τους ενω σε πολλες περιπτωσεις υπηρετησαν πλαι με αυτους ειτε ως βοηθητικοι ειτε ως μαχιμοι. Ακομα και όταν οι Γιάνκηδες έκαψαν τα παντα και κατεκτησαν τον Νότο οι πιο φρονιμοι απο αυτους τους πρωην δουλους μαυρους αναζητουσαν τρόπο να ξαναμπούν στην υπηρεσια των παλιων τους κυριών. Μια μερα ο ”ψηλός Σάμ” ενας θηριωδης μαυρος επιστάτης στην μπαμπακοφυτεία της Τάρα συναντα την Σκάρλετ στην Ατλάντα και μετα απο τις εκδηλώσεις γνησιας χαρας και αγαπης προς το πρόσωπο της, ζηταει οδηγιες. Ξεγυμνωνεται ετσι στην αληθινη του διάσταση το ζητημα της δουλειας. Οι μαυροι εκεινης της εποχής ηταν ακομα πρωτογονοι άνθρωποι. Χωρις μόρφωση, χωρις εμπειρια απο την πολυπλοκοτητας της ζωής σε μια αστικη κοινωνια. Χρειάζονταν απλως καποιον να τους καθοδηγήσει και τοτε μπορουσαν να γινουν μοναδικα πιστοί, υπαροχοι εργατες. Με μια άλλη ωστόσο καθοδηγηση μπορούσαν να γινουν ενα πρωτης τάξεως σωμα ρεμπελων, ικανο για καθε ειδους ταραχή.

Και αυτο τον σκοπο επιτελει το περιφημο γραφειο χειραφετησεων. Ένας θεσμός που ιδρυσαν οι Γιάνκηδες με σκοπό την χειραγωγηση των πολυάριθμων απελευθερων πρωην δουλων. Το γραφειο χρησιμοποιεί τους μαυρους για να εξευτελίσουν και τελικα να διώξουν απο την γη τους παλιούς κατοίκους του Νότου. Η Μίτσελ θα αναπαραστήσει πολυ ωραια την εποχή εκείνη που ακολουθει μετα τον πολεμο κα διαρκει δωδεκα χρονια. μαυρα χρονια για τον Νότο. Απο την τρομοκρατια την αδικια και το πλιατσικο θα γεννηθεί η Κου Κλουξ Κλαν. Αν ησουν λευκός εκεινη την εποχή στον Νότο κινδυνεύεις. Αν ησουν γυναικα σιγουρα θα βιαζοσουνα, συνηθως απο καποιον απελευθερο μαυρο καταλληλα κουρντισμενο απο το γραφειο. Αν πηγαινες στις αρχες να βρεις το δικιο σου κατεληγες φυλακή. Πολιτικα δικαιώματα δεν ειχες εκτός κι αν ορκιζοσουνα πίστη στην ένωση. Εκτός αν ησουν μαυρος. Οι μαυροι ειχαν τα πολιτικα τους δικαιωματα και μαλιστα με μαυρους βουλευτες συγκροτηθηκαν τα πρωτα μεταπόλεμικα νομοθετικα σωματα στον Νότο.

Ετσι η Κλαν αποτέλεσε το κινημα εθνικης αντιστασης του Νότου εναντια στον κατακτητη. Το πως κατεληξε να σημαινει αυτο που σημερα ξερουμε ειναι μια άλλη συζήτηση αλλα διαβάζοντας κανείς το βιβλιο της Μίτσελ συμπεραίνει πως για τα δεινα που πληττουν σημερα την Αμερικανικη κοινωνια ευθυνεται σε μεγαλο βαθμό η βιαιη διαλυση των θεσμων του Νότου. Αν δεν ειχε μεσολαβήσει ο πολεμος το πιθανοτερο ειναι πως η δουλεια καθως θα καταντουσε οικονομικα ασύμφορη (ενας μαυρος δουλος την εποχή πριν τον πολεμο κοστιζε καπου 2.000 δολαρια) θα ειχε φυσικα εγκαταλειφθεί και αντικατασταθεί από άλλο συστημα με μια ομαλη μετάβαση. Αλλά οι Γιάνκηδες επιζητούσαν τις φυτειες του Νότου ενω στην πραγματικότητα δεν έδιναν δεκαρα για τους μαυρους.

Στην ιπποτικη κοινωνια του Νότου εξέχουσα θέση κατέχουν οι γυναικες. Ειναι το επίκεντρο αυτης της κοινωνιας και το μεγαλο τη καυχημα. Γυναικες που θυμιζουν παναγιες μεσαιωνικών κάστρων. Ασφαλως ολα αυτα μοιαζουν σημερα σεξιστικα καταλοιπα μιας πατριαρχικης κοινωνιας αλλα διαβαζοντας κανεις το βιβλιο δεν μπορει να μην σκεφτει μεσα του ”διάολε τι ομορφα που ηταν!”

Ενα τετοιο χαρακτηριστικό δείγμα γυναικας του Νότου δεν ειναι η κυνική Σκάρλετ αλλα η ευθραυστη και πάντοτε ηθική Μελάνια Χάμιλτον. ”Ηταν μια πραγματικά μεγάλη κυρία” αναφωνει ο Ρετ οταν η Μελάνια πεθαίνει.

Ο Ρέτ παλι ειναι ο αντιπροσωπευτικός τύπος του τυχοδιώκτη. Γυναικας, μπον βιβερ, κυνικός και ριψοκίνδυνος, σρκάζει τα υψηλα ιδεώδη και βλέπει στον πόλεμο μονάχα την ευκαιρία για γρήγορο πλούτο. Πλουτίζει σπάζοντας με κάθε ριψοκίνδυνο τρόπο τον αποκλεισμό των Γιάνκηδων. Η συντηρητικη κοινωνια του παλιου Νότου δεν τον αποδεχεται ωστόσο στο τέλος κάνει στροφή 180 μοιρών. Ο Ρετ βοηθάει την Κλάν και αναζητα την καλυτερη δυνατη ανατροφή για την κόρη που κάνει με την Σκάρλετ. Επιστρεφει στις ριζες του. Η Μίτσελ με την όψιμη εκτίμηση του Ρέτ για τους παλιούς τρόπους θέλει να μας δείξει ότι τελικα ο άνθρωπος δεν μπορεί να αποκοπεί από το πολιτιστικό περιβάλλον στο οποίο γεννήθηκε και ανατραφηκε. Ειναι κατι που μας σημαδεύει ανεξίτηλα για πάντα όπως και τον κυνικό τυχοδιωκτη Ρετ Μπάτλερ.

Ο Ασλευ Γουιλκς είναι ενα άλλο βασικό πρόσωπο του επικου αυτού εργου. Ο Ασλευ ειναι ο μεγαλός ερωτας της Σκάρλετ Την αγαοπαει κι εκείνος αλλα παντρευεται την Μελάνια. . Χαρακτηριστικός τζεντλεμαν του παλιου καιρού ζει με τις αναμνησεις των περασμενων αδυναμος να προσαρμοστεί στον καινουργιο κοσμο που διαμορφωνεται με την επικρατηση των Γιάνκηδων. Η Σκαρλετ τον αγαπαει και δεν παυει να τον κυνηγάει μεχρι που θα ανακαλύψει ότι τελικά εκεινο που την ελκυε σε αυτόν δεν ηταν αυτο το ίδιο το προσωπο του Ασλευ οσο η αντανάκλαση του παλιού κόσμου, των παλιων καιρων, απο τον φαντασμα των οποίων σε τελικη ανάλυση δεν μπορεί κανείς να ξεφυγει.

Η Σκαρλετ, ο Ρετ, ο Ασλει και η Μελανια συγκροτουν ενα ερωτικο τετραγωνο που ντυνει με μιση ιντριγκες και παθη την ταραγμενη ιστορικη περιοδο του Αμερικανικού εμφυλίου. Οι μεγάλοι έρωτες δεν μπορουν παρα να ειναι σχεσεις μισους και αγάπης και η Μιτσελ το γνωριζει καλα αυτο. Δημιουργει με την ιστορία του Ρετ και της Σκάρλετ ενα ασυγκριτο στα συγχρονα λογοτεχνικα και κινηματογραφικα χρονικα, ζευγαρι, διασημο σχεδόν όσο ο Ρωμαίος και η Ιουλιέττα. Σκόπιμα αφηνει ανοιχτο το τελος της ιστοριας τους για καθε ερμηνεια και πρόβλεψη. Οι μεγάλοι έρωτες δεν είναι προβλέψιμοι και συχνα δεν έχουν χαπι εντ.

Η Σκαρλετ ειναι το αιώνιο θηλυκό. Δυνατη μεσα στις αντιξοότητες παντα ζωτική και αισιόδοξη. ”Αυριο ειναι μια άλλη μέρα” είναι τα μαγικά λόγια που την βγάζουν από κάθε δύσκολη θέση. Κυνική και εγωίστρια και δεν λογαριαζει τιποτα μπροστα στην ανάγκη να πετύχει τον σκοπό της. Μετερχεται ολα τα μεσα της γυναικείας της φυσης με τετοιο τροπο ωστε να σωσει τον εαυτό της τους δικους της απο την πεινα και την αγαπημενη της Ταρα – την βαμβακοφυτεια των ο Χαρα – απο την κατάσχεση. Δεν διστάζει να κλεψει να κολακεψει να σκοτωσει να πιασει φιλιες με καθαρματα. Δεν ωροδει πουθενα. Εχει μονο μια αρχή, την επιβίωση. Πετυχαίνει τους στοχους της, πλουτίζει αλλα πληρώνει μεγαλο τιμημα με την μοναξια και την αποξένωση από τον παλιο καλό κοσμο του Νότου.

Το τελος που επιλεγει η Μιτσελ με την επιστροφη της Σκάρλετ στην Ταρα μοιάζει αναμενόμενο, φυσιολογικό, συνεπες. Ο κύκλος κλείνει η ηρωίδα γυριζει στην γη το μονο πραγμα που μενει, το μονο για το οποίο αξιζει κανείς να πεθαίνει. Το Όσα παίρνει ο άνεμος, δεν είναι απλώς ένα λογοτεχνικο εργο. Ειναι η πιστη και γεματη νοσταλγια απεικόνιση μιας κοινωνιας και ενός τρόπου ζωής που εχουν πια χαθει για παντα.Τα παλια ηθη μαραθηκαν μαζί με τις μανόλιες που άλλοτε επνιγαν με το μεθυστικο τους άρωμα τις βαμβακοφυτειες, οι κυρίες με τα κρινολίνα εφυγαν για πάντα το ίδιο και οι άνδρες με το ιπποτικό πνευμα αλλα η ανάμνηση τους θα ζει για παντα χαρη σε αυτο το εργο.

Το βιβλιό αυτό τα τελευταια χρονα γνωριζει ενα επίμονο κυνηγητό από τις διάφορες woke (αφυπνισμενες) περσόνες του κινηματος για τα δικαιώματα. Ακτιβιστες απαιτούν την καυση του είτε την επισημη λογοκρισία του. Επιπλεον απαιτουν το κατέβασμα της ομωνυμης ταινίας απο ολες τις σχετικές πλατφόρμες. Δεν τους αδικώ. Κατα κάποιο τρόπο το Gone with the wind ειναι επικινδυνο για τον αυριανό υπερτεχονολικό ολοκληρωτσιμο που μας επιβάλλεται σιγα σιγα. Ειναι βιβλιο που αναθεωρει πραγματα που διδαχτήκαμε και καταφερνει να εμφυσήσει στον αναγνωστη εναν αγνό ιδεαλισμό μαζι με αγάπη για την γη που μεταφραζεται σε πίστη στην πατριδα.

Διαβάστε το προτού το εξαφανισουν για πάντα. Επενδύστε στις χιλιες του σελιδες και δεν θα απογοητευτειτε. Αξιζουν και ην τελευταια στιαγονα απο το μελάνι που χύθηκε για να γραφτούν…

* Ο Γιώργος Σταφυλάς γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και αρθρογραφεί τακτικά σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Εχει εκδώσει τρια βιβλία crime fiction.  “Συγκάλυψη” (Οσελότος 2018), “Το Κύκλωμα” ( Όστρια 2019) “Προσωπική υπόθεση” (2020) και το “Outlaw” (Οστρια 2021), ενα μυθιστόρημα δυστοπίας